- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μπλόκα, ένταση και το αγροτικό ζήτημα στο ίδιο αδιέξοδο
Το δομικό πρόβλημα της ελληνικής αγροτικής παραγωγής και η μακροχρόνια μονοκαλλιέργεια των επιδοτήσεων.
Οι αγροτικές κινητοποιήσεις, η στρατηγικής της έντασης, η στάσης της αντιπολίτευσης και τα όρια της κυβερνητικής διαχείρισης
Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα δεν σκοντάφτει στην έλλειψη διεκδίκησης, αλλά στον τρόπο με τον οποίο αυτή εκφράζεται. Όταν η διαμαρτυρία παίρνει τη μορφή μπλόκων, με κλειστούς δρόμους και παράλυση της καθημερινότητας, παύει να λειτουργεί ως μοχλός πολιτικής πίεσης και μετατρέπεται σε αντικοινωνική σύγκρουση. Αντί να απευθύνεται στην εξουσία, στρέφεται προς την κοινωνία. Έτσι, το αίτημα χάνει τη δημόσια νομιμοποίησή του και η ουσία του αγροτικού προβλήματος υποχωρεί πίσω από την ένταση.
Σε αυτό το πλαίσιο, η άρνηση συμμετοχής σε θεσμικό διάλογο με τον πρωθυπουργό δεν αποτελεί πράξη σκληρής διαπραγμάτευσης, αλλά συνέχεια της ίδιας λανθασμένης στρατηγικής. Ο διάλογος δεν αναιρεί τη διεκδίκηση· τη θωρακίζει όταν συνοδεύεται από σαφή στόχο και κοινωνικές συμμαχίες. Όταν, αντίθετα, αποκλείεται ο διάλογος και επιλέγεται ο αποκλεισμός των πολιτών, η συζήτηση μετατοπίζεται αναπόφευκτα από το «τι πρέπει να αλλάξει» στο «πότε θα αποκατασταθεί η κανονικότητα». Και τότε, το πολιτικό σύστημα δεν πιέζεται να δώσει λύσεις, αλλά περιορίζεται στη διαχείριση της κατάστασης.
Τα μπλόκα δεν πιέζουν μόνο την κυβέρνηση. Πιέζουν εργαζόμενους, επαγγελματίες, μικρές επιχειρήσεις, ανθρώπους που δεν έχουν καμία ευθύνη για τις παθογένειες της αγροτικής πολιτικής. Αυτή η σύγκρουση με την κοινωνία δεν χτίζει συμμαχίες. Δημιουργεί κόπωση, αντίδραση και, τελικά, κοινωνική απομόνωση. Και αυτό λειτουργεί εις βάρος εκείνων που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί η κινητοποίηση.
Βεβαίως, το πρόβλημα δεν εξαντλείται στα μπλόκα. Η αντιπολίτευση αντιμετωπίζει το αγροτικό ζήτημα κυρίως ως ευκαιρία πολιτικής φθοράς της κυβέρνησης και όχι ως πεδίο διαμόρφωσης εναλλακτικής πρότασης. Επενδύει στη ρητορική της έντασης, στη λογική της καταγγελίας και στο αφήγημα της «κατάρρευσης», χωρίς να απαντά στο ουσιώδες ερώτημα: ποιο είναι το σχέδιο για την ελληνική αγροτική παραγωγή σε ένα περιβάλλον αυξημένου κόστους, κλιματικής πίεσης και σκληρού διεθνούς ανταγωνισμού; Η κριτική μετατρέπεται σε αυτοσκοπό και η σύγκρουση σε υποκατάστατο πολιτικής.
Η κυβέρνηση, από την άλλη, εμφανίζεται εγκλωβισμένη σε μια αμυντική διαχείριση της φθοράς της. Παρεμβαίνει καθυστερημένα, με αποσπασματικά μέτρα και χωρίς να παρουσιάζει ένα σαφές, δομικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης που να ξεπερνά τη λογική των επιδοτήσεων και των προσωρινών ανακουφίσεων. Έτσι, αντί για στρατηγική, παράγεται διαχείριση· αντί για μεταρρύθμιση, ανακύκλωση του προβλήματος. Η ένταση κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο, αλλά το κενό πολιτικής ουσίας παραμένει, και αυτό είναι που τελικά βαθαίνει το αδιέξοδο του αγροτικού τομέα.
Σε αυτό το θολό περιβάλλον, η συζήτηση για τη μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ αντιμετωπίστηκε με φόβο και συνθήματα. Λάