Health & Fitness

Η σάρα και το καλό στραβοπάτημα

Το «μονοπάτι του Παρνασσού» είναι ένας αγώνας που φέτος έτρεξα για 4η χρονιά

Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μερικά πράγματα δεν μπορείς να τα εξηγείς πάντοτε με τη λογική. Το «μονοπάτι του Παρνασσού», για παράδειγμα, είναι ένας αγώνας που φέτος έτρεξα για 4η χρονιά. Σίγουρα είναι ωραίος αγώνας. Το βουνό, η βόρεια πλευρά του Παρνασσού, η λιγότερο κοσμική, από τα πιο ωραία της Ελλάδας. Πανέμορφα μονοπάτια μέσα στα έλατα, με τις κορφές −ιδιαίτερα φέτος− χιονισμένες. Η απόσταση, λιγότερο από δύο ώρες από την Αθήνα, βολική. Βολικός και ο χρόνος, ιδανικός για προετοιμασία για τον Όλυμπο. Είναι και η αίσθηση της γιορτής, όλη η περιοχή της Αμφίκλειας μοιάζει να συμμετέχει είτε τρέχοντας είτε ως εθελοντές, εξασφαλίζοντας μια άψογη διοργάνωση. Κάθε χρόνο εκατοντάδες δρομείς δηλώνουν συμμετοχή −φέτος ξεπέρασαν τους 450− για τον αγώνα των 24 χιλιομέτρων. Με 1.600 υψομετρική θέλει μια κάποια αντοχή.

Για τέταρτη χρονιά όμως; Ομολογώ έχει γίνει ένα είδος ιεροτελεστίας με τη σύντροφό μου, μια μικρή οικογενειακή γιορτή. Ξεκινά νωρίς στο πρωινό πριν από τον αγώνα. Όλος ο ξενώνας κλειστός από δρομείς, λίγο-πολύ γνωστοί πια μεταξύ μας, ανταλλάσσουμε δρομικές ιστορίες και οι παλιότεροι δίνουμε πληροφορίες για τη διαδρομή με το ύφος που αρμόζει σε μια τόσο πολύτιμη πείρα. Μετά τον αγώνα, κοσμικό δρομικό κους-κους στην πλατεία του χωριού αλληλοσυγχαιρόμενοι, και στη συνέχεια επιστροφή στον ξενώνα όπου ακολουθεί απαρεγκλίτως ομελέτα με σαλάτα στη βεράντα απολαμβάνοντας τη θέα της πεδιάδας και των απέναντι βουνών. Γιατί πρέπει να πω ότι ο ξενώνας αποτελεί μέρος της ιεροτελεστίας. Για να καταλάβετε, φέτος είχαμε ξεχάσει να κλείσουμε δωμάτιο, είδαμε ότι όλα είχαν δοθεί και πήραμε απελπισμένοι τηλέφωνο. «Μα φυσικά, σας έχουμε κρατήσει το δωμάτιο» ήταν η απάντηση της Νικολέτας που μαζί με τον Δημήτρη κρατάνε τον ξενώνα. Βλέπετε λοιπόν, κάθε χρόνο νιώθουμε σαν να κάνουμε την ετήσια επίσκεψη σε μακρινούς συγγενείς. Μια επίσκεψη που ολοκληρώνεται με ένα λουκούλλειο γεύμα, φυσικά με όλα τα απαγορευμένα − ναι, ακόμα και λουκάνικο σε ταβέρνα της περιοχής καθότι τίποτα καλύτερο για να σου φτιάξει την όρεξη μετά από 24 χιλιόμετρα ταλαιπωρίας. Και περιέργως δεν βαρυστομαχιάζεις.

Φέτος βέβαια ήταν ξεχωριστή χρόνια. Όλη σχεδόν η ομάδα που πάμε στον Όλυμπο δήλωσε συμμετοχή. Στέφανος, Σούλα, Γιάννης, και στην παρέα αλλά όχι στον Όλυμπο, ο Δημήτρης. Εγώ από μέρες αποφασισμένος να πάω «προπονητικά» χωρίς να ζοριστώ. Γι' αυτό τον λόγο μάλιστα δεν είχα δει τον χρόνο μου πέρυσι, έτσι ώστε να μην πιεστώ να τον ξεπεράσω. Τι ήταν να το σκεφτώ; Λίγο πριν τον αγώνα η Λεονί, που έχει το κουράγιο να με περιμένει σε κάθε προσβάσιμο σταθμό τροφοδοσίας, μου είπε με απόλυτη φυσικότητα: «το 2016 έκανες 3 ώρες και 42 λεπτά, άρα στον Αϊ Γιάννη θα είσαι σε 3 ώρες». Αυτό ήταν. Έπρεπε να κάνω κάτω από 3:42 κι ας ήμουν σε προπόνηση κι ας πόναγε η μέση − πότε δεν πονάει βέβαια. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά, ο καιρός ήταν ιδανικός, ήλιος αλλά χωρίς πολύ ζέστη, τελικά τερμάτισα 5 λεπτά νωρίτερα. Αν συνεχίσω έτσι, πάω για ρεκόρ στα 80 μου, είναι το αστείο μας. Ο Στέφανος 3:25, ο Γιάννης 3:29, ο Δημήτρης 3:50 και κάπου στις 4μιση ώρες η Σούλα που βγήκε πρώτη φορά στο βουνό φέτος − το είχε ρίξει στους μαραθώνιους και πριν 15 ημέρες έτρεξε στο Ρότερνταμ.

Mονοπάτι Παρνασσού

Από πτώσεις τίποτα το σπουδαίο, ένα γλίστρημα μόνο στη σάρα, χωρίς να χτυπήσω. Γιατί πρέπει να το πω κι αυτό: Το highlight της διαδρομής είναι μια μεγάλη σάρα. Όπου σάρα ένας ποταμός από πέτρες σε μια πολύ απότομη πλαγιά που πρέπει να την κατέβεις. Την πρώτη φορά σου προκαλεί πανικό. Δεν είναι εύκολο να πατάς και να υποχωρεί συνεχώς το έδαφος, με την προοπτική να κουτρουβαλιαστείς καμιά διακοσαριά μέτρα. Στην πράξη είναι πολύ πιο εύκολο, το ψυχολογικό ωστόσο δύσκολα ξεπερνιέται. Ποιος ξέρει, ίσως την πέμπτη χρονιά να το συνηθίσω.