TV & Media

Μία νύχτα με τους εργαζομένους του Mega στα αντίσκηνα

Ακούς ιστορίες οικονομικής ασφυξίας

A.V. Guest
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Γράφει ο Δημήτρης Καλαντζής*


Τις νύχτες στην Κηφισίας, απέναντι από το Άλσος Συγγρού, κόβεις την υγρασία με το μαχαίρι. To κρύο διαπερνά ρούχα, σκουφιά και κουβέρτες και μόνο λίγη ρακή με πολύ πείσμα μπορεί να σε κάνει να αντέξεις. Η ρακή έρχεται από συγγενείς και περαστικούς που συμπαραστέκονται στη διαμαρτυρία. Το πείσμα βγαίνει από μία δίχρονη οδύσσεια με πολλές υποσχέσεις, περισσότεραψέματα, μεγάλο αγώνα επιβίωσης και ένα τεράστιο αίσθημα αδικίας. Είναι νύχτα Σαββάτου  και βρισκόμαστε με τους εργαζόμενους του Mega στα αντίσκηνα που έχουν στήσει έξω από τα γραφεία της Motor Oil…

«Το πιο ελεεινό που μου συνέβη, είναι ότι μπήκαν οι τράπεζες σε έναν κοινό λογαριασμό που είχα με τον πατέρα και τη μάνα μου για να τους θάψω - τα λεφτά για την κηδεία τους δηλαδή - και τα τράβηξαν όλα. Οι γονείς μου δεν το έχουν πάρει χαμπάρι ακόμα…Ντρέπομαι. Τι θα τους πω;»

Οι περισσότεροι εργαζόμενοι του Mega που βρίσκονται στα αντίσκηνα έξω από τη Motor Oil δουλεύουν στο κανάλι για περισσότερα από 20 χρόνια. Είναι από εκείνους που ποτέ δεν πέρασαν από το μακιγιάζ για να τους δείτε στις οθόνες σας αψεγάδιαστους και λαμπερούς. Είναι αφανείς «εργάτες» της τηλεόρασης: τεχνικοί, σκηνοθέτες, παραγωγοί, κάμεραμεν, ηχολήπτες, διοικητικοί, εργαζόμενοι στο λογιστήριο, στο διαφημιστικό, στο τηλεφωνικό κέντρο και κάποιοι δημοσιογράφοι… Οι «προβεβλημένοι» πήδηξαν από το βυθιζόμενο καράβι γρήγορα ή παρακολουθούν τη διαμαρτυρία από απόσταση…

«Προχθές ήμουν πολύ στεναχωρημένος και έλεγα στη γυναίκα μου: Ξέρεις πώς αισθάνομαι; Σαν να περπατάω στο δάσος μόνος μου και κάποια στιγμή εμφανίζεται μπροστά μου μία αρκούδα… Το άκουσε η μικρή μου κόρη και έτρεξε στην αγκαλιά μου: "μη φοβάσαι, μπαμπά, δεν θέλω να φοβάσαι…". Μας πήραν τα κλάματα και τους τρεις…»

Είναι δύσκολο να εξηγήσεις πως το πρώτο και δημοφιλέστερο ιδιωτικό κανάλι της Ελλάδας κατέληξε στο «και πέντε» του λουκέτου με 420 εργαζόμενους απλήρωτους επί 17 μήνες και κάποιους από τους πλουσιότερους επιχειρηματίες της Ελλάδας να απειλούν ότι δεν πρόκειται να τους δώσουν τίποτα περισσότερο από έναν μισθό για τα δεδουλευμένα και τις αποζημιώσεις τους. Η ιστορία ξεκινά από μία Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου που δεν έκαναν οι Βαρδινογιάννης, Μπόμπολας και Ψυχάρης, συνεχίστηκε με τον φόβο των τραπεζών ότι δεν θα πάρουν ποτέ πίσω τα δάνειά τους, ακολουθήθηκε από την κατάρρευση των Μπόμπολα και Ψυχάρη, την έλευση των Μαρινάκη και Σαββίδη και κατέληξε με τη σύνταξη ενός «σχεδίου εξυγίανσης» από τη Grant Thorton που κατέθεσε η επιχείρηση και ενέκριναν οι τράπεζες, αλλά την τελευταία στιγμή οι μέτοχοι αποφάσισαν ότι δεν θέλουν να το υλοποιήσουν και έτσι δεν συμμετείχαν στον διαγωνισμό για τις άδειες.

«Το τίμιο θα ήταν να μας πληρώσουν τους 17 μήνες και τις αποζημιώσεις μας και να πάνε στην ευχή του Θεού. Ή έστω να μας είχαν πει πριν από δύο χρόνια πως δεν το θέλουν πια το Mega, δεν σκοπεύουν να δώσουν φράγκο για το κανάλι τους και για εμάς και... «τραβάτε στα δικαστήρια να βρείτε το δίκιο σας». Γιατί μας έβαλαν σε αυτόν τον εξευτελισμό; Γιατί «βάλαμε πλάτη» δύο χρόνια να βγαίνει στον αέρα το Mega, να αποπληρώνονται τα δάνεια των μετόχων του κι εμείς να πεταγόμαστε τώρα σα στημένες λεμονόκουπες;».

Στα δύο χρόνια της κρίσης δεν υπήρξε ειλικρίνεια των ιδιοκτητών και των στελεχών του Mega απέναντι στους εργαζομένους του. Υπήρξαν πολλά «είμαστε αισιόδοξοι», «συνεχίζουμε να ενδιαφερόμαστε για το κανάλι» και «κάντε λίγο ακόμα υπομονή»... Οι εργαζόμενοι έκαναν πολλή υπομονή. Ίσως περισσότερη από όση θα έπρεπε... Σε καμία άλλη ιδιωτική ή δημόσια επιχείρηση δεν έχουν αντέξει εργαζόμενοι απλήρωτοι 17 μήνες χωρίς να εγκαταλείψουν τις δουλειές τους ή να βγουν «στα κάγκελα». Αλλά στο Mega υπήρχε η αθωότητα ότι «Δεν μπορεί αυτοί οι πάμπλουτοι και περιώνυμοι επιχειρηματίες να μας φερθούν σκάρτα... Για τη φήμη τους έστω, θα βρουν μία λύση που δεν θα τους εκθέτει στην κοινωνία...»

«Τι θα έλεγα στον μέτοχο, αν τον είχα μπροστά μου; Συγχαρητήρια, θα του έλεγα. Θα πεθάνεις με μερικά εκατομμύρια παραπάνω... Γιατί έτσι είναι τα πράγματα. Για εκείνον οι μισθοί και οι αποζημιώσεις μας είναι αστείο ποσό. Δεν θα του έλειπαν, ακόμα κι αν είχε να ζήσει ακόμα πέντε ζωές. Για εμάς όμως είναι επιβίωση...»

Οι εργαζόμενοι του Mega τις νύχτες στα αντίσκηνα έχουν παράπονο, πίκρα, σκοτεινές σκέψεις αλλά και στιγμές που ξεσπάνε στα γέλια. Είναι σαν την ατμόσφαιρα στα μνημόσυνα που χρειάζεται κάποιος να πει ένα ανέκδοτο, κάτι κάπως αστείο, για να ξεσπάσουν όλοι σε χαχανητά και να ισορροπήσουν την τραγωδία της απώλειας. Η απώλεια για τους εργαζόμενους του Mega είναι απώλεια ζωής...

«Είμαι 50 χρονών, στο καλύτερο σημείο της επαγγελματικής μου πορείας. Έχω την εμπειρία πλέον και μαζί τη δύναμη να δουλέψω σκληρά στον τομέα μου. Και ξαφνικά βρίσκομαι στο κενό. Σε ένα ρημαγμένο τηλεοπτικό τοπίο θα πρέπει να αναζητήσω δουλειά... Πού; Καινούργια κανάλια δεν ανοίγουν, τα παλαιά έχουν τον δικό τους κόσμο, πες μου εσύ τι να κάνω. Και σερβιτόρος έχω δουλέψει αυτό το διάστημα και σκάλες έχω καθαρίσει και θελήματα έχω κάνει... Μπορώ όμως να ζήσω έτσι δύο παιδιά στο Λύκειο;»

Τις νύχτες στα αντίσκηνα έξω από τη Motor Oil ακούς ιστορίες οικονομικής ασφυξίας. Για ανθρώπους που προσπαθούν να ξεγελάσουν τη ΔΕΗ αλλάζοντας πάροχο, για απλήρωτους λογαριασμούς νερού ενός χρόνου, για κοινόχρηστα που «καλύπτουν οι άλλοι ένοικοι, αλλά μέχρι πότε;», για στεγαστικά δάνεια που έχουν «χτυπήσει κόκκινο», για δραστηριότητες των παιδιών που έχουν κοπεί, για καλάθια που αναμένονται από το χωριό ως «μάννα», για, για, για... Όνειρα δεν ακούς πολλά.

«Έχω κάτι συγγενείς στον Καναδά. Το σκέφτομαι αλλά πώς να πάω άφραγκος να τους φορτωθώ; Αν είχα τουλάχιστον την αποζημίωση...», «Εγώ μάζευα λεφτά για να μετακομίσω στο χωριό μόλις θα μεγάλωνε λίγο η μικρή. Τώρα "έφαγα" κι αυτά τα λεφτά που μάζευα. Πώς να ξεκινήσω από το μηδέν;», «Τι νομίζεις ότι έπαιρνα; 1.200 ευρώ μετά από 25 χρόνια δουλειάς και για θέση ευθύνης. Δεν μου περίσσευαν ποτέ. Αλλά είχα την αίσθηση ότι θα συνεχίσω να τα παίρνω γιατί δούλευα σε ένα επιτυχημένο κανάλι με πολλά έσοδα και πάμπλουτους επιχειρηματίες...» 

Οι νύχτες στα αντίσκηνα έξω από τη Motor Oil από το περασμένο Σάββατο έχουν λιγότερο κρύο με τη σόμπα υγραερίου που προσέφερε ο Πανελλήνιος Σύλλογος Μηχανικών – Τεχνικών μαζί με τη δέσμευση ότι θα τη γεμίζει κάθε φορά που αδειάζει... Οι νύχτες έχουν μικρούς υπνάκους στα αντίσκηνα ή στα αυτοκίνητα των εργαζομένων, έχουν μαστορέματα για όσους δεν τους πιάνει ο ύπνος (φτιάχνουν στέγαστρα με νάιλον για την προστασία από τη βροχή με σχολαστική προσοχή ώστε να μην προκαλέσουν την οποιαδήποτε φθορά στον χώρο), έχουν τακτοποίηση των «προμηθειών» που αφήνουν οι περαστικοί (από κουλουράκια του φούρνου μέχρι σπιτικές σπανακόπιτες), έχουν την κατάρτιση του «βαρδιολογίου» ώστε να βρίσκονται πάντα 5 με 10 άτομα στον χώρο, έχουν ψιλοκουβέντα αλλά και μεγάλα διαστήματα σιωπής...

«Εγώ έρχομαι κάθε βράδυ και νιώθω καλύτερα. Στο σπίτι δεν με έπιανε ύπνος. Εδώ κάπου – κάπου κοιμάμαι. Αυτοί γύρω μου είναι η οικογένειά μου. Δουλεύουμε μαζί δύο και τρεις δεκαετίες. Χτυπάει ο ένας και πονάει ο άλλος... Εδώ θα μείνω, ακόμα κι αν οι άλλοι κουραστούν... Και να μπει καλοκαίρι, δεν με νοιάζει, εδώ θα είμαι... Δεν θέλω να ντρέπομαι ότι παραδόθηκα, ότι δεν πάλεψα την αδικία...»

Για κάποιους ίσως οι νύχτες (και οι ημέρες) στα αντίσκηνα έξω από τη Motor Oil είναι απλά μία ακόμα «ιστορία της κρίσης» με τις χιλιάδες επιχειρήσεις που έκλεισαν και τις εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων που βρέθηκαν στην ανεργία... Μπορεί να είναι κι έτσι... Μπορεί όμως και να είναι μια ξεχωριστή περίπτωση βιώσιμης επιχείρησης, με πάμπλουτους μετόχους που είχαν παίξει και συνεχίζουν να παίζουν (με άλλες επιχειρήσεις τους) μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Ναι, όλοι οι εργαζόμενοι είναι αναλώσιμοι. Μόνο που κάποιες φορές έχει ιδιαίτερη σημασία το «πώς» και «από ποιους» πετάγονται μετά τη χρήση...

*Ο Δημήτρης Καλαντζής ήταν από το 2004 αρχισυντάκτης της πρωινής ενημερωτικής ζώνης του Mega «Κοινωνία ώρα Mega».