Health & Fitness

Μίνα Πολέμη-Τοδούλου: Για μια ζωή με νόημα

To έργο του Αθηναϊκού Κέντρου Μελέτης του Ανθρώπου, τα ανθρώπινα προβλήματα και το ταξίδι της δημιουργικής ανάπτυξης

Θανάσης Δρίτσας
20’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Ο καρδιολόγος Θανάσης Δρίτσας συνομιλεί με την Ψυχολόγο-Ψυχοθεραπεύτρια Ομάδας και Οικογένειας Μίνα Πολέμη-Τοδούλου με άξονα το έργο του AKMA.

Πρίν από περίπου δέκα χρόνια και με αφορμή προβληματισμούς της εφηβείας των παιδιών είχα την εξαιρετική τύχη να έρθω σε επαφή με τον μαγευτικό κόσμο του ιστορικού Αθηναικού Κέντρου Μελέτης του Ανθρώπου (ΑΚΜΑ). Από τότε η δικιά μου ζωή αλλά και η ζωή της οικογένειας μπήκε θαρρώ σε έναν, ανηφορικό μέν, αλλά ζωντανό, ουσιαστικό και δημιουργικό δρόμο που οδηγεί σε μια πορεία ζωής με νόημα. Όλο αυτό το συγκλονιστικό ταξίδι πνευματικής ανάπτυξης και «συνοδοιπορίας» προς την αυτογνωσία το οφείλω αφενός στα παιδιά αφετέρου στους εμπνευσμένους «δασκάλους» του ΑΚΜΑ  που με βοήθησαν να αξιοποιήσω την μεγάλη ευκαιρία που μου (μας) χάρισαν τα παιδιά.

Η κα Μίνα Πολέμη-Τοδούλου είναι διδάκτωρ Ψυχολογίας, απόφοιτος του Πανεπιστημίου Columbia και του Bryn Mawr College των ΗΠΑ. Είναι Ψυχοθεραπεύτρια Ομάδας και Οικογένειας, Σύμβουλος Οργανισμών Ψυχικής Υγείας, Πρόληψης και Εκπαίδευσης. Συμμετέχει στο στελεχικό δυναμικό των Εκπαιδευτών Θεραπευτών και Συμβούλων του Αθηναϊκού Κέντρου Μελέτης του Ανθρώπου (ΑΚΜΑ) από το 1976. Μέλος της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Ομάδας του, Υπεύθυνη Εκπαίδευσης στη Διεργασία Ομάδας και Προγραμμάτων Διεπαγγελματικής Συμβουλευτικής και Παρεμβάσεων σε φορείς εκπαίδευσης, πρόληψης, πρόνοιας και κοινότητες. Το επιστημολογικό της πλαίσιο είναι η «Συστημική-Διαλεκτική Πολυεστιακή Πολυεπίπεδη Προσέγγιση», που αναπτύσσεται στο ΑΚΜΑ τις τελευταίες πέντε δεκαετίες και που αξιοποιεί τα διαφορετικά επίπεδα κοινωνικών συστημάτων για την προαγωγή της λειτουργικής διεργασίας στις ανθρώπινες ομάδες. Το έργο της εστιάζεται στην δημιουργική ανάπτυξη  του ανθρώπου και στην ψυχική του υγεία μέσα από την προαγωγή λειτουργικών διεργασιών σε κοινωνικά συστήματα όπως: οικογένεια, ζευγάρι, ομάδα, προσχολικό κέντρο, σχολείο, ίδρυμα, κέντρο πρόληψης, εργασία, κοινότητα - σε πλαίσιο θεραπείας, επιμόρφωσης ή εποπτείας και μέσα από το σχεδιασμό και την υλοποίηση παρεμβάσεων που αξιοποιούν πολυεπίπεδες ομαδικές διεργασίες σε ευρύτερα συστήματα. Το  ερευνητικό και συγγραφικό της έργο επικεντρώνεται στην κοινωνικοποίηση σε συστήματα όπως οικογένεια, ομάδα, παιδικός σταθμός, σχολείο, ίδρυμα, κοινότητα, στα ομαδικά παιχνίδια, στην πολιτισμική ταυτότητα  και στις δεξιότητες συνεργασίας και περιλαμβάνει παρουσιάσεις σε επιστημονικά συνέδρια, περιοδικά και βιβλία (*).

Με την κα Πολέμη-Τοδούλου μιλήσαμε για την επαγγελματική και προσωπική της πορεία, για την σημαντική προσφορά του ΑΚΜΑ στην ελληνική κοινωνία, για τα προβλήματα της οικογένειας και των ζευγαριών, για τις δυσκολίες των οικογενειών μέσα στην πανδημία Covid-19, για το ταξίδι της δημιουργικής ανάπτυξης που αποβλέπει σε μια ζωή με νόημα. Ακολουθεί αναλυτικά η συζήτησή μου με την κα Μίνα Πολέμη-Τοδούλου:

Ποιο ήταν το κίνητρο να γίνετε ψυχολόγος και ποιο ήταν το κίνητρο που σας οδήγησε στο να γίνετε τελικά θεραπευτής; Υπήρξε κάτι διαφορετικό που σας έστρεψε στο αντικείμενο ψυχολογία-ψυχοθεραπεία; συνήθως οι καλοί μαθητές στην Ελλάδα πήγαιναν για γιατροί ή δικηγόροι ή μηχανικοί.... γεννιέται ή γίνεται τελικά κάποιος θεραπευτής;

Αυτή η ερώτηση απαντιέται διαφορετικά ανά φάση ζωής. Το σίγουρο είναι ότι δεν είχα ορατό κίνητρο να γίνω ψυχοθεραπευτής. Τελικά από ότι έχω διαπιστώσει και από τις ιστορίες των ανθρώπων την ζωή την πας και σε πάει. Το  μονοπάτι αναδύεται ή και το φτιάχνεις όσο προχωράς -με στάσεις αναστοχασμού- αρκεί να ακούς πότε σκιρτάει η καρδιά σου, τι σε κάνει πιο ανθρώπινο. Είναι μία συνεχής διαλεκτική σχέση μεταξύ του ποιος είσαι και τι αξίες κουβαλάς, με το περιβάλλον που βρίσκεσαι κάθε φορά και σε επηρεάζει. Ακόμα κι όταν βρίσκεσαι σε κάτι που μοιάζει με σταυροδρόμι, οι επιλογές είναι περισσότερες κι ας μην φαίνονται με τη πρώτη ματιά. Έλεγε ο δάσκαλος  μου Γιώργος Βασιλείου «όταν βρίσκεσαι μπροστά σε δύο επιλογές να αναζητάς και μία τρίτη». Η ζωή δεν κλίνεται σε αδιέξοδα διλήμματα «αυτό ή το άλλο», το «και» σε ένα άλλο επίπεδο είναι το ζητούμενο.

Στην ψυχολογία με οδήγησε το ενδιαφέρον μου για το πώς ο άνθρωπος διαμορφώνεται μέσα από την σχέση του με το περιβάλλον, για το πώς συγκροτείται ο πλούσιος κόσμος του συναισθήματος, της σκέψης, των σχέσεων, πως δημιουργούνται και πως αλλάζουν οι ομάδες και η κοινωνία. Αυτό άλλωστε αποτελεί και το μεγαλύτερο κομμάτι της ψυχολογίας, που είναι πολύ πιο κοινωνική επιστήμη από όσο ο κόσμος νομίζει ταυτίζοντας την με την ψυχοθεραπεία, που είναι ένας από τους πολλούς κλάδους της, ο επονομαζόμενος «κλινικός». Πόσο ακατάλληλη είναι αυτή η ονομασία, που παραπέμπει σε ιατρικό μοντέλο, κι έρχεται σε αντίθεση με την ζωντάνια και δυναμικότητα με την οποία γεννιούνται κι αντιμετωπίζονται οι δυσκολίες των ανθρώπων.

Στα πρώτα βήματα στο μονοπάτι αυτό, φοιτήτρια πρωτοετής, συνάντησα τη Βάσω Βασιλείου, που τότε μιλούσε για τα ευρήματα διαπολιτισμικών ερευνών σχετικά με το πώς η κουλτούρα υπεισέρχεται στο πώς σκεφτόμαστε και πώς ενεργούμε. Το Αθηναϊκό Κέντρο Μελέτης του Ανθρώπου (ΑΚΜΑ), του οποίου ήταν συν-ιδρύτρια το 1963 με τον Γιώργο Βασιλείου, συνεργαζόταν με το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις, τον Χάρη Τριάντη και άλλους και με διάφορα εργαλεία, ανάμεσα σε αυτά και το semantic differential του Charles Osgood, συνέκριναν διαφορετικούς πληθυσμούς ως προς τις αντιλήψεις, αξίες και στάσεις, σε θέμα σχέσεων και ρόλων. Ο ενθουσιασμός και η ζωντάνια που η Β. Βασιλείου απέπνεε για αυτό που έκανε με μάγεψε. Χωρίς δεύτερη σκέψη εντάχθηκα στις ομάδες που συζητούσαμε τα δεδομένα, τι μπορεί να σημαίνει αυτή η απάντηση ή η άλλη, με συνεπήραν οι πολλαπλές αναγνώσεις που μπορούν να έχουν σημαντικές έννοιες και ρόλοι, όπως άντρας, γυναίκα, σύντροφος, γονιός, υπάλληλος, αφεντικό, και ο τρόπος που οικοδομείται η αντίληψη της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής. Στη συνέχεια στο πανεπιστήμιο στην Αμερική, συγκλονίστηκε ο κόσμος μου όπως τον ήξερα από πολλαπλά νέα ερεθίσματα. Γνώρισα ανθρώπους από άλλους λαούς, φυλές, θρησκείες, ήρθα σε επαφή με διαφορετικά κινήματα και ρεύματα σκέψης, το φεμινισμό, τους  μαύρους πάνθηρες, το άνοιγμα της ομοφυλοφιλίας, τον υπαρξισμό, το διαλογισμό, την διερεύνηση της συνειδητότητας κ.α. Ερχόντουσαν από παντού οι προκλήσεις και στο κέντρο η σπουδή της επιστήμης που μελετά πώς οι άνθρωποι βιώνουμε όλα αυτά και επηρεαζόμαστε. Το κομμάτι της κοινωνικής και αναπτυξιακής ψυχολογίας είναι ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα που δεν θες να τελειώσει…

Ταυτόχρονα την ίδια εποχή γνώρισα τον Γιώργο Βασιλείου, που στην πρώτη μας κιόλας επαφή μου είπε μια κουβέντα, που κράτησα έκτοτε ως φωτεινό οδηγό: «στην δουλειά με τον άνθρωπο το εργαλείο σου είναι ο εαυτός σου». Μου πρότεινε και μπήκα σε ομάδα 10 συναντήσεων κατανόησης εαυτού και σχέσεων, που προσφερόταν ως μάθημα. Έτσι πήρα μια γεύση για τι μπορεί να σημαίνει για έναν άνθρωπο και πόσο θεραπευτική μπορεί να είναι μια τέτοια διεργασία. Ίσως αυτό αποτέλεσε και το ξεκίνημά μου ως ψυχοθεραπευτή, χωρίς να το ξέρω ακόμη. Λίγο αργότερα, μου δάνεισε το βιβλίο του Victor Frankl «Αναζητώντας νόημα ζωής», από το οποίο κράτησα την διαπίστωσή του ότι από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί επιβίωσαν όσοι μπορούσαν να ονειρεύονται.

Είναι μεγάλη πυξίδα στην ψυχοθεραπευτική διεργασία το να κάνεις χώρο για το όνειρο, διότι όπως έλεγε και ο Peter Lang, τα προβλήματα είναι ματαιωμένα όνειρα. Όταν στην πρώτη συνεδρία ξεκινά κάποιος να μου μιλάει για προβλήματα, συνήθως του λέω «στάσου, πες μου πρώτα το όνειρό της ζωής σου να σε γνωρίσω και μετά θα δούμε τι σε δυσκολεύει». Αποσταθεροποιείται, ξαφνιάζεται, αλλά ταυτόχρονα χαλαρώνει και πάει πιο κοντά στον εαυτό του. Πολλοί δυσκολεύονται να εκφράσουν ή να ξεθάψουν το όνειρό τους, αλλά, όσο δίνουμε χρόνο και σημασία σε αυτό, μπαίνει ένας οδηγός για την δουλειά που είναι να γίνει και στελεχώνεται η θεραπευτική σχέση πάνω σε μια καλή βάση στόχων και αξιών, που εντέλει αυτή η σχέση είναι το μέσον από το οποίο θα περάσει η όποια επιθυμητή αλλαγή. Η βασική αρχή είναι «αλλάζω τον άλλον αλλάζοντας εγώ μαζί του». Στο κλασικό ερώτημα που μας απευθύνεται σε όσους κάνουμε αυτή τη δουλειά «καλά πώς αντέχεις να ακούς όλη μέρα προβλήματα» απαντάμε «Μα δεν συμμετέχω στα προβλήματα αλλά στη λύση τους προς τα όνειρα ζωής που κρύβονται από πίσω», η αρχή της συνεξέλιξης είναι από τις πιο κεντρικές στη δουλειά μας .

Ποιοι άνθρωποι θεωρείτε ότι επέδρασαν καταλυτικά στις επιλογές σας στη ζωή και στην επιστήμη σας; Εννοώ και επιλογές που έδωσαν νόημα στη ζωή σας και όχι μόνον στην επιτυχία την επαγγελματική...

Οι δυό αυτοί μεγάλοι μας δάσκαλοι, αλλά και οι ομάδες, τα πλαίσια, οι συγκυρίες. Έπαιξε ρόλο και το κλίμα της μεταπολίτευσης, όπου θέλαμε όλοι μαζί να αλλάξουμε την κοινωνία να δημιουργήσουμε μια νέα τάξη πραγμάτων. Συμμετείχαμε σε συλλογικότητες, γνωρίσαμε ανθρώπους που αγωνίστηκαν κατά της δικτατορίας και που γυρίζοντας από τις εξορίες αντί να προτάσσουν τον πόνο που βίωσαν και τις δυσκολίες, μοιραζόντουσαν με πάθος το όραμά τους, υποστηρίζοντας  με σθένος τις διαφορετικές τους απόψεις, σε ανοικτούς  διαλόγους, με κάθε αφορμή.

Μέσα στο ΑΚΜΑ, από πολύ νωρίς, είχαμε την τύχη μια γενιά από εμάς – που ακόμα και σήμερα είμαστε στενοί συνεργάτες – να βρεθούμε και να γνωρίσουμε  από κοντά ανθρώπους, από πολλές διαφορετικές χώρες, του κινήματος που διαμόρφωνε τη συστημική σκέψη, τη θεραπεία ομάδας και τη θεραπεία οικογένειας, πρωτοπόρους όπως την Satir και τον Watzlawick, τον Bill Gray και τον Jim Durkin, το ζεύγος Moreno και πολλούς άλλους. Συζητήσεις έντονες γινόντουσαν στο Κέντρο γύρω από το τραπέζι, ή σε γωνιές διεθνών συνεδρίων (η συστημική τότε ήταν ακόμα περιθώριο), δίνονταν ευκαιρίες για ανταλλαγή σπουδαστών ανάμεσα σε πανεπιστήμια και ινστιτούτα, τη μια στιγμή διδασκόμενοι την άλλη διδάσκοντες, όλοι από κοινού εργαζόμασταν στην οικοδόμηση ενός δικτύου και μιας προσέγγισης που εστιάζει στις σχέσεις και στις αλληλοσυνδεόμενες διεργασίες σε πολλαπλά επίπεδα. Το κλίμα ήταν αυτό ενός μελισσιού που όλοι μαζί εργαζόμασταν πυρετωδώς να συμβάλουμε σε ένα κοινό όραμα με έντονη διάθεση να μάθουμε, να ταξιδέψουμε, να γνωρίσουμε καινούριες θεωρίες, ανθρώπους, τόπους, έτοιμοι να συγκρουστούμε  υποστηρίζοντας την άποψή μας κι έτοιμοι να την αλλάξουμε για κάτι καλύτερο. Το συναίσθημα  ήταν μέθεξη και η  όλη εμπειρία ήταν κοντά στην καρδιά μου και  στις αξίες μου και στον κοινοτικό τρόπο με τον οποίο με είχε μεγαλώσει η νησιώτικη θαλασσινή οικογένειά μου. Ασυζητητί μπήκα σε όλο αυτό… δεν το διαπραγματεύτηκα ούτε δευτερόλεπτο. Ήταν όπως όταν χορεύουμε και ευχαριστιόμαστε αυτό που συν-δημιουργούμε με το ταίρι μας. Σε αυτό το χορό μετέχω και μέχρι σήμερα, με σημαντικούς συνοδοιπόρους όπως τον Πέτρο και την Κυριακή Πολυχρόνη, το Γιώργο Γουρνά, το Διονύση Σακκά αλλά κι άλλους συνομήλικους και νεότερους,  σε σταθερή συναδελφική σχέση πολλών δεκαετιών. Μαζί διαμορφώσαμε και διαμορφώνουμε απόψεις, θεωρίες, πρακτικές, σαν και αυτές που μοιράζομαι σήμερα μαζί σας, αλλά και ανθρώπινα δίκτυα, ένα έργο ζωής «εν συνεργασία», ευτυχώς όχι πάντα ρόδινη αλλά και με πολλές δυσκολίες, από τις οποίες κάτι πολύτιμο κερδίζουμε κάθε φορά. Το ΑΚΜΑ λοιπόν με την κουλτούρα και τους ανθρώπους του, ως κοινότητα και ως δίκτυο υπήρξε διαχρονικός καταλύτης στην πορεία μου.

Σκεφτόμαστε πώς θα πετύχουν τα παιδιά μας στα πανεπιστήμια όπως και οι γονείς μας ήθελαν να πετύχουν τα παιδιά τους οικονομικά, κοινωνικά. Κανείς δεν ασχολήθηκε, πριν γίνουμε γονείς, να μας εκπαιδεύσει στο δυσκολότερο κατά την άποψη μου έργο: στο πώς να γίνεις γονέας. Πολλοί λίγοι το σκέφτονται αυτό στη ζωή τους, μοιάζει αυτονόητο ότι θα είμαστε οπωσδήποτε σωστοί γονείς. Μέχρι που τα ίδια τα παιδιά μας δείχνουν «το πρόβλημα» και τότε αρχίζει κανείς να γίνεται γονέας, αν το επιθυμεί βέβαια. Τα σχόλιά σας θα ήθελα πάνω σε αυτό το ζήτημα.

Η αλήθεια είναι ότι πολύ λίγα ξέρουμε όταν γινόμαστε γονείς, γιατί ακόμα και τους γονείς μας να αντιγράψουμε - αν ήμασταν ευχαριστημένοι από το δικό μας μεγάλωμα - δεν υπάρχει περίπτωση να ανταποκριθούμε κατάλληλα στα ζητούμενα μιας εποχής που είναι τελείως διαφορετική από όταν εμείς ήμασταν παιδιά. Μία βασική προετοιμασία είναι να ασκηθούμε στο πώς να έχουμε ανοιχτά τα μάτια, τα αυτιά, την καρδιά μας να αφουγκραζόμαστε συνεχώς τα παιδιά και τους εαυτούς μας μέσα στη σχέση και να καλλιεργούμε σε εμάς και στην οικογένεια τους υποδοχείς για την νέα πληροφορία, τη νέα οπτική,  τη νέα ανάγκη και δεξιότητα.

Θα μπορούσα να αναφέρω εν τάχει τρεις από τους κεντρικούς άξονες που απαιτεί ο ρόλος σήμερα.

Κατ’ αρχήν να μετακινηθούμε στον τρόπο που ορίζουμε την κύρια ευθύνη του ρόλου μας, αφήνοντας τον χάρακα του ελέγχου, της επίκρισης, της διόρθωσης και της υπόδειξης και να εστιάσουμε στο ανθρώπινο κλίμα που δημιουργούμε στην οικογένεια, στη σχέση που αναπτύσσουμε μεταξύ μας και με τα παιδιά μας, μία σχέση που να αναγνωρίζει την αξία του άλλου, να υπογραμμίζει την επιτυχία του, τις δεξιότητες του και τη θετική του συμβολή σε κάθε περίπτωση, αξιοποιώντας τα λάθη και τις αποκλίσεις ως ευκαιρίες μάθησης.

Ο δεύτερος άξονας, που είναι προϋπόθεση για να καταφέρουμε τον πρώτο, είναι να είμαστε παρόντες με ολόκληρο τον εαυτό μας όταν είμαστε με τα παιδιά μας. Δεδομένης της πολυδιάσπασης που ζούμε στην σημερινή εποχή, αυτό διαπιστώνουμε πως απαιτεί μεγάλη και συνειδητή προσπάθεια ακόμα και εκπαίδευση. Είναι  χαρακτηριστικό το παράδειγμα, που αναφέρει ο Ron Taffel, της μητέρας που θηλάζει το μωρό της έχοντας μπροστά της ανοιχτό laptop και κινητό, παρακολουθώντας και ανταλλάσσοντας μηνύματα και e-mails, παίρνοντας selfie και ανεβάζοντας stories στα δίκτυα, ενημερώνοντας ταυτόχρονα τη φίλη της. Αναρωτιόμαστε τί συναισθήματα γεννιούνται στο μωράκι με αυτή τη διασπασμένη παρουσία της μητέρας στη σχέση.

Ο τρίτος άξονας συνδέεται με την έννοια της κοινωνικοποίησης, η οποία παραπέμπει στο να μαθαίνω να είμαι μέλος μιας κοινωνίας. Η πυρηνική οικογένεια είναι φτωχότερη ως «κοινωνία» από ό,τι παλιότερα, με ένα-δύο παιδιά, ενίοτε με έναν γονιό ή και χωρίς σταθερή παρουσία μελών της ευρύτερης οικογένειας. Οι οικογένειες που ζουν στις μεγαλουπόλεις έχουν αδύναμη σχέση με την κοινότητα. Το θέμα μας είναι ότι, και στην πιο καλή των περιπτώσεων, μια πυρηνική οικογένεια είναι πολύ φτωχή ως προς την ποικιλότητα  και τον ανθρώπινο πλούτο, που ο άνθρωπος έχει ανάγκη για να αναπτυχθεί πιο ολοκληρωμένα.

Δάσκαλοί μας είναι όντως και τα παιδιά μας… αν είμαστε ανοιχτοί να ακούσουμε. Ανάμεσα στα πολλά που μου έμαθαν, είναι, για παράδειγμα, το πόσο σημασία έχει για εκείνα να υποστηρίζουμε τις δικές τους επιλογές φίλων, με το να αναπτύσσουμε και εμείς, οι γονείς τους, σχέσεις με τους γονείς των φίλων που διαλέγουν, δηλαδή με ένα δεύτερο επίπεδο σχετίζεσθαι στην πάνω γενιά. Αντίστοιχα, να τους δώσουμε την ευκαιρία να φτιάξουν σχέσεις διαχρονικές με τους φίλους τους δικούς μας και με τα παιδιά των φίλων ή και των συνεργατών μας. Αυτό δημιουργεί μία  οριζόντια και κάθετη συνύφανση, χαρακτηριστικό στοιχείο μιας κοινότητας. Κάτι αντίστοιχο μπορούμε να επιδιώκουμε στη σχέση σπιτιού με το σχολείο. Ένα κοριτσάκι, σε μία εικόνα που ζωγράφισε το ιδανικό σχολείο συμπεριέλαβε τη γάτα της και τον παππού της να το επισκέπτονται.

Διαφέρουν σήμερα τα προβλήματα της οικογένειας σε σχέση με τα προβλήματα της οικογένειας πριν από 30-40 χρόνια; Θυμάμαι ως παιδί ότι σπάνια άκουγα μέλη μιας οικογένειας ή ένα ζευγάρι να επισκέπτεται έναν ειδικό θεραπευτή για βοήθεια. Βλέπω όμως ότι τα προβλήματα μάλλον αυξάνονται παρά την δυνατότητα συμβουλευτικής οικογένειας ή θεραπείας. Όπως για παράδειγμα έχουμε στη διάθεση μας πολλά αντικαταθλιπτικά φάρμακα σήμερα αλλά η ίδια η κατάθλιψη παρουσιάζει εκρηκτική αύξηση. Πώς το εξηγείτε λοιπόν όλο αυτό το παράδοξο;

Από τη στιγμή που αποδυναμώθηκε η κοινότητα, μέσα στην οποία ήταν λειτουργικά ενταγμένη η οικογένεια, χάθηκαν οι πηγές στήριξης και αναγκάστηκαν τα μέλη της πυρηνικής οικογένειας να στραφούν το ένα στο άλλο. Αυτό έγινε σχετικά απότομα περίπου στη δεκαετία του ’60 της μεγάλης αστικοποίησης. Αυτή η στροφή βρήκε ανέτοιμους τους οικογενειακούς ρόλους στο να επιλύουν την κρίση αυτόνομα χωρίς τη συνεργασία του υποστηρικτικού ευρύτερου κοινοτικού πλαισίου. Παράλληλα, οι τωρινές συνθήκες οικογενειακής ζωής, με τους δυό γονείς να εργάζονται πολλές ώρες και να διανύουν μεγάλες αποστάσεις, με φορτωμένο σχολικό πρόγραμμα και χαμηλής συνοχής σχολικές κοινότητες, με αποδυναμωμένες σχέσεις στον κοινωνικό περίγυρο, έφεραν νέες απαιτήσεις στους ρόλους χωρίς ακόμη να έχουν ωριμάσει κάποιοι καινούριοι ορισμοί και να έχουν καλλιεργηθεί οι αντίστοιχες δεξιότητες.

Κάποτε τα παιδιά τα μεγάλωνε η κοινότητα με μαέστρο τη μητέρα. Με την αστικοποίηση ζητήθηκε από την πυρηνική οικογένεια να τα μεγαλώνει μόνη της. Αυτό από μόνο του είναι μεγάλη αποσταθεροποίηση. Για να «κοινωνικοποιηθεί» ένα παιδί, χρειάζεται «κοινωνία» λειτουργική, σταθερή, με πλούσιο ρεπερτόριο ρόλων, επαγγελμάτων, ηλικιών που συναλλάσσονται και συνεξελίσσονται. Παλιά μια απλή δυσκολία προερχόμενη από αλλαγή στον κύκλο ζωής, πχ τη γέννηση ενός παιδιού, ακουμπούσε σε πολλά ζευγάρια μάτια και χέρια στη γύρω γειτονιά. Τώρα πρέπει κανείς να τα βγάλει πέρα σε πιο απαιτητικές συνθήκες με λιγότερη υποστήριξη και ετοιμασία και το σύστημα «σπάει». Εννιά στις δέκα δεν οφείλεται το σπάσιμο αυτό σε προσωπικές αδυναμίες αλλά σε πολιτισμικά προερχόμενες ανισορροπίες. Κι έτσι ενώ το βιώνουμε όλοι ως «προσωπικό δράμα» πρόκειται ουσιαστικά «πολιτισμικό δράμα» . Αυτή η αναπλαισίωση απενοχοποιεί και ανακουφίζει και με την ανακούφιση ανοίγει ο δρόμος της μάθησης και της εξερεύνησης νέων ρόλων και δεξιοτήτων.

Πρίν από αρκετά χρόνια, μόλις είχα τελειώσει την ιατρική θυμάμαι-ήταν δεκαετία του ’80, κατά τη διάρκεια επίσκεψης στο Αγιον Όρος είχα συνομιλήσει με μια ασκητική πνευματική μορφή και όταν έμαθε ότι ήμουν νέος γιατρός μου είχε δώσει μια δική του στατιστική εκτίμηση: παιδί μου ο κόσμος σήμερα πάσχει κυρίως από τρείς ασθένειες- καρκίνος, διαζύγια και ψυχιατρικά ζητήματα! Μου είχε κάνει εντύπωση τότε αυτή η στατιστική του εκτίμηση προφανώς μέσω της μεγάλης εμπειρίας επικοινωνίας με πολλούς επισκέπτες. Τι λέτε εσείς για τις ασθένειες αυτές της εποχής μας και πώς σας αφορά ως θεραπευτή;

Και οι τρείς ασθένειες έχουν από πίσω τους δυσκολίες που - είτε λόγω συνθηκών είτε λόγω ανετοιμότητας - δεν αξιοποιήθηκαν ως ευκαιρία μάθησης και ωρίμανσης, μπήκαν κάτω από το χαλί προκειμένου να υπηρετηθεί κάποια άλλη προτεραιότητα ή πρότυπο.

Ο καρκίνος, πέρα από την κληρονομικότητα και τις περιβαλλοντικές επιδράσεις στο βιολογικό μας υπόβαθρο, έχει αναφερθεί ότι συνδέεται και με ανολοκλήρωτη έκφραση θυμού και πένθους από απώλεια και πρόωρη αυτονόμηση στα παιδικά χρόνια (όταν αναγκαζόμαστε να πάρουμε ευθύνες νωρίτερα από την ώρα μας). Θυμάμαι τον Claus Bahnson, που μας είχε επισκεφτεί παλιότερα, να δουλεύει με οικογένειες με καρκίνο πάνω σε αυτήν την διάσταση, ενθαρρύνοντας τα μέλη να μοιραστούν τον θυμό και τον πόνο της απώλειας (πρoσώπου, υγείας, τόπου, περιουσίας, τιμής…). Υπάρχει και η έρευνα του Γιώργου Κανακάκη για τα χωριά της Μάνης, όπου όσα θρηνούν τους ανθρώπους τους με μοιρολόγια παρουσιάζουν μικρότερα ποσοστά καρκίνου από χωριά ιδίου προφίλ που δεν έχουν αυτήν την πρακτική, που ενθαρρύνει την ανοικτή έκφραση των συναισθημάτων μέσα στην ομάδα με δημιουργικό τρόπο.

Στην αύξηση των «ψυχιατρικών», πέρα από τους βιολογικούς παράγοντες που απορρέουν και από περιβαλλοντικές αλλαγές, έχει συμβάλει και ο αυξημένος «θόρυβος» ερεθισμάτων και μηνυμάτων από πολλαπλές πηγές, πολλές άσχετες από εμάς ως προς αξίες, πρότυπα και στόχους, που υποσκάπτουν την συνοχή και μέσα μας αλλά και στις σημαντικές μας ομάδες. Έτσι γεννιέται σύγχυση για το πώς να συμπεριφερθούμε, να ενεργήσουμε, να σχετιστούμε. Οι αμοιβαίες προσδοκίες ακόμα και με τους οικείους μας δεν συμπίπτουν, η επικοινωνία δυσχεραίνεται και θολώνει, η αυξημένη γκάμα επιλογών (σπουδής, επαγγέλματος, συντρόφου, τόπου ζωής και τρόπου κλπ) μας βαραίνει. Την ίδια σύγχυση ρόλων και προσδοκιών βιώνει και το ζευγάρι και τα συχνά διαζύγια το μαρτυρούν.

Γιατί έρχονται τα ζευγάρια/οικογένειες στη συμβουλευτική σήμερα και τι περιμένουν από το αποτέλεσμα της θεραπείας; Από τα ζευγάρια/οικογένειες που βλέπετε πόσα/πόσες συνεχίζουν για το «απαραίτητο» διάστημα την θεραπεία/συμβουλευτική; Πόσο συχνά επιθυμούν να «αλλάξουν» και τα δύο μέλη του ζευγαριού προκειμένου να συνεχίσουν να είναι μαζί;

Οι ροές που φέρνουν δυσκολίες στα ζευγάρια πηγάζουν από διάφορες πηγές. Οπωσδήποτε μία σημαντική πηγή είναι οι σχέσεις στην γονική οικογένεια που μεγάλωσε ο καθένας, η σχέση του ζευγαριού με τα παιδιά του αλλά και με την πάνω γενιά και τα αδέλφια. Μια δεύτερη σημαντική πηγή είναι το ευρύτερο πλαίσιο της πολιτισμικής σύγχυσης που περιέγραψα πριν.

Βέβαια, ερχόμενοι για βοήθεια συνήθως φέρνουν την δυσκολία που βιώνουν και όχι την ενημερότητα αυτών των ροών. Μια συχνά παρουσιαζόμενη δυναμική που ταλαιπωρεί είναι  η ανταγωνιστική διελκυστίνδα στην οποία μπαίνουν για το ποιος επιβαρύνεται με ποια ευθύνη και ποιος στερείται προσωπικό χρόνο, προκειμένου να υπηρετηθούν οι ανάγκες της οικογένειας και αν το επάγγελμα του καθενός ή ο προσωπικός του χρόνος συνδέεται λειτουργικά ή όχι  με την οικογένεια. Αυτός ο ανταγωνισμός λειτουργεί απαξιωτικά για τον καθένα, άρα αποδυναμώνει και τους δυο. Ταυτόχρονα παλεύουν με τους γρήγορους ρυθμούς και τις απαιτήσεις των πολλαπλών ρόλων: δουλεύω, μεγαλώνω παιδιά χωρίς εύκολα διαθέσιμη υποστήριξη και έχω ταυτόχρονα την έγνοια για τους μεγαλύτερους (γονείς), χωρίς να συνειδητοποιώ πόσο σημαντικό είναι την ίδια στιγμή να θρέφω το ζευγάρι, διασφαλίζοντας και δημιουργικό δικό του χρόνο και χώρο χωρίς παιδιά, και προσωπικό χρόνο για τον καθένα από τους δυό.

Όταν όμως το ζευγάρι παραμένει αφρόντιστο, εκτίθεται στην εμπλοκή «τρίτων» - στη γλώσσα μας το λέμε «τριγωνοποίηση». Ενίοτε εμπλέκεται το παιδί, ή κάποιος γονιός, άλλες φορές μια εξωσυζυγική σχέση, ή ακόμα και η δουλειά. Το παιδί που εμπλέκεται επιβαρύνει τη δική του ψυχική υγεία, διαταράσσεται η συμπεριφορά του και ενισχύεται ένας φαύλος κύκλος προβλημάτων, που αν έγκαιρα δεν ανατραπεί, ανατροφοδοτείται και μπορεί να συνεχιστεί ακόμα και στην επόμενη γενιά.

Σαφώς ένα ζητούμενο είναι ο καθένας από τους δυο να επανατοποθετηθεί μετακινούμενος από άτομο σε μέλος αυτής της σχέσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε συναίσθημα, ευθύνη και πράξη. Η σχέση είναι το πρώτο μας παιδί μέσα στη νέα μας οικογένεια και ζητά φροντίδα «νεογέννητου».  Η σχέση είναι μοναδική. Δεν μπορεί να είναι αντίγραφο κάποιας άλλης.  Δεν προκύπτει “by default”, ούτε μπορεί να γίνει “made in … China”. Χρειάζεται να την φτιάξουμε με τα χεράκια μας, οι συγκεκριμένοι δύο, σήμερα, με επίγνωση ότι αύριο θα την διαφοροποιήσουμε και πάλι.

Είναι εντυπωσιακό πόσο συχνά τα ζευγάρια, στο ερώτημα από πότε έχετε να πάτε μόνοι σας χωρίς τα παιδιά σας μια εκδρομή, απαντούν «σχεδόν ποτέ ή σπάνια». Συχνά βρίσκουμε τα ζευγάρια να στερούνται καλής παρέας ομόλογων ζευγαριών. Το ζευγάρι έχει κι αυτό ανάγκη να νιώσει μέλος μιας ομάδας ζευγαριών με τα οποία αλληλο-υποστηρίζεται και συν-εξελίσσεται σε βάθος χρόνου, όχι μόνο ως ευκαιριακή παρέα.

Είναι πάντα σοβαρά τα αίτια ενός διαζυγίου ή ο χωρισμός συμβαίνει συχνά «δι’ ασήμαντον αφορμήν»; Υπάρχουν διαζύγια επωφελή για τα παιδιά ή πάντα ο χωρισμός των γονέων αφήνει κατάλοιπα στον ψυχισμό των παιδιών; Πόσο συχνά είναι αυτά τα «επωφελή» διαζύγια για τα παιδιά;

Ο χειρότερος εχθρός μας στο γάμο είναι η προσμονή ότι θα λειτουργήσει αυτόματα από μόνος του. Η  σημερινή εποχή  επιτρέπει πιο προσωποποιημένη επιλογή της σχέσης. Η ελευθερία όμως αυτή έχει κόπο και κόστος, όπως κάθε ελευθερία. Αυτό δεν έχει γίνει συνείδηση ακόμα. Ενώ τα πράγματα άλλαξαν, εμείς λειτουργούμε όπως παλιά. Περιμένουμε ότι θα μπούμε στην σχέση και ότι αυτή θα λειτουργήσει σαν  οι ρόλοι κι οι προσδοκίες να είναι συμφωνημένες, όπως ίσως ήταν στην εποχή της προγιαγιάς μας. Αν βάλουμε κοντά σε αυτό ότι, στην καθημερινότητα, από τα ρούχα και το φαγητό, μέχρι την ψυχαγωγία μας τα παίρνουμε έτοιμα, διαπιστώνουμε πόσο έχουμε απομακρυνθεί από το να είμαστε οι δημιουργοί της σχέσης μας.

Καλούμαστε λοιπόν να μετακινηθούμε από την θέση του καταναλωτή της σχέσης στην θέση του συν-δημιουργού της. Με βασικά θεμέλια την αγάπη, τον έρωτα, την εμπιστοσύνη,  το κοινό όραμα και τις αξίες, υπάρχει αρκετή καθημερινή φροντίδα: να ακούμε τον άλλον, να διαμορφώνουμε και να εκφράζουμε καθαρά τα δικά μας θέλω, να ακούμε τι έχει ανάγκη η σχέση ανά φάση και συνειδητά να είμαστε ολόκληροι «παρόντες», όπως λέγαμε προηγουμένως, φτιάχνοντας από την αρχή κάθε φορά ένα βοηθητικό πλαίσιο.  Στις περισσότερες περιπτώσεις διαπιστώνουμε και το λέμε στα ζευγάρια ότι «έχετε όλες τις πρώτες ύλες που χρειάζονται για να μαγειρέψετε μια υπέροχη σχέση. Οι όμορφες και οι δύσκολες στιγμές που φέρνετε είναι το εγχειρίδιο για να μάθουμε το πώς».

Υπάρχει βέβαια και ο δρόμος του διαζυγίου για σχέσεις όπου έχουν πάρει το πάνω χέρι ο συνεχής ανταγωνισμός, η ανειλικρίνεια, η λεκτική και σωματική βία, η έλλειψη σεβασμού, η απαξίωση. Όταν δεν βρίσκεται άμεσα ο τρόπος να γυρίσει το αρνητικό κλίμα της μπερδεμένης επικοινωνίας και των παγωμένων συναισθημάτων, οι προσωπικές ασάφειες ανακυκλώνονται κι οι δυσκολίες παραμένουν αδούλευτες.

Πάντα υπάρχει πόνος στο διαζύγιο, κι όχι μόνο για τα παιδιά. Γι αυτό το διαζύγιο χρειάζεται κι αυτό την φροντίδα του, παρέχοντας τον χρόνο και το πλαίσιο για επεξεργασία των συναισθημάτων που βιώνουν όλα τα μέλη, του πόνου, του φόβου, της ματαίωσης, του θυμού, της ανασφάλειας, για να τα ισορροπήσουμε και για να μάθουμε. Αν μπήκαμε στο γάμο χωρίς ετοιμασία, ας πάρουμε τουλάχιστον την ευκαιρία να ετοιμάσουμε ένα καλό διαζύγιο και να βγούμε ενδυναμωμένοι για την επόμενη φάση ζωής. Αν τελικά στην πορεία, ο καθένας φτιάξει με την αποκτημένη του ωριμότητα μια νέα σχέση,  τα παιδιά μπορεί και να βγούν κερδισμένα με νέα πρότυπα από τα οποία να μάθουν πώς χτίζεται μια ωραία σχέση, τι σημαίνει φροντίζω και φροντίζομαι, εμπιστεύομαι, αναπτύσσω οικειότητα και φτιάχνω ένα χαρούμενο, δημιουργικό, ανθρώπινο περιβάλλον. 

Σε κάποιες περιπτώσεις έχει δουλέψει καλά και η διάσταση, ως εποικοδομητικός χρόνος δουλειάς από τον καθένα χώρια πάνω στις δικές του ανασφάλειες και δυσκολίες. Όσο αυτά δρομολογούνται, ενθαρρύνεται ένα νέος τρόπος επικοινωνίας και σχέσης του ζευγαριού και ετοιμάζεται η επανένωση.

Στην κοινωνική αλλαγή έπεσε δυσανάλογο βάρος στη σχέση του ζευγαριού, ενώ ταυτόχρονα αποδυναμώθηκε το δίκτυο υποστήριξης. Κλήθηκε σε λίγες γενιές να αλλάξει πρότυπα, στερεότυπα, τρόπους επικοινωνίας, συνθήκες συνύπαρξης και παράλληλα επιβαρύνθηκε από πολύ μεγαλύτερες προσδοκίες. Το ίδιο συνέβη και στο ρόλο του γονιού που περιπλέκει ακόμη περισσότερο τη ζευγαρική σχέση: Υπάρχουν ερευνητικές ενδείξεις ότι τα άτεκνα ζευγάρια μη επιβαρυμένα από το γονεϊκό ρόλο είναι πιο ευχαριστημένα με την σχέση τους από όσα έχουν παιδιά.

Βλέπατε (με δυσκολία υποθέτω) οικογένειες μέσα στην πανδημία Covid και θα ήθελα να ρωτήσω τις πιθανές επιπτώσεις του κοινωνικού περιορισμού και των σκληρών μέτρων στην οικογένεια, αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι οι οικογένειες άλλαξαν τρόπο ζωής και βρέθηκαν μαζί-υποχρεωτικά-όλα τα μέλη σε στενό (μερικοί το βίωσαν ως ασφυκτικά μάλιστα) πλαίσιο. Οι οικογένειες έγιναν αίφνης εσωστρεφείς ένω πριν ζούσαν με εξωστρέφεια. Ποιες είναι οι βραχυπρόθεσμες και ποιες οι πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πανδημίας στην οικογένεια;

Σίγουρα η πανδημία τάραξε τα νερά. Όπου υπήρχαν δυνάμεις και καλά στρωμένο θεμέλιο ο περιορισμός στο σπίτι έφερε όμορφες στιγμές κοντινότητας και μοιράσματος ανάμεσα στα μέλη και ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά απόλαυσαν αυτήν την σταθερή χωρίς παρεμβολές καθημερινή συνύπαρξη. Σε άλλες περιπτώσεις έγινε ακριβώς το ανάποδο, ήρθαν στην επιφάνεια οι αδυναμίες. Ανακάλυψαν πόσο ξένοι και απόμακροι έχουν γίνει και το κλίμα της γενικότερης ανασφάλειας στην πανδημία δεν ήταν το πιο πρόσφορο για να επεξεργαστούν αυτήν την δυσκολία που αναδύθηκε. Αυτό τους δυσκόλεψε, και σε κάποιες περιπτώσεις πολύ, από ότι φάνηκε από την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας και των φαρμάκων.

Οι οικογένειες έζησαν την αλληλοδιείσδυση των πεδίων δουλειάς/σχολείου και σπιτιού. Αυτό έκανε τα μέλη να ξαναγνωριστούν μεταξύ τους αλλιώτικα. Γνώρισε ο ένας τη δουλειά του άλλου, τα παιδιά τις δουλειές των γονιών και το πώς οι γονείς συμπεριφέρονται και νιώθουν εκεί, οι γονείς γνώρισαν περισσότερο τα του σχολείου των παιδιών. Όπου τα ερεθίσματα αυτά αξιοποιήθηκαν κατάλληλα, εμπλούτισαν τις οικογένειες, τις έφεραν πιο κοντά.

Παράλληλα δοκιμάστηκαν όλοι με τη πρόκληση του πώς θα μοιραστούν τον κοινό χώρο, τους υπολογιστές, το ιντερνέτ και πως θα διαχειριστούν την συνεχή συνύπαρξη σε όλη την διάρκεια της ημέρας κι ήρθε το «πνίξιμο» που λέτε. Και αυτή η δυσκολία άλλες οικογένειες  τις ωρίμασε, απέκτησαν νέες δεξιότητες συνεργασίας και άλλες τις λύγισε, ενισχύοντας το συναίσθημα του θυμού, της απογοήτευσης και της απόσυρσης.

Αυτοί που περισσότερο δυσκολεύτηκαν στον εγκλεισμό ήταν όσοι μένουν μόνοι τους, ιδιαίτερα οι νέοι ενήλικες και οι έφηβοι που ένοιωσαν να χάνουν τη φυσική επαφή, τη φιλική, συναδελφική, ερωτική, με τη παρέα των συνομηλίκων, την τόσο σημαντική για τη φάση ζωής τους, καθώς και την ζωή σε χώρους εκτός σπιτιού. Οι πρωτοετείς φοιτητές βίωσαν μια σημαντική αναβολή στο πέρασμα σε μια άλλη φάση ζωής και σε αρκετές περιπτώσεις παρουσίασαν ψυχοσωματικά συμπτώματα.

Η πλειοψηφία, οι περισσότεροι από εμάς δηλαδή, ψάχνουν έτοιμες συνταγές επιτυχίας και μιας επιφανειακής «ευτυχίας» η οποία βάζει τα σοβαρά ζητήματα των σχέσεων με τους άλλους και ιδιαίτερα με τον εαυτό μας «κάτω από το χαλί».  Εσείς μέσα από όλη αυτή την πολύτιμη εμπειρία σας τι θα προτείνατε για μια ζωή με νόημα;

Στο σύνθημα «Για μια ζωή με νόημα» το ΚΕΘΕΑ αξιοποίησε το ρητό του Γ. βασιλείου «Ο χειρότερος εθισμός είναι ο εθισμός σε μια ζωή χωρίς νόημα». Για μας κεντρικό στοιχείο στην θεμελίωση μιας ζωής με νόημα είναι να ξαναπιάσουμε από την αρχή, στην νέα κοινωνική πραγματικότητα όπως αναδύεται, το πώς από άτομα να γινόμαστε μέλη ομάδας, βασιζόμενοι και εμπλουτίζοντας την αυτόνομη δική μας ιδιαίτερη και μοναδική τοποθέτηση στη ζωή. Των Βασιλείου το σύνθημα «Αυτονομία προς και μέσα από την αλληλεξάρτηση» τα λέει όλα.

Οι έρευνες με θέμα την ευτυχία συγκλίνουν στο ότι το να βάζουμε τον εαυτό μας στη θέση του «δημιουργού» έχει περισσότερες ελπίδες να μας οδηγήσει εκεί, από ότι το να μπαίνουμε στην θέση του «καταναλωτή». Σε ένα λύκειο της δυτικής Αττικής σε πρόγραμμα Comenius Regio που εστίαζε στην βελτίωση τριών δεικτών IQ-EQ-HQ (αντίληψης, συναισθηματικής νοημοσύνης και ευτυχίας), συμμετείχαμε δουλεύοντας με ομάδες παιδιών, καθηγητών, γονιών, αλλά και μεικτών ομάδων με πολλά μέλη της σχολικής κοινότητας. Στην καταγραφή του απόηχου στο τέλος της παρέμβασης μέσα από «focus groups», τα παιδιά, με τον συνήθη αυθόρμητο τρόπο τους,  μας ξάφνιασαν με φράσεις όπως «πρώτη φορά είδα τον δάσκαλο ως άνθρωπο…» ή «έμαθα πολλά καινούργια συναισθήματα που δεν ήξερα ότι τα έχω….», ή «άλλαξε η εικόνα που είχε για μένα ο δάσκαλος, τώρα νοιώθω ορατή». Σε μία άλλη περίπτωση παρέμβασης σε δημοτικό σχολείο με συμβάντα bullying, δουλέψαμε πάνω στο όνειρο για ένα σχολείο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες μας, δημιουργώντας τις συνθήκες τα όνειρα αυτά να γίνουν αντικείμενο μοιράσματος ανάμεσα στα μέλη της σχολικής κοινότητας, παιδιά, δασκάλους και γονείς, σε ομόλογες και μικτές ομάδες και σε ολόκληρη την κοινότητα. Και αυτό άλλαξε το κλίμα και κατά συνέπεια και τη συμπεριφορά των παιδιών, που είχαν επωμισθεί να εκφράζουν τη δυσκολία των σχέσεων.

Μια μεγάλη πηγή αισιοδοξίας είναι οι νέοι, τα παιδιά αλλά και οι μεγάλοι: μας εκπλήσσουν με το πόσο απλόχερα ανταποκρίνονται, όταν τους δοθεί η ευκαιρία να μοιραστούν τι νοιώθουν, τι ζουν και τι ονειρεύονται, αρκεί να τους παρέχουμε ένα πλαίσιο ασφαλές χωρίς επίκριση και με αδιαπραγμάτευτη εμπιστοσύνη στην αξία και την συμβολή του καθενός.

Το ζητούμενο είναι λοιπόν παρεμβάσεις, κυρίως πολυεπίπεδες, που θέτουν στο κέντρο τους το «πώς να είμαι ενεργό υπεύθυνο μέλος στις ομάδες που συμμετέχω, με τρόπο που με αναπτύσσει ως άνθρωπο και που γεννά προσωπικό νόημα και χαρά». Το να συνδέεσαι συνεχώς με τον ίδιο σου τον εαυτό, τα συναισθήματα και τα όνειρά σου, παράλληλα με τους ανθρώπους που σου φέρνει η ζωή, τις ομάδες και τις κοινότητες που ανήκεις, αλλά και με τη φύση και τη γη που πατάς, εντέλει σου φτιάχνει την ίδια σου την πορεία. Όντας λειτουργικά συνδεδεμένος σε όλα αυτά τα επίπεδα, η αξία σου αφυπνίζεται, ο τρόπος να είσαι χρήσιμος στον εαυτό σου και στους άλλους ξεκαθαρίζει κι  ανοίγεται μπροστά σου το νόημα της ζωής σου…


(*) Η Μίνα Πολέμη-Τοδούλου έχει διατελέσει Καθηγήτρια Ψυχολογίας στη Σχολή Κοινωνικών Λειτουργών και στα Μεταπτυχιακά τμήματα «Σπουδές στην Εκπαίδευση» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου,  «Αντιμετώπιση του Πόνου» (Πανεπ. Ιωαννίνων), «Ανθρώπινα συστήματα» (Ιατρική Κρήτης),  Μετεκπαίδευση Δασκάλων (Πανεπ. Αθηνών), καθώς και σε ποικίλα επιμορφωτικά προγράμματα όπως το «ΜΕΛΙΝΑ» για εκπαιδευτικούς, ή για στελέχη φορέων όπως  ΕΠΙΨΥ, ΠΙΚΠΑ, ΙΒΣΑ, ΟΚΑΝΑ, Ακαδημίας ΓΣΕΕ, Κέντρου Έκφρασης και Δημιουργίας, επιστημονικών συλλόγων κ.α. Ως συνεργάτης του ΑΚΜΑ έχει διδάξει σε επιμορφωτικά προγράμματα και στο εξωτερικό για στελέχη υγείας ή παιδείας, πανεπιστημίων και επιστημονικών συλλόγων. Έχει συμβάλει στην συστημική επιστημονική κοινότητα ως ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Συστημικής Θεραπείας και της αντίστοιχης Ελληνικής Ομοσπονδίας, της European Family Therapy Association, της Certified Group Psychotherapists Foundation, της Ελληνικής Εταιρείας Εκπαίδευσης Ενηλίκων, καθώς και ως μέλος επιτροπών συνεδρίων των εταιρειών ΣΕΨ, EFTA, IFTA, Συστημικής Εταιρείας Κρήτης, Ελληνικής Εταιρείας Ψυχικής Υγιεινής & Νευροψυχιατρικής του Παιδιού, Δελφικών Συμποσίων του ΑΚΜΑ κ.α. και ως μέλος επιτροπών εκδόσεων όπως τη σειρά «Ανθρώπινα Συστήματα», το ευρωπαϊκό περιοδικό Human Systems, το λεξικό της Εταιρείας Ιατρικών Σπουδών ΙΑΤΡΟΤΕΚ και επιτροπών του Δήμου και της Πολιτείας για θέματα προσχολικής ηλικίας και πολιτιστικής ανάπτυξης. 

Είναι πιστοποιημένο μέλος της American Group Psychotherapy Association, European Association of Psychotherapy, American Psychological Association και του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων. Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Συστημικής Θεραπείας (2004-2010),  Γ. Γραμματέας (2004-2010) και Αντιπρόεδρος (2010-13) του Επιμελητηρίου Εθνικών Εταιρειών (NFTO) της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Θεραπείας Οικογένειας (EFTA). Εκπροσώπησε την ελληνική συστημική θεραπευτική κοινότητα στην  EFTA από το 2004 έως πρόσφατα και διατέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Συστημικών Θεραπευτών (ΕΘΟΣ) από την ίδρυσή της το 2011 έως το 2018. Προήδρευσε της οργάνωσης  του 9ου Διεθνούς συνεδρίου της EFTA στην Αθήνα το 2016, με 1600 συμμετέχοντες από 44 χώρες, στα πλαίσια του οποίου άνοιξε η επιστημονική κοινότητα των οικογενειακών θεραπευτών σε θέματα που αφορούν την περιβαλλοντική κρίση και ενισχύθηκε η δικτύωση των μελών πάνω σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος με τον θεσμό των συστημικών καφενείων που συνδέθηκαν και με τα σχετικά κοινωνικά κινήματα πρόνοιας.