Στα άδυτα της Μητρόπολης Αθηνών
Εσωτερικό Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών.
Life in Athens

Στα άδυτα της Μητρόπολης Αθηνών

Ένα ορόσημο των Αθηνών, ένα από τα πρώτα δημόσια κτίρια, ο πρώτος ναός αντάξιος της φήμης της πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους
125052-280643.jpg
Έλενα Ντάκουλα
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Η ιστορία της Μητρόπολης Αθηνών, το Μουσείο της και ο Ι.Ν. Αγίου Ελευθερίου

Αφήνοντας πίσω μας την πλατεία Συντάγματος και κατηφορίζοντας την οδό Μητροπόλεως, βρισκόμαστε στην ομώνυμη πλατεία, όπου δεσπόζει ο Μητροπολιτικός Ναός της Αθήνας, αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Πρόκειται για ένα ορόσημο των Αθηνών, ένα από τα πρώτα δημόσια κτίρια, ο πρώτος ναός αντάξιος της φήμης της πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, άμεσα συνυφασμένος με την ιστορία των νεότερων χρόνων της Ελλάδος.

Η Μητρόπολη Αθηνών και η ιστορία της 

Τα σχέδια ανατέθηκαν στον διάσημο Δανό αρχιτέκτονα Χ. Χάνσεν, η πρόταση του οποίου ήταν να αναγερθεί ο ναός στην οδό Πανεπιστημίου, στη θέση που αργότερα κτίστηκε ο ναός των Καθολικών. Η πρόταση δεν έγινε δεκτή γιατί η περιοχή θεωρήθηκε απόκεντρος και ερημική και έτσι επελέγη «η παλαιά πόλις» και το σημείο όπου βρίσκονταν τότε κτίρια της τουρκοκρατίας, τα οποία κατεδαφίστηκαν, πλην της βυζαντινής εκκλησίας της Γοργοεπηκόου.

Η ιστορία του ναού ξεκίνησε με τη θεμελίωσή του στις 25 Δεκεμβρίου 1842, παρουσία των βασιλέων, οι οποίοι έριξαν «χρυσούν εικοσόφραγκον» στα θεμέλια του οικοδομήματος, καθώς και όλων των αρχών της πόλης. Λόγοι οικονομικοί αλλά και η αλλαγή αρχιτεκτόνων καθυστέρησαν πολύ την αποπεράτωσή του, που ολοκληρώθηκε μετά από είκοσι χρόνια.

Τα αρχικά σχέδια, με τα ρωμανικά, γοτθικά και αναγεννησιακά στοιχεία ήταν του Χ. Χάνσεν (και όχι Θεόφιλου, όπως γράφεται) και βάσει αυτών είχε οικοδομηθεί το κατώτερο μέρος του κτιρίου. Στη συνέχεια, αυτά τροποποιήθηκαν, ανάλογα με το στυλ του κάθε αρχιτέκτονα που ανέλαβε την ευθύνη της οικοδόμησης (Δημ. Ζέζος το 1847, Φρ. Μπουλανζέ και Π. Κάλκος το 1857).

Ο τύπος του ναού είναι σταυροειδής τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και αποτελεί συνδυασμό νεοκλασικών και ελληνο-βυζαντινών στοιχείων, με αποτέλεσμα ο αρχιτεκτονικός ρυθμός να παρουσιάζει έναν επαμφοτερίζοντα χαρακτήρα και να μην είναι ούτε καθαρώς βυζαντινός, ούτε των χρόνων της αναγεννήσεως, μετέχει όμως και των δύο ρυθμών, και ούτως αποτελεί σύνολον αρκούντως τέρπον το βλέμμα, όπως αναφέρεται στην εφημερίδα «Έσπερος» της 1ης Αυγούστου 1889. Παρ’ όλα αυτά, ο «ελληνοβυζαντινισμός» επηρέασε μετέπειτα βαθιά την ελλαδική ναοδομία, ιδίως των μητροπολιτικών ναών επαρχιακών πόλων.

Η κεντρική (δυτική) είσοδος τονίζεται με τοξοστοιχία, που στηρίζεται σε δύο διπλούς μαρμάρινους κίονες κορινθιακού ρυθμού και αντίστοιχες διπλές παραστάδες, ενώ τα δίδυμα κωδωνοστάσια, ύψους 32 μέτρων, που πλαισιώνουν τη δυτική όψη, μαρτυρούν τις επιρροές από τη ναοδομία της Δύσης. Η συνολική επιφάνεια του ναού είναι 650 τετραγωνικά μέτρα, με εσωτερικό μήκος 33 μ., πλάτος 20 μ. και ύψος του κεντρικού τρούλου, 24 μ.

