Health & Fitness

Άνοιξε δρόμους στο βουνό

Το τρέξιμο μάς δίνει την ευκαιρία να γινόμαστε ξανά παιδιά

Παντελής Καψής
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο τίτλος του άρθρου θα μπορούσε να είναι «Τι γυρεύει ένας Υδραίος στη Λάρισα». Ένας ναυτικός που ερωτεύτηκε το βουνό. Ο Νίκος Κωστόπουλος βέβαια δεν είναι Υδραίος. Νέο παιδί, ωστόσο, ξεκίνησε καριέρα στη θάλασσα και μπάρκαρε, δόκιμος ανθυποπλοίαρχος, στα καράβια. Από ναυτική οικογένεια, τίποτα δεν προμήνυε ότι το βουνό, το τρέξιμο, η περιπέτεια θα αποτελούσαν τις πιο σημαντικές δραστηριότητες στη ζωή του. Σίγουρα περισσότερο από την καριέρα, που για τον Νίκο ήταν πάντα ένας τρόπος για να μπορεί να κάνει αυτό που πραγματικά αγαπούσε.

Συναντηθήκαμε δυο ημέρες μετά τον αγώνα στο Τείχιο και μου μίλησε για τη ζωή του. Αυτός φρέσκος μετά από 24 πρωινά χιλιόμετρα, εγώ πονώντας ακόμα σε όλο μου το σώμα − 5 χιλιόμετρα στο διάδρομο μόλις που τα κατάφερα. Με ενδιέφερε να μάθω τη διαδρομή του − τόσο διαφορετική από τη δική μου και από τη διαδρομή των πιο πολλών από εμάς που η δουλειά, η καριέρα γίνεται η ζωή μας.

Τον συνάντησα για πρώτη φορά στην Καρδαμύλη, το 2012, στον αγώνα του Ταϋγέτου. Ήταν ο τεχνικός διευθυντής και αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν η συμπεριφορά του. Σοβαρός, μετρημένος, έτοιμος να ακούσει, ξεχώριζε με τον τρόπο του. Εκ των υστέρων έμαθα ότι ανήκε στην ομάδα των πρωτοπόρων του αθλήματος. Σε αυτούς δηλαδή που αγάπησαν το βουνό πολύ πριν υπάρξουν οι αγώνες. Για την ακρίβεια, αυτοί πρώτοι τούς διοργάνωσαν αναζητώντας μια διέξοδο στο χόμπι τους.

Ξεκινήσαμε τη συζήτησή μας από τη θάλασσα. Καπετάνιος ο πατέρας του, ακολούθησε κι ο ίδιος το επάγγελμα, πρόλαβε όμως και το εγκατέλειψε νωρίς. Δυο αδέλφια Καλύμνιοι, «καλή τους ώρα» λέει όταν τους αναφέρει, του είπαν σχεδόν στο πρώτο του ταξίδι ότι τα βαπόρια είναι για τους χαζούς. «Αν είσαι χαζός είναι για σένα». Τον συμβούλεψαν να φύγει πριν γλυκαθεί από τα λεφτά. Έτσι κι έκανε στον τρίτο χρόνο. Με το τρέξιμο, ωστόσο, καμία σχέση. Η πρώτη του αγάπη ήταν οι αγώνες με μηχανές enduro. Εκεί για πρώτη φορά τού μπήκε η ιδέα να βελτιώσει τη φυσική του κατάσταση. Οι αγώνες, λέει, κρατούν έξι με οχτώ ώρες. «Στο τέλος γίνεσαι σακί, δεν μπορείς να ελέγξεις τη μηχανή». Και πάλι όμως, καμία σχέση με τρέξιμο. Λίγο ποδήλατο και πολεμικές τέχνες ήταν το μόνο που έκανε.

Η πρώτη του επαφή με τη σημερινή του αγάπη έγινε με τον πιο απρόβλεπτο τρόπο. Εκείνο τον καιρό είχε ένα κατάστημα με είδη δώρων στο νησί της καταγωγής του, τη Σέριφο. Τον χειμώνα είχε άφθονο ελεύθερο χρόνο. Έτσι, όταν είδε στις εφημερίδες μια πρόσκληση συμμετοχής στο Cutty Shark Crossing αποφάσισαν με έναν φίλο του να πάρουν μέρος. Η δοκιμασία για να προκριθούν ήταν στην πραγματικότητα ένα τρίαθλο. Η πρώτη του επαφή και το πρώτο του xterra, όπως λέει χαμογελώντας. Διακόσια μέτρα κολύμπι, 400 τρέξιμο και τρία χιλιόμετρα ποδήλατο. Οχτώ πενηντάδες από τις οποίες προκρίνονταν οι οχτώ πρώτοι. Αν και θαλασσινός, στο κολύμπι πάτωσε. Στο τρέξιμο όμως «σαν να σταμάτησε ο χρόνος για τους άλλους» πέρασε 45, ενώ στο ποδήλατο, με την εμπειρία των μηχανών, βγήκε πρώτος. Επόμενο στάδιο, για πρόκριση στον τελικό, στον Εύηνο όπου είχε διαφορετικές πρωτιές. Πρώτη φορά οδηγούσε τζιπ, πρώτη φορά καγιάκ, πρώτη φορά mountain bike, πρώτη φορά πορεία με πυξίδα και χάρτη. Είχε όμως πλεονεκτήματα. Το τζιπ, συνηθισμένος από τις enduro, του φαινόταν παιχνιδάκι. «Εμείς ισορροπούσαμε σε δύο ρόδες, σε τέσσερις ήταν χαβαλές». Η πυξίδα και ο χάρτης, τι πιο απλό για κάποιον μαθημένο από τη ναυσιπλοΐα. Το ποδήλατο εξάλλου είναι σαν την μηχανή, μόνο πιο κουραστικό. Όσο για τα καψόνια με κατασκευές και μεταφορά τραυματιών, στο στοιχείο του τα σχοινιά και οι κόμποι. Προκρίνονται λοιπόν ξανά και πάνε στον τελικό, πλήρωμα του τζιπ πλέον, στη Ροδόπη. «Κάναμε 500-600 χιλιόμετρα σε μια εβδομάδα κι εγώ ενθουσιασμένος. Εκεί ανακάλυψα την περιπέτεια».

Το επόμενο βήμα έγινε με την προτροπή ενός φίλου ο οποίος, λέει ο Νίκος, ήταν «θρύλος» στο χώρο του, ο Θανάσης Χούντρας. Από τους πρώτους Έλληνες που είχαν πάρει μέρος στο Camel Trophy, όταν έμαθε τα κατορθώματα του Νίκου, του πρότεινε να πάρει μέρος. «Σαν να μου έλεγε να πάω στο φεγγάρι». Πείθεται όμως, ξαναμπαίνει στην ίδια ιστορία, αυτή τη φορά όμως πολύ πιο extreme. Διασχίζουν ποτάμια, κάνουν μεγάλες αποστάσεις με ποδήλατο, μακρινές πορείες με πυξίδα και χάρτη, αλλά περνούν και εξετάσεις μηχανικών γνώσεων, «λύναμε διαφορικό για πρώτη φορά στη ζωή μας». Πηγαίνει στον διεθνή τελικό στην Κωνσταντινούπολη, μετέχουν 20 ομάδες, δεν καταφέρνει όμως να προκριθεί στον μεγάλο τελικό. Προκρίνονται οι δύο πρώτοι και βγαίνουν τρίτοι. Το ίδιο και την επόμενη χρονιά στη Σεβίλη. Τρίτη και τυχερή όμως, καταφέρνουν να περάσουν και πάνε Μογγολία για τρεις εβδομάδες. «Εμπειρία ζωής» αλλά και ευκαιρία να δεθεί φιλικά με τον άλλον Έλληνα του πληρώματος, «αγαπηθήκαμε κι είμαστε ακόμα φίλοι, άλλοι σκοτώθηκαν μεταξύ τους».

Αυτά το 1997. Από τρέξιμο ακόμα τίποτα. Συμπληρωματικά μόνο και για φυσική κατάσταση. Είχε ζητήσει ένα πρόγραμμα από φίλο γυμναστή στη Σέριφο κι αυτός του είπε να διαβάσει μια σειρά βιβλία για προπόνηση, δύναμη, ευλυγισία, ταχύτητα. Τον έβαλε μάλιστα να τα αγοράσει για να δείξει ότι το εννοεί. Στόχος του καλοκαιριού, «για να καταλάβεις σε τι κατάσταση ήμουν» να ανεβεί τρέχοντας μια ανηφόρα στο δρόμο για τη Ψιλή Άμμο, την πιο γνωστή παραλία του νησιού. Πρωτάρης.

Στο μεταξύ έχει έρθει στην Αθήνα για να μπορεί να είναι με την Ιουλία, τη γυναίκα του. Στην αρχή δουλεύει σε μια αντιπροσωπεία επίπλων. Όταν τους λέει ότι θα λείψει για να πάρει μέρος στον διαγωνισμό τού λένε ότι είναι αδύνατον να πάρει άδεια, έχουν δουλειά. Σηκώνεται και φεύγει. Επόμενη δουλειά σε ένα κατάστημα όπου ιδιοκτήτης είναι ο πρώτος Έλληνας που πήγε στο Camel Trophy. «Για τον διαγωνισμό έχεις όση άδεια θέλεις» του λέει.

Μετά την Μογγολία και την ένταση των τριών χρόνων βρίσκεται πίσω στην Αθήνα χωρίς κάποιο στόχο. Έχει αρχίσει όμως να αποκτά σχέσεις με το βουνό. Πηγαίνει σε σχολή χειμερινού βουνού, «μαθαίναμε απλώς να περπατάμε με ασφάλεια στο χιόνι, ήμασταν στο δημοτικό». Αποκτά όμως φίλους, βλέπουν ότι έχει καλή φυσική κατάσταση και του προτείνουν να κάνει ορειβατικό σκι, θα φτάσει τελικά μέχρι και εθνική ομάδα. Κάπου τότε μετέχει και στον πρώτο του αγώνα βουνού, στον ορειβατικό μαραθώνιο του Ολύμπου. Λίγο τυχαία, την προηγούμενη χρονιά είχε ανέβει στον Όλυμπο με φίλους και του γεννήθηκε η περιέργεια να τον δει και μέσα από αγώνα. Αρχίζει πιο συστηματικά τις προπονήσεις και τερματίζει ενθουσιασμένος σε 5 ώρες και 45 λεπτά. Κατευθείαν στα βαθιά. Ακολουθεί και ο κλασικός μαραθώνιος σε 3:35. Είναι η εποχή που οι δρομείς, λιγότεροι από 1.000, τσακώνονται με τους οδηγούς για την προτεραιότητα στο δρόμο. «Δεν μου είπε κάτι» η καρδιά του είναι στο βουνό.

Ακόμα όμως έχει λογαριασμούς με τους αγώνες περιπέτειας. Είναι η εποχή που είναι πολύ της μόδας. «Μπροστά τους» λέει «το Camel Trophy είναι παιχνιδάκι. Εκεί πάντα σε παρακολουθούν, έχεις δορυφορικό τηλέφωνο κι ακόμα κι αν αναποδογυρίσει το τζιπ και είσαι αναίσθητος, στέλνει σήμα να έρθουν να σε σώσουν. Στους αγώνες περιπέτειας είσαι μόνος με τον σύντροφό σου. Αν πάθεις κάτι μόνο αυτός θα σε βοηθήσει».

Σε μια προπόνηση για έναν αγώνα ορειβατικού σκι πέφτει η ιδέα. Να οργανώσουν έναν αγώνα περιπέτειας στην Ελλάδα. Είναι μαζί με τον Γιάννη Θεοχαρόπουλο και τον Μάικ Αργύρη που τους έχει γνωρίσει στο σκι. Ο Γιάννης ξέρει την Πάρνηθα απ' έξω κι αναλαμβάνει να χαράξει τη διαδρομή. Ο Μάικ έχει σχέση με διαφημιστικές κι αναλαμβάνει να φέρει κάποιες χορηγίες. Ο πρώτος αγώνας περιπέτειας στην Ελλάδα, ο «Άθλος Πάρνηθας» είναι γεγονός, 60 χιλιόμετρα με τρέξιμο, ποδήλατο και ορειβασία.

Παράλληλα, λίγους μήνες αργότερα, γίνεται και ο αγώνας Salomon Experience, μια πιο λάιτ εκδοχή του διάσημου Salomon Adventure που γίνεται στο εξωτερικό. Ο Νίκος με τον Γιάννη και δυο ακόμα φίλους είναι ομάδα και βγαίνουν πρώτοι κερδίζοντας το απίστευτο για την εποχή βραβείο του ενός εκατομμυρίου δραχμών. Βγαίνουν πρώτοι και τις επόμενες χρονιές, «Ήταν το άθλημά μου πλέον». Είχαμε γίνει το απόλυτο πλήρωμα, «με τα μάτια καταλάβαινα τους σφυγμούς τους». Τα είχαμε σαρώσει όλα. Τις επόμενες χρονιές το βραβείο είναι η συμμετοχή στους τελικούς του Salomon Adventure για την πρόκριση στον μεγάλο τελικό που κρατούσε μια εβδομάδα. Δεν το κατάφεραν, από τότε όμως είναι μέλος της ομάδας της Salomon ενώ από το 2010 είναι και τοπικός της πρεσβευτής. Αυτό σημαίνει ταξίδια στο εξωτερικό, συναντήσεις με ελίτ αθλητές, αγώνες και ανταλλαγή εμπειριών σε ειδικές εβδομάδες που διοργανώνει η εταιρεία.

Οι ημέρες των αγώνων περιπέτειας όμως είναι μετρημένες. Έχουν κόστος, απαιτούν πολύ καλή φυσική κατάσταση κι είναι δύσκολο να σχηματιστούν οι τετραμελείς ομάδες. Προβλέπεται μάλιστα και η συμμετοχή μιας τουλάχιστον γυναίκας που δυσκολεύει ακόμα πιο πολύ τα πράγματα, λέει ο Νίκος. Όσο δυνατή κι αν ήταν, δυσκολευόταν να μας ακολουθήσει. Η λύση ήταν το σχοινάκι, «δενόταν πάνω μας και την τραβάγαμε να πάει πιο γρήγορα». Όπως και να έχει, από το 2004 οι αγώνες περιπέτειας τελειώνουν και αρχίζει η περίοδος δυναμικής ανάπτυξης του ορεινού τρεξίματος. Σύμφωνα με έρευνα του εξειδικευμένου site Advendure, το 2016 έγιναν 90 διοργανώσεις με 160 αγώνες. «Αντέχουμε τόσους πολλούς;» ρωτάω. Δεν βλέπω κάποιον να σταματά, μου απαντά. Επιμένω για τα χαρακτηριστικά ορισμένων, έχουν εμπορικό χαρακτήρα, κάποιοι διοργανώνονται από ιδιωτικές εταιρείες. Το θεωρεί φυσιολογική και γενικά μάλλον θετική εξέλιξη. «Ένας καλός αγώνας είναι σαν ένα καλό φαγητό» λέει. «Αν σου αρέσει και συμφωνείς με τη τιμή, ξαναπάς. Αν δεν σου αρέσει όχι. Ορισμένοι στη δρομική κοινότητα» συνεχίζει «έχουν μείνει λίγο πίσω. Θέλουν λαϊκούς αγώνες που είναι τζάμπα.

Ένας αγώνας όμως έχει κόστος. Κάποιοι αφιερώνουν χρόνο να χαράξουν τη διαδρομή, ο ανεφοδιασμός, η χρονομέτρηση, το μπλουζάκι, όλα κοστίζουν. Αν είναι τζάμπα, αν βάζει τα λεφτά ο Δήμος τότε τα πληρώνουμε όλοι». Αναρωτιέμαι αν οι ίδιοι οι δρομείς μπορούν να οργανωθούν. Δεν είναι αισιόδοξος ,«έχουμε διαφορετικές απόψεις».

Στη νέα εποχή ο Νίκος, με την πείρα που διαθέτει, είναι τεχνικός διευθυντής σε δύο από τους πιο γνωστούς ορεινούς αγώνες, του Ταΰγετου και του Alpamayo, ενώ παράλληλα είναι τεχνικός διευθυντής αλλά και διοργανωτής του Salomon Mountain Cup. Είναι αθλητής ο ίδιος, πρεσβευτής της Salomon αλλά και προπονητής. Μόνο σε λίγους φίλους όμως, δεν προλαβαίνει παραπάνω. Με εξαίρεση την εργασία του, οκτώ ώρες πέντε ημέρες την εβδομάδα, όλος ο υπόλοιπος χρόνος του είναι ο αθλητισμός. Εκτός από το τρέξιμο κάνει και ποδήλατο. Μόνο τις enduro έχει παρατήσει εδώ και καιρό. Για να μη χτυπήσει αλλά και για το κόστος. Τον ρωτάω για τη θάλασσα, αν του λείπει. «Μου αρέσει» λέει. «Αν βρω ευκαιρία πάω ένα ταξιδάκι, αλλά μέχρι εκεί. Δεν έχω τον χρόνο». Προτού χωρίσουμε τον ρωτάω τι σημαίνει γι' αυτόν το τρέξιμο. Μας δίνει την ευκαιρία να γινόμαστε ξανά παιδιά, απαντά. Ίσως αυτό να είναι και το μυστικό του. Γιατί έφτιαξε έτσι τη ζωή του που έχει καταφέρει να κρατήσει ζωντανό το παιδί μέσα του.