Life in Athens

Urban Lines: Χαλάνδρι

Εάν όμως δεν έχεις δει το Βόρειο Σέλλας μια φορά στη ζωή σου πριν πεθάνεις, τι σόι ζωή έζησες;

Ελένη Χελιώτη
ΤΕΥΧΟΣ 741
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Urban Lines: Χαλάνδρι: Η Ελένη Χελιώτη αφηγείται urban ιστορίες από το μετρό της Αθήνας.

Κάθομαι και παρατηρώ τον χάρτη του μετρό. Κόκκινη και μπλε γραμμή. Πράσινος ο ηλεκτρικός. Στα πιο καινούργια βαγόνια ανάβουν φωτάκια που σημαίνουν την επόμενη στάση. Οι επόμενες κόκκινες, οι προηγούμενες σβηστές, άχρωμες, ανούσιες πια. Αυτή που διανύουμε, πράσινη. Πρόσβαση έχουμε μόνο στο παρόν. Πώς θα ζούσαμε χωρίς χρώμα; Όχι εάν δεν το είχαμε ποτέ, αλλά εάν μας το αφαιρούσαν τώρα. Ουουου εύκολα, σιγά το πράγμα... Δεν έχεις δει ασπρόμαυρη ταινία; Τι σου λείπει; Κι όμως, πόσα από τα πράγματα που λέμε, κάνουμε ή σκεφτόμαστε θα ήταν πια... άχρηστα; Πώς θα ξανακοιτάξουμε πίνακα του Μονέ ή του Πόλοκ; Πώς θα ξανανεβάσεις φωτογραφία του ηλιοβασιλέματος στο insta με το hashtag #nofilter; Σίριουσλι, όμως. Η τέχνη θα έχανε έναν σύμμαχο, ένα όπλο, ένα θεμέλιο. 

Το μαύρο είναι το αγαπημένο μου χρώμα, σκέφτομαι, οπότε ίσως να μη μου κακοφαινόταν τόσο πολύ. Θα μου έλειπε όμως πολύ το μοβ. Μπλε και κόκκινο. Βρώμικο χρώμα. Αλλάζει το ύφος του ανάλογα με το πού τείνει. Έχω στο σπίτι μου έναν τοίχο μελιτζανί. Με ηρεμεί. Μαύρο θα τον έβλεπα. Μαύρα θα βλέπαμε τα περισσότερα πράγματα πια. Διάβασα πρόσφατα ότι υπάρχουν χρώματα που δεν μπορούμε να δούμε. Συνολικά όμως μπορούμε να αντιληφθούμε 7,000,000 αποχρώσεις, και όλες προέρχονται από 3: κόκκινο, πράσινο και μπλε. Όπως οι γραμμές του μετρό, σκέφτομαι. Αναρωτιέμαι εάν είναι τυχαίο. Ποιος έφτιαξε τον χάρτη; Υπάρχει λόγος που δεν χρησιμοποίησε κάτι άλλο; Και εάν προστεθεί μια ακόμα γραμμή, τι χρώμα θα έχει; 

Συνεχίζω να τον χαζεύω και συνειδητοποιώ ότι κάθε φορά που βλέπω την πινακίδα προς Αεροδρόμιο με πιάνουν τάσεις φυγής· όχι μόνιμες, προσωρινές. Δεν μου αρέσουν οι παρατεταμένες διακοπές. Μου αρέσει να φεύγω συχνά για λίγο. Με ξεκουράζει αφάνταστα η ανάσα των τριών ή τεσσάρων ημερών. Το ότι η δουλειά που επέλεξα μ’ έχει να κάθομαι 2 μήνες το καλοκαίρι είναι άλλο θέμα... Το bucket list με τους διεθνής προορισμούς είναι μεγάλο, αλλά πού θα πάει, θα το αδειάσω μια μέρα το κουβαδάκι. Το επόμενο μεγάλο εγχείρημα είναι η Ισλανδία. Ναι, το ξέρω, οι περισσότεροι έτσι αντιδρούν, όπως εσύ τώρα, με το στόμα λίγο ανοιχτό και τα φρύδια τσαλακωμένα. To each his own, buddy. Εγώ δεν σε κρίνω που πας εδώ και 15 χρόνια στο ίδιο νησί κάθε καλοκαίρι. Εάν όμως δεν έχεις δει το Βόρειο Σέλλας μια φορά στη ζωή σου πριν πεθάνεις, τι σόι ζωή έζησες;

Η πρώτη και μοναδική (έως τώρα) φορά ήταν στην Οτάβα του Καναδά, το 2002, ένα πολύ τεμπέλικο βράδυ στις 2 τα ξημερώματα. Έπρεπε να διαβάζουμε αλλά είχαμε μπουχτίσει, οπότε ο φίλος μου ο Τάσος και εγώ μπήκαμε στο αυτοκίνητό του, περάσαμε από το 24ωρο drive-through του Tim Hortons, πήραμε καφέ και ντόνατς, και αρχίσαμε τη βόλτα στους -30°C. Κανά-δυο ώρες αργότερα, στην άδεια εθνική, επιστρέφοντας στο κέντρο της πόλης, ενώ κοιτάω έξω από το παράθυρο και ο Thom Yorke σιγοτραγουδάει Υesterday I woke up sucking a lemon, λέω «Τάσο, σταμάτα τώρα». «Τι συνέβη;» μου λέει έντρομος. «Σταμάτα και βγες έξω». 

Ίσως ήταν το βλέμμα μου, ή ο τόνος της φωνής μου, αλλά χωρίς δεύτερη κουβέντα έβγαλε φλας και ακινητοποίησε το όχημα στην άκρη του δρόμου. Βγήκαμε ταυτόχρονα, χωρίς μπουφάν, και όταν με κοίταξε έδειχνα απλά τον ουρανό, ο οποίος είχε δύο μεγάλες «κουρτίνες», μία πράσινη και μία κόκκινη. Σαν κάτι σκηνοθετημένο και όχι αληθινό, ο Thom τώρα τραγουδούσε Τhere are two colors in my head… «Τι είναι αυτό;» με ρωτάει. «Είναι αυτό που φαντάζεσαι, το Βόρειο Σέλλας». «Μα νόμιζα είχε άλλο σχήμα». Δεν απάντησα. Πρέπει να στεκόμασταν εκεί, σιωπηλοί, στο κυριολεκτικά πολικό ψύχος για τουλάχιστον 10 λεπτά. Με την ίδια αφοπλιστική σιωπή μπήκαμε ξανά στο αυτοκίνητο. 

Αναρωτιέμαι εάν οι ζωγράφοι θα συνέχιζαν να ζωγραφίζουν χωρίς χρώματα. Βλέπω ένα παλικάρι παραπέρα να φτιάχνει ένα σκίτσο σε ένα μικρό μπλοκ. Σχεδιάζει δυο χείλη γυναικεία. Φαντάζεται κάποια συγκεκριμένα ή φτιάχνει τα ιδανικά; Θα τον βοηθούσε λίγο χρώμα; Η κοπέλα που κάθεται δίπλα του παίζει με τα βραχιόλια της. Το καθένα από αυτά είναι μια άλλη απόχρωση του πορτοκαλί. Τα βάζει σε συγκεκριμένη σειρά. Τα στοιχίζει στον καρπό της με ευλάβεια και λίγο ψυχαναγκασμό. Δικιά μου είναι. Εγώ τα μετράω κιόλας. 

Μόλις τελειώνει, σηκώνει το κεφάλι της και κοιτάει ευθεία προς το μέρος μου. Έχει καταπράσινα μάτια και στρογγυλά, σαν της μητέρας μου. Δίπλα της στέκεται όρθια μια κυρία, γύρω στα 50. Έχει λεπτά, μακριά δάχτυλα και κόκκινα βαμμένα νύχια. Φοράει δυο ασημένια δαχτυλίδια στον παράμεσο και στον δείκτη με μικρές κόκκινες και μοβ πετρούλες. Κόκκινο κραγιόν. Μαύρα μαλλιά. Τα μάγουλά της ροζ, ξαναμμένα από τη ζέστη. Γυαλίζουν στο φως, όταν κινείται.

Εκείνη την ώρα χτυπάει το τηλέφωνό μου. Το βγάζω από την τσέπη μου μόνο για να το βάλω σε σίγαση. «Φαινόσουν πολύ απορροφημένη» ακούω ξαφνικά μια γυναικεία φωνή να λέει. «Ήμουν» απαντώ και την κοιτάω. Επίτηδες δεν συνέχισα, αλλά δεν πήρα τα μάτια μου από πάνω της. Τρία ατελείωτα δευτερόλεπτα μετά μου λέει «σ’ ακούω». 

«Ποιο είναι το αγαπημένο σου χρώμα;» τη ρωτάω.