Life in Athens

Πήγαμε για σπιτικές πίτες και μέλι Ηλείας

Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 593
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μερικές φορές πεινάω στο δρόμο (κανείς δεν είναι τέλειος) και παίρνω μια πίτα στο χέρι, συνήθως από παραδοσιακά πιτάδικα του κέντρου – τα κλασικά, δηλαδή τυρόπιτα κουρού ή σπανακόπιτα. Προχθές πεινούσα σε βαθμό λιποθυμίας, κοντοστάθηκα στη φωτεινή βιτρίνα και τελικά άρπαξα μια πίτα από το ελαφρώς μπελ-επόκ «Fillo café» – ήταν αργά, οι διαθέσιμες πίτες ήταν 2-3 στη βιτρίνα, και κάπως ξέμεινα με μια χωριάτικη κοτόπιτα (€2,40) την οποία έφαγα επιτόπου με τη μέθοδο της εισπνοής… μέχρι που σταμάτησα, συνειδητοποιώντας ότι ανάσαινα μια ΣΟΥΠΕΡ κοτόπιτα, αριστουργηματική, με το μυστικό υλικό που κάνει τη διαφορά, και το οποίο συνήθως ξεχνάνε όσοι φτιάχνουνε συστηματικά κοτόπιτες: μουστάρδα. Μουστάρδα ιντίντ, που αλλάζει εντελώς την ουσία της κοτόπιτας, ίσως επειδή θυμάμαι μια ζωή κάτι ημι-άδεια ψυγεία με μισό χλωμό χθεσινό κοτόπουλο, προ-φούρνων-μικροκυμάτων, να το σκίζουμε με κάμποση μουστάρδα στο πλάι η οποία το προβίβαζε σε επίπεδο πρόχειρης γκουρμεδιάς.

Το κρύο κοτόπουλο χωρίς μουστάρδα, από όποια μεριά κι αν το δεις, (1) δεν τρώγεται και (2) παραπέμπει σε μη-μαγειρικές εποχές, πριν τα κουζινικά σόου της πρόσφατης τηλεόρασης, όταν γυρνούσες αργά το βράδυ κι η μόνη σου επιλογή ήταν αυτή. Αν έβρισκες ένα βαζάκι μουστάρδα στο ράφι της κουζίνας, το έσωζες με ζητωκραυγές. Αλλιώς πήγαινες για ύπνο νηστική/ός, με τις ασπριδερές αναπουπουλιασμένες φτερούγες κοτόπουλου να στοιχειώνουν τον ύπνο σου. 

(Πωωωω, μεγάλο δράμα. Φανταστείτε, όλα αυτά εκτυλίσσονται με μισό μπαγιάτικο κοτόπουλο δεκαετίας ’70-’80. Πού να δείτε τι γράφω με ολόκληρο!)

Τέλος πάντων, η κοτόπιτα του «Fillo café» είναι φρεσκότατη όπως και όλες οι πίτες που έχουν στη βιτρίνα, τις φέρνουν από διάφορα σημεία της Ελλάδας με αεροπλάνα, τρένα και ΚΤΕΛ, από συνεταιρισμούς, μικρές κοινότητες, εργαστήρια και μαγειρεία, από την Κρύα Βρύση Πέλλης, την Καστοριά, τα Χανιά και το Ηράκλειο, τα Τρίκαλα και άλλα μέρη των οποίων δεν δοκίμασα ακόμα την πιτο-παραγωγή. Έχουν μανιταρόπιτα, μαραθόπιτα, σπανακοτυρόπιτα, Πλαστό, κιμαδόπιτα και ό,τι άλλη πίτα φιλοτεχνεί κατά τόπους η Ελλάδα, αλλά μέχρι το μεσημέρι εξαντλούνται τα μπεστ-σέλερ, κι είναι θέμα τύχης να πετύχετε την αριστουργηματική κοτόπιτα που διαφημίζω τώρα. Το φύλλο είναι τραγανό, ανοιγμένο με (ξύλινο, βάζω στοίχημα) πλάστη, η γέμιση πλούσια, αφράτη, μουσταρδο-κοτοπουλένια, η μυρωδιά σε γονατίζει, είτε έχεις χάσει/ξεχάσει ένα γεύμα είτε όχι. Κι επειδή τις σερβίρουν σε μεγάλα χορταστικά κομμάτια τις πίτες τους, η τιμή είναι καλή – σίγουρα θέλεις και δεύτερο κομμάτι, δηλαδή, αλλά από λαιμαργία, αν ήσουν κανονικός άνθρωπος θα είχες χορτάσει με το ένα….

Ⓒ Γιάννης Πουλημένος, Fillo café

Το «Fillo café» είναι ένα όμορφο μικρό καφέ, κατά τα άλλα. Έχει και γλυκές πίτες, κάμποσα επιδόρπια, το βορειο-ελλαδίτικο «Γκιουζλεμέ» π.χ., που δύσκολα το βρίσκεις στην Αθήνα («τηγανητά σιροπιασμένα πιτάκια με ξυνομυζήθρα» είναι η περιγραφή, αλλά η γεύση είναι το κάτι άλλο… τα κερνούσαν στη Νέα Πέραμο Καβάλας τα παλιά χρόνια, και τα φτιάχνουν ακόμα στη Μυτιλήνη). Το καφέ, εκτός από σάντουιτς και κλασικά πράγματα που τρως ή στο χέρι ή σε ένα από τα μικρά τραπεζάκια πίσω, σερβίρει καφέ, σοκολάτα, τσάγια κ.λπ. σε ωραία δαντελωτά φλιτζανάκια εγγλέζας γιαγιάς. Όλα μέσα στο μαγαζί είναι φροντισμένα ως την τελευταία λεπτομέρεια – λες και περιμένουν τη Μις Μαρπλ να έρθει να εξιχνιάσει ένα φόνο, με την Αγκάθα Κρίστι ή μόνη της. Η αίσθηση του καφέ είναι ότι δεν απευθύνεται σε τουρίστες, αλλά σε Έλληνες που νοσταλγούν τις ιδιαίτερες πατρίδες τους ή, έστω, που ξέρουν από σπιτικό φύλλο.  

Μετά από μια μέρα μού έφερε φίλη από τον Πύργο Ηλείας ένα πολύ αρωματικό μέλι – αγνό, σπιτικό κι αυτό, «από τις πλαγιές του Μαίναλου, τα βουνά της Κυπαρισσίας, τον κάμπο Σκουροχωρίου Ηλείας και το Μαντούδι της Εύβοιας» όπως λέει η συσκευασία. Το μέλι λοιπόν του μελισσοκόμου Λεωνίδα Σινανόγλου γράφει «Γύρη Γύρη» στην παλιομοδίτικη, 50s ετικέτα των βαζακίων του, είναι ελαφρύ, έχει μια γεύση βανίλιας στο βάθος και βγαίνει σε διάφορες ποικιλίες, πευκόμελο, ανθόμελο κ.λπ. – το «βαμβακόμελο» είναι το πιο έντονο και υπέροχο από όλες τις απόψεις, αλλά καθένας με τα γούστα του.  

Ε, αυτά. Έχει καταπληκτικά πράγματα η Ελλάδα… και αυτό το επιχείρημα έχει αρχίσει να κουράζει πια, θαυμάζω τους ανθρώπους που ανοίγουν φύλλο σε μικρά γραφικά χωριουδάκια, που κουβαλάνε μελίσσια σε δασωμένες πλαγιές και κάνουν τέτοια ωραία πράγματα ενώ κοπανιόμαστε, πλωριά Γοργόνα και συγγενείς, σύσσωμοι πάνω στο παγόβουνο. Και καταλαβαίνω την ορχήστρα του Τιτανικού που συνέχισε να παίζει ως το τέλος: έτσι πρέπει. Ή έτσι γίνεται τελικά, πρέπει-δεν πρέπει… 


Ιnfo: «Fillo café», καφέ και χειροποίητες ελληνικές πίτες, Καραγιώργη Σερβίας 14, Σύνταγμα, 2103215373

«Γύρη γύρη» Προϊόντα Ελληνικής Μελισσοκομίας, Πύργος Ηλείας, 6974195296, 2621020521, 2102755164