Για την ανέγερση, δαπανήθηκαν 650.000 δρχ. και χρησιμοποιήθηκε οικοδομικό υλικό που συγκεντρώθηκε μετά την κατεδάφιση 72 βυζαντινών και μεταβυζαντινών εκκλησιών. Τα εκκλησιαστικά οικόπεδα εκποιήθηκαν και το ποσό συνέβαλε στις δαπάνες οικοδόμησης μαζί με τα ποσά που αποκτήθηκαν από εράνους αλλά και δωρεές, όπως του Όθωνα, του Γεωργίου Σίνα και του γιου του, Σίμωνα.

Η αγιογράφηση είναι των ζωγράφων Σπυρίδωνα Γιαλλινά και Aλεξάντερ Ζέιτς (Alexander Seitz), η διακόσμηση του Κωνσταντίνου Φανέλλη, ενώ τα γλυπτικά αρχιτεκτονικά στοιχεία, τα κιονόκρανα και ο άμβωνας, έργα του Τήνιου μαρμαρογλύπτη Φ. Φυτάλη.

Ο Μητροπολιτικός Ναός εγκαινιάστηκε με μεγάλη επισημότητα στις 21 Μαΐου 1862. Έκτοτε, εκεί έχουν εορταστεί σημαντικά ιστορικά γεγονότα, όπως η Ένωση της Επτανήσου (1864), η Ένωση της Θεσσαλίας (1881), η Εικοσιπενταετηρίδα της βασιλείας του Γεωργίου Α΄ (1889). Επίσης, έχουν γίνει ορκωμοσίες κυβερνήσεων, στέψεις, βαφτίσια και γάμοι διαδόχων και βασιλέων και έχουν ψαλεί νεκρώσιμες ακολουθίες σημαντικών προσώπων της νεοελληνικής ιστορίας.

Στο εσωτερικό του ναού φυλάσσεται, σε αργυρή λειψανοθήκη, το λείψανο της Αγ. Φιλοθέης καθώς επίσης το σώμα του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, σε μαρμάρινη λάρνακα, έργο του μαρμαρογλύπτη Φυτάλη, σε σχέδιο Λ. Καυτατζόγλου.

Κατά καιρούς, έγιναν αυθαίρετες αισθητικές παρεμβάσεις, τόσο του εσωτερικού όσο και του εξωτερικού περιβάλλοντος του ναού (μαρμάρινα λιοντάρια, μαρμάρινες γλάστρες κ.ά.), οι οποίες προκάλεσαν αντιδράσεις και έκκληση προς την Εκκλησία της Ελλάδος και το Υπουργείου Πολιτισμού, για την προστασία και μη αλλοίωση του χαρακτήρα του σημαντικού αυτού μνημείου του αθηναϊκού κλασικισμού του 19ου αιώνα.

Ο σεισμός του 1999 προκάλεσε μεγάλες ζημιές στη στατικότητα του κτιρίου και τα έργα αποκατάστασης ολοκληρώθηκαν, με μεγάλη καθυστέρηση, λόγω έλλειψης πόρων, μετά από 17 χρόνια. Με πανηγυρική λειτουργία στις 2 Ιουλίου 2016, η Μητρόπολη υποδέχθηκε και πάλι το κοινό και οι καμπάνες της ήχησαν ξανά!

Το Μουσείο της Μητρόπολης

Στα αριστερά της εισόδου του εμβληματικού ναού και κατεβαίνοντας μία μικρή σκάλα, βρισκόμαστε στο υπόγειο, όπου μας περιμένει μία έκπληξη. Πρόκειται για το «Κειμηλιοφυλάκιο του Ιερού Καθεδρικού και Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών», ένα μικρό, αλλά μοντέρνο και εντυπωσιακό μουσείο, έργο της M+Y Glass Solution με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, που εγκαινιάστηκε πριν τρία περίπου χρόνια.

Στον χώρο, ο οποίος δεν είναι αποξενωμένος από την εκκλησία, έχουν εφαρμοστεί σύγχρονοι κανόνες μουσειολογίας για την καλύτερη προβολή των πολύτιμων αποκτημάτων και ιερών κειμηλίων του ναού, προερχόμενα απ’ όλους τους κλάδους της θρησκευτικής τέχνης (κεντητική, χρυσοκεντητική, ξυλογλυπτική, αγιογραφία, χειρογραφία, αργυροχοΐα) και χρονολογούνται από τον 17ο έως και τον 20ό αιώνα. Εκεί βρίσκονταν τα παρεκκλήσια της Αγ. Φιλοθέης και του Γρηγορίου Ε΄.

Ο επισκέπτης του Μουσείου έχει την ευκαιρία να δει πολύτιμα αντικείμενα αρχιεπισκόπων, διάφορα εκκλησιαστικά σκεύη, παλαιά ευαγγέλια μικρασιατικής τέχνης με ένα μάλιστα γραμμένο στην καραμανλίδικη γραφή, σπάνιες παλαιές εικόνες, εξαιρετικής τέχνης, όπως η Εικόνα των Σμάλτων του 19ου αι. από τον Εύξεινο Πόντο (δωρεά του Δημήτρη Κουμπάρη), την εικόνα της Αγίας Σκέπης, φιλοτεχνημένη από τον Φώτη Κόντογλου το 1942, εγκόλπια, αφιερώματα ευσεβών προς την Παναγία, χειρόγραφα του 12ου και 13ου αιώνα.

Ένας εξαιρετικής κεντητικής επιτάφιος από την Βιέννη, του 1847, δωρεά του ευπατρίδη, κόμη Αλέξιου Πλακίδη, προκαλεί τον θαυμασμό, όπως και τα κεντήματα των σπουδαίων κεντηστρών Δεσποινέττας και Μαριόρας, έργα των οποίων βρίσκονται στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου.

Στα άδυτα της Μητρόπολης Αθηνών
Τάματα πιστών, 19ος & 20ός αιώνας

Τάματα πιστών, 19ος & 20ός αιώνας

Σε περίοπτη θέση, το επιτραχήλιο του Διονυσίου Επισκόπου Αθηνών, ανιψιού του Γρηγορίου του Ε΄. Η κεντημένη ημερομηνία, 10/04/1820, πάνω σε αυτό δηλώνει ότι είχε κεντηθεί έναν χρόνο ακριβώς πριν τον απαγχονισμό του θείου του (10/4/1821).

Στο παρεκκλήσι της Αγ. Φιλοθέης βρίσκεται το κιβώριο όπου υπήρχαν παλαιότερα τα λείψανά της. Όπως προαναφέρθηκε, το σκήνωμά της, είναι τώρα μέσα στην Μητρόπολη. Έξω από τα παρεκκλήσια φυλάσσονται οι δύο θρόνοι τους οποίους τοποθετούσαν στον κυρίως ναό, όταν εκκλησιάζονταν οι βασιλείς.

Η πλατεία Μητροπόλεως 

Η πλατεία Μητροπόλεως διαμορφώθηκε το 1884. Κοσμείται από τον ανδριάντα του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού (1891-1949), έργο του Φάνη Σακελλαρίου (1991). Ο Δαμασκηνός υπήρξε κορυφαία εκκλησιαστική και πολιτική προσωπικότητα της νεότερης Ελλάδας. Διετέλεσε αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος (1941-1949), αντιβασιλέας και πρωθυπουργός.

Λίγο πιο πίσω, είναι τοποθετημένο το μνημείο με τον ανδριάντα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, έργο του Κερκυραίου γλύπτη Σπύρου Γογγάκη. Το αρχικό σχέδιο βρίσκεται στον Μυστρά και το συγκεκριμένο της πλατείας, είναι αντίγραφο αυτού. Στην πίσω πλευρά της βάσης αναγράφεται το όνομα του αντιγραφέα: «ΑΝΤ/ΦΕΥΣ ΓΛΥΠΤΩΝ Ν. ΣΠΟΥΡΔΟΣ». (Αξίζει να σημειωθεί ότι, ο ανδριάντας του Παλαιολόγου είναι το μοναδικό γλυπτό στο οποίο υπογράφει ο τεχνίτης που έκανε την αντιγραφή του).

Ο Ι.Ν. Αγίου Ελευθερίου 

Η Μητρόπολη γειτονιάζει με τον Άγιο Ελευθέριο, έναν κομψότατο, βυζαντινό ναό, μεγάλης ιστορικής και αρχιτεκτονικής αξίας, στο ρυθμό του σταυροειδή εγγεγραμμένου, με οκτάπλευρο «αθηναϊκού» τύπου τρούλο, κτισμένον επί των ημερών του αρχαιολάτρη-ελληνολάτρη μητροπολίτη Αθηνών, Μιχαήλ Χωνιάτη ή Ακομινάτου (1182-1204 μ.Χ.), και αποτελείται, εξ ολοκλήρου, από μάρμαρα κτιρίων και μνημείων, διαφόρων εποχών, που έχουν καταστραφεί.

