Αυτοκινηση

Grand Prix Μόντρεαλ: Ο Νόρις στην «τρύπα της βελόνας»

Ο Τζορτζ Ράσελ με τη Mercedes, ο Μαξ Βερστάπεν με τη Red Bull και ο rookie της Mercedes, Αντρέα Κίμι Αντονέλι στο βάθρο

Αντώνης Παγκράτης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Grand Prix Μόντρεαλ: Ο αγώνας όπου η υπερθέρμανση των ελαστικών δεν αποτελεί πρόβλημα

Ο δέκατος αγώνας της χρονιάς, ο χιλιοστός εκατοστός τριακοστός τέταρτος (1.134) σε απόλυτη αρίθμηση της Formula 1, διεξήχθη την Κυριακή 16 Ιουνίου 2025 στην πίστα Circuit Gilles-Villeneuve στο Μόντρεαλ του Καναδά. Ο Τζορτζ Ράσελ είναι ο πρώτος οδηγός που δεν ανήκει στις McLaren και Red Bull και κατακτά νίκη στο φετινό πρωτάθλημα. Ίσως να είναι και ο τελευταίος αφού δεν φαίνεται καμιά άλλη ομάδα, πλην της Mercedes, να διεκδικήσει πρώτη θέση σε Grand Prix.

Αυτός όμως που έκλεψε τις καρδιές μας με το ψυχικό δράμα του ήταν για μία ακόμη φορά ο Λάντο Νόρις. Στον 66ο από τους 70 γύρους του αγώνα επιτίθεται στον ομόσταυλό του στη φουρκέτα της στροφής 10. Ο Όσκαρ Πιάστρι ανακάμπτει στο τελευταίο σικέιν, αφού καθόλη την ευθεία πριν από την τελευταία στροφή 13 (τη στροφή των πρωταθλητών) δίνουν μάχη σώμα με σώμα. Μπαίνουν στην ευθεία της εκκινήσεως και ακριβώς μπροστά στα μάτια των μηχανικών της ομάδας που βρίσκονται στο γκαράζ του pit lane, ο Νόρις επιτίθεται από την εσωτερική πλευρά του Πιάστρι σε ένα κενό σαν την «τρύπα της βελόνας» τής, κατά Λουκά, παραβολής της καμήλας: «Είναι ευκολότερο να περάσει μια καμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού». Ο Νόρις είχε την βεβαιότητα ότι θα περάσει και η επιτυχία θα ήταν τόσο μεγάλη που επιτέλους θα τον άφηναν στην ησυχία του. Φυσικά ήξερε ότι δεν μπορούσε -δεν είναι ούτε αρχάριος, ούτε ανόητος. Εξάλλου, αμέσως μετά, ζητάει συγγνώμη, δικαιολογώντας την κίνηση ως απόφαση ηλιθίου. Έχασε, για δευτερόλεπτα, τον έλεγχο της συνειδήσεώς του και αποφάσισε να υπερβεί τα όρια της πραγματικότητας ή βρήκε κατάλληλη στιγμή για να διασαφηνίσει μπροστά στα μάτια όλων ότι δεν αντέχει την ψυχολογική πίεση της ζωής του πρωταθλητή; Το πρώτο είναι προϋπόθεση του δεύτερου, υπό την εξής διευκρίνιση: Τί άλλο παρά μία υπέρβαση εαυτού είναι η ζωή ενός πρωταθλητή; Μια ασκητική προσέγγιση της πραγματικότητας δεν είναι η ουσία ενός βίου που κινείται προς την τελική επίτευξη ενός σκοπού;

Ο Νόρις δεν μπορεί να ζήσει έτσι. Στερείται της «θεϊκής» αποστολής του Σένα, της εμμονικής επικρατήσεως του Σουμάχερ, της στοχοπροσηλώσεως του Χάμιλτον, της προς τον πατέρα υποχρεώσεως τού Φερστάπεν, ή της αγιότητος του Λεκλέρ. Βλέπει τη Formula 1 ως ένα παιδικό παιχνίδι, ακόμα και τα αστεία του φανερώνουν έναν τέτοιο προσανατολισμό. Το βάρος της υποχρεωτικής νίκης είναι γι’ αυτόν δυσβάσταχτο. Προσφάτως επανέλαβε δημοσίως την αγωνία του πριν τους αγώνες η οποία τον αφήνει άυπνο. Ο Χέλμουτ Μάρκο της Red Bull απαξίωσε τις δηλώσεις σε τέτοιο σημείο που ζήτησε να απομακρυνθεί ο Νόρις από τους αγώνες γιατί χρήζει ψυχιατρικής εξετάσεως και μπορεί να είναι επικίνδυνος. Όπως αποδείχθηκε χθες, μάλλον για τον εαυτό του. Φρόντισε να μην αγγίξει τον συμπαίκτη του. Μα, δεν ήταν αυτή η πρόθεσή του, όπως ήταν του Ντάνιελ Ρικάρντο όταν «ανέβηκε» πάνω στον Φερστάπεν στον αγώνα του Μπακού, το 2018, με αποτέλεσμα την εγκατάλειψη και των δύο. Ίσως πίστεψε ότι εάν μπορούσε να περάσει από την «τρύπα της βελόνας» ο εσωτερικός αντίκτυπος θα ήταν τόσο μεγάλος που θα ξεπέρναγε την, ανά αγώνα, επαναλαμβανόμενη αγωνία που τον συνθλίβει και τον ακινητοποιεί.

Μια τέτοια αλλαγή θα του έδινε έναν νέο χρόνο. Θα μπορούσε να δει το μέλλον με αισιοδοξία, και όποτε επέστρεφε η παλιά αγωνία θα της αντιπαρέθετε την μεγάλη επιτυχία του καναδικού Grand Prix και θα την έδιωχνε από μέσα του. Ίσως, φυσικά χειρότερα, η άπαξ υπέρβαση της πραγματικότητας να ήταν αρκετή για να διώξει από μέσα του την υπαρξιακή αγωνία και να εγκατέλειπε δια παντός τους αγώνες. Η πραγματοποιούμενη ως αδύνατη προσπέραση να έπαιρνε την μορφή αιώνιας επιτυχίας και να πήγαινε, επιτέλους, σπίτι του. Όπως και να έχει η αδυναμία του Νόρις να μπει στη χορεία των πρωταθλητών τον κάνει περισσότερο ανθρώπινο και συμπαθητικό, υπό την έννοια ότι μας δίνει σαφέστατη ένδειξη ως προς το γεγονός ότι δεν είμαστε όλοι γεννημένοι για τα πρωτεία ή την αριστεία, αλλά χωρίς πικρία για τον εαυτό μας ή γι’ αυτούς που μπορούν να τα επιτύχουν. Το πιθανότερο είναι ότι ο Νόρις δεν θα γίνει ποτέ παγκόσμιος πρωταθλητής, εκτός αν υπάρξει κάποιος άνθρωπος που θα καταφέρει να τον απαλλάξει από την εγγενή αγωνία του. Όμως για μας τους θεατές η παρουσία του στους αγώνες αποτελεί ένα καλό παράδειγμα μιας ενάρετης ζωής εκτός της βασιλείας των Ουρανών.\

Ο Αγώνας

Τα περισσότερα σιρκουί επιβαρύνουν θερμικά τα ελαστικά, είτε στον πυρήνα είτε στην επιφάνεια. Το Μόντρεαλ δεν το κάνει. Η υπερθέρμανση των ελαστικών δεν αποτελεί πρόβλημα για κανέναν εδώ. Η εξαιρετικά ομαλή επιφάνεια, οι σύντομες αργές στροφές (σικέιν) και οι ευθείες που δροσίζουν τα ελαστικά μεταξύ τους απαλλάσσουν τις ομάδες από τον μπελά της υπερθέρμανσης. Αυτό εξαλείφει εντελώς έναν από τους κύριους περιορισμούς της Mercedes. Αντ' αυτού, η πρόκληση για τα ελαστικά είναι το graining – και στα δύο αριστερά ελαστικά, αλλά κυρίως στα μπροστινά. Ο γενικός περιορισμός ισορροπίας αυτής της γενιάς, αλλά ιδιαίτερα έντονος στη Mercedes – η δυσκολία να βρεθεί το ιδανικό σημείο μεταξύ υποστροφής σε χαμηλή ταχύτητα και αστάθειας σε υψηλή ταχύτητα – δεν είναι πραγματικά εμφανής εδώ. Δεν υπάρχει πραγματικά υψηλή ταχύτητα. Έτσι, εξαλείφεται και ο άλλος βασικός περιορισμός του αυτοκινήτου.

Πέρα από όλα αυτά, και την ικανότητα του Ράσελ να πιέσει το αυτοκίνητο στο qualifying, η ομάδα ένιωθε αρκετά σίγουρη για την εγγενή ταχύτητά της εδώ, ώστε να βασίσει τα προκριματικά της στα πιο ανθεκτικά «μεσαία» ελαστικά C5. Τα «μαλακά» C6 ήταν πιθανώς ταχύτερα, αλλά πολύ πιο ευαίσθητα ενώ απαιτούσαν μεγαλύτερη συντήρηση. Η Red Bull έκανε την ίδια επιλογή με τη Mercedes και τα C5 συνέβαλαν στο να καταλάβουν οι Ράσελ και Φερστάπεν την πρώτη σειρά. Η McLaren, χωρίς μακριές στροφές και χωρίς θερμική αποδυνάμωση να ελέγξει, εδώ ήταν απλώς ανταγωνιστική. Με τα C5, ίσως θα μπορούσε να διεκδικήσει την pole και από εκεί τη νίκη. Αλλά η ομάδα θεώρησε ότι χρειαζόταν τον επιπλέον χρόνο που υποσχέθηκε το C6 -τον οποίο όμως δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει. Η Ferrari έκανε την ίδια επιλογή, με παρόμοια αποτελέσματα.

Στην διάρκεια του αγώνα δεν είχαμε ιδιαίτερες εκπλήξεις σύμφωνα με τα παραπάνω δεδομένα. Ίσως θα μπορούσε η Ferrari να είναι πιο προσεκτική ως προς τη χρονική στιγμή που επέλεξε να βάλει στα pits τον Χάμιλτον, αφού έχασε 10 δευτερόλεπτα πέφτοντας σε κίνηση, βγαίνοντας. Επίσης ο Χάμιλτον, που ξεκίνησε πέμπτος, υπέστη ζημιά στον 13ο γύρο από ένα σκιουράκι, με τη ζημιά στο πάτωμα να του κοστίζει περίπου 0,5 δευτερόλεπτα ανά γύρο. Η επιλογή των «σκληρών» ελαστικών στο δεύτερο pit για τον Σαρλ Λεκλέρ ήταν ελαφρώς ακατανόητη. Τον έκανε πιο αργό. Σε αντίθεση με τον Νόρις που κατάφερε με τη «μεσαία» γόμα να φτάσει τον Πιάστρι και τρεις γύρους πριν το τέλος να έχουμε την αξιομνημόνευτη μονομαχία τους.

Ο Φερστάπεν πέτυχε παραπάνω από το αναμενόμενο, απλώς χωρίζοντας τις Mercedes.

«Δύο φορές ο Κίμι (Αντονέλλι) ήταν έτοιμος να με προσπεράσει», επισήμανε, «και μπήκαμε στα pits. Αυτό μου βγήκε σε καλό. Στο τελευταίο pit stop ανησυχούσα λίγο αν θα τα κατάφερνα μέχρι το τέλος, γιατί με τα σκληρά ελαστικά στο δεύτερο stint ήδη δυσκολευόμουν. Νομίζω ότι το μικρότερο βάρος καυσίμου βοήθησε λίγο».

Στις 27 με 29 Ιουλίου οι αγώνες θα γίνουν στην έδρα της Red Bull στην Αυστρία. Η πίστα Red Bull Ring στο πρώτο μισό ανταμείβει την ισχύ, καθώς τα αυτοκίνητα «πετούν» σε τρεις ευθείες διαδρομές που χωρίζονται από δύο ανηφορικές δεξιές στροφές. Αλλά στη συνέχεια, ενώ οι οδηγοί κατεβαίνουν την κατηφόρα, η πίστα μετατρέπεται σε μια κανονική διαδρομή με τσουλήθρα, καθώς τα μονοθέσια περνάνε από μια σειρά γρήγορων στροφών, συμπεριλαμβανομένης της συναρπαστικής δεξιάς στροφής Rindt που πήρε το όνομά της από τον πρώτο αυστριακό πρωταθλητή της Formula 1.