Life in Athens

Another Year

Διασχίζω την πλατεία: πλακάτ, πολλά πλακάτ· οι ίδιοι επαναστάτες χωρίς αιτία

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 441
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Εικονογράφηση: Έργο του Κώστα Παπανικολάου
Εικονογράφηση: Έργο του Κώστα Παπανικολάου

Tα τελευταία χρόνια βασανιζόμαστε όλο και περισσότερο για τα προβλήματα του κόσμου που είναι και δικά μας.

Καλοκαίρι· ξαναβρίσκομαι στην Αθήνα· οι ίδιες κινήσεις, τα ίδια περίπου λόγια, τα ίδια πρόσωπα: θα σας κάνω πάρτι φίλοι μου αγαπημένοι. Θα βάλω την ίδια περίπου μουσική· ναι, ξέρω, έβγαλαν καινούργιο άλμπουμ οι Queens of the Stone Age, αλλά δεν θα σας βάλω Queens of the Stone Age· θα σας βάλω παλιά κομμάτια. Όπως κάθε χρόνο. Another year.

Τούτη η αχάριστη πόλη είναι και πάλι καθησυχαστική: τα τελευταία χρόνια βασανιζόμαστε όλο και περισσότερο για τα προβλήματα του κόσμου που είναι και δικά μας· αλλά η ζωή συνεχίζεται· όπως κάθε καλοκαίρι, ασχολούμαι με την κηπουρική· επίσης, μετακομίζω· μερικοί άνθρωποι ζουν στο ίδιο σπίτι όλη τους τη ζωή· ο Ντεκάρτ άλλαξε είκοσι τέσσερα σπίτια όταν έμενε στην Ολλανδία – τον αναφέρω έτσι, για παράδειγμα. Ανησυχία, restlessness, wanderlust.

Μου τηλεφωνεί ένας φίλος από τη Σύρο: λέμε ό,τι λέγαμε πέρυσι· για τα βιβλία που διαβάζουμε, για το αν θα ταξιδέψουμε το καλοκαίρι· για το αν θα περικόψουμε το φαγητό ώστε να φτάσουν τα λιγοστά μας χρήματα για μακρύ ταξίδι – οι δρόμοι μάς γνέφουν. Οι ακτογραμμές, κι οι ουρανογραμμές μάς γνέφουν κι αυτές. Έχεις πάει ποτέ στη Γουατεμάλα; Μήπως να πάμε στη Γουατεμάλα; Λέμε και φέτος τα ίδια, σαν τον Αμπού Σαΐντ, σούφι ποιητή και άγιο, που φώναζε «Αλλάχ» επί επτά χρόνια: δεν φωνάζουμε «Αλλάχ», φωνάζουμε «Ζήτω» – another year.

Επιστροφή στην πατρίδα, επιστροφή στην ελληνική γλώσσα και, αναπόφευκτα, στην ηθική μας παραφροσύνη. Και παρ’ όλ’ αυτά, τυχαίες πράξεις ευγένειας και φιλότιμου· μαζί με το τοπικό είδος της δραματικής κωμωδίας – dramedy, κλαυσίγελος. Επιστροφή στα ελληνικά προϊόντα: στο ράφι του σούπερ-μάρκετ ανακαλύπτω ένα παγωτό το οποίο καταβροχθίζω χρησιμοποιώντας κουτάλι της σούπας. Τέσσερις χιλιάδες θερμίδες.

Πηγαίνω στην εφορία: στο Πρωτόκολλο καρτερικές ουρές· υπάλληλοι πελαγωμένοι. Κάποιος ρωτάει: «Τι είναι κλειδάριθμος» και παίρνει συγκεχυμένες απαντήσεις. Μετά την εφορία, θα περάσω από τον ΟΤΕ κι από τη Vodafone για να συγκρίνω τις τιμές: πρακτικές δουλειές, τρεξίματα, στο κέντρο της Αθήνας· κι άλλες ουρές στις στάσεις των λεωφορείων· τα άδεια ταξί αφθονούν κι όταν οι κούρσες είναι μικρές οι ταξιτζήδες δυσανασχετούν. Καλέ μου άνθρωπε, σκέφτομαι, εύχομαι να σου τύχει κάποιος σαν τον Τόμας Μπέρχαρτ που, μια μέρα, αγανακτισμένος από τους Αυστριακούς και τη Βιέννη, μπήκε σ’ ένα ταξί και είπε: «Στο Παρίσι!»

Όλοι, σχεδόν όλοι, καπνίζουν στην Ελλάδα: «Ναι, πρέπει να το κόψω...» Τα ίδια λέγαμε και πέρυσι· φέτος, προσθέτουμε: «Ο Α. έπαθε έμφραγμα...» «Ελαφρό, όμως...» Ε, αφού ήταν ελαφρό, εντάξει. Έχουν περάσει κιόλας δεκαπέντε χρόνια από τον θάνατο του φίλου μου του Χρήστου: εκείνος δεν είχε πάθει «ελαφρό έμφραγμα»· ό,τι είχε πάθει ήταν βαρύ. Από τότε έμαθα να συνομιλώ με τους νεκρούς.

Δεκαπέντε χρόνια χωρίς τον Χρήστο – οι τούρτες των γενεθλίων μας έχουν μεγαλώσει, τα κεριά είναι περισσότερα. Αnother year. Αναρωτιέμαι –ή μάλλον ξέρω– τι θα σκεφτόταν ο Χρήστος για όσα συμβαίνουν γύρω μας· τον φαντάζομαι να μιλάει για τη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας, για το πώς υπάρχουν πάντοτε περισσότεροι ανόητοι στην πλειοψηφία παρά στη μειοψηφία. Κι ύστερα, όταν κάποιος φίλος από άλλη χώρα επιτίθεται στην Ελλάδα, φαντάζομαι τον Χρήστο να υιοθετεί, εκών άκων, στάση πατριωτική. Η φιλοπατρία είναι περίπλοκο συναίσθημα κι όπως όλα τα συναισθήματα δεν υπόκειται στην αυστηρή λογική. Μια φορά, είχαμε συντάξει μακροσκελή επιστολή στην εφημερίδα “Le Monde” διαμαρτυρόμενοι για ανθελληνικό άρθρο: είχαμε δίκιο και είχαν άδικο· απαίσιοι Γάλλοι! Κρατήσαμε το γράμμα ανάμεσα σε δυο εξώφυλλα δίσκων του Φρανκ Ζάπα. Ύστερα, ο Χρήστος πέθανε.

Φέτος ήταν μακρύς ο χειμώνας στο Παρίσι· ο ήλιος δεν βγήκε από τα τέλη Οκτωβρίου· προσγειώθηκα για μια ακόμα φορά σ’ έναν διαφορετικό κόσμο: ψάθινα καπέλα, αντηλιακά και σαγιονάρες· θερινοί κινηματογράφοι – ο Αριστοτέλης έλεγε πως όσο περισσότερο τρώνε οι θεατές στη διάρκεια του έργου, τόσο χειρότερο είναι το έργο. Ε, δεν συμφωνώ καθόλου με τον Αριστοτέλη: τρώω νάτσος και πίνω μπίρες μολονότι το έργο μ’ αρέσει. Διασχίζω την πλατεία: πλακάτ, πολλά πλακάτ· οι ίδιοι επαναστάτες χωρίς αιτία. Another year.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