Life in Athens

My own private Αιγάλεω

H Ισιδώρα Μαλλικούρτη μετακομίζει στο Αιγάλεω και της αρέσει. Να γιατί...

32014-72458.jpg
A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 579
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
322837-658472.jpg

Μετά από 25 χρόνια στη Μαύρη Πεύκη (όχι την κρέμα του Κορρέ, αλλά ένα αγρίως άθλιο χωριό με μικροαστούς νεόπλουτους που μόνο διά της οσμώσεως απέκτησε τον τίτλο βόρειο προάστιο), αποφάσισα να εγκατασταθώ στο Αιγάλεω. Έχω συγγενείς εδώ, σκέφτηκα, υποφερτά θα είναι τουλάχιστον σε σχέση με τα νοίκια και το κόστος ζωής.  

Έψαξα αρκετά για σπίτι. Δεν ήταν ακριβώς όπως τα φανταζόμουν όταν σημείωνα τα «προς ενοικίαση» σε internet και εφημερίδες. Ακόμα και τα «πολυτελούς κατασκευής» είχαν κακοδιατηρημένο μωσαϊκό, άθλιες κουζίνες, νοίκι υψηλό για το τι προσέφεραν και η πολυτέλεια άρχιζε και τελείωνε το πολύ πολύ σε ένα φρικαλέο αισθητικά τζάκι. Πού; στο Αιγάλεω όπου ο χειμώνας ισοδυναμεί με ένα long weekend. «Το Αιγάλεω είναι κόμβος» μου απαντούσε με στόμφο η ξαδέλφη μου η Κική «διότι έχει μετρό και φοιτητές των ΤΕΙ». Και πρέπει να πληρώσω εγώ δηλαδή το ότι σε πέντε λεπτά βρίσκεσαι στο Μοναστηράκι, σε δέκα στην Ομόνοια, σε δώδεκα στο Σύνταγμα και πάει λέγοντας. Όσο για τη συμπαθή τάξη των φοιτητών είναι όντως ένεση οικονομικής αδρεναλίνης για την περιοχή αλλά δεν θα ταυτιστώ και με το φοιτητικό κίνημα στην ηλικία μου.  

Με αυτές τις δυσοίωνες σκέψεις και μια καλά εγκατεστημένη κακή διάθεση μέσα μου, ένα απόγευμα του Απρίλη βρήκα το σπίτι που μου άρεσε. Άνετο, σε πεζόδρομο, πολύ κοντά στο κέντρο και φυσικά με μωσαϊκά, το φετίχ προφανώς των Αιγαλεωτών. Αυτά όμως ήταν τόσο καθαρά και γυαλισμένα που πολλές φορές κινδύνεψα να «ισιώσω» στο πάτωμα. Η προκαταβολή δόθηκε επιτόπου (το νοίκι καλό) για να μη με προφτάσουν τα ΤΕΙ και το «Αιγάλεω είναι κόμβος». Η συμφωνία κλείστηκε στις «Ρακοθεωρίες» της ξαδέλφης μου Αγγελικής με τους ιδιοκτήτες μου να απολαμβάνουν τους θεϊκούς μεζέδες της και μένα να κάνω όνειρα για το καταφύγιό μου πλέον.  

