Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Saturday Night Live: To show θεσμός της αμερικανικής τηλεόρασης
Saturday Night Live: Η ιστορία της εκπομπής που φέτος συμπληρώνει την πέμπτη της δεκαετία
Νύχτα Σαββάτου, 11 Οκτωβρίου 1975. Studio 8Η, NBC. Δύο πολυθρόνες υπό το φως ενός μοναδικού λαμπτήρα. O ιδιοφυής κωμικός και σεναριογράφος Michael O’ Donoghue ξεκινάει ένα ιδιότυπο μάθημα αγγλικών με τον άγνωστο τότε ηθοποιό John Belushi. Το χιούμορ αυτού του σκετς είναι δύσκολο να αναπαραχθεί σε μια ξερή γραμμή ενός αφιερώματος σχεδόν πενήντα χρόνια μετά, ίσως άλλωστε να έχει ξεπεραστεί, ίσως και όχι. Εκείνο το βράδυ του Οκτωβρίου όμως, αυτές οι δύο πολυθρόνες και οι άνθρωποι που κάθονταν σε αυτές υπέγραψαν την πρώτη πράξη ενός νέου, συναρπαστικού κεφαλαίου της αμερικανικής -και ως εκ τούτου της παγκόσμιας τηλεόρασης- που θα άλλαζε πολλά.
Το πόσα πολλά άλλαξε αποδεικνύεται πανηγυρικά το βράδυ της 28ης Σεπτεμβρίου 2024 με το πρώτο επεισόδιο της 50ης σεζόν του Saturday Night Live να είναι γεγονός. Το ίδιο opening, το ίδιο outro. Η Maya Rudolph ως Kamala Harris, ο Jim Gaffigan ως Tim Waltz, o James Austin Johnson έτοιμος να δεχτεί πυρά εντός και εκτός show ως Donald Trump, ο Dana Carvey στον ρόλο του Joe Biden να ρίχνει γέφυρα προς την ιστορία του show και του ταλέντου που το έκανε αυτό που είναι.
Μπορεί το Saturday Night Live το οποίο ξεκίνησε ως ό,τι πιο ρηξικέλευθο και αντισυμβατικό ξημέρωσε στην αμερικανική τηλεόραση των 70s να έχει περάσει πια στη σφαίρα του «comfort food» για τον μέσο τηλεθεατή, όμως ακριβώς το γεγονός ότι αυτού του τύπου η παρωδία, η σάτιρα που ξέρει πώς να γέρνει τη ζυγαριά της προς τη μεριά του ταλέντου αποφεύγοντας τις παγίδες της προσβολής, έχει περάσει στις συνήθειες του αμερικανικού κοινού και παραμένει εκεί για πέντε δεκαετίες είναι το μεγάλο επίτευγμα της εκπομπής – ένα από τα μεγαλύτερα συστατικά της επιτυχίας που την έκανε διαχρονικό case study των παγκόσμιων media για το οποίο γράφονται διατριβές και βιβλία, για το οποίο μάλλον θα γυριστούν ταινίες και σειρές τα επόμενα πενήντα χρόνια.
Ναι, το Saturday Night Live παλεύει τα τελευταία χρόνια και αυτό με τους δαίμονες του χρόνου και του relevance, δίνει συνεχείς μάχες προσαρμογής, προσπαθώντας να κρατήσει τα αντανακλαστικά του σε φόρμα – το σκετς με τον Bowen Yang ως Charli XCX έχει ήδη περάσει στα highlights της 50ης σεζόν με το καλημέρα.
Ναι, το Saturday Night Live δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε. Όμως η ίδια η τηλεόραση δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε, η ίδια η τηλεόραση αρκείται -και στην Αμερική και σε όλον τον κόσμο- στον δεύτερο ρόλο του διακινητή σε δεύτερο χρόνο όσων συμβαίνουν σε πρώτο χρόνο στον κόσμο των social media. Όταν όμως η τηλεόραση ήταν αυτό που ήταν το Saturday Night Live ήταν αυτό που πρώτο έφερε την τηλεοπτική αναρχία στην τηλεοπτική εξουσία. Και αυτό πήγε κάπως έτσι.
Saturday Night Live: H «γέννηση» ενός θεσμού
Το Saturday Night Live γεννήθηκε στο μυαλό του σεναριογράφου και τηλεοπτικού παραγωγού Lorne Michaels στα μέσα της δεκαετίας του ’70 - μια απάντηση στην ανάγκη να καλυφθεί το κενό της νυχτερινής τηλεοπτικής ζώνης του Σαββάτου μετά το αίτημα του Johnny Carson, παρουσιαστή της late night ναυαρχίδας του NBC, «The Tonight Show» για μεταφορά του show τις καθημερινές. Ο Michaels εμπνεύστηκε μια πρωτότυπη, υβριδική -before it was cool- εκπομπή, ένα variety show βασισμένη στην κωμωδία υψηλών προδιαγραφών με ισχυρές νότες πολιτικής σάτιρας και ένα μουσικό – καλλιτεχνικό twist. Με τη βοήθεια του διευθυντή της late night ζώνης του NBC, Dick Ebersol έστησε τον πρώτο σκελετό της εκπομπής κάτω από την στέγη του ιστορικού πια Studio 8Η ενώ για να στελεχώσει τη δεξαμενή ταλέντου που θα χρειαζόταν για την υλοποίηση της ιδέας του επιστράτευσε πένες και φωνές από το κωμικό ραδιοφωνικό show The National Lampoon Radio Hour, περιλαμβανομένου του head writer Michael O’ Donoghue.
Ίσως κανείς στον σταθμό δεν περίμενε ότι ένα show που αναπτύχθηκε με σχετικά χαμηλό budget μέσα σε λίγες εβδομάδες από το μηδέν ως ένα filler τηλεοπτικό προϊόν θα γινόταν ένας τηλεοπτικός θεσμός της αμερικανικής τηλεόρασης εφάμιλλος στην απήχηση και τη διάρκεια με τον τίτλο που κλήθηκε να «αντικαταστήσει». Κι όμως το Saturday Night Live ταράζοντας συθέμελα τις βάσεις των παραδοσιακών talk shows πάνω στα οποία χτίστηκε μεταξύ άλλων η αμερικανική τηλεόραση κατάφερε με την out-of-the-box πρότασή του να κάνει αισθητή την παρουσία του από την πρώτη μέρα και να συντηρήσει τον τηλεοπτικό του μύθο για πέντε δεκαετίες.
H πρώτη σεζόν της εκπομπής ήταν ένα αταξινόμητο αλλά άκρως γοητευτικό αυτοσχεδιαστικό χάος με ζωντανά σκετς, αστεία και παρωδίες, πρωτότυπες μουσικές εμφανίσεις και το απρόοπτο να περιμένει τον τηλεθεατή από δεκάλεπτο σε δεκάλεπτο και από επεισόδιο σε επεισόδιο. Εκεί που στο πρώτο επεισόδιο ο Αμερικανός τηλεθεατής έβλεπε ένα muppet show ενηλίκων και τον Andy Kaufman σε παγκόσμια τηλεοπτική πρώτη να συναγωνίζεται το status ενός καρτούν υπερήρωα ποντικού με το «I’ ve come to Save the Day» από το Mighty Mouse να παίζει σε ένα μικρό φορητό πικάπ, στο δεύτερο επεισόδιο θα τον περίμεναν οι Simon and Garfunkel unplugged και ο Randy Newman. Πού θα πήγαινε όλο αυτό;
Το ελεύθερο format του Saturday Night Live βασισμένο στο αυθόρμητο ταλέντο, το brainstorming και το momentum της καλής ιδέας έπαιξε μεγάλο ρόλο στην από-στόμα-σε-στόμα επιτυχία της πρώτης χρονιάς του Saturday Night Live σε μια εποχή που η δημιουργική ελευθερία ήταν πράγματι ελεύθερη. Όπως έγραψε πριν λίγες ημέρες και ο David von Drehle σε σχετικό άρθρο του στην Washington Post το Saturday Night Live, ένα show που έμοιαζε να «έχει στηθεί από μια παρέα παιδιών σε έναν αχυρώνα», ήταν μια παιδική χαρά που στήθηκε στην εγκαταλελειμμένη νυχτερινή ζώνη του NBC, στο σωστό μέρος, τη σωστή στιγμή. Ένα παιχνίδι με τους δικούς του κανόνες που μπορούσαν να αλλάζουν, να σπάνε και να ξαναγράφονται σε πραγματικό, τηλεοπτικό χρόνο. Το αρχικό cast της εκπομπής, μια παρέλαση φωτεινού κωμικού ταλέντου με ονόματα όπως αυτά των Chevy Chase, John Belushi, Dan Aykroyd, Jane Curtin και Gilda Radner που αργότερα έγινε γνωστή ως «Not Ready for Prime-Time Players», ήταν κομμένο και ραμμένο για να εξυπηρετήσει την ανατρεπτική και αντισυμβατική σπουδή του Saturday Night Live στην αμερικανική τηλεοπτική, κοινωνική και πολιτική κουλτούρα, μια παιχνιδιάρικη οπτική, έτοιμη να «δαγκώσει» τα συντηρητικά ένστικτα του μέσου τηλεθεατή και να τους δείξει κλείνοντας το μάτι νέες κατευθύνσεις.
Σάτιρα, παρωδία και πολιτισμικό σχόλιο στο Saturday Night Live
Η φρέσκια σάτιρα και η παρωδία αποτέλεσαν διαχρονικά τα θεμέλια του Saturday Night Live με το show να κλυδωνίζεται ακριβώς όποτε ο πυρήνας αυτών των νευραλγικών συστατικών του απειλήθηκε από τη συντήρηση που αναπόφευκτα υποθάλπεται στις δεκαετίες που περνάνε από το κοντέρ ακόμα και του πιο προοδευτικού, εναλλακτικού ή επαναστατικού εγχειρήματος.
Στο SNL η παρωδία και η σάτιρα επιστρατεύτηκαν από την πρώτη στιγμή ως το κατεξοχήν εργαλείο κοινωνικού, πολιτικού και εν τέλει πολιτισμικού σχολιασμού – ένα εργαλείο που ξεκλείδωσε όλα τα επί μέρους ευρήματα του show. Το θρυλικό πια και μακροβιότερο SNL segment “Weekend Update” με πρώτο άνκορμαν τον Chevy Chase και τη χαρακτηριστική του καλησπέρα («I’ m Chevy Chase..and you ‘re not») και τα ενσωματωμένα «Point – Counterpoint» debates μεταξύ Dan Aykroyd και Jane Curtin άφησε εποχή γεννώντας ουσιαστικά ένα νέο sub – genre τηλεοπτικής παρωδίας ή/και κωμωδίας εν είδη δελτίου ειδήσεων. Η επιδραστικότητα του The Weekend Update έχει επισημανθεί και αναλυθεί τόσο από τον ίδιο τον Chevy Chase όσο και σε σχετικά κατά καιρούς αφιερώματα - ας πούμε μόνο ότι οι δημιουργοί του The Daily Show και του The Colbert Report μάλλον υπήρξαν μεγάλοι fans της συγκεκριμένης στήλης του SNL.
Από τη σχεδόν αρχή επίσης αναπτύχθηκε στο SNL μια σταθερά προεδρικής σάτιρας με αγαπημένο αντικείμενο τους εκάστοτε προέδρους των ΗΠΑ, από τον Gerald Ford μέχρι τον Joe Biden ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που οι σατιρικές προσεγγίσεις πολιτικών, προέδρων και υποψηφίων για τα ανωτέρα πολιτικά αξιώματα της Αμερικής διαμόρφωσαν, δικαίως ή αδίκως, την αντίληψη του κοινού για πτυχές της προσωπικότητάς τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η διακωμώδηση του πορτρέτου της πρώην κυβερνήτριας της Αλάσκα και υποψήφιας αντιπροέδρου των Ρεπουμπλικάνων στην προεδρική κούρσα του 2008, Sarah Palin από την Tina Fay – ένα κωμικό πορτρέτο με τόσο βαθύ αποτύπωμα στη λαϊκή αντίληψη που σύντομα -όχι καλώς φυσικά- οι ατάκες από τα σκετς της Fay θα περνούσαν για αληθινά λόγια της Palin είτε η τελευταία τα είχε προφέρει είτε όχι.
Το SNL άφησε βαθύ σημάδι και στο πιο «ανώδυνο» σε σχέση με την πολιτική τερέν του πολιτιστικού σχολίου με σκετς που εξελίχθηκαν σε αυτόνομα πολιτιστικά φαινόμενα. Οι συστάσεις περιττεόυν για το μουσικό, κωμικό σκετς των John Belushi και Dan Aykroyd που οδήγησε στην ομώνυμη ταινία του 1980 και σε ένα act που έγραψε τη δικιά του ιστορία. Ενώ και το σκετς – στήλη “Wayne’s World” του Mike Mayers με τον Mayers και τον Dana Carvey στους ρόλους δύο metalheads ΤV hosts έγινε τόσο δημοφιλές που εξαργυρώθηκε σε δύο ομώνυμες ταινίες (σε παραγωγή του Lorne Michaels) και πέρασε στη καλτ σφαίρα ως ορόσημο της 90s νοσταλγίας.
Φτιάχνοντας καριέρες στο Saturday Night Live
To SNL υπήρξε πάντα ένα show βασισμένο στο ταλέντο και στους έμψυχους φορείς του και οι πρωτοπόροι Blues Brothers John Belushi και Dan Aykroyd δεν ήταν οι μόνοι που είδαν την καριέρα τους να χτίζεται μέσα από το Studio 8H του NBC. Πολλοί μεταγενέστεροι αστέρες που έβαλαν μεγαλύτερα ή μικρότερα λιθαράκια στη σύγχρονη αμερικανική κωμωδία, όπως ο Eddie Murphy, ο Chris Rock, η Tina Fey, ο Will Ferrell και ο Dave Chapelle είδαν τις καριέρες τους να απογειώνονται με εφαλτήριο τη σκαλέτα του SNL η οποία φρόντιζε για συνεχή ροή φρέσκων φωνών και προσώπων αδιάλειπτα για σχεδόν σαράντα χρόνια πριν περάσει στην πιο comfort εκδοχή της κατά την πέμπτη της δεκαετία. Αλλά και άλλοι ηθοποιοί και καλλιτέχνες από τον Tom Hanks και τον Alec Baldwin μέχρι τον Justin Timberlake μέσα από τον θεσμό των guest hosts είδαν τις μετοχές τους να ανεβαίνουν κι άλλο προσφέροντας σε αντάλλαγμα την προσωπική τους σφραγίδα στις σελίδες του show.
Ιδίως ο Eddie Murphy άφησε στίγμα ιδιαίτερης σημειολογίας κατά τη μεταβατική περίοδο του show τη δεκαετία του ’80 κρατώντας το ουσιαστικά στον αφρό με το ταλέντο του και μνημειώδεις χαρακτήρες όπως ο Buckweat, ο Gamby και ο Mr. Robinson που επιβιώνουν και λειτουργούν ως αναφορά έως και σήμερα. Η δυναμική ικανότητα του Murphy να τρυπήσει το ταβάνι της εκπομπής και να τη σπρώξει πέρα από τα όρια της σε μια περίοδο χαμηλών πτήσεων για το show ήταν το καλύτερο διαπιστευτήριο για την κωμική ευφυία του και εξελίχθηκε σε ένα win – win παιχνίδι τόσο για το SNL που κατά κάποιον τρόπο αναστήθηκε όσο και για τον ίδιο τον Eddie Murphy που είδε τον νεαρό και άβγαλτο εαυτό του να εκτοξεύεται με συνοπτικές διαδικασίες στο επίκεντρο του κινηματογραφικού ενδιαφέροντος της εποχής με τις προτάσεις για ταινίες να πέφτουν βροχή.
Κατά τη δεκαετία του ’90 πήραν τη σκυτάλη της ανανέωσης οι Mike Mayers και Dana Carvey που διαμόρφωσαν τα προσωπικά τους καλτ άστρα μέσα από το “Wayne’s World” αλλά και ονόματα όπως αυτά των Adam Sandler και Chris Farley. Ιδίως ο τελευταίος με τη φυσική κωμική του προσέγγιση και τη larger-than-life περσόνα του έδωσε νέα πνοή στο show κουβαλώντας ακριβώς την ενέργεια που ζητούσε η εποχή. Ενώ τα βίντεο με τα σκετς του “Matt Foley Motivational Speaker” χαρακτήρα του μετράνε εκατομμύρια views και σχόλια στο YouTube που πατάνε το play ξανά και ξανά έως και σήμερα που μια τούμπα σε ένα τραπεζάκι του καφέ δεν φαντάζει και το πιο φρέσκο αστείο που μπορεί να σκεφτεί κανείς.
Η αλλαγή της χιλιετίας βρήκε το SNL να έχει πατήσει τα 30 και να προσπαθεί να συνδεθεί με πιο νεανικά ακροατήρια και την πρώτη γενιά του Internet. Καταλυτικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η στήλη Digital Shorts, τα σύντομα κωμικά – μουσικά βίντεο που ξεκίνησαν από μια ιδέα του σεναριογράφου Adam McKay αλλά εκτοξεύθηκαν σε απήχηση χάρη στην προσθήκη της κωμικής τριπλέτας των Lonely Island (Andy Samberg, Jorma Taccone, Akiva Schaffer) και ιδίως του Andy Samberg. Δεκάδες Digital Shorts φτιάχτηκαν από την πρώτη τους σεζόν το 2005 μέχρι και το 2012 ενώ η στήλη συνεχίζεται με κάποιες αναγκαίες αλλαγές από το 2013 -οπότε και αποχώρησε ο Samberg- μέχρι και σήμερα. Σκετς όπως τα “Lazy Sunday” και “Dick in a Box” μπορούν να καμαρώνουν ως οι πρώτες εγγραφές στο φαινόμενο που σήμερα γνωρίζουμε πολύ καλά ως “viral” ενώ το τρίο των Lonely Island μάλλον δεν θα είχε φτάσει ούτε το μισό της μαζικής επιτυχίας που γνώρισε χάρη στο SNL χωρίς το SNL στην ιστορία τους.
Αν μη τι άλλο το Saturday Night Live κρατώντας συνεχώς την πόρτα ανοιχτή σε νέες ιδέες και νέα πρόσωπα υπήρξε ένα format που έσπασε ρεκόρ στην επανεφεύρεση του ευατού του. Πάντα μετά μουσικής.
Saturday Night Live Soundtrack: Από τους Nirvana στον Kanye West
Πέρα από τη μουσική ως άρρηκτο στοιχείο πολλών εμβληματικών και επιτυχημένων SNL σκετς, όπως το Blues Brothers και το Wayne’s World το Saturday Night Live είχε πάντα το αυτί του στημένο σε ό, τι «συμβαίνει τώρα» και στις πιο ισχυρές αναδυόμενες τάσεις της μουσικής βιομηχανίας.
Από τις πρώτες ημέρες του 1975 με την εμφάνιση των Simon and Garfunkel και το ανέκδοτο petition για την επανένωση των Beatles το Saturday Night Live κατέστησε σαφές ότι κυκλοφορεί εκεί έξω και ότι φιλοδοξεί να παίξει και στα «μουσικά πράγματα» συχνά σε συνδυασμό με τους bizarre και αντικομφορμιστικούς άξονες που διαμόρφωσαν το DNA του.
Η εμφάνιση του Paul Simon στο Thanksgiving Special επεισόδιο του 1976 με κοστούμι γαλοπούλας ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του «παντρέματος» του κωμικού στοιχείου με το μουσικό guest act ενώ όσοι τυχεροί ήταν συντονισμένοι στις οθόνες το βράδυ του 1979 όταν ο David Bowie έδωσε ένα από τα πιο σουρεαλιστικά και avant - garde τηλεοπτικά ερεθίσματα για την εποχή με την εκτέλεση του “The Man Who Sold The World” μάλλον θα ένιωσαν την αισθητική τους να αλλάζει για πάντα. Μια εμπειρία που θα μπορούσε να ξεπεραστεί μόνο δεκατρία χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1992 όταν η εμφάνιση του Kurt Cobain και των Nirvana στο Saturday Night Live φύσηξε teen spirit σε μια εκπομπή σχεδόν είκοσι ετών, ταρακουνώντας τη mainstream τηλεόραση με τον ήχο του grunge και σημαδεύοντας τη ζωή εκατομμυρίων νέων που έβλεπαν τηλεόραση εκείνο το Σάββατο βράδυ, Σάββατο βράδυ.
Στο studio του SNL επίσης πολλοί καλλιτέχνες βρήκαν εύφορο τηλεοπτικό έδαφος για να περάσουν κοινωνικοπολιτικά μηνύματα μέσα από τη μουσική τους στο μαζικό ακροατήριο ενός εθνικού δικτύου με την ήδη μεγάλη εμπορική επιτυχία που απολάμβανε ήδη το SNL να του δίνει την εξουσία εκούσιας ή ακούσιας χρήσης του αέρα του ως πλατφόρμας διαμαρτυρίας – μια επιλογή καθόλου δεδομένη και μια απόφαση καθόλου εύκολη ακόμα και για το φιλελεύθερο τηλεοπτικό πνεύμα του Saturday Night Live. Σε μια από τις πιο αμφιλεγόμενες και πολυσυζητημένες εμφανίσεις στην SNL ιστορία το 1992 η Sinead O’ Connor έσκισε την φωτογραφία του Πάπα ως αποκορύφωμα της ερμηνείας της στο “War” του Bob Marley ξεσηκώνοντας έναν από τους μεγαλύτερους σάλους των τηλεοπτικών αμερικανικών χρονικών. Ενώ το 1996 η εμφάνιση των Rage Against the Machine στο show διακόπηκε όταν εμφανίστηκαν στο πρώτο τραγούδι με κρεμασμένες αμερικανικές σημαίες ανάποδα από τους ενισχυτές τους.
Κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν το millennium οι εμφανίσεις διαμαρτυρίας περιορίστηκαν και τα μουσικά guests ακολούθησαν μια πιο πεπατημένη αλλά καλλιτεχνικά απολαυστική οδό -με εξαίρεση ίσως το πολιτικό ιντερμέδιο του Kanye West το 2018 όταν εμφανίστηκε με καπελάκι “Make America Great Again” πανέτοιμος να υπερασπιστεί με τους γνωστούς Ye κομπασμούς τη στήριξη του στον Donald Trump πυροδοτώντας το decline της περσόνας του στην κοινή γνώμη σε ό,τι τουλάχιστον αφορά τις πεποιθήσεις του. H εμφάνιση του Prince το 2006 έχει κάθε λόγο να μνημονεύεται ακόμα από fans του «Πρίγκηπα» και μη ενώ το surprise act της Beyonce στα 40α γενέθλια του show είναι μια από τις πιο πολυσυζητημένες και εντυπωσιακές εμφανίσεις παγκοσμίου μεγέθους σταρ στην τηλεόραση.
Only on Saturday Night Live
Saturday Night Live Season 50 λοιπόν και αν αυτό το show ήταν άνθρωπος και του παίρναμε συνέντευξη πιθανότατα θα το υποβάλαμε και στην οριακή ερώτηση: «Πώς βλέπετε τα επόμενα 50 χρόνια;» To πιο ασφαλές στοίχημα είναι ότι το SNL δεν θα αντέξει τα επόμενα πενήντα χρόνια – οι πιθανότητες άλλωστε είναι υπέρ του να μην αντέξει η τηλεόραση, η αγορά και ο ίδιος ο κόσμος. Πάντοτε όμως το show θα έχει ως παράσημο αυτές τις πέντε δεκαετίες τις ιστορίας του και το γεγονός ότι συνεχίζει να το προσπαθεί τιμώντας κατά κύριο λόγο την νοητή, προγραμματική του διακήρυξη και την ατζέντα της δημιουργικότητας. Το Saturday Night Live κατάφερε να σταθεί δίπλα σε μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού συνομήλικους τηλεοπτικούς τίτλους, να ξεχωρίσει, να σπάσει στεγανά, να δημιουργήσει νέες φόρμες, γλώσσες, μοτίβα και συνήθειες που όταν τις συναντάς πια σκέφτεσαι «Αυτό είναι όπως στο SNL» ή «Αυτά μόνο στο SNL». Only On SNL, σεζόν 50 και κάπου στο βάθος το πιανάκι παίζει ακόμα.
Δειτε περισσοτερα
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού