Life in Athens

Η ελαφριά μελαγχολία του Αυγούστου

Ο Αύγουστος μας πάει με φεγγαράδα μέχρι το τέλος του καλοκαιριού…

Μανίνα Ζουμπουλάκη
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μέρες Αυγούστου στην Αθήνα: Η Μανίνα Ζουμπουλάκη κυκλοφορεί και γράφει για το φετινό καλοκαίρι στην πόλη.

Στην Αυγουστιάτικη, αχνιστή Αθήνα, κάνω dog-sitting στον σκύλο της αδερφής μου: βγαίνουμε χαλαρές βόλτες σε καυτά πεζοδρόμια, με 40 βαθμούς και τρελαμένα τζιτζίκια πάνω από τα κεφάλια μας. Ο σκύλος είναι κορίτσι, σκυλίτσα πιο μεγάλη από μένα σε μπόι, κατάμαυρη και πολύ κουλ – το πρώτο κατοικίδιο που δεν το ενοχλεί η ζέστη.

Στους μεγάλους δρόμους η ζέστη «σπάει» μπροστά στα μαγαζιά - οι πόρτες τους πετάνε παγωμένο αέρα, σαν να περνάς (για μια στιγμή μόνο) έξω από την Σιβηρία.  Μπαίνω ιδρωμένη να ρωτήσω αν έχουν έκπτωση, μαζί με τις ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ!! , και τα αθλητικά σακίδια, αλλά γιοκ, τα σακίδια ξεκινούν γύρω στο πενηντάρικο όπως συνήθως. Το περίπτερο στον Άγιο Παντελεήμονα Αχαρνών έχει κλείσει «λόγω Αυγούστου», ψάχνω ανοιχτό περίπτερο στους άνω Αμπελόκηπους για τον οδηγό τηλεόρασης που θέλει η μαμά μας. Περνάω οκτώ κλειστά περίπτερα μέχρι να πετύχω στην Λ. Ριανκούρ ένα ωραίο (περίπτερο), από αυτά τα μπιρμπιλωτά με τα ψυγεία, τους πολλούς χυμούς και τα ακόμα περισσότερα περιοδικά.

«Όλοι, μα όλοι οι φίλοι μου έχουνε φύγει διακοπές!» λέει ένας πιτσιρικάς στην Αιόλου, καθισμένος (με πολλούς φίλους του, που δεν έχουνε φύγει ούτε αυτοί…) σε καφέ στη μέση της ζεστής περατζάδας. Η Πλατεία Αγίας Ειρήνης είναι γεμάτη, αλλά όχι ασφυκτικά, βρίσκεις θέση στα μπαρ, ακόμα και τρία ελεύθερα σκαμπό, Σάββατο βράδυ. Έχουμε τραπεζάκι παρακαλώ στο Noel” στην οδό ΛΙΜΠΟΝΑ (την βρίσκω με όλους τους δυνατούς τονισμούς στο Γκουγκλ, Λίμπονα, Λιμπονά και Λιμπόνα, γι’ αυτό την αφήνω με κεφαλαία), στο σημείο που φυσάει το εσωτερικό αιρκοντίσιον προς τα έξω, σαν να είσαι (λίγο, λέμε) σε κατάστρωμα καραβιού. Ένας που καπνίζει Γκωλουάζ κάτω από το φυσερό μας κάνει καπνιστές, όπως ρέγγες, αλλά δεν διαμαρτύρεται καμία μας.  

Μου έχει κολλήσει το «Summertime» με τον τρόπο που το λέει η Ella Fitzgerald,  ο στίχος “one of these mornings/ you’re gonna rise up singing” με κάνει να σκέφτομαι ότι όντως πρέπει να τραγουδάει κανείς τα πρωινά του καλοκαιριού, εάν ο κανείς και οι δικοί του, συγγενείς και φίλοι, βρίσκονται εκτός νοσοκομείων και σε καλή κατάσταση υγείας. (Μπαι δε γουεη, το τραγούδι είναι των Du Bose Heyward, George Gershwin, Ira Gershwin) .Τα απογεύματα ταιριάζουν με το πιο κινητικό “In the Summertime”, (Mungo Jerry, 1971) κι εδώ ο στίχος “you can stretch up and reach the sky”, «αν τεντωθείς, φτάνεις τον ουρανό», είναι τέλειος όσο το Αυγουστιάτικο φεγγάρι, ιντίντ στον ουρανό που δείχνει τεράστιος, το φεγγάρι είναι ακόμα άσπρο. Ταιριάζει και το κλασσικό “Summer in the city” (The LovinSpoonful, 1966), στην εκδοχή του Joe Cocker, που το 1992 το τραγουδάει στο βιντεοκλίπ με μαύρο ΚΟΣΤΟΥΜΙ ο Joe, κατακαλόκαιρο, σε ασπρόμαυρη πόλη που δείχνει να βράζει. Θα πρέπει να έγινε παπί στον ιδρώτα, αλλά από την άλλη, απλώς κάνει ότι τραγουδάει, ντεμέκ, άρα δεν ζορίζεται, μια και ο ήχος θα μπήκε μετά. Πόσο να ίδρωσε; Και πόσο μας νοιάζει;

Στις 9, 10 και 11 Αυγούστου φυσάει πολύ, αλλά χωρίς Αφρικάνικη σκόνη, μόνο με απλώστρες και τέντες που κοπανιούνται σε άδειες βεράντες. Τα παιδιά που δουλεύουν στο ‘Απολλώνιο’ της περιοχής είναι μπαϊλντισμένα και ευγενικά παρά τις τρελές κυρίες, επιθετικές πελάτισσες που ακόμα δεν το πιστεύουν ότι δεν πήγανε φέτος στην Αιδηψό – γιατί άραγε; Το συζητάνε φωναχτά και αναρωτιέμαι, όντως, πώς να είναι η Αιδηψός, που δεν έχω πάει ποτέ αλλά στην οποία «το αυθεντικό παγωτό toffee», όπως λέει η μια τρελή κυρία στην άλλη, «είναι συννν-γκλο-νι-στι-κό». Συναντώ τους Γιώργο Παυριανό, Γιώργο Ευσταθίου, Γιάννη Νένε και Τζέλα Παυλάκου στο δροσερό «ταρατσάτο» κομμάτι της Βουκουρεστίου, στο “Athenee”, (το πρώην “Zonar’s” – λίγο πριν φύγουμε με τον Γιάννη, έρχεται η Ζυράνα Ζατέλη). Ξεχνάω να παραγγείλω παγωτό toffee. Θα είναι καλύτερο από της Αιδηψού, χωρίς αμφιβολία. Πίνω τζιτζιμπίρα, που είναι τέλεια. Ένας από εμάς τρώει το μεγαλύτερο κλαμπ σάντουιτς του κόσμου, καπάκι πάνω από υπέροχο μπαμπά-ω-ρουμ, ΚΑΙ τα σοκολατάκια που συνοδεύουν τον καφέ. Και μετά μας λέει ότι πάχυνε, παρά την ζέστη.  

Άσχετο: ψάχναμε με φίλη Βουλγάρα γλωσσομαθή την προέλευση της λέξης «κουντούρντισες» (από τον ήλιο, τη ζέστη, το τρεχαλητό, ή απλώς σκέτα κουντούρντισες και δεν σου φταίει κανείς, ούτε καν η ζέστη). Δεν είναι Βουλγάρικη η ρίζα της λέξης, δεν είναι Τούρκικη, αλλά μάλλον Εγγλέζικη: από την παλιά Αγγλική λέξη “kuddle” που σημαίνει «γονατίζω, πέφτω στα γόνατα, κυλιέμαι». Ο σκύλος-κορίτσι κουντουρντίζει μια μέρα που την αμολάω στο πάρκο να τρέξει πάνω-κάτω, σωριάζεται με τη γλώσσα έξω. Κανονικά απαγορεύονται τα σκυλιά, αλλά λείπουν όλα τα παιδιά, το πάρκο είναι έρημο, γουάι νοτ; Ιδρώνω ακίνητη, καθισμένη στο ζεστό παγκάκι. Το πάρκο μυρίζει σκουπιδίλα και ηλιοκαμένο πεύκο, ξερή πευκοβελόνα, στεγνό χώμα, ωωωπ, και γιασεμί πάνω από όλα αυτά. Εντοπίζω την τεράστια γιασεμιά πίσω από εξ ίσου τεράστιο σκουπιδοτενεκέ: τα πάντα όλα στη ζωή εξαρτώνται από την οπτική σου γωνία, τελικά…

Ρωτάω στα μπακάλικα και καφέ «Πότε κλείνετε;» και οι περισσότεροι κλείνουν κάπου ανάμεσα στις 5 και 25 Αυγούστου, όχι 20 μέρες σερί (πάνε αυτά!) αλλά για 5-10 μέρες. Τα βαγόνια του μετρό είναι σχεδόν δροσερά, αραιά όσο τα λεωφορεία, και αυτά επίσης όχι ασφυκτικά γεμάτα – τα βράδια είναι πιο γεμάτα από ότι τα πρωινά, κυρίως με πιτσιρικάδα. Συναντάω συγγραφείς που διαβάζουν βιβλία απορροφημένοι, μελαψά παιδάκια που ζητιανεύουν, τουρίστες που χάθηκαν παρά τα Γκουγκλ μαπς και άλλα αππς. Μια μέρα συναντάω κάτι παλαβούς στο μετρό που βρίζουνε «τους μικροαστούς» αλλά δεν δίνω σημασία, φταίει η ζέστη. Πληρώνω την ΕΥΔΑΠ σε δύο λεπτά, χωρίς ουρά. Πολιτισμός. Σκέφτομαι να πάω μέχρι και στο ταχυδρομείο, (άδειες) μέρες που είναι.  Να στείλω κάρτες παραδοσιακού τύπου, από αυτές που δεν στέλνει πια κανένας, με την φωτισμένη Ακρόπολη και «Χαιρετίσματα από την ωραία Αθήνα!!!» με πολλά θαυμαστικά.

Το καλοκαίρι είναι η εποχή μου, το προτιμώ στη Θάσο, με πολλά πεύκα, θάλασσα και δροσερά βράδια… αλλά το εκτιμώ το καλοκαίρι, λεπτό το λεπτό, ακόμα και στην Αθήνα, ακόμα και τον Αύγουστο, που είναι σα να χτυπάει πηκ και ταυτόχρονα, κάρτα, το κλείσιμο του καλοκαιριού. Είναι αργόσυρτο, σιροπιαστό και ιδρωμένο, ραχατλίδικο το καλοκαίρι του Αυγούστου, λες κι έχει πέσει στη μαρμίτα/στο μπάφο. Οι μέρες μετράνε σωστά, δεν χάνονται σαν αστραπές η μία μέσα στην άλλη, όπως τον υπόλοιπο χρόνο. Είναι μέρες με κόκκαλο και μεδούλι, με υπόσταση, κι αν θέλεις πηγαίνεις στην παραλία να κουντουρντίσεις κάτω από τον ήλιο. Αν δεν θέλεις, βγάζεις ατέλειωτες βόλτες ένα σκύλο, ή εσένα σκέτη, δοξάζοντας το θεό/Βούδα που δεν χρειάζεσαι γιατρό, εσύ ή ο σκύλος, που ευτυχώς δεν χρειάζεστε τίποτα, μέρες που είναι, του Αυγούστου…