Στα άδυτα της Μητρόπολης Αθηνών
Ιερός Ναός Αγ. Ελευθερίου

Ιερός Ναός Αγ. Ελευθερίου

Αρχικά, ήταν αφιερωμένος στην Παναγιά την Γοργοεπήκοο, εκείνη, δηλαδή, που φτάνει γρήγορα για να βοηθήσει. Μετά την έξωση του Άθωνα, αφιερώθηκε στον Άγ. Ελευθέριο, λόγω του ότι οι Αθηναίοι πίστευαν ότι είχαν ελευθερωθεί από τους Βαυαρούς και τα δεινά της μοναρχίας. Η ονομασία αυτή συνδέεται με την ιδιότητα του Αγίου Ελευθερίου, ως προστάτη των επίτοκων γυναικών, αλλά & της Ειλειθυίας, θεάς του τοκετού στην αρχαιότητα, πάνω στα ερείπια του ιερού της κτίστηκε ο εν λόγω ναός.

Στα άδυτα της Μητρόπολης Αθηνών
Η Μητρόπολη και ο Αγ. Ελευθέριος

Η Μητρόπολη και ο Αγ. Ελευθέριος

Οι τοίχοι του ναού αποτελούνται από μαρμάρινα σπαράγματα. Πάνω από το ύψος των παραθύρων έχουν εντοιχιστεί 90 αρχαιοελληνικά, ρωμαϊκά, παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά σπόλια (παλαιότερα δομικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται σε νεότερα κτίσματα) και μία εντυπωσιακή ζωφόρος περιτρέχει όλες της πλευρές του ναού. Οι βυζαντινοί αρχιμάστορες συνήθιζαν να αξιοποιούν παλιά αρχιτεκτονικά μέλη με ανάγλυφο διάκοσμο για να στολίσουν όψεις των κτιρίων τους, σμιλεύοντας ταυτόχρονα διάφορα χριστιανικά σύμβολα ανάμεσα στα αρχαία λαξεύματα, ώστε να τα εξαγνίσουν.

Στα άδυτα της Μητρόπολης Αθηνών
Λεπτομέρειες της ζωφόρου

Λεπτομέρειες της ζωφόρου

Ανάμεσα στα πρωτότυπα σπόλια βρίσκονται αυτά που κοσμούν την δυτική όψη του ναού και συνθέτουν το μοναδικό διασωσμένο εικονογραφημένο Αττικό Ημερολόγιο (4ος αι. π.Χ.), μία μαρμάρινη ανάγλυφη παράσταση, όπου απεικονίζονται οι 12 μήνες προσωποποιημένοι, τα 12 αντίστοιχα ζώδια καθώς επίσης και οι γεωργικές ασχολίες που χαρακτήριζαν την κάθε εποχή. Έχει δε μεγάλο ενδιαφέρον η ενσωμάτωση των τριών σταυρών πάνω από αυτήν, που σκοπό είχαν τον καθαγιασμό της.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο ναός αποτέλεσε τον εντευκτήριο οίκο (τόπος προσευχής) του εκάστοτε μητροπολίτη και για αυτό την ονόμαζαν μικρή Μητρόπολη. Από το 1834 έως το 1839, λόγω έλλειψης δημοσίων κτιρίων, μεταβλήθηκε σε αποθήκη αρχαιοτήτων και μέχρι το 1862 στέγασαν εκεί βιβλία της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Από το 1862 λειτουργεί ως παρεκκλήσι της Μητρόπολης και χρησιμοποιείται για τέλεση μυστηρίων και προσκύνηση σορών επισήμων προς πάνδημον ασπασμό.

Λόγω δε της διαφοράς μεγέθους, ανάμεσα στους δύο ναούς έχει καθιερωθεί η πειρακτική φράση «σαν τη Μητρόπολη με τον Άγιο Ελευθέριο», για τα ζευγάρια που έχουν μεγάλη διαφορά ύψους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Δροσινός Ηλίας, Πρωτοπρεσβύτερος. Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΝΑΟΣ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΟΙ ΤΟΥ 1862-1942, Αθήνα, 1996
  • Σκουμπουρδή Άρτεμις, ΜΟΝΑΣΤΗΡΑΚΙ-ΠΛΑΚΑ. Οι γειτονιές των θεών. Εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2016
  • Αθηναϊκός Κλασικισμός, Εκδ. Δήμου Αθηναίων, Πνευματικό Κέντρο. Αθήνα, 1996.

Δειτε περισσοτερα