Περιβαλλον

Τι είναι ο πρώτος Κλιματικός Νόμος που ψήφισε το Ευρωκοινοβούλιο

Γιατί είναι τόσο σημαντικός για το μέλλον μας και ποιο είναι το διακύβευμά του

Βασιλική Γραμματικογιάννη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο νέος κλιματικός νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι μόνο μετάβαση από ορυκτά καύσιμα στις ΑΠΕ αλλά ασχολείται και με τεχνολογίες «απομάκρυνσης» εκπομπών.

Η ζωή μας αυτό τον καιρό δεν είναι και στα καλύτερα της με το στρες που έχει προκαλέσει το δεύτερο κύμα του κορωνοϊού, όχι μόνο για το φόβο της υγείας μας αλλά και για το ενδεχόμενο μιας παγκόσμιας οικονομικής κατάρρευσης. Αν το δούμε και σε συνάρτηση με τις φυσικές καταστροφές που συμβαίνουν  όλο και πιο συχνά, τότε με τρόμο συνειδητοποιούμε ότι για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία έχουμε να αντιμετωπίσουμε τεράστιες  πλανητικές προκλήσεις με μεγαλύτερη την κλιματική αλλαγή.  Και για να τις αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά πρέπει να είμαστε όλοι μαζί.

Μέσα σε αυτή τη γενικότερη κατήφεια που έχουν πυροδοτήσει οι πολλαπλές κρίσεις, η είδηση της ψήφισης του πρώτου κλιματικού νόμου την προηγούμενη εβδομάδα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο , μαζί με την απόφαση για την καταδίκη της Χρυσής Αυγής από την ελληνική δικαιοσύνη ήταν τα δυο πιο αισιόδοξα ευρωπαϊκά νέα.

Τι είναι όμως ο κλιματικός νόμος που υπερψήφισε το ΕΚ, γιατί είναι τόσο σημαντικός για το μέλλον μας και πιο είναι το διακύβευμά του; «Μια ιστορική ευκαιρία που θέτει τους κλιματικούς στόχους ψηλά στην ατζέντα» θα πει η Σουηδή ευρωβουλευτής των Σοσιαλδημοκρατών και εισηγήτρια του νόμου για το κλίμα Jytte   Guteland, στο διαδικτυακό δημοσιογραφικό σεμινάριο που οργάνωσε το ΕΚ.

Ο νέος κλιματικός  νόμος έχει ως στόχο την κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι κάθε κράτος μέλος σταδιακά μέχρι το 2050  θα πρέπει να έχει αρνητικό ισοζύγιο εκπομπών άνθρακα. «Για να πετύχουμε μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2050 θα πρέπει από 5 δισεκατομμύρια τόνους CO2 να φτάσουμε σε σχεδόν μηδενικές εκπομπές» θα πει ο  επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος στον τομέα της ενέργειας και των μεταφορών, Francois Dejean.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο υφιστάμενος στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να μειωθούν οι εκπομπές μέχρι το 2030 κατά 40% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990.  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε να αναθεωρηθεί αυτός ο στόχος στο 55% , ωστόσο οι ευρωβουλευτές ανέβασαν τον πήχη και ζήτησαν να μειωθούν οι εκπομπές κατά 60% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, αφού για να συγκρατηθεί η θερμοκρασία κάτω από τον 1,5ο C χρειάζονται πολύ πιο δραστικά μέτρα.

Για να καταλάβουμε τα μεγέθη ο Francois Dejean μας εξήγησε ότι για να πετύχουμε μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2050 θα έπρεπε από το 1990 να έχουμε ξεκινήσει και να μειώνουμε 75 εκατομμύρια τόνους το χρόνο και να συνεχίσουμε έτσι μέχρι και το 2050. «Ο ενδιάμεσος ευρωπαϊκός στόχος για το 2020 ήταν 20% μείωση σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Στόχος που ενώ φαίνεται ότι θα επιτευχθεί -αφού το 2019 είχαμε μείωση της τάξης του 24%- δεν είναι ικανοποιητικός για τις μειώσεις που απαιτούνται για το 2050» αναφέρει ο κ. Francois Dejean και λέει ότι «η μείωση του 24% αντιστοιχεί σε 40 εκατομμύρια τόνους το χρόνο από το 1990 μέχρι το 2019, ενώ για να πετύχουμε κλιματική ουδετερότητα έπρεπε να μειώνουμε 75 εκατομμύρια τόνους για πάνω από 60 χρόνια». Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι τις αμαρτίες του παρελθόντος τις πληρώνουμε τώρα αφού θα πρέπει για τα επόμενα 30 χρόνια να μειώνουμε «107 εκατομμύρια τόνους  CO2 το χρόνο».

Όσο και να ακούγεται ακατόρθωτο δεν είναι, αν σκεφτούμε ότι σε μια μόνο χρονιά «το 2019 μειώσαμε 145 εκατομμύρια  τόνους  CO2». Ωστόσο ο κ. Francois Dejean δεν φάνηκε και τόσο αισιόδοξος κρίνοντας «ανεπαρκή την πρόοδο των εθνικών μέτρων των κρατών μελών» και επισημαίνει ότι «το 2030 είναι μια χρονιά ορόσημο για την επίτευξη του στόχου» ενώ κρούει τον κώδωνα και του οικονομικού κινδύνου αφού αν παραμείνουμε στη σημερινή μείωση του 40% και ο στόχος δεν πιαστεί «το οικονομικό κόστος στο μέλλον θα είναι ακόμη μεγαλύτερο για την ΕΕ».

Ο κλιματικός νόμος της ΕΕ θα μας απασχολήσει το επόμενο διάστημα αφού η επίτευξη του φιλόδοξου στόχου έχει να κάνει όχι μόνο με την μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στις ΑΠΕ αλλά και με υπό εξέταση (και αμφισβήτηση) τεχνολογίες «απομάκρυνσης» εκπομπών. Επιπλέον ο κλιματικός νόμος συνδέεται και με την μελλοντική στρατηγική της ΕΕ για τα δάση που με κανένα τρόπο δεν θα επιβραβεύει τις ελληνικές πρακτικές για αποψίλωση των δασών και τοποθέτηση βιομηχανικών ανεμογεννητριών μέσα σε αυτά.