Health & Fitness

Αποστολή εξετελέσθη

Το Σάββατο κατάφερα να ολοκληρώσω τον Μαραθώνιο του Ολύμπου

Παντελής Καψής
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Μαραθώνιος, συνηθίζουν να λένε, σε ταπεινώνει. Κι εγώ το πήρα το μάθημά μου για τα καλά το Σάββατο όταν −πάλι καλά− κατάφερα να ολοκληρώσω τον Μαραθώνιο του Ολύμπου. Έκανα τα 44 χιλιόμετρα σε 9 ώρες και 36 λεπτά, δηλαδή 11 λεπτά περισσότερα από πέρυσι. Κι αυτό παρόλο που νόμιζα ότι ήμουν καλύτερα προπονημένος.

Με όποιον μιλήσετε, βέβαια, θα σας πει για τη ζέστη. Το ρολόι μου έγραψε μέση θερμοκρασία 29οC, με μέγιστη θερμοκρασία τους 36ο − προφανώς τις τελευταίες ώρες, στο φαράγγι του Ενιπέα. Τόση ζέστη και υγρασία που κάποιες στιγμές ένιωθα δύσπνοια. Ακόμα και ο Δημήτρης Θεοδωρακάκος, πρώτος Έλληνας, έκανε 9 λεπτά περισσότερο από πέρυσι. Από τους 800 που ξεκινήσαμε εξάλλου, σχεδόν οι 180 εγκατέλειψαν. Πάνω από 20%.  Για να έχουμε το μέτρο βέβαια, ο Ισπανός Aritz Egea που ήρθε πρώτος, έκανε ρεκόρ διαδρομής με 4 ώρες και 24 λεπτά! Κάτι λέει κι αυτό. Για να μην τα φορτώνουμε όλα στη ζέστη δηλαδή.

Επιστρέφω στη δική μου εμπειρία. Πώς λένε ότι η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται; Ε, λοιπόν και η δύσκολη το ίδιο. Στις 6 το πρωί που ξεκινήσαμε είχε ήδη πάνω από 24 βαθμούς. Πέρυσι τα πρώτα χιλιόμετρα, σε άσφαλτο και με πολύ μικρή ανηφόρα, θυμάμαι τα έβγαλα πολύ εύκολα. Είχε μια πολύ ελαφριά ψιχάλα κι ήμασταν δροσερά. Φέτος δυσκολευόμουν από την αρχή. Όπως εκείνα τα πρωινά που δεν σου βγαίνει η προπόνηση, αγκομαχάς και δεν χαίρεσαι.

Παρ' όλα αυτά, τα 10 πρώτα χιλιόμετρα ως τον σταθμό της Κορομηλιάς που είναι και η πρώτη πόρτα αποκλεισμού, τα έκανα ακριβώς στον ίδιο χρόνο με πέρυσι. Για την ακρίβεια μισό λεπτό πιο γρήγορα. Το πραγματικό πρόβλημα άρχισε μετά. Σε εκείνο το σημείο της διαδρομής έχουμε καλύψει 1.000 περίπου μέτρα υψομετρικής διαφοράς και έχουμε αλλά 2. 200 ως τον τερματισμό. Τότε λοιπόν άρχισαν να με πιάνουν κράμπες στον τετρακέφαλο και στα δύο πόδια. Καταλαβαίνετε τον πανικό μου. Αν το παθαίνεις αυτό στην αρχή ουσιαστικά της διαδρομής, όταν είσαι ακόμα ξεκούραστος, πώς μπορείς να ελπίζεις ότι θα τερματίσεις; Με έπιασαν μαύρες σκέψεις, άρχισα να σκέφτομαι ότι θα εγκαταλείψω και κάκιζα τον εαυτό μου γιατί δεν έκανα σωστή ενδυνάμωση. Το ενδεχόμενο της εγκατάλειψης ούτε που το συζητούσα. Άρχισα όμως έναν αγώνα με τον χρόνο καθώς αναγκαστικά πήγαινα πιο συντηρητικά. Εκεί που πέρυσι απολάμβανα το τοπίο, φέτος παρακολουθούσα συνεχώς το ρολόι μου. Σε εκείνο το σημείο με προσπέρασε ο Θανάσης, γνωστός από το βουνό και διαδικτυακός φίλος. Πρέπει να έδειχνα αρκετά απελπισμένος γιατί προσφέρθηκε να μου αφήσει το ένα του μπατόν.  Φυσικά αρνήθηκα, η προσφορά του όμως μου άλλαξε τη διάθεση. Για καλή μου τύχη άρχισα σιγά-σιγά να συνέρχομαι και μετά τη δεύτερη πόρτα αποκλεισμού, στην Πετρόστρουγκα, στο 15ο χιλιόμετρο, σχεδόν ξεπέρασα το πρόβλημα. Στην κορυφή έφτασα 13 λεπτά πιο αργά από πέρυσι, τα δύο λεπτά ωστόσο τα κάλυψα στην κατηφόρα. Τερμάτισα σχετικά απογοητευμένος, είχα ελπίσει ότι θα κατεβάσω τον χρόνο μου. Τελικά όμως, δεδομένων των συνθηκών, θεώρησα επιτυχία και το ότι τερμάτισα μέσα στον χρόνο. Άλλωστε τρέχουμε για να χαιρόμαστε.