Εστίασα το ενδιαφέρον στο μπαλκόνι, μάλλον λόγω άνοιξης. Από διάφορες βόλτες στην ευρύτερη περιοχή είχα διαπιστώσει μια εμμονή στις σεφλέρες που στρογγυλοκάθονταν σε οτιδήποτε μπορεί να αποκαλέσει κανείς υπαίθριο χώρο. Αναμφισβήτητα είναι το it φυτό του Αιγάλεω. Αγόρασα πέντε. Μικρές, μεγάλες, δίχρωμες, πολύκορμες. Και ενώ το μπαλκόνι είχε ήδη αρχίσει να μπουκώνει συνέχισα να αγοράζω φυτά άλλων ειδών. Σε αυτό το σημείο προσβλήθηκα από το πρώτο κρούσμα ανθρωπιάς. Ο ανθοπώλης Γρηγόρης στη Μάκρης μου συνέστησε να μην πάρω άλλα φυτά και κυρίως όχι ακριβά, γιατί είχα καταξοδευτεί. Ο Γρηγορής είναι ένα 29χρονο όμορφο αγόρι ο οποίος εκτός από το ανθοπωλείο που διατηρεί είναι και πανελίστας σε μια gossip εκπομπή του Extra 3. Ξέρει τα πάντα για τους πάντες, μιλάμε την ίδια γλώσσα (θεά τον μαγείρεψες πάλι το μουσακά, δεν έχεις πιο, δεν υπάρχει) τη μητρική μου διάλεκτο δηλαδή. Ένα καθημερινό πέρασμα από του Γρηγόρη όταν «δεν λείπω για λίγο» συν κινητό emergency σε ταμπελίτσα (πού εξαφανίζεται αυτό το παιδί κάθε τόσο και λιγάκι δεν το καταλαβαίνω) είναι η αμόλυβδη βενζίνη μου για να συνεχίσω την περιπλάνηση στο Αιγάλεω.  

Το σπίτι χρειαζόταν κάδρα καινούργια και εντελώς τυχαία βρέθηκα στο κορνιζάδικο της Μαίρης στον πεζόδρομο της Μάκρης κοντά στην Ιερά Οδό. Όταν την πρωτοείδα μου φάνηκε ξινή και όταν αργότερα της το είπα, ξίνησε. Η Μαίρη εκτός από κορνίζες πουλάει μεταξοτυπίες, πίνακες καλού γούστου και έχει πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις για τη ζωγραφική. Ακούει όλη τη μέρα «Εν Λευκώ» και ματαιώνεται αδιαλείπτως με πελάτες της που της ζητούν να κορνιζάρει σεμεδάκια ή φανέλες του ΠΑΟΚ. Εκεί βρήκα σπάνια σκίτσα του Montigliani, εκεί η Μαίρη διαβάζει αναρχικούς συγγραφείς όπως η Έμα Γκόλνταμ και Χάουαρντ Τζέικομπσον –την «Περίπτωση Φίνκλερ»– αλλά πλήττει αφόρητα με το εβραϊκό ζήτημα. Ο άντρας της είναι σεφ σε γιαπωνέζικο εστιατόριο στο Χαϊδάρι και αναρχικός. Σε μια από τις κουβέντες μας, μίλησε για τον αιγαλιώτη τύπο, αγνώστων λοιπών στοιχείων, που τραγουδάει Βοσκόπουλο στο Μετρό, «κατσαρομάλλης, με το στιλ που είχαν οι παλιοί ομορφονιοί, μοιάζει με ραδιόφωνο που ανοιγοκλείνει με τραγούδια του πρίγκιπα».  

Το δεύτερο κρούσμα οικειότητας μου ήλθε στη Μάρκου Μπότσαρη. Κουβαλώντας λαχανικά από τη μανάβισσα που κάθε πρωί έχει καθαρισμένα και κομμένα χόρτα, σπανάκι, αρακά και ό,τι φρέσκο διαθέτει, άκουσα μια φωνή: «έι, γειτόνισσα, πες μια καλημέρα». Ξαφνιασμένη, γύρισα και αντίκρισα μια γλυκύτατη κυρία, ιδιοκτήτρια του φαρμακείου στο οποίο αυτόματα έγινα πελάτισσα. Ώστε ξέρουν για μένα σκέφτηκα, αλλά η διακριτικότητά τους είναι αέρινη. Σαν το χέρι του υπαλλήλου στο «ρωτούσε για την ποιότητα» του Καβάφη.  

Και καθώς μιλάω για την ποιότητα που από καταβολής ανθρώπινου είδους πάει αλά μπρατσέτα με την ποσότητα, βρέθηκα μια μέρα στην Τράπεζα Πειραιώς για ανάληψη. Εκεί, συνάντησα έναν από τους ωραιότερους αρσενικούς που κυκλοφορούν στην Αθήνα. Τον Γιάννη. Γλυκός, εξυπηρετικός και απλός. Καθόταν πίσω απ’ το γραφείο του και με εξυπηρετούσε σαν να γνωριζόμασταν από φαντάροι, που λέει ο λόγος. Ίσια πλάτη, ευρύστερνος, με όλα τα facilities ενός Αρσενικού. Όταν χρειάστηκε να μετακινηθεί για υπογραφή είδα το αναπηρικό καροτσάκι. Ο Γιάννης, μηχανόβιος, είχε ένα ατύχημα πριν από λιγα χρόνια και καθηλώθηκε. Δεν μοιρολατρεί, όλες οι γυναίκες του Αιγάλεω τον φλερτάρουν και τον έχω πετύχει να τρέχει βολίδα με το καροτσάκι μέσα στη βροχή από και προς τη δουλειά του. Ένα πρωινό, τον πήρε το μάτι μου με δερμάτινο Harley, χωρίς γραβάτα και γυαλιά Steppenwolf την ώρα που άνοιγε η τράπεζα. Σε 10΄φορούσε σακάκι, γραβάτα, συμβατικό πουκάμισο και επαγγελματικό χαμόγελο. Είχε μπει στη δουλειά. Περνάω σχεδόν καθημερινά για ένα γεια. Πολύ σύντομα, οι σχέσεις μου με την Πειραιώς έγιναν φιλικές σαν διαφήμιση. Μια ταμίας μου είπε «Δώστε μου την ταυτότητά σας, για τυπικούς λόγους, αν και σας ξέρουν όλοι εδώ μέσα. Συχνάζετε».  

Παραδίπλα, επί της Ιεράς Οδού υπάρχει ένα περίπτερο απ’ όπου έπαιρνα μια στις τόσες τσιγάρα. Κάποια μέρα ήμουν άφραγκη, ζήτησα 4 πακέτα τσιγάρα από τον υπέροχο περιπτερά βερεσέ και μου τα έδωσε χωρίς δεύτερη σκέψη. Η Ιερά Οδός είναι μεγάλη και σε πρώτη ανάγνωση απρόσωπη. Μπαίνεις στα Mark Milan και πληρώνεις Μενεγάκη. Η Ελένη του τελεμάρκετινγκ είναι το trade mark του μαγαζιού. Έχουν όμως και προσφορές, όπως σε όλο το Αιγάλεω. Δεν υπάρχει μαγαζί χωρίς προσφορές, όλο το χρόνο. 10ήμερες, 5ήμερες, μονοήμερες. Δίνουν και κάρτες εκπτώσεων. Έχει γεμίσει το πορτοφόλι μου με αυτές. Στο Pink Woman με δύο είδη που αγοράζεις έχεις τρία δωρεάν. Όλο το Αιγάλεω είναι μια προσφορά, μια κάρτα μέλους ακόμα και στα φαρμακεία. Στον Εσταυρωμένο, την κεντρική εμβληματική εκκλησία, εκεί όπου δεσπόζει ο κεντρικός σταθμός του Μετρό, με πολύ ενδιαφέροντα αρχαιολογικά ευρήματα στο υπόγειό του, τα μαγαζιά είναι ακριβά πολύ. Η Entella για παπούτσια είναι απλησίαστη, με τα Ferragamo, τα Armani και τα Moschino της σε αστρονομικές τιμές. Η ίδια η Entella απόμακρη, σου προτείνει υποδήματα άνω των 500 ευρώ.  Ποιος, ποια ψωνίζει από εκεί, άλυτο μυστήριο. Η κρυφή αστική τάξη του Αιγάλεω ίσως. Γύρω απ’ τον Εσταυρωμένο υπάρχουν και άλλα πανάκριβα μαγαζιά ρούχων κυρίως, τα οποία οι Αιγαλιώτισσες επιλέγουν όταν πρόκειται για γάμους, βαφτίσια και άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις.  

