Life in Athens

Τάσος Μελετόπουλος: Από το Studio 54 στο Εργοστάσιο και το Άτομο

Ο άνθρωπος που όρισε το αθηναϊκό nightclubbing στα 80s και στα 90s

Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 820
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

O Τάσος Μελετόπουλος μιλάει για τη ζωή του και τα κλαμπ Εργοστάσιο, Αεροδρόμιο και Άτομο που σημάδεψαν τη νυχτερινή ζωή της Αθήνας στα 80s και στα 90s

Υπήρξε μια εποχή, στα μέσα των 80s, όταν η Αθήνα, ακολουθώντας τον υπόλοιπο κόσμο έζησε την έκρηξη των media και της άμεσης πληροφορίας προ-internet. Η χρυσή εποχή των περιοδικών ήρθε ταυτόχρονα με τα κόμικς, τις μουσικές κυκλοφορίες, την εμφάνιση του MTV, τις μεγάλες συναυλίες και το nightclubbing. Ακριβώς στη μέση όλων αυτών, βρέθηκε και έπαιξε τον ρόλο του ένας Αθηναίος: ο Τάσος Μελετόπουλος.

Ο Τάσος Μελετόπουλος στο «Εργοστάσιο»

Μας διηγήθηκε την ιστορία του με τον ίδιο χαλαρό τρόπο που άνοιγε μαγαζιά που γίνονταν αυτόματα επιτυχίες, με την ίδια απλότητα που αγαπάει τη μουσική και τα τραγούδια που φτιάχνει, με το ίδιο χιούμορ που θα έστηνε ένα event στο Εργοστάσιο.

Ο Τάσος Μελετόπουλος με μακρινή-πολύ-μακρινή θεία τη Μυκονιάτισσα Μαντώ Μαυρογένους, παιδί “με γαλλικά και πιάνο” ήταν ο άνθρωπος που άνοιξε με τον αδερφό του Σπύρο το θρυλικό κλαμπ Εργοστάσιο της λεωφόρου Βουλιαγμένης και έκανε πάταγο. Το ίδιο επιτυχημένα ήταν τα μετέπειτα κλαμπ Αεροδρόμιο (με θέα τον διάδρομο προσγείωσης των αεροπλάνων του Ελληνικού), το Άτομο, ο Βυθός, ακόμα και το βραχύβιο Dirty Pizza στο Κολωνάκι (η πρώτη μίνι πιτσαρία με DJ). Ήταν ο εκδότης της δεύτερης εποχής του περιοδικού Πρόσωπα, γράφει βιβλία που τα εικονογραφούν φίλοι του εικαστικοί όπως ο Harry Lambert και ο Γιάννης Κόττης, ζωγραφίζει και ο ίδιος, γράφει μουσικές για happenings σε γκαλερί αλλά και τραγούδια μίας πολύ ιδιαίτερης, συναισθηματικής ποπ που τα έχουν τραγουδήσει από την Τάνια Τσανακλίδου μέχρι τον Σάκη Ρουβά, τη Νάνα Μούσχουρη και, τώρα πρόσφατα, τη Νεφέλη Φασούλη. Έχει τρία παιδιά, τον Αλέξανδρο και τον Φίλιππο με τη γυναίκα του Μυρένα Χατζηβασιλείου και την Κυβέλη από τον πρώτο του γάμο με τη Χριστίνα Αλεξίου.

«Ο πατέρας μου είχε το εργοστάσιο ξυλείας στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης, εκεί που μετά έγινε το κλαμπ Εργοστάσιο. Η μητέρα μου είναι χορογράφος, ξεκίνησε διδάσκοντας στη σχολή χορού Ματέι, έπειτα έκανε το δικό της στούντιο χορού, πήγε στην Αμερική, συνεργάστηκε με το La MaMa και μετά έκανε τις δικές της παραστάσεις εδώ. Όταν ήμουν μικρό παιδί άκουγα πολλή μουσική, κυρίως κλασική και καλά τραγούδια – Χατζηδάκι, Beatles. Το “λαμπερό” σπέρμα ας πούμε, το πήρα από τη μητέρα μου. Θυμάμαι, χαμήλωνα τα φώτα, έβαζα μουσική και φανταζόμουν ότι διευθύνω, ήθελα η ζωή μου να πάει προς τα 'κει.»

Στην Καρνέαδου 24 με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή

«Μεγάλωσα σε ένα διαμέρισμα, επάνω από το διαμέρισμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή: Καρνεάδου 24. Το δωμάτιο του Καραμανλή ήταν κάτω από το δικό μου κι εγώ τότε έκανα πολεμικές τέχνες, χοροπηδούσα, γενικά έκανα φασαρία. Κάποια στιγμή ο Θόδωρος, που ήταν ο οικονόμος του Καραμανλή, είπε στη μητέρα μου ότι ο πρόεδρος άλλαξε δωμάτιο γιατί ο μικρός “είναι λίγο άτακτος”. Κι εκεί φάνηκε τι ευγενής άνθρωπος ήταν. Δεν έστειλε επάνω κάποιον να πει, μαζέψτε το παιδί σας. Έτσι ήταν αυτή η γενιά των ανθρώπων, ο Χατζηδάκις, ο Τσαρούχης, που τους γνώρισα.»

Στο Παρίσι με τον Τσαρούχη

«Τον Τσαρούχη τον γνώρισα όταν ήμουν 18 ετών, το ‘74, όταν “σπούδαζα” –βάλ’ το σε εισαγωγικά αυτό– στο Παρίσι και οι γονείς μου ήθελαν να κάνει το πορτρέτο μου. Θυμάμαι ήμασταν σε ένα εστιατόριο οι γονείς, εγώ κι ο Τσαρούχης κι εκεί, πάνω από μία μπανάνα φλαμπέ στο τραπέζι, αποφασίσανε να μου κάνουνε το πορτρέτο σαν να ήμουν ναύτης. Κι ας μην είχα πάει στο Ναυτικό. Κι έτσι κάναμε πολλή παρέα με τον Τσαρούχη στο Παρίσι, με πήγαινε στο Λούβρο, τρώγαμε μαζί, μιλούσαμε, και η γνωριμία μας κράτησε μέχρι το τέλος. Είδα την ταπεινή ζωή αυτού του μεγάλου ζωγράφου. Το ατελιέ του ήταν σαν ένα κελί ασκητού της τέχνης, μεγάλο μάθημα.»

Ο Τάσος Μελετόπουλος όπως αποτυπώνεται από τον Γιάννη Τσαρούχη

Ο Τάσος, στο Παρίσι, ανακάλυψε τη μουσική επάνω σε ένα παλιό πιάνο μίας οικογενειακής φίλης κι αργότερα της γιαγιάς του. Άρχισε να γράφει τραγούδια με τον παιδικό κι αγαπημένο του φίλο Άρη Δαβαράκη, με τον οποίο γνωρίζονταν από την έκτη δημοτικού. Η μεγάλη ραδιοφωνική αγάπη της Αθήνας, τότε ήταν το Τρίτο Πρόγραμμα του Μάνου Χατζηδάκι, εκεί που ο Άρης, με την Μαρίκα Τζιραλίδου και τον Τάσο στη μουσική, έκαναν την εκπομπή “Τα Καθημερινά”. Η πόρτα της μουσικής όμως άνοιξε περισσότερο όταν Τάσος και Άρης έστειλαν τραγούδι – συμμετοχή στους περίφημους Αγώνες της Κέρκυρας που διοργάνωνε ο Χατζηδάκις και απ’ όπου ξεκίνησε σχεδόν όλο το έντεχνο, νέο Νέο Κύμα της ελληνικής μουσικής τότε. Το τραγούδι ερμήνευε η Τάνια Τσανακλίδου.

Η γέννηση του «Εργοστάσιου»

«Έτοιμος να προχωρήσω προς τα εκεί, πήγα στην Αμερική, έκανα τις σπουδές μου και όταν γύρισα, μέσα σε έξι μήνες πέθανε ο πατέρας μου. Αναγκάστηκα να αναλάβω το εργοστάσιο ξυλείας για έναν χρόνο, μετά πήγα στρατό. Τότε ο Σπύρος ο αδερφός μου, μου πρότεινε να κάνουμε κλαμπ το εργοστάσιο ξυλείας. Το δέχτηκα αμέσως. Αποφασίσαμε να κάνουμε το κλαμπ Εργοστάσιο στα πρότυπα του Studio 54. Όταν σπούδαζα στο NYU στη Νέα Υόρκη ήταν η εποχή του Andy Warhol, του Factory και του Studio 54 όπου πήγαινα κάθε Παρασκευή – Σάββατο. Είχα γνωρίσει και τον ιδιοκτήτη, τον Steve Rubell, γίναμε φίλοι και πριν ανοίξει το Εργοστάσιο πήγε ο αδερφός μου με έναν φίλο και του έδειξε τα πάντα για το κλαμπ, τα τεχνικά, τα μεγάφωνα, όλα όσα πρέπει να ξέρεις για το πώς λειτουργεί ένα τόσο μεγάλο μαγαζί.»

Το Εργοστάσιο και η περίφημη Έλενα

«Ανοίγουμε το Εργοστάσιο. Το πρώτο μεγάλο μαγαζί της Αθήνας ήταν η Αυτοκίνηση του Μάκη Σαλιάρη αλλά ήταν με τραπέζια και φαγητό. Εμείς το ανοίξαμε σαν κλαμπ και η ιδέα στην οποία βασίστηκε ήταν το “δεν μας ενδιαφέρει ποιος είσαι, μας ενδιαφέρει how you look , και αν η αύρα σου είναι θετική”… Σε αυτό θριάμβευσε ο Άρης Δαβαράκης. Ένα μαγαζί δε φτάνει να είναι ωραίο και να είναι η ιδέα του καλή, πρέπει και η λειτουργία του να είναι καλή. Ο χώρος ήταν το εργοστάσιο όπως είχε παραμείνει, με τα μηχανήματα μέσα, τους τοίχους ακατέργαστους, τα φωτιστικά που ήταν φτιαγμένα σαν εργαλεία. Εγώ πήγαινα δύο φορές το χρόνο και αγόραζα δίσκους από Νέα Υόρκη και Αγγλία – και αυτό το είχα πάρει από τον Κώστα Ζουγανέλη ο οποίος είχε τις “9 Μούσες” στη Μύκονο κι όταν ήμουν πιτσιρίκος άκουγα που ήταν το μόνο μαγαζί που έπαιζε καινούργια μουσική. Και μου έλεγε: “Αν θες καινούργια μουσική Τάσο, θα πας στη Νέα Υόρκη να τη βρεις”. Κι έτσι, σε όλα μου τα μαγαζιά, αυτό έκανα · πήγαινα 15 μέρες πριν ανοίξω, στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο και έπαιρνα τα καινούργια.»

«Το team του Εργοστασίου ήταν ο αδερφός μου ο Σπύρος, εγώ, ο Άρης στην πόρτα, ο Τάκης Τσαντίλης με τον οποίο παίζαμε εναλλάξ μουσικές, ο Γιώργος Ευσταθίου και η συχωρεμένη η Σούλα Φρίκη στο μπαρ, ο Γιώργος Παυριανός στην πόρτα και ταμείο και η περίφημη Έλενα στις τουαλέτες. Η Έλενα ήταν ο έμπιστος μου άνθρωπος. Τη γνώρισα από τον πατέρα μου, ήταν εργάτρια στο εργοστάσιο. Τον αγαπούσε πολύ, όπως κι εμείς την αγαπήσαμε πολύ. Αν δεν υπήρχε αυτή, δεν θα υπήρχαν τα μαγαζιά. Ήταν αυτή που καθάριζε, που άνοιγε, που έκλεινε. Ο συχωρεμένος ο Rubell μου έλεγε, “Τάσο, μέχρι 10% είναι η χασούρα. Δηλαδή κάνει 100 χιλιάδες δολάρια το μαγαζί, τις 10 χιλιάδες τις ξεχνάς. Ό,τι σύστημα και να έχεις δεν υπάρχει περίπτωση να πάρεις και τις 100 χιλιάδες.” Γι’αυτό χρειάζεσαι τους έμπιστους ανθρώπους. Η Έλενα ήρθε μια μέρα κρατώντας μία σαμπάνια Ντομ Περινιόν άθικτη. “Κύριε Τάσο, πήγα στα σκουπίδια κι έψαξα γιατί ήξερα ότι κάτι γίνεται σε αυτό το μπαρ και βρήκα αυτό”. Την είχε βάλει ο μπάρμαν για να πάει να την πάρει μετά. Έτσι ήταν η Έλενα, με όλο εκείνο το attitude που είχε, εντελώς αληθινό. Της είχε κάνει και το πορτρέτο της ο Δημήτρης ο Παπαϊωάννου που είχε δημοσιευτεί στο Εξπέριμεντ του Άρη Τερζόπουλου. Η Έλενα κοιμόταν μέσα στα μαγαζιά -και στο Εργοστάσιο, και στο Αεροδρόμιο και στο Άτομο. Και ήταν Κέρβερος.»

Ο Τάσος και ο Σπύρος Μελετόπουλος

Όταν άνοιξε το μαγαζί, ο Ζάχος Χατζηφωτίου –ο κοσμικός Ίακχος του Ταχυδρόμου– τους κατηγόρησε ότι ήταν τα κακομαθημένα παιδιά που έπαιζαν με το εργοστάσιο του μπαμπά και δεν πάτησε ποτέ το πόδι του εκεί. Το πάτησε όμως όλη η υπόλοιπη Αθήνα καθώς και ορδές από τη Θεσσαλονίκη που κατέβαιναν με πούλμαν για να μπουν στο απροσδόκητο, νέο κλαμπ της πόλης, αρκεί να φορούσαν τα σωστά παπούτσια. Ο Άρης Δαβαράκης έγραφε τότε σε περιοδικά, ήταν το αστέρι του Ταχυδρόμου και έγραφε τη στήλη με τα In και τα Out της εβδομάδας. Κάπως έτσι πάνε αυτά τα πράγματα και το σκληρό face control στην πόρτα έγινε η αφορμή για καταξίωση, έστω και για μια βραδιά, και το μεγάλο debate της εποχής. Σωστό ή λάθος;

«Ναι, είχανε γίνει κάποια σχόλια αλλά δεν μας ένοιαζε» λέει ο Τάσος Μελετόπουλος. «Ο κώδικας του Άρη για να μπεις ήταν να φοράς καλά παπούτσια, τα Timberland ας πούμε, κι αν η φάτσα σου βγάζει καλά vibes. Δεν θυμάμαι όμως να είχαν γίνει φασαρίες στην πόρτα ή κάτι τέτοιο. Ο Άρης το υπερασπιζόταν αυτό πάρα πολύ. Υπήρχαν πολλοί γνωστοί μας που δεν έμπαιναν. Δεν τους ήξερε ο Άρης, δεν ήξερε ποιος ήταν ο κύριος τάδε που μπορεί να έχει μια μεγάλη εταιρεία ας πούμε, δεν τον ένοιαζε κιόλας, και καλά έκανε.»

Τα τρελά πάρτι

Ιστορικά έχουν μείνει τα κιτς πάρτι που έκανε ο designer Κύριος Κρίτων με πλαστικά τραπεζομάντηλα στα τραπέζια, τα πάρτι του Τσαντίλη με ημίγυμνους χορευτές να χορεύουν επάνω σε καφάσια ή την είσοδο στο μαγαζι της Σοφίας Αλιμπέρτη επάνω σε άλογο – κατά τα πρότυπα της Μπιάνκα Τζάγκερ στο Studio 54. Ο Τάσος θυμάται το μεγάλο πάρτι του Κλικ που είχε ξεκινήσει σχεδόν την ίδια περίοδο, το θεαματικό fashion show που είχε διοργανώσει η γκουρού της μόδας, τότε, η Λάουρα ντε Νίγκρις. Οι άνθρωποι, τα μαγαζιά, οι ιδέες, ήταν όλα τότε συγκοινωνούντα δοχεία, περιστρεφόμενες πόρτες που γεννούσαν κι άλλες ιδέες, κι άλλες φάτσες, κι άλλες ιστορίες.

Ο Ζούλιας και η Κατερίνα στην πόρτα

«Το φοβερό είναι ότι μαζευόντουσαν άνθρωποι από όλες τις κοινωνικές τάξεις και συνυπήρχαν με απόλυτη φυσικότητα κάτι που δεν γινόταν πουθενά μέχρι τότε. Το ίδιο είχε γίνει αργότερα και με το Αεροδρόμιο που εκεί ήταν ο Βασιλάκης ο Ζούλιας στην είσοδο και έκανε face control και με το Άτομο που ήταν στην πόρτα η περίφημη Κατερίνα Θεοδωρίδου. Ήθελα να πάω κόντρα στο σταρ σίστεμ τότε κι ήθελα να βρω μία πορτιέρισσα plus size, και το διέδωσα. Εμφανίστηκε λοιπόν η Κατερίνα στα Πρόσωπα και μόλις την είδα, της είπα: εσύ! Αξιολάτρευτη γυναίκα, ζενιάλ τύπος και έκανε εξαιρετικά τη δουλειά της. Στην “πόρτα” στα μαγαζιά μου αναζητούσαμε το fun, να είσαι καλή φάτσα. Μπορεί να ήταν, ποιος να σου πω, ο Μομφεράτος με την Αλίκη και δίπλα τους να είναι ένα γκέι ζευγάρι. Είχαμε κάνει και το περίφημο μυστικό πάρτι της Μελίνας στο οποίο απαγορεύονταν οι φωτογραφίες και οι δημοσιογράφοι. Ήταν ο μόνος όρος που είχε βάλει η Μελίνα. Ήταν μόνο 200-300 άτομα, καλεσμένοι όλοι δικοί της. Μία ωραία στιγμή ήταν όταν έβαλα ένα βαλς και το χόρεψε η Μελίνα με τον Αλαβάνο. Ήταν προσαρμοσμένη ανάλογα και η playlist, με Σουραμπάγια-Τζόνι και τέτοια.»

Την ίδια περίοδο, ο Τάσος έκανε παρέα με τον Άρη Τερζόπουλο, εκδότη του Κλικ, Μεν κλπ. Τα βράδια, ώρες ατέλειωτες περνούσαν συζητώντας ιδέες για περιοδικά και άρθρα, κάτι που οδήγησε, για παράδειγμα, τον Τερζόπουλο να κυκλοφορήσει το επιτυχημένο Experiment και τον Τάσο να δοκιμάσει την τύχη του σαν εκδότης των ανανεωμένων Προσώπων στα οποία ήταν πάλι διευθυντής ο Δαβαράκης και συνεργάτες ονόματα όπως ο Άγγελος Δρούλιας, ο Δημήτρης Μάο, ο γνωστός ηθοποιός και τραγουδιστής Άγγελος Παπαδημητρίου (είχε φιλοτεχνήσει τα 12 ζώδια σαν “γλυπτά”). Η πιο σημαντική συνεργασία όμως, για τον Τάσο, ήταν αυτή με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου που έκανε τα κόμικς.

Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, το Αεροδρόμιο και το Άτομο

«Για να μπορέσω να λειτουργήσω έπρεπε κάτι να κάνω. Τότε σκέφτηκα ότι έπρεπε να βάλω την Τέχνη μέσα στα μαγαζιά. Κι εκεί συνεργάστηκα με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Στο Εργοστάσιο αλλάζαμε το σκηνικό κάθε μήνα κι ο Δημήτρης έκανε αριστουργήματα μέσα στον χώρο. Παράδειγμα: έκανε θέμα sumo, τεράστια γλυπτά με παλαιστές sumo από φελιζόλ. Ή γέμιζε τους τοίχους με σαύρες. Έκανε κάτι τεράστιους δράκους επάνω στα μηχανήματα. Αριστουργήματα.

Μετά έκανα μόνος μου εντελώς το Αεροδρόμιο. Η ιδέα μου ήρθε όταν μία μέρα που μιλούσα στο τηλέφωνο με ένα φίλο, έκανα μία ίσια γραμμή κι ένα ημικύκλιο από πάνω και είπα: νά’το! Αυτό είναι! Θα κάνω ένα τολ. Νοίκιασα τον χώρο, δίπλα στο παλιό αεροδρόμιο και έχτισα όλο το τολ, μόνος μου. Πήγα σε περιοχές που υπήρχαν σκραπ παλιά αεροπλάνα, κι έφτιαξα το μπαρ που ήταν ένα φτερό αεροπλάνου, οι καρέκλες που ήταν καθίσματα πιλότων, τα φτερά ελικοπτέρων από πάνω, όλα αυτά. Δεν νομίζω να υπήρχε πουθενά αλλού κάτι τέτοιο. Μου έκαναν μία πρόταση τότε να το κάνω και στο Παρίσι. Μια αποθήκη μεγάλη και στη μέση ένα τολ. Δεν προχώρησε όμως το σχέδιο, πήγαινε καλά και το εδώ μαγαζί… Στο οποίο επίσης είχε συνεργαστεί ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, είχε γεμίσει την οροφή με αστέρια. Αλλά η πιο ουσιαστική μας συνεργασία ήταν στο Άτομο. Ήταν εντυπωσιακά έργα, αριστουργήματα και, να σου πω κάτι; Μπορεί κανένας να μη καταλάβαινε τίποτα. Ήξερα όμως εγώ.

Το Άτομο ήρθε μετά το Αεροδρόμιο. Μού πρότειναν να κάνω ένα μαγαζί κι εγώ δίσταζα πάρα πολύ γιατί ήθελα να βρω μία ιδέα. Θυμάμαι, ήμουνα στον Πάνορμο και καθώς περπατούσα ξυπόλυτος, βλέπω μία μασέλα από ένα κρανίο κριαριού. Το πιάνω στο χέρι μου και λέω “αυτό θα κάνω”. Δηλαδή ένα μαγαζί που θα λέγεται Άτομο και θα περιλαμβάνει όλα όσα αποτελούν ένα άτομο, μάτια, σαγόνια και τέτοια. Τότε, στο Άτομο, έκανα και την πρόταση στον Νίκο Μουρατίδη να παίξει DJ ο οποίος μέχρι τότε δεν είχε παίξει σε μαγαζί.»

 

Η ζωγραφική, τα βιβλία, το Άγιο Όρος

«Εμένα ο δρόμος μου δεν ήταν να γίνω ένας club owner. Αλλά εθίστηκα από το πρώτο Εργοστάσιο. Δύσκολα το αποχωρίστηκα, το '94, γιατί σκέφτηκα ότι έπρεπε να κοιτάξω τον εαυτό μου. Να κάνω ζωγραφική, μουσική, να γράψω βιβλία… Κι άρχισα να πηγαίνω στο Άγιο Όρος, δύο φορές τον χρόνο. Το έκανα για καμιά δεκαριά χρόνια. Έμενα εκεί δέκα μέρες. Όταν είσαι μέσα στη νύχτα τόσα χρόνια πρέπει να “ξεπλυθείς” λίγο – με την καλή έννοια.

Εκείνη την περίοδο έκανα παρέα με τον Γιώργο Χαδούλη και τον Harry Lambert. Μια μέρα με είχε πάρει τηλέφωνο ο Χαδούλης και μου λέει, “κάνω μια έκθεση στην Αποθήκη της Ζουμπουλάκη, γράψε μουσική για αυτό. Θα κουβαλάω τους πίνακες και θα τους στήνω έναν-έναν και θέλω να υπάρχει μία μουσική”. Και τους κουβαλούσε! Είκοσι πέντε, τριάντα μεγάλους πίνακες. Ήταν όλο μέρος της περφόρμανς. Κάθισα λοιπόν κι έγραψα τη “Βεράντα”, το πρώτο μου έργο στο οποίο τραγούδησε η Αφροδίτη Σημίτη. Με τον Harry Lambert κάναμε τη “Διάφανη Πεταλούδα”, έκανε τις εικονογραφήσεις στο βιβλίο και, πάλι στη Γκαλερί Ζουμπουλάκη, στο Κολωνάκι, έπαιζε η μουσική του άλμπουμ και ο Harry ζωγράφιζε έναν τεράστιο πίνακα και έμπαινε ο κόσμος και τον παρακολουθούσε. Μου αρέσουν τέτοια εικαστικά happenings.»

Η φυλακή

«Η φάση με τη φυλακή έγινε το 2005. Εγώ είχα φύγει από τα μαγαζιά από το ‘94. Κάποια στιγμή έγινε έλεγχος έξω και μέσα στο Εργοστάσιο που το νοίκιαζα σε άλλον-δεν λεγόταν πια Εργοστάσιο. Δεν έπιασαν καθόλου ναρκωτικά μέσα, αλλά έπιασαν μερικά παιδιά απέξω, στο δρόμο. Όσο απίστευτο και αν φαίνεται, εξ αιτίας αυτού, πέρασα έναν χρόνο προφυλακισμένος μέχρι να γίνει το δικαστήριο. Τρέχα γύρευε δηλαδή. Η φυλακή για μένα ήταν πολύ σκοτεινή αλλά και πολύ λαμπερή. Είδα ανθρώπους που δεν περίμενα, να με στηρίζουν και άλλους ανθρώπους που περίμενα να με βοηθήσουν να μου γυρίζουν την πλάτη. Επίσης ανακάλυψα αυτό τον κόσμο, των φυλακισμένων. Στο τέλος αθωώθηκα και αποζημιώθηκα έπειτα από απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αλλά τίποτα δεν μπορεί να σου δώσει πίσω τις χαμένες μέρες, την αγωνία, την αδικία και την απόγνωση που έχεις αισθανθεί. Σκοτεινός ήταν και ο τρόπος με τον οποίο μπήκα στη φυλακή. Ήμουν στο Άγιον Όρος και εκεί με πήραν τηλέφωνο, την ώρα που έφευγα γιατί είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, χωρίς πότε να με έχει καλέσει κανείς. Πήγα από κελί σε κελί. Μου συνέβη εκείνη τη στιγμή που ήμουν αρκετά δυνατός από το Όρος, το σοκ όμως ήταν απίστευτο. Νοιώθεις ότι αν θέλουν μπορούν να σε βγάλουν και τρελό, και εγκληματία, και να σε κλείσουν μέσα. Πάντως βγήκα πιο σοφός από αυτή την ιστορία.»

Totally confused (not)

«Τώρα είμαι στην αρχή μιας περιόδου που κάνω τραγούδια- μπορεί να διαρκέσει και μια 20ετία, να είμαι 87 ετών και να γράφω μουσική! Το τελευταίο τραγούδι που έγραψα και έβαλα στίχους, το τραγουδάει η εξαιρετική Νεφέλη Φασούλη, είναι το Totally Confused. To βίντεο γυρίστηκε από τον Πέτρο Καλφαμανώλη, αυτό το έξοχο, δημιουργικό, ευγενικό, efficient παιδί. Mπράβο σε αυτά τα παιδιά που είναι στα 20ς τους και κάνουν τόσο ωραία πράγματα. Δεν νοσταλγώ πάντως εκείνη την ηλικία. Νιώθω ότι τώρα έχω μπροστά μια πιο δημιουργικά ώριμη φάση, ξέρω καλύτερα τι θέλω να πω.»

Το καινούργιο τραγούδι του Τάσου Μελετόπουλου έχει τίτλο "Why my bird" και το ερμηνεύει ο Irwan Easty.