Life

Το σύνδρομο του ξεχασμένου μωρού: H ανθρωπολογική άποψη

Σώματα που τρέχουν αποσυντονισμένα, τρεκλίζουν, τραυματίζονται, σπινάρουν, παραμιλάνε και ξεχνούν

A.V. Guest
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Κ. Νάντια Σερεμετάκη γράφει για το σύνδρομο του ξεχασμένου μωρού υπό το πρίσμα της επίδρασης στην αντίληψη και μνήμη της ταχείας εναλλαγής ερεθισμάτων με τα οποία βομβαρδιζόμαστε

Το πρόσφατο περιστατικό ενός ενήλικα πατέρα που λόγω «απώλειας μνήμης» άφησε το πέντε μηνών παιδί του στο αυτοκίνητο επί οκτώ ώρες προκαλώντας το θάνατό του, παρουσιάστηκε στα μίντια ως το νέο σύνδρομο «του ξεχασμένου μωρού». Ωστόσο το «νέο» αυτό είδος «ασθένειας» των καιρών μας ανακαλεί την πάλαι ποτέ πλατωνική-αριστοτελική διαίρεση νους/σώμα που χαρακτηρίζει την ελληνική επίσημη παιδεία από αρχής της, με αποτέλεσμα το χάσμα μεταξύ επίσημης παιδείας και καθημερινής εμπειρίας  να διευρύνεται συνεχώς.

Στη μεν επίσημη παιδεία του τόπου μας, τεχνολογική και μη, η μνήμη κατανοείται ως μια νοητική και ψυχική ιδιότητα του ατόμου και ανάγεται εν τέλει σε μια απλή πηγή ιδεών, στη δε καθημερινή ζωή του απλού πολίτη η μνήμη όσο και η αντίληψη είναι άρρηκτα δεμένες με τις αισθήσεις και η υλικότητά τους αδιαμφισβήτητη — η μνήμη είναι διάσπαρτη εκεί έξω, ενσωματωμένη στον υλικό μας περίγυρο.

Χαρακτηριστική είναι λοιπόν η διαφορετική προσέγγιση του εν λόγω συμβάντος μεταξύ των μέσων ενημέρωσης, κυρίως της τηλεόρασης με τη συμβολή προσκεκλημένων «ειδικών επιστημόνων», και μεγάλου μέρους του κοινού, κυρίως ατόμων της προηγούμενης γενιάς: Τα μεν μίντια αιτιολόγησαν το «νέο» φαινόμενο τού να ξεχνάς το μωρό σου στο αυτοκίνητο ως εγκεφαλικό βλακάουτ που προκύπτει λόγω των πολλαπλών και ταυτόχρονων ασχολιών του μοντέρνου ανθρώπου, οι δε απλοί πολίτες τοποθετήθηκαν επικριτικά θεωρώντας «αδύνατο το να μην υπάρξει επί τόσες ώρες ούτε ένα αντικείμενο ή κάποια χειρονομία που να υπενθυμίζει».

Η αισθητήρια μνήμη είναι ενσωματωμένη σε αντικείμενα, χώρους και πολιτισμικά διαμορφωμένες χειρονομίες που ανακαλούν. Αυτή είναι θέση που έχει άλλωστε τεκμηριωθεί στο διεθνή επιστημονικό χώρο από χρόνια, ειδικότερα δε από ανθρωπολογικές μελέτες της ελληνικής κουλτούρας (με την πλέον αναφερόμενη σήμερα αυτή της Seremetakis, The Senses Still, 1996). Γενικότερα δε, η επικίνδυνη επίδραση στην αντίληψη και μνήμη που είχε η νεωτερικότητα, η εποχή της ταχείας εναλλαγής των ερεθισμάτων με τα οποία βομβαρδίζεται το άτομο, έχει συζητηθεί στην κοινωνική φιλοσοφία ήδη από τον 19ο αιώνα (βλ. Walter Benjamin, Susan Buck-Morss, κ.α.).

Στον τόπο μας ο κίνδυνος της απώλειας της μνήμης, τοπικής και ατομικής, έχει προοιωνιστεί από καιρό. Το σώμα της γης, το αγροτικό τοπίο για παράδειγμα, ήταν κομιστής και φορέας μνήμης και τόπος κοινωνικής συλλογικοποίησης που βαθμιαία πέρασε στην ιδιωτική σφαίρα. Η γη εγκρατεί, καλλιεργεί και αναδύει μνήμες ως ήχο, γεύση, άρωμα, αφή, θέα και γλώσσα. Η απώλεια αυτού του τοπίου μνήμης, η σταδιακή μετατροπή του σε απλό χρηστικό είδος για οικονομική εκμετάλλευση, το καθιστά παροντολογικό, χάνει με άλλα λόγια ο τόπος την ιστορία του και γίνεται από τόπος ένας ουδέτερος χώρος. Και όταν τόποι και τεχνικές μνήμης διαλύονται τότε το άτομο χάνει την ικανότητα να κωδικοποιεί παρελθόντα, παρόντα και αναμενόμενα συμβάντα και εμπειρίες στο επίπεδο των αισθήσεων. Κατά την κοινή έκφραση, «χάνει την αίσθηση των πραγμάτων». Γιατί τέτοιες εμπειρίες κωδικοποίησης δεν είναι ποτέ απλώς μια εγκεφαλική διεργασία.

Την ανάγκη να διασωθεί και μεταδοθεί η ιδιωτική ιστορία, το «μέσα μας», σηματοδοτούν σήμερα οι καθημερινές παραστασιακές επιτελέσεις των πολιτών, όπως το γκράφιτι, τα σέλφις, το φέισμπουκ, τα εκκλησάκια στους δρόμους κ.ά., με τις οποίες δηλώνουν δημόσια την ανάγκη για μια εναλλακτική μορφή (εν)θύμησης.

Το κυριολεκτικό, χρηστικό αντικείμενο δεν καλεί ούτε ανακαλεί. Καταναλώνεται και προσπερνάται, χωρίς να στέκει στις αισθήσεις αρκετά ώστε να συρραφτεί στον ιστό της μνήμης με άλλα συμβάντα που προηγήθηκαν.

Σε μια τέτοια γρήγορη εναλλαγή και κατανάλωση εικόνων και συμβάντων —το ένα να αντικαθιστά το άλλο— επενδύει άλλωστε η τηλεόραση και η νέα τεχνολογία. Και η ταχυφαγία οδηγεί στην ταχεία εκκένωση.

Οι επιπτώσεις αυτής της επίδρασης της νέας τεχνολογίας για την αντίληψη και μνήμη γίνονται ολοένα και πιο ορατές στο ανθρώπινο σώμα. Μια απλή εθνογραφική ματιά στο δρόμο, για παράδειγμα, αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι το σώμα κινείται στο χώρο και το χρόνο με τρόπους που θυμίζουν ταινίες Τσάρλι Τσάπλιν. Τρέχει αποσυντονισμένο, τρεκλίζει, τραυματίζεται, σπινάρει και φρενάρει αδικαιολόγητα, παρα-βιάζει, παραμιλάει και ξεχνάει. Είναι ένα σώμα αποσυνδεδεμένο από το κοινωνικό νευρικό σύστημα. Όπως συχνά το θέτουν οι οδηγοί των μέσων μεταφοράς του επιβατικού κοινού, ζούμε σε «μια κίνηση αλαλούμ».

Μια ψυχολογική ή νευρολογική ερμηνεία λοιπόν δεν επαρκεί για να κατανοήσουμε «νέα» φαινόμενα και εξελίξεις στην καθημερινή ζωή μας. Μια τρίτη προσέγγιση απαιτείται, αυτή που θα βλέπει «το συνολικό άτομο», όπως θα έλεγε και ο γνωστός ανθρωπολόγος Marcel Mauss που μίλησε νωρίς για τις «τεχνικές του σώματος» (1974). Μια τέτοια προσέγγιση  απαιτεί γνώσεις πολύ πέραν της βιολογίας, της φυσιολογίας ή της ψυχολογίας. Απαιτεί γνώσεις επιστημονικές που να περιλαμβάνουν μια ανθρωπολογία των αισθήσεων, του σώματος, της μνήμης, και των ιστορικών-κοινωνικών-πολιτισμικών πλαισίων που τα διαμορφώνουν. Απαιτεί μια διαφορετική παιδεία.

Η Κ. Νάντια Σερεμετάκη διετέλεσε Καθηγήτρια Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, ενωρίτερα στης Νέας Υόρκης και το 2023 είναι προσκεκλημένη Επισκέπτρια Καθηγήτρια στο  παν/μιο του Βελγίου KU Leuven. Είναι συγγραφέας επτά (7) βιβλίων που κυκλοφορούν στην αγγλική και ελληνική, ενώ άρθρα της έχουν μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες. www.seremetakis.com