Πολεις

Θεσσαλονίκη όπως… μπαχτσέ τσιφλίκι

«Άντε, μαζέψτε τα και ντουγρού για τα χωριά και τα μπαξεδάκια, αδειάστε μας τη γωνία»

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 391
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
22074-49359.jpg

Oι νέοι σαλονικιώτικοι αστικοί μύθοι δεν κάνουν πλέον λόγο ούτε για τεράστια ποντίκια που το βράδυ σαν b-movie τέρατα ίπτανται πάνω από την Κασσάνδρου, ούτε για κρυμμένο θησαυρό ανυπολόγιστης αξίας που καραδοκεί στα έγκατα της ερειπωμένης βίλας απέναντι από την ψαράδικη κυριλέ ταβερνερί «Μαϊάμι» της Κρήνης. Η urban μυθολογία της εποχής λόγω κρίσης θέλει τους μισούς από τους γνωστούς μου να ονειρεύονται ότι εγκαταλείπουν την Τσιμισκή και ξενιτευόμενοι σε βουνά, πέφτουν σε τρελό δάσος όπου οι τρούφες φυτρώνουν ανεξέλεγκτες και τα δήθεν εκπαιδευμένα κυνηγόσκυλά τους τις ανακαλύπτουν και ύστερα πιάνουν την καλή, αφού –και καλά– στην γκουρμέ αγορά πιάνουν τρία χιλιάρικα η κάθε μία. Σε αντιπαραβολή με εκείνη την παλιά διαφήμιση «Την είδα απόψε λαϊκά, να τα κερδίζω τα λεφτά, να τα κερδίζω, φως μου, τα πλούτη όλου του κόσμου», ο νέος αστικός θρύλος τους θέλει όλους να γίνονται εκατομμυριούχοι αρκεί να πιάσουν τα βουνά και τις ραχούλες.

Κάποτε στη Θεσσαλονίκη όλοι ονειρεύονταν ότι θα γίνουν μπάρμαν ή dj και μετά θα ανοίξουν το δικό τους μαγαζί, να πουλάνε φραπόγαλα ή ποτά. Κάποιοι άλλοι, όπως το έκαναν ο Αγγελάκας και ο Παυλίδης, θα σήκωναν χρήμα με τη σέσουλα ροκάροντας με την μπάντα τους. Για να μη μιλήσω για αστικούς μύθους της πρώτης δεκαετίας του 2000, όπου ντόπιος γάτος του macintosh και του πρωτοποριακού ντιζάιν, εφόσον ο βορράς γεννούσε τους καλύτερους graphic designers, θα εκπαραθύρωνε τον Μπρόντι και τον Σαγκμάιστερ, λανσάροντας το πρωτοποριακό look του Μακεδονικού Χαλβά φτιαγμένου από πιξελωτό καμβά, όπως το πορτρέτο του Στιβ Τζομπς. Η κρίση τούς κάνει όλους να παραληρούν και οι τρούφες, όπως και τα σαλιγκάρια ή τα βουβάλια σε εν δυνάμει φάρμες των Άνω Ποροΐων, ή διάφορες φιλολογίες περί λεμονόδασους που θα φυτέψουν στη Δράμα και κατευθείαν θα φτάσουν στην κουζίνα του Hotel Costes στο Παρίσι, αποκτούν στα μάτια τους μυθικές διαστάσεις, κάτι σαν απόδραση από τις φυλακές με τη μέθοδο Ρίτα Χέιγουορθ.

Παίζει και μια άλλη φαντασίωση που την καλλιεργούν με ευλάβεια στα όνειρά τους τα παιδιά του βορρά. Πως δηλαδή φτάνει πια με τα web design, τα vj-ing και όλα τα ψηφιακά career opportunities – γεμάτη είναι η αγορά από τέτοια ταλέντα που μοχθοκοπούν για το βασικό μισθό. Το όραμά τους θέλει να αφήνουν το ποντίκι και να πιάνουν το αλεύρι, να παρατούν το πληκτρολόγιο και να πιάνουν τον πλάστη. Και να ανοίγουν φούρνο, να πλάθουν κουλουράκια, πάντα παραδοσιακά από μια συνταγή μιας γιαγιάς σε ένα νησί, «δεν μπορώ να σου πω ποιο, αλλά μιλάμε για γεύσεις θεϊκές, θα ξεπουλήσουμε σου λέω».

Δεν υπάρχει μπαρ που να έχω πάει τον τελευταίο καιρό και να μην πέσω σε τέτοιες συζητήσεις – πλάνα νέας ζωής από πρώην ορκισμένους εραστές του μητροπολιτικού ίλιγγου, που κυριολεκτικά για ένα κομμάτι ψωμί αλλαξοπίστησαν και προβάρουν βουκολικά κοστούμια. Από μέσα μου ουρλιάζω «άντε, μαζέψτε τα και ντουγρού για τα χωριά και τα μπαξεδάκια, αδειάστε μας τη γωνία, μικροαστάκια, που με το που έσκασε η πρώτη φούσκα και σφίξαν τα ζόρια, αρχίσατε να απαγγέλλετε Κώστα Ουράνη, εσείς που παλιά φτιάχνατε κοτσίδες α λα Μπιορκ και τα αγόρια όλο πόζα σφυρούσατε στο ρυθμό του “Bohemian like you” των Dandy Warhols». Κότες, κυριολεκτικά. Εννοείται πως δεν τους το σφυρώ κατάμουτρα, γιατί δεν είναι καλό πράμα να τους γκρεμίζεις τα όνειρα.

Μου φαίνεται πολύ κουλό αυτό που συμβαίνει και εκ του οποίου προκύπτουν οι νέοι αστικοί θρύλοι, διαφορετικοί από τους παλιούς. Αυτό που γοητεύει δεν είναι πια το όνειρο του να ανοίξει κάποιος μια γκαλερί με έργα πρωτοποριακών Θεσσαλονικέων ζωγράφων, αλλά να ανοίξει θερμοκήπιο όπου θα καλλιεργεί φυτό ονόματι «ιπποφαές» που εγγυάται τέλεια ευεξία και επιδερμίδα. Ή «μυρτιλάδικο», χωράφι δηλαδή που τα προϊόντα του θα γειάνουν κόσμο και θα τον ξαναφτιάξουν νέο, όπως έκανε παλιά στην κλινική της η Ρουμάνα Ασλάν. «Όνειρα (θεσσαλονικιώτικα), πουλιά μου ταξιδιάρικα», που θα τραγουδούσε και ο Τζο Ντασέν, που αν έμενε Καλαμαριά θα τον έλεγαν Γιαννάκη Ντασενίδη. 

stefanostsitsopoulos@yahoo.gr


Φωτογραφία: Σωκράτης Ιορδανίδης, από το αρχείο του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