Life in Athens

Η ροκού και η άλλη

Άννα Δαμιανίδη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μα πώς αφήνουν να γίνονται ροκ συναυλίες στο Ηρώδειο, αναρωτήθηκε η ροκ της παρέας, κάπως συγκλονισμένη από τη μίξη των ειδών. Αυτά παθαίνουν οι ροκ άνθρωποι, μπερδεύονται. Ενώ εμείς του κλασικού, που ακούγαμε Μότσαρτ το καλοκαίρι πριν τις Πανελλήνιες (δεν τις έλεγαν έτσι τότε, και γίνονταν Σεπτέμβρη) έχουμε προ πολλού ξεσκολίσει κι όλα τα ξέρουμε.

Μα η Αρχαιολογική Υπηρεσία δεν άφησε να γίνει παρουσίαση του Gucci στην Ακρόπολη για να μην κουνηθούν/ σοκαριστούν/ πιθανώς λεκιάσουν ή κάτι παρεμφερές τέλος πάντων, οι πέτρες, κι επιτρέπει τέτοιο χαλασμό στο Ηρώδειο, επιμένει η ροκού. Καλά εσύ παιδί μου, δεν είσαι με το ροκ; Δεν καταλαβαίνω πια τίποτε. Είμαι με το ροκ, γι αυτό παίρνω το θάρρος κιόλας, και λέω την απορία μου σε σένα που δεν είσαι, πώς σου φαίνεται αυτό όλο;

Εγώ δεν είμαι του ροκ, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, φαίνεται πολύ εξάλλου, αλλά τολμάω να βγω να το πω; Να θεωρηθώ πασέ στο άνθος της ηλικίας μου; Όμως εδώ μπερδέψαμε τους ρόλους, η ροκ μας βγήκε υπέρ της συντήρησης, κυριολεκτικά, κι η κλασική υπέρ της συναυλίας, και της χρήσης του Ηρωδείου. Φαντάζεσαι, της λέω, να την πιάσει ευαισθησία την Αρχαιολογική Υπηρεσία και να τ’ απαγορεύσει όλα; Μη μιλάς καθόλου. Στο κάτω- κάτω το Ηρώδειο είναι της ρωμαϊκής περιόδου, δηλαδή ρωμαϊκό πες, ο δε Ηρώδης ήταν ένας πάμπλουτος που έφτασε να γίνει Συγκλητικός στη Ρώμη, άρα σχεδόν Ρωμαίος. Και τα ρωμαϊκά δεν μας νοιάζουν, δεν είναι παρά αντίγραφα, εμείς είχαμε τον 5ο αιώνα αυτοπροσώπως, κι όλα τ’ άλλα είναι απλώς οδοντόκρεμες. Δεν πας στον Εθνικό κήπο να δεις μωσαϊκά αβέρτα; Και κολώνες βεβαίως, και άλλα διάφορα, όλα καταγής, ρωμαϊκής περιόδου είναι, σαν της κατοχής δηλαδή. Ε, πόσα να μαζέψει κανείς σε μουσεία, πόσα να μαντρώσει; Ας μείνει και κάτι στην πόλη να το βλέπουμε περπατώντας, να συνδεόμαστε με το παρελθόν. Ας μείνει κι ένα θέατρο να λειτουργεί, μας έπνιξαν τα ερείπια.

Έχει μωσαϊκά στον Εθνικό κήπο, ρωτά η ροκού δύσπιστα. Εγώ μόνο τη λιμνούλα με τις πάπιες ξέρω. Εμ βέβαια, δεν πάνε σε κήπους οι ροκούδες, ενώ εμείς του κλασικού, πού μας χάνεις, πού μας βρίσκεις; Έλα ένα πρωινό να σου τα δείξω, πάνε οι πάπιες πια, μόνο τα μωσαϊκά έχουν μείνει, και οι πεσμένες κολώνες βεβαίως, βάλανε και ταμπελίτσα τώρα που τα εξηγεί, ήταν η πόλη του Αδριανού εκεί, αυτή που γράφει επάνω και η πύλη του Αδριανού, η τραγουδισμένη. Κοντά στου Μακρυγιάννη.

Είναι παρελθόν μας αυτό, του ανήκουμε; Μας ανήκει; Οι αιώνες της ρωμαϊκής κυριαρχίας έχουν αρχαιολογική αξία; Συναισθηματική αξία; Ιστορική αξία; Προβλήματα ταυτότητας βάζει η ροκού μέσα στον καύσωνα. Ας κοιτάξουμε το μέλλον, προτείνω η κλασική. Αλλά και τα μωσαϊκά όμως βρε παιδί μου, τα ψηφιδωτά, έτσι αβέρτα; Να τα λυπηθούμε ή όχι;

Ας τα πάρουμε μια φωτογραφία τουλάχιστον, λέει η ροκού, πιο εξοικειωμένη εν τέλει με το εφήμερο απ’ όσο δείχνει.