ΜΑΓΝΗΣΙΟ

Μετά τον αγώνα μίλησα με τον φίλο προπονητή Δημήτρη Κασίμη, ο οποίος επιμένει ότι το λάθος που έκανα δεν ήταν στην ενδυνάμωση αλλά στο ότι δεν είχα πάρει μαγνήσιο. Οι «ακραίες», όπως τις χαρακτήρισε, συνθήκες που είχαν σαν αποτέλεσμα να ιδρώνουμε περισσότερο και να χάνουμε με πιο γρήγορο ρυθμό ηλεκτρολύτες, έφεραν τις κράμπες. Εγώ βέβαια ποτέ μου δεν παίρνω μαγνήσιο χωρίς να έχω πρόβλημα. Από την άλλη πλευρά, ο Δημήτρης ξέρει πολύ καλύτερα − δεν είναι τυχαίο ότι η ομάδα του βγήκε πρώτη στον αγώνα. Μου έκανε εντύπωση ότι ο ίδιος  περίμενε τους δρομείς του σε διάφορα σημεία για να τους ενθαρρύνει.

Η ΟΜΑΔΑ

Από την ομάδα μας πάντως, ήμουν ο μόνος που τερμάτισε εντός χρόνου. Απανωτά, πιστεύω, λάθη μάς στοίχισαν. Ο Θανάσης και ο Ρόμπερτ αποφάσισαν να πάνε με βάση το καρδιοσυχνόμετρο − να κρατήσουν τους σφυγμούς τους δηλαδή κάτω από ένα όριο ώστε να μην πιεστούν. Έτσι όμως πήγαν πιο αργά, έχασαν το όριο στην Πετρόστρουγκα και αποκλείστηκαν. Αυτό πιθανότατα οφείλεται στη ζέστη που ανεβάζει τους σφυγμούς, γεγονός που τους ανάγκασε να πάνε πιο αργά από ό,τι συνήθως. Γενικά νομίζω ότι όταν ένας αγώνας έχει χρονικά όρια αποκλεισμού, πηγαίνεις και  με το ρολόι κι όσο αντέξεις. Η αλήθεια βέβαια είναι πως ο Θανάσης, πολύ καλύτερος από όλους μας, δεν είχε την καρδιά του στον αγώνα. Ήρθε περισσότερο για να μας κάνει παρέα. Όσο για τον Ρόμπερτ, έκανε πρώτη φορά τόσο μεγάλη διαδρομή στο βουνό και ήταν αγχωμένος. Μετράνε αυτά.

Ο Στέφανος και ο Γιάννης πήγαιναν κανονικά, μαζί, και μέσα στα χρονικά όρια σχεδόν ως το τέλος. Πέντε χιλιόμετρα πριν από τον τερματισμό ο Γιάννης αφυδατώθηκε, ένιωσε ζαλάδα και αναγκάστηκε να σταματήσει. Ο Στέφανος, σωστός φίλος, έμεινε φυσικά μαζί του.  Τελικά ο Γιάννης, με λίγη αλμόρα που του έδωσαν οι διασώστες, συνήλθε και τερμάτισαν προτελευταίοι, στις 11 ώρες, με ένα κουτί μπύρα στο χέρι. Είχαν χαρεί εξίσου τον αγώνα και το ανέβασμα στην κορυφή. Μιλώντας με τον Γιάννη μετά τον αγώνα ομολόγησε ότι στη διαδρομή δεν είχε πάρει ούτε ένα τζελάκι. Είναι φανατικός της υγιεινής διατροφής και βίγκαν. Λίγα ξερά σύκα μόνο. Βγαίνει όμως ο μαραθώνιος του Ολύμπου έτσι; Για να καταλάβετε, εγώ πάλι είχα πάρει 14 τζελάκια, πάνω από 1.000 θερμίδες!

Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Ξανακάνοντας φέτος τη διαδρομή, εκείνο που με εντυπωσίασε ήταν το πόσο πολύ είχα ξεχάσει τις δυσκολίες. Θυμόμουν το εντυπωσιακό δάσος της οξιάς στην ανηφόρα, την ευφορία όταν τρέχεις στον «λαιμό» έχοντας ολοκληρώσει σχεδόν την ανάβαση με φοβερή θέα στην κορυφή και γκρεμούς γύρω σου, ή το καταφύγιο Κάκκαλος στην άκρη ενός εντυπωσιακού αλπικού λιβαδιού. Φέτος κράτησα τις δύσκολες ανηφόρες μέσα στην πέτρα. Τη σχετικά σύντομη αλλά σχεδόν κάθετη ανάβαση λίγο πριν την πρώτη κορυφή όταν μέσα σου λες τελειώνει το μαρτύριο αλλά στο μεταξύ σου έχει βγει η ψυχή. Φυσικά τα ζωνάρια με τις απέραντες απόκρημνες πλαγιές χωρίς ίχνος βλάστησης που λες ότι έτσι και παραπατήσεις έχεις τελειώσει. Αλλά και τις συγκριτικά μικρές ανηφόρες του Ενιπέα, όταν όμως είσαι πια εξαντλημένος και μέσα σου λες «όχι άλλο, σας παρακαλώ». Όταν έφτασα στα Πριόνια και είχα άλλες τρεις ώρες για να κάνω τα τελευταία 13 χιλιόμετρα, θυμόμουν τον Νίκο Κωστόπουλο που έλεγε ότι αν για κάθε δρομέα που εγκατέλειπε μέσα στο φαράγγι ανάβαμε ένα κεράκι, τότε θα ήταν παντού κεράκια. Παρά το ότι σε εκείνο το σημείο ένιωθα λιγότερο κουρασμένος από πέρυσι, μια αγωνία την είχα. Με είδε ο Αποστόλης Μόσχος, από τους διοργανωτές του αγώνα στο Τείχιο, και άρχισε να με εφοδιάζει με τζελάκια και κόκα κόλα, περισσότερο όμως φρόντισε να με ενθαρρύνει. Όταν είπα στην Λεονί ότι ελπίζω να τερματίσω, ο Αποστόλης παρενέβη λέγοντας «όχι τέτοια τώρα, θα τερματίσεις, συγκεντρώσου στον αγώνα». Στη διαδρομή σκεφτόμουν συνέχεια αυτό το «συγκεντρώσου στον αγώνα». Ξαφνικά το τρέξιμο έγινε κάτι παραπάνω από μια φυσική διαδικασία. Πώς «συγκεντρώνεσαι» σε έναν αγώνα; Λες θα το κάνω και το κάνεις αδιαφορώντας για την κούραση ή τον πόνο; Προσέχεις τις κινήσεις σου; Αναλύεις τι νιώθεις αποδομώντας τα αρνητικά; Όπως και να 'ναι, τα πρώτα χιλιόμετρα τα έβγαλα πολύ πιο εύκολα. Όσο πλησιάζεις στο τέλος ωστόσο, σε πιάνει η ανυπομονησία και όλα τα σχέδια πάνε στράφι. Απλώς βρίζεις από μέσα σου για κάθε εμπόδιο που είσαι βέβαιος ότι έβαλαν οι διοργανωτές από απλό και άδολο σαδισμό.

Με τούτα και με κείνα πάντως, ο Ενιπέας έχει βγάλει κακό όνομα. Στην πραγματικότητα, είναι ένα πανέμορφο φαράγγι, ιδανικό για περπάτημα, με ένα ποτάμι που σχηματίζει συνεχώς μικρούς καταρράκτες και λίμνες ιδανικές για κολύμπι.

Μετά τον αγώνα, όταν προσπαθούσα να κλείσω τα μάτια μου για να ξεκουραστώ, η πρώτη εικόνα που μου ερχόταν στο μυαλό ήταν μια ανηφόρα μέσα στην πέτρα και κάτω από τον καυτό ήλιο. Αντί να νιώθω ότι ξεκουράζομαι, ένιωθα ότι κουράζομαι και ξύπναγα. Αυτά το μεσημέρι. Το βράδυ έβλεπα ότι έτρεχα δίπλα σε έναν γκρεμό και ξαφνικά ένιωθα ότι πέφτω. Το ίδιο όνειρο το βλέπω μετά από κάθε δύσκολο βουνίσιο αγώνα και κάθε φορά πετάγομαι τρομαγμένος. Περίεργα πράγματα.

Ο αγώνας έκλεισε με ένα λουκούλλειο γεύμα το βράδυ, φυσικά με άφθονη μπύρα, όλη η παρέα, μαζί και με τον Πάνο και τη Χαρά που είχαν έρθει για υποστήριξη. Τώρα αν πω ότι έχω παρατηρήσει πως μετά από έναν τέτοιο αγώνα, ό,τι και όσο και αν φάω, κοιμάμαι σαν το πουλάκι και με ελαφρύ στομάχι, δεν πιστεύω να παραξενευτεί κανείς.

Υ.Γ. Όπως είχα υποσχεθεί μετά τον τερματισμό, παρά το ότι έχω κόψει τη ζάχαρη, έφαγα και το γαλακτομπούρεκο.