Βρυσάκι
© Ορφέας Καρούντζος
Life in Athens

Οι φάροι της Αττικής και η μυστήρια ομορφιά τους

Στέκουν στην άκρη των βράχων, έρμαια του χρόνου και των μποφόρ. Μιλήσαμε με τους φαροφύλακες και μάθαμε την ιστορία τους
123648844_3742119349154412_1469692113229505605_n1.jpg
Κατερίνα Καμπόσου
ΤΕΥΧΟΣ 877
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Φάροι της Αττικής: Τι μας είπαν οι φαροφύλακες σε Λαύριο, Αγίους Θεοδώρους και Σαλαμίνα

Στο ελληνικό Φαρικό Δίκτυο υπάρχουν σήμερα 144 πέτρινοι, παραδοσιακοί φάροι κι όμως κανένας δεν είναι όμοιος με τον άλλο – όλοι εκπέμπουν διαφορετικά το φως που δεν σβήνει ποτέ. Στην Αττική βρίσκονται 3 από αυτούς, και θα ήταν 4 αν ο φάρος του Σουνίου δεν είχε καταστραφεί κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιο Πολέμου. Mε τη μυστήρια ομορφιά τους στέκουν στην άκρη των βράχων, έρμαια του χρόνου και των πολλών μποφόρ που κατευθύνουν τα κύματα απειλητικά προς τα πάνω τους. 

Στην άκρη αυτής της μαγικής εικόνας στέκει πάντα μια μοναχική φιγούρα, αυτή του φαροφύλακα, που στο πέρασμα της ιστορίας έχει προστατέψει αμέτρητες ανθρώπινες ζωές στα θαλάσσια ταξίδια. Παλιά είχαν δημιουργηθεί ιδιαίτερες κοινότητες γύρω τους, οι λεγόμενες «οικογένειες των φάρων» που αποτελούνταν από τους κοντινότερους ανθρώπους του φαροφύλακα και τον ακολουθούσαν στο πόστο του, ακόμα και στο πιο απομακρυσμένο ακρωτήρι της Ελλάδας. Σήμερα όμως, το επάγγελμα αυτό συρρικνώνεται όλο και περισσότερο.

Πέρα από τη στριφογυριστή σκάλα που οδηγεί στον φανό, το εσωτερικό των φάρων είναι λιτό, έχει απλά την καμπίνα του, ένα βοηθητικό δώμα και μια βασική κουζίνα, ενώ οι φαροφύλακες έχουν έναν κοινό σκοπό, να τους συντηρούν στην καλύτερη δυνατή κατάσταση. Καθένας όμως από αυτούς και κάθε επιστάτης του, έχει τη δική του ξεχωριστή ιστορία που προκειμένου να τη μοιραστούμε, ξεκινήσαμε το οδοιπορικό μας από το κέντρο της Αθήνας και διασχίσαμε την Αττική από τη μια άκρη στην άλλη, με προορισμό το Λαύριο, τους Αγίους Θεοδώρους και τη Σαλαμίνα. Μετρώντας 374 χιλιόμετρα συνολικά και μετά από μερικούς κακοτράχαλους χωματόδρομους οδηγηθήκαμε σε αυτά τα μεγάλα άγρυπνα φανάρια, τους φάρους των Αθηνών.

Βρυσάκι  Λαύριο
Με φαροφύλακα τον Κωνσταντίνο Κούτη

Στην πάνω μεριά του Θορικού, 7 χλμ. από το Λαύριο και μετά τον οικισμό Σιρί, ξεκινά ο χωματόδρομος για τον φάρο που στέκει εκεί από το 1892, καρφωμένος 23 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Περιτριγυρισμένος από θαμνώδη άγρια βλάστηση, τα πλοία που περνούν μπροστά του κατευθύνονται στις Κυκλάδες, με φόντο τη Μακρόνησο. Όπως οι περισσότεροι φάροι, παρέμεινε σβηστός κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1943, στα πλαίσια ανασυγκρότησης του Φαρικού Δικτύου, επαναλειτούργησε με πηγή ενέργειας το πετρέλαιο μέχρι το 1983 που ηλεκτροδοτήθηκε. Εκεί συναντήσαμε τον φαροφύλακα Κωνσταντίνο Κούτη, Ικαριώτη στην καταγωγή από οικογένεια ναυτικών.

«Έχω έρωτα με τη θάλασσα, ήταν αυτό που επιδίωξα να κάνω από την πρώτη μου μέρα στο ναυτικό. Είμαι μοναχικός άνθρωπος οπότε η απομόνωση που μου προσφέρει η δουλειά είναι κάτι που δεν θα μπορούσα να βρω εύκολα αλλού. Μου δίνει χρόνο για αυτοπραγμάτωση. Μέσα από αυτή συνειδητοποίησα ότι η ζωή είναι απλή, οι περισσότεροι δεν δείχνουμε ευγνωμοσύνη για αυτά που μας προσφέρει. Κάθε πρωί που ξυπνάω στον φάρο, κοιτάζω τη θάλασσα και τον ήλιο, δοξάζω τον Θεό που είμαι τυχερός να με γεμίζει η δουλειά μου. Ξεκίνησα στις απομονωμένες Οινούσες, που ο φάρος τους δεν είναι μέσα στο νησί αλλά στο νησάκι Παναγιά. Τα κανάλια μια μέρα δεν έπιαναν καλά οπότε είχε τύχει να γυρίσω την κεραία προς Τουρκία για να πιάνει.

Κωνσταντίνος Κούτης
Κωνσταντίνος Κούτης / © Γεωργία Αθανασοπούλου

Επίσης, μου έχει συμβεί μια μέρα κακοκαιρίας με 10 μποφόρ να πέσει στον φάρο κεραυνός που προκάλεσε μεγάλη ζημιά στο φωτιστικό μηχάνημα και τις συσκευές, πέταξε τον πίνακα παρόλο που υπήρχε αλεξικέραυνο.

Οι πιο γοητευτικοί φάροι είναι οι δυσπρόσιτοι, που κοπιάζεις για να τους προσεγγίσεις, όταν όμως φτάσεις σε ανταμείβει το μεγαλείο του γκρεμού και της πρωτόγονης αύρας του. Κάθε φάρος έχει διαφορετική αρχιτεκτονική, ύψος και φωτοβολία, είναι κτίρια της πολιτισμικής μας κληρονομιάς και οφείλουμε να τα παραδώσουμε στους επόμενους. Πολλά πλοία μέσα σε τρικυμίες θα ήθελαν έναν φάρο να τους δώσει κάτι σαν απάνεμο λιμάνι και καταφύγιο.

Αυτό που με εντυπωσίασε στους φάρους και το καταθέτω μετά από διηγήσεις παλαιότερων φαροφυλάκων, είναι ότι κάποτε κάθε φάρος φιλοξενούσε μια κοινότητα, 3 για παράδειγμα φαροφύλακες με τις οικογένειές τους. Όπως υπάρχει ιεραρχία στο προσωπικό των φαροφυλάκων, υπήρχε και η αντίστοιχη στις γυναίκες τους – η γυναίκα του προϊσταμένου έδινε εντολές στις υπόλοιπες για τις δουλειές του φάρου – άλλη θα έπλενε, άλλη θα ζύμωνε».

Κωνσταντίνος Κούτης
Κωνσταντίνος Κούτης / © Γεωργία Αθανασοπούλου

Κωνσταντίνος Κούτης / © Γεωργία Αθανασοπούλου

Kόγχη Σαλαμίνας
© Ορφέας Καρούντζος

© Ορφέας Καρούντζος

Κόγχη Σαλαμίνα
Με φαροφύλακα τον Μιχάλη Φωτόπουλο

Στο νοτιότερο άκρο της Σαλαμίνας βρίσκεται ο φάρος της Κόγχης που υπάγεται στους φάρους της Αττικής, χτισμένος το 1901, θεωρείται διατηρητέο μνημείο. Βρεθήκαμε εκεί σε μια από τις σπάνιες μέρες άπνοιας καθώς στο σημείο συνήθως φυσάει πολύ, και συναντήσαμε τον φαροφύλακα Μιχάλη Φωτόπουλο.

«O φάρος μας είναι στα 34 μέτρα εστιακό ύψος, με φωτοβολία μέχρι τα 9 ναυτικά μίλια με φωτοκύτταρο – με τη δύση ανάβει και με την ανατολή σβήνει. Είναι πλήρως αυτόνομος αφού λειτουργεί με φωτοβολταϊκό σύστημα με μπαταρίες και με το βρόχινο νερό που το συλλέγουμε από το πηγάδι μας. Πλέον τα πράγματα είναι πιο εξελιγμένα σε σχέση με το παρελθόν που ο φαροφύλακας απαγορευόταν να αποκοιμηθεί γιατί ο φάρος χρειαζόταν κούρδισμα όλο το βράδυ, και τότε που δεν υπήρχαν τα εξελιγμένα ραντάρ αν δεν ήταν αναμμένος μπορούσε να γίνει ναυάγιο. Υπήρχε ένα εκρεμμές με βαρίδι που έπρεπε να ανεβεί επάνω για την περιστροφή του φαναριού. Έκανε 2 ώρες να κατέβει και μετά έπρεπε να επαναληφθεί το ίδιο. Όλα αυτά τα εξηγούμε στον κόσμο κάθε τρίτη Κυριακή του Αυγούστου, τη μοναδική μέρα που μπορεί κανείς να μπει στο εσωτερικό του φάρου, πέρα από εμάς φυσικά.

Κόγχη
© Γεωργία Αθανασοπούλου

Ζώντας στον φάρο μακριά από το άγχος της πόλης, νιώθω ηρεμία και το θεωρώ ευλογία να ξυπνώ και να βλέπω την Αίγινα και το Αγκρίστρι απέναντί μου αντί για τις πολυκατοικίες. Και αυτό μου φτιάχνει τη διάθεση να προσπαθώ να κρατάω το οίκημα ζωντανό και στην καλύτερη κατάσταση. Όλοι οι φαροφύλακες, πιστεύω, δένονται με τον φάρο τους.

Όλα αυτά τα χρονιά και μετά τους δεκάδες φάρους που έχω επισκεφτεί, έχουν φτάσει στα αυτιά μου πολλοί θρύλοι που συνδέονται μαζί τους. Για παράδειγμα, έχω ακούσει από συναδέλφους για στοιχειωμένα δωμάτια στα οποία έτυχε να πεθάνει ο φαροφύλακας, όπου άνοιγαν οι πόρτες και τα παράθυρα μόνα τους χωρίς να φυσάει ή ότι άκουγαν ανατριχιαστικούς θορύβους μέσα στη νύχτα.

Ίσως είναι αποκυήματα της φαντασίας εξαιτίας της μοναξιάς που επικρατεί εκεί ή επειδή μπορεί να μην έχουν συνηθίσει τους ήχους της φύσης που μερικές φορές είναι αγριευτικοί».

Κόγχη
© Γεωργία Αθανασοπούλου

© Γεωργία Αθανασοπούλου

Σουσάκι
Σουσάκι Αγίων Θεοδώρων / © Ορφέας Καρούντζος

Σουσάκι Αγίων Θεοδώρων / © Ορφέας Καρούντζος

Σουσάκι Άγιοι Θεόδωροι
Με φαροφύλακα τον Νίκο Τσάκωνα

Ο Νίκος Τσάκωνας έκανε θητεία στα καράβια όταν έμαθε για τον διαγωνισμό φαροφυλάκων του ναυτικού. Δήλωσε από περιέργεια για την ιδιαίτερη φύση του επαγγέλματος και αφού ασχολήθηκε με τη συντήρηση του φαρικού δικτύου, τοποθετήθηκε στον φάρο του Γυθείου. Τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στον τόπο καταγωγής του, στον φάρο Σουσάκι στη βιομηχανική περιοχή των Αγίων Θεοδώρων, ακριβώς μπροστά στα διυλιστήρια.

«Για να γίνεις φαροφύλακας πρέπει να περάσεις από συγκεκριμένη εκπαίδευση, να μάθεις τα πάντα για τα ηλεκτρολογικά του φάρου και τις ανάγκες συντήρησής του. Για δύο χρόνια ταξίδευα με φαρόπλοια για την επισκευή παλιών φάρων σε όλη την Ελλάδα σκαρφαλώνοντας σχεδόν σε κάθε βραχονησίδα του Αιγαίου. Ακόμα και σήμερα αν σπάσει κάποιος φανός φεύγω αποστολή, τον επιδιορθώνω και επιστρέφω. Κάποιος θα πίστευε ότι ως φαροφύλακας πρέπει να μη φεύγω ποτέ από εδώ αλλά στην περίπτωσή μου δεν ισχύει, είμαι γενικότερων καθηκόντων. Είναι μοναχική δουλειά καθώς σε κάθε βάρδια είσαι ολομόναχος κι αν τύχει να αποκλειστείς καμιά φορά αυτό το αίσθημα είναι ακόμα πιο έντονο.

Με φαροφύλακα τον Νίκο Τσάκωνα
Με φαροφύλακα τον Νίκο Τσάκωνα / © Γεωγία Αθανασοπούλου

Μου έχει τύχει στον φάρο της Μονεμβασιάς να μην μπορώ να ανοίξω την πόρτα για 10 μέρες εξαιτίας της έντονης κακοκαιρίας, με τα κύματα να φτάνουν μέχρι την είσοδο και ταυτόχρονες διακοπές ρεύματος. Χρειάζεται, λοιπόν, να πηγαίνεις σε κάθε φάρο οργανωμένος με προμήθειες για παν ενδεχόμενο. Υπάρχουν εύκολα και δύσκολα φανάρια, κάτι που καθορίζει η πρόσβαση σε αυτά. Για παράδειγμα ο Κάβο Μαλέας που θέλει 5,5 χλμ. για να φτάσεις, 1,5 ώρα πάνω στα βουνά με τα πόδια και γι’ αυτό χρειάζεται δεύτερος φαροφύλακας για λόγους ασφαλείας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως καταλαβαίνεις, είναι μεγάλη γκαντεμιά να πάθεις κάτι, έναν κολικό για παράδειγμα ή να πέσεις από τις σκάλες, πράγμα που έχει συμβεί σε διάφορους συναδέλφους.

Είμαστε και σε επικοινωνία με το λιμενικό αφού σε περιπτώσεις που έχουν νεκρή γωνία γινόμαστε εμείς τα μάτια τους. Έχει τύχει να παρατηρήσουμε από τον φάρο ακινητοποιημένα βαρκάκια στη θάλασσα και επικοινωνούμε για βοήθεια. Οι φάροι, λοιπόν, είναι πολύ σημαντικοί. Έχω δει γκρεμισμένο φάρο και ήταν στενόχωρο αν σκεφτείς τι τράβηξαν κάποιοι κάποτε, και σε τι συνθήκες, για να τον χτίσουν ή τον ρόλο που θα μπορούσε να παίξει στη θαλάσσια διέλευση. 

Με φαροφύλακα τον Νίκο Τσάκωνα
Με φαροφύλακα τον Νίκο Τσάκωνα / © Γεωγία Αθανασοπούλου

Με φαροφύλακα τον Νίκο Τσάκωνα / © Γεωγία Αθανασοπούλου

Μπορεί σήμερα να έχουμε gps, όλοι όμως οι ναυτικοί κοιτούν τους φάρους γιατί όταν έχουν τη μαυρίλα της νύχτας μπροστά τους, ο φάρος είναι η ανακούφισή σου και μια έξτρα δικλίδα ασφαλείας. Αν σβήσει, είναι σοβαρό γεγονός. Όσοι το παρατηρούν, από εμπορικά πλοία μέχρι ψαράδες κατευθείαν δημιουργούν κινητοποίηση.

Ο φάρος στο Σουσάκι που φτιάχτηκε το 1894 είναι περιστροφικός, όταν τον κοιτάς αναβοσβήνει ανά 10 δευτερόλεπτα και γενικά πάντα έχει δουλειές, επισκευές, βαψίματα και φθορές που προκαλούνται από τη θάλασσα ακριβώς μπροστά μας. Εδώ, όταν στέκεσαι πάνω στον φάρο και κοιτάς τη θάλασσα ξεχνιέσαι και γαληνεύεις, από την άλλη αν στραφείς πίσω βλέπεις την εργοστασιακή μονάδα και τις τεράστιες καμινάδες και ακούς τη βαβούρα από τα φορτηγά. Όταν φυσάει βοριάς μυρίζει παντού προπάνιο και θειάφι, κλείνω τα παράθυρα. Ως παιδί ερχόμουν εδώ με την παρέα μου, ήταν σημείο συνάντησης. Τότε, δεν ξέραμε καν ότι υπάρχει φαροφύλακας εδώ, ούτε μπορούσα να φανταστώ πως κάποτε θα βρίσκομαι εγώ μέσα».

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

Δειτε περισσοτερα