Στην εκκλησία-κόμβο πηγαίνω κάθε 15 μέρες, στην ψυχοθεραπεύτριά μου την Αλεξάνδρα. Μου είχαν μιλήσει γι’ αυτή αλλά ποτέ δεν πίστευα ότι θα συναντούσα μια ψυχίατρο με ψυχή. Στιλάτη, απλή, διαβάζει λογοτεχνία και βλέπει σινεμά – κάτι που θα όφειλαν να κάνουν όλοι οι ψυχίατροι, αφού ο Φρόιντ είχε ιδιαίτερη σχέση με τη λογοτεχνία και αυτό αποδεικνύεται και με το, δυστυχώς, εξαντλημένο δοκίμιό του «Ψυχανάλυση και λογοτεχνία» εκδ. Επίκουρος.  

Στη Θηβών, ζει το σόι μου. Η Θηβών, για όσους καταλαβαίνουν, σημαίνει θόρυβος, νταλίκες, λεωφορεία, ρύπανση. Όταν ανοίγεις την πόρτα του σπιτιού των συγγενών μου, αντικρίζεις έναν άλλο κόσμο. Εσωτερική αυλή με δέντρα και γύρω-γύρω 4 σπίτια πατρογονικά, ανακαινισμένα. 60s σε 2016 εκδοχή. Λεμονιές, πορτοκαλιές, τριανταφυλλιές και η απαραίτητη σεφλέρα, φερ-φορζέ και τα σκυλιά τους, η Λούσυ και ο Ρήγας κάνουν την αυλή παράδεισο. Οι καλημέρες μεταξύ τους, τα φαγητά από σπίτι σε σπίτι, η ξαδέλφη μου Κική, πάντα με την πόρτα της ορθάνοιχτη για όλους, με καφέ, κουλουράκια και αγάπη σε όποιον και αν μπει, κάνουν το κομμάτι αυτό της Θηβών ανεκτίμητο. Η Κική, όπως και άλλοι πολλοί Αιγαλιώτες ψωνίζουν απ’ το Factory Outlet, ένα βήμα από το Αιγάλεω, ή το River West, στο ίδιο εμπορικό κέντρο με το ΙΚΕΑ, όπου ο κόσμος πηγαίνει για βόλτα και για το σουηδικό σολομό του.  

Το Αιγάλεω, βέβαια, δεν έχει καλές σχέσεις με το ψάρι, άγνωστη λέξη για τους περισσότερους. Το μαρτυρούν τα εκατοντάδες σουβλατζίδικα της περιοχής και οι παχύσαρκες κοπέλες που επιμένουν να ντύνονται αλά Kate Moss. Υπάρχουν δυσανάλογα με την περιοχή ρούχα για XXXL κυρίες, ανάρπαστα και σε πολύ καλές τιμές. Το Αιγάλεω τρώει πολύ. Και πίνει πολλούς καφέδες επίσης. Τα καφέ ξεφυτρώνουν παντού, τίγκα στον κόσμο και τα ΤΕΙ και σχεδόν όλα κάνουν delivery κατ’ οίκον ένα freddo. Εγώ συχνάζω φανατικά στο Lamilou, στη Σμύρνης, με τον ωραιότερο καπουτσίνο της πόλης. Η Χαρά και ο Δημήτρης του Lamilou, από άλλον κόσμο. Στιλίστες στο ντύσιμό τους, το φέρσιμο και τις μουσικές επιλογές του Δημήτρη, που ψάχνεται μονίμως με περίεργους ήχους. Οι σερβιτόρες κούκλες, αλλά όχι ξέκωλα, το μάτι της Χαράς στους «καινούργιους» ανελέητο, σε περνάει από κόσκινο για να ταιριάζεις στο μαγαζί της, με πελατεία 30 somethin’ και βάλε, εγώ πάντως πέρασα τις εξετάσεις, είμαστε φίλοι πλέον.

Στον πεζόδρομο της Γρ. Κυδωνιών είναι το βιβλιοπωλείο της φίλης μου Μαρίας. Το «Παραμύθι», μοιάζει με μαγαζάκι του τρόμου, άναρχο, μπερδεμένο, σαν βιβλιοθήκη αφηρημένου επιστήμονα. Αξίζει να ψάξεις και να βρεις ωραίες εκδόσεις, μέσ’ το συρφετό ή βιβλία για την ιστορία του Αιγάλεω. Κι εκεί σεφλέρα! Η Μαρία του «Παραμυθιού», μια γυναίκα από άλλη εποχή, ήπια, ανθρώπινη, έχει πολλές γνώσεις για τα δοκίμια και τις λογοτεχνίες της, μαγειρεύει κυπριώτικες συνταγές και διοργανώνει συχνά-πυκνά εκδηλώσεις για τους φίλους της, τον Μιχάλη Γκανά, νέους συγγραφείς. Χρόνια πριν, διοργανώθηκε εκδήλωση στη μνήμη του Ιάκωβου Κουμή με παρουσιαστές τους Δ. Παπαχρήστο, Παύλο Χατζηπαύλο και Λουκά Αξελό. «Φέραμε εδώ τον Αλαβάνο, τον Λαφαζάνη, τη Βαλαβάνη πριν αναλάβουν εξουσία». Η απόλαυση της Μαρίας είναι να φυτεύει ντοματάκια και αγγουράκια στο Μάζι Αλεποχωρίου, μπας και ισορροπήσει από την ιταμότητα της εξουσίας.

Τα παιδιά του Αιγάλεω πηγαίνουν στο Μοναστηράκι ή στο Θησείο για καφέ, όπως η 16χρονη ανηψιά μου, μια κούκλα που αντιμετώπισε στωικά τις λυσσαλέες επιπλήξεις της μητέρας της και ξαδέλφης μου Σοφίας όταν την τσάκωσε με το χαλκά στη μύτη. Η Σοφία, εκπαιδευτικός, διδάσκει στο δημοτικό σχολείο του Αιγάλεω, όπως και ο Αντρέας ο άντρας της, κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί σε μια multi-ethnic τάξη και φυσικά, εξαιτίας της, το επίθετο Μαλλικούρτη είναι διάσημο σε όλη την περιοχή. Κατά τ’ άλλα, η πιτσιρικαρία κολυμπάει στη δημοτική πισίνα με 25 ευρώ το μήνα, κάνει ρυθμική γυμναστική σ’ ένα παμπάλαιο και σκιαχτικό κτίριο, βγαλμένο από τις ιστορίες τρόμου του Πόε, και παίζει μπάσκετ. Ο ανιψιός μου ο Στέλιος (η αναφορά στους συγγενείς δεν είναι έπαρση, αλλά ρεαλισμός, μιας και ο παππούς μου είχε πολλά παιδιά και τα παιδιά γέννησαν άλλα τόσα). Ο Στέλιος, λοιπόν, που ζει ασκητική ζωή με πρωτεΐνες και πολύ ύπνο, παίζει Άσσος στην επαγγελματική ομάδα του Αιγάλεω με εξαιρετικές επιδόσεις, ενώ οι γονείς του, τον κοουτσάρουν και τον καθοδηγούν στο σπίτι, όπου ο 21χρονος είναι πασιδήλως leader. Ο Δημήτρης, 13χρονος, ύψος 1,85 και νούμερο υποδημάτων 46, παίζει κι αυτός μπάσκετ στην εφηβική ομάδα του Αιγάλεω forward, με ισχυρό αντίπαλο τον Άρη Γλυφάδα, και είναι φανατικός γαύρος. Πρόκειται για ένα πανέμορφο αγόρι, ετοιμόλογο, ατακαδόρο και πανέξυπνο, μένει στο Αιγάλεω ενώ το σχολείο του βρίσκεται στον Πειραιά, το Jeanne d’ Arc, και επιβιώνει στο αυστηρό γαλλόφωνο σχολείο του με γνώσεις και βαθμούς πολικούς.

Αυτό το παιδί γεννήθηκε κουρασμένο, είναι ολοφάνερο. Στις πλουσιοπάροχα ελεύθερες ώρες του, ξεκουράζεται από την καθημερινή προπόνηση, παρακολουθώντας μπάσκετ και ποδόσφαιρο στο ίντερνετ, και μπορεί να σου διηγηθεί όλο το ματς του ένδοξου 1987, ενώ σιγομουρμουρίζει το «με τον Γκάλη, τον Γιαννάκη και με τ’ άλλα τα παιδιά ...», και μου διδάσκει μπασκετικούς όρους και κινήσεις με μια αόρατη μπάλα. Πριν δύο-τρία χρόνια, η μπάλα ήταν ορατή και το σπίτι του «Σκόνη και θρύψαλα». Η Ελεάνα (με ένα νι) 12 χρονών, πανύψηλη και θεά, βλέπει «Κλεμμένα όνειρα» στο ίντερνετ για χιλιοστή φορά, έλεος! Την Ελεάνα την ξέρει όλο το Αιγάλεω, είναι προσηνής, ευγενέστατη και είναι ανθρωπίνως αδύνατον να μη σε κατακτήσει αυτοστιγμεί.  

Πηγαίνω στο «Πατινάζ» του Πάνου Γασπαράτου, ένα καφέ-εστιατόριο μέσ’ στο πράσινο, παράλληλα με το Μπαρουτάδικο, το μεγάλο άλσος του Αιγάλεω. Το «Πατινάζ» πήρε το όνομά του από τους μεγάλους τσιμεντένιους χώρους όπου οι πιτσιρικάδες κάνουν skate-board. Χαμός στο μαγαζί, χαμός στο τσιμέντο, χαμός και στις τιμές του Πάνου, αντιστρόφως ανάλογες με την πολυτέλεια του χώρου. Ίσως το πιο φθηνό και ποιοτικά άψογο καφέ-εστιατόριο της περιοχής. Το Μπαρουτάδικο εκτός από πάρκο έχει και ιστορία.

Παίρνω ταξί και σε απόσταση ενός τσιγάρου δρόμου φτάνω στη Santa Barbara, Αγία Βαρβάρα για τους αμύητους. Στη Santa οι μαϊμούδες ζουν σ’ έναν πολυτελή ζωολογικό κήπο. Άλλες ξεπατώνουν τις μπανάνες, άλλες είναι πολύ πιο εγκρατείς. Στα πάμπολλα μαγαζιά της περιοχής υπάρχουν Chanel, Prada, Louis Vuitton, οι μακαρίτες Versace & Moschino, Adidas, Nike, Armani, όλα σε «μαϊμουδί» εκδοχή. Ιδιοκτήτες κατ’ αποκλειστικότητα τσιγγάνοι, των οποίων το αετήσιο βλέμμα «κόβει» με την πρώτη το χαζό πελατάκι και οι τιμές ανεβοκατεβαίνουν ιλιγγιωδώς ανάλογα με την ασχετοσύνη του αγοραστή. Εγώ, φυσικά, την πάτησα την πρώτη φορά και μπαίνοντας στα μαγαζιά με ύφος Κηφισιώτισσας στην Κασσαβέτη, έφαγα κατακέφαλα δύο τσάντες Michael Kors μια κόκκινη και μια μαύρη, μια Prada πράσινη, γιατί είμαι οπαδός του mix-and-match, το οποίο αποτιμήθηκε 200 ευρώ και οι τρεις καραμπανάνες. Στη Santa δεν δίνουν αποδείξεις ούτε έχουν μηχάνημα για πλαστικές κάρτες. Εν τη παλάμη και ούτω βοήσομεν. Η εφορία έχει κάνει αρκετές εφόδους αλλά η περιοχή είναι Άβατο. Οι φήμες (βάσιμες) λένε ότι ειδικά προ κρίσης, όπου οι τιμές της Santa ήταν εξευτελιστικά χαμηλές, τα περισσότερα super-duper καταστήματα της Αθήνας - Β.Π. ψώνιζαν από εκεί και πουλούσαν στη –more is less– πελατεία τους σε τιμές λιποθυμικά ακριβές όλα τα είδη με τα λογότυπα των σχεδιαστών τους να χαμογελούν ειρωνικά με ολόχρυση οδοντοστοιχία.  

Στην Αγ. Βαρβάρα βρίσκεται και το ιατρείο της αγαπημένης μου δερματολόγου Σοφίας Μελέα. Με την απίστευτη Μανιάτισσα (τα εις -εα στη Μάνη τα έχουν τα αδούλωτα απ’ τους Τούρκους επίθετα, με ιστορία και ενδιαφέρον γενεαλογικό δένδρο). Έπαθα ένα coup-de foudre από την πρώτη στιγμή, όταν τσεκάροντας τη βιβλιοθήκη της είδα το «Middlesex» του Geoffrey Ευγενίδη. Η Σοφία μού θεράπευσε ένα δύσκολο δερματικό και στη συνέχεια, συζητώντας, έμαθα ότι κάνει ενέσεις υαλουρονικού, bottox, νήματα, όλα πολύ αυστηρά ψαγμένα, διότι ενημερώνεται ακατάπαυστα για ό,τι καινούργιο κυκλοφορεί σε πανευρωπαϊκό αλλά και βραζιλιάνικο επίπεδο. Μιλώντας, το έφερε η κουβέντα και μου αποκάλυψε πως το ιατρείο της επισκέπτονται αρκετοί τσιγγάνοι για λεύκανση δέρματος. Έτυχε να δω τσιγγάνα στα χρώματα της Σκάρλετ Γιόχανσον! Οι τιμές της είναι αξιοπρεπώς χαμηλές και η ίδια είναι μια κυρία της αστικής τάξης που μένει στην Αγ. Παρασκευή και ασκεί ιατρική στη Santa. Λατρεμένη.  

Ξανά πίσω στο Αιγάλεω για λουκουμάδες από του Μπαλατσούρα –πιο νόστιμοι και από το «Αιγαίον»–, ένα απ’ τα παλιότερα μαγαζιά της περιοχής. Όλοι ξέρουν πού βρίσκεται, όλοι τρώνε λουκουμάδες εκεί. Στο Σερραϊκόν της Ιεράς Οδού η καλύτερη μπουγάτσα της πιάτσας. Ουρές στο μαγαζί. Ταβέρνες το Αιγάλεω –εκτός απ’ την Αγ. Λαύρας όπου γίνεται το σύστριγγλο– διαθέτει ελάχιστες. Γκουρμέ - άγνωστη λέξη, αν εξαιρέσουμε την Αγγελική. Ό,τι μαγειρεύει η Αργυρώ Μπαρμπαρίγου είναι νόμος στα νοικοκυριά. Ο Άκης, συνιδιοκτήτης των «Ρακοθεωριών, άντρας της Αγγελικής και χαρά της ζωής, την πάτησε με τα πιάτα της γυναίκας του και τώρα κάνει διατροφή και υπερηφανεύεται για τα αποτελέσματα, όπως για τη μηχανή του, τα μπορσαλίνο του, τα Cohiba και τα περίεργα ρούχα του και κυρίως τις κόρες του Τζωρτζίνα και Στελλίνα, δύο μινιόν κουκλίτσες με ροζ και καροτί μαλλιά, που έχουν επιτελικές θέσεις στο μαγαζί.  

Το Αιγάλεω έχει όμως και τα «απρόσιτα» προάστιά του. Δαφνί και Χαϊδάρι. Βίλες, καλόγουστες πολυκατοικίες, πράσινο και νεκρική σιγή σε σχέση με το multi culti πολύβουο Αιγάλεω. Η κοπέλα που μου καθαρίζει το σπίτι, η Φαμπιόλα, μένει στον κάτω όροφο και όταν έρχεται σε μένα κουβαλάει το δικό της σίδερο γιατί το δικό μου είναι, όπως λέει η πρωτευουσιάνα αλβανή από τα Τίρανα, «για πέταμα». Στην πολυκατοικία, ζούμε τη συνωμοσία της ήρεμης γειτνίασης, με όλες τις φυλές εγκάρδιες και πρόθυμες να εξυπηρετήσουν «την καινούργια».

Υ.Γ. Αν υπήρχε αστυνομία μόδας τα κρατητήρια θα ήταν γεμάτα με 12ποντες Αιγαλιώτισσες συν το φρικαλεόταρο έγκλημα της ιστορίας, μετά τα πογκρόμ του Στάλιν, τη φιάπα και τα πανύψηλα, λευκά πλαστικά τακούνια-τρακτέρ που υπάρχουν σε όλες τις προσθήκες των μαγαζιών.  


Φωτό: ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