Health & Fitness

Στα 3 μέτρα, με COVID-19

Απομόνωση και περισυλλογή αντισωμάτων

Έρρικα Ρούσσου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πώς είναι να έχεις μολυνθεί από κορωνοϊό; Τα συμπτώματα, το θετικό τεστ, η καραντίνα. Η Έρρικα Ρούσσου γράφει για την ασθένεια

Ο πυρετός με τον αριθμό 39 εμφανίστηκε λίγο μετά τις δώδεκα το βράδυ. Πρέπει να του άρεσαν πολύ οι συνθήκες στο σώμα μου αφού δεν έλεγε να το αφήσει. Κάπου μεταξύ παραισθήσεων και ψύχραιμης αγανάκτησης, με τα πετσετάκια που πριν βούτηξαν στο χλιαρό νερό να βρίσκονται στο μέτωπό μου, βάλθηκα να παρατηρώ τον εαυτό μου σαν να είμαι πρωταγωνίστρια στο παιδικό που έπαιζε η ΕΡΤ τη δεκαετία του ‘90 και παρουσίαζε με τον πιο διασκεδαστικό τρόπο τον πόλεμο που γίνεται στο σώμα μας όταν ένας ιός προσβάλλει τον οργανισμό μας. Σε εκείνο το παιδικό, ο ιός ήταν πάντα μοχθηρός, άσχημος και τις περισσότερες φορές είχε ένα τέλειο μωβ χρώμα γεγονός το οποίο ποτέ μου δεν κατάφερα να εξηγήσω. Στο δικό μου, ο ιός ήταν πράσινος και είχε το σχήμα του κορωνοϊού με τον αριθμό 19.

Ήμουν σίγουρη ότι είχα Covid-19 σχεδόν από το πρώτο λεπτό που ξεκίνησαν να πονάνε το κόκαλά μου. Η συνθήκη της κατάστασής μου με άφησε σχεδόν αδιάφορη απέναντι στον πανικό, στον κακό πανικό του βίαιου ερωτηματικού που είχε κατακλύσει το κεφάλι μου: «Ποιον έχω κολλήσει». 

Πράγματι, ζούμε πολύ δύσκολους καιρούς και ναι, κατά πάσα πιθανότητα οι σκηνοθέτες και σεναριογράφοι των fiction ταινιών από προηγούμενες δεκαετίες λογικά, έχουν φάει τα ρούχα τους είτε γιατί έπεσαν μέσα και «τι διάολο;» είτε γιατί συνειδητοποίησαν ότι αυτό που σκέφτηκαν ήταν εξαιρετικά λίγο μπροστά στην πραγματικότητα. Ο φόβος είναι παντού και έχει διάφορες μορφές. Είναι φόβος της στέρησης της ελευθερίας, είναι ο φόβος «μην κολλήσω» που οδηγεί στον φόβο «μην πεθάνω», είναι ο φόβος να μη χάσω τη δουλειά μου, είναι ο φόβος να τα βγάλω πέρα, είναι ο φόβος να μη δημιουργηθούν ψυχολογικά προβλήματα στα παιδιά μου, είναι ο φόβος «μη μεταδώσω τον ιό σε κάποιον άλλο». Αγαπημένο ή μη. 

Εγώ την πάλεψα με όλους τους παραπάνω φόβους αλλά με τον τελευταίο δεν κατάφερα ποτέ να κηρύξω ανακωχή. Ήταν πάντα μέσα μου από το πρώτο κιόλας λεπτό της συνειδητοποίησης ότι ο ιός αποφάσισε να έρθει να κάνουμε παρέα. 

Από τις πρώτες κινήσεις που έγιναν, πριν τα μάτια αποφασίσουν να «πέσουν» πανηγυρικά μπροστά στους έντονους πόνους που σφυροκοπούσαν ακριβώς κάτω από τα φρύδια, ήταν η ενημέρωση των λεγόμενων «πρώτων επαφών». Τα άτομα που είδα. 

Ήθελα να μην έχω κολλήσει κανένα. Ήθελα να μην το περάσει κανείς όλο αυτό. Ήθελα. Και έγινε. Αρκετές ημέρες μετά όταν τα τεστ όλων βγήκαν αρνητικά, κατάφερα να πάρω ανάσα παρά τη δύσπνοια που είχε ξεκινήσει να πιέζει τα πνευμόνια μου.

© Έρρικα Ρούσσου

Το δικό μου τεστ έγινε την τέταρτη ημέρα και αφού είχε υποχωρήσει ο πυρετός. Ήταν η πρώτη ημέρα που έβγαινα από το σπίτι από τη στιγμή που είχα καταλάβει τι μου συμβαίνει. Φόρεσα μάσκα, γάντια και κουκούλα. Είχε χαρά Θεού έξω. Η γιατρός που με εξέτασε γέλασε. «Κρυώνεις τόσο πολύ;» Της είπα δεν θέλω να κολλήσω κάποιον και εκείνη σώπασε. Έφερε κοντά στη μύτη μου κάτι που έμοιαζε με καλαμάκι και φρόντισε -δίχως ντροπή- να το βάλει όλο μέσα στο δεξί μου ρουθούνι. Και άφησε ένα «δεν είναι τίποτα» να πέσει κάτω.

Στις 9 το πρωί της επόμενης ημέρας, το τηλέφωνό μου χτύπησε. Ήταν πλέον βέβαιο. Τα λευκά μου αιμοσφαίρια με τις τεράστιες βλεφαρίδες τους αντιμάχονταν εδώ και πέντε ημέρες μια πράσινη χλαπάτσα που φέρνει λίγο στο Σρεκ. Ο πυρετός είχε υποχωρήσει -μπράβο στην ομάδα- και τώρα είχε μείνει μόνο η δύσπνοια. Ή μάλλον, είχε μείνει η δύσπνοια. Ή ακόμα καλύτερα είχε μείνει αυτό που νιώθεις ότι κάποιος σου κλέβει τον αέρα γιατί δεν έχει και κάτι άλλο να σου πάρει. Όλα τα άλλα είναι όργανα μπουκωμένα στο αίμα. Πολλή σπλατεριά. 

Σε κάθε τηλεφώνημα ο γιατρός με ρωτούσε αν έχω γεύση και όσφρηση. Σε κάθε τηλεφώνημα απαντούσα, «ναι φυσικά». Δεν είχα τίποτα από τα δύο. Το κατάλαβα όταν κάποια στιγμή είδα τα μανιτάρια στο τηγάνι και δεν ένιωσα την παραμικρή ειδοποίηση από τους αισθητήρες της μύτης μου. Το σοκ ήταν τέτοιο που πήγα στο κουτί με το απορρυπαντικό (και όχι φυσικά, δεν το ήπια) και έχωσα τα ρουθούνια μου μέσα του. Δεν μου μύριζε τίποτα. Απολύτως. 

Και οι μέρες περνούσαν στην καραντίνα. Και η απόσταση μεγάλωνε. Και αυτό με πλήγωνε πιο πολύ από όλα ήταν αυτή η απόσταση. Αυτό το εξωφρενικό που δεν μπορούμε να φιληθούμε ενώ, φαινομενικά, είμαστε δίπλα. Που δεν μπορούμε να πάρουμε μια αγκαλιά. Να συμπαρασταθούμε ή να μας συμπαρασταθούν. 

Έχουν περάσει τρεις εβδομάδες στο σπίτι. Δεν έχω βγει ούτε για να πετάξω τα σκουπίδια και όμως, δεν με ενοχλεί. Ούτε η απώλεια όσφρησης που υπάρχει ακόμα εδώ να μου υπενθυμίζει ότι ο Σρεκ την έκανε τη ζημιά του πριν μας αφήσει για το επόμενο σίκουελ. Εκείνο που δεν μπορώ να ξεχάσω είναι εκείνες οι ημέρες της προσωπικής απομόνωσης στα τρία μέτρα μακριά. Σαν να είσαι σε ένα απόσπασμα που η κοινή γνώμη, οι φίλοι του «μα καλά, αφού εσύ πρόσεχες, πώς το κόλλησες;», η σκέψη του «καλύτερα να μην το μάθουν και πολλοί ότι πέρασες covid-19» λες και πέρασες δεν ξέρω ακριβώς τι αλλά σίγουρα κάτι παραπάνω από μια ασθένεια, οι γείτονες που παραμονεύουν να δουν την πόρτα σου να ανοίγει για να πάρουν τηλέφωνο και να σε «καρφώσουν» ότι έσπασες την καραντίνα σου, οι εχθροί που δεν υπάρχουν και όμως εσύ τους βλέπεις γιατί καταλαβαίνεις πια από πρώτο χέρι ότι αυτό που έχεις μέσα σου μπορεί να μη σκοτώσει εσένα αλλά έχει τη δύναμη να πάρει αυτούς που αγαπάς ή που συνάντησες τυχαία σε μια λάθος ώρα ή μια λάθος στιγμή. 

Φυσικά και ευτυχώς, η τούμπα σε όλα αυτά συνέβη και συμβαίνει. Όταν βλέπεις πόσο σε αγαπάνε. Όταν νιώθεις τη φροντίδα ανθρώπων που θυσίασαν από την προσωπική τους ελευθερία μέχρι την προσωπική τους υγεία για να μείνουν δίπλα σου. Όταν συνειδητοποιείς ότι για τη μαμά σου θα είσαι πάντα το παιδί που πρέπει να προσέξει πάσει θυσία. Όταν μαθαίνεις ότι δεν υπάρχει κάτι πιο όμορφο από τη στιγμή που αυτή η απόσταση των τριών μέτρων σπάει. Όταν αλλάζεις, αξιολογώντας ότι δεδομένο σε αυτήν τη ζωή δεν είναι ούτε ο αέρας που έχεις στα πνευμόνια σου. Και καλώς δεν είναι. Γιατί να που, τώρα, μπορείς να τον εκτιμήσεις. Γιατί ακόμα και οι νταήδες αυτής της ζωής που έρχονται με το έτσι θέλω να σου βουλώσουν τον πνεύμονα, είναι εδώ για να μας διδάξουν κάτι. Και να μας αφήσουν μία συγκλονιστική εμπειρία αλλαγής και συνειδητοποίησης. Γιατί θέλουμε να παλέψουμε να αναπνεύσουμε. Και για ποιον. 

Υ.Γ. 1 Να προσέχετε. Αλλά να μη φοβάστε η ομάδα που έχετε μέσα σας είναι πολύχρωμη και ξέρει να κάνει τη δουλειά της σωστά. Εμπιστευτείτε την.

Υ.Γ. 2 Δεν ξέρω πού το κόλλησα. Αλλά για μένα δεν έχει σημασία. Έχουμε ήδη στιγματίσει χώρους, ανθρώπους, ακόμα και σκέψεις. Είναι τουλάχιστον κρίμα να ψάχνουμε μόνιμα κάποιον να του φορτώσουμε κάτι που είναι πρακτικά δικό μας. Ή, βασικά, δεν είναι κανενός. Συνέβη. Οι ασθένειες συνέβαινε να μας βρουν έτσι στο πουθενά και παλαιότερα, και αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει και μετά την πανδημία. Ο στόχος πρέπει να είναι να μας βρουν μαζί. Όλα τα άλλα είναι φιοριτούρες και κομπασμοί του ποιος έχει μεγαλύτερη την ασφάλεια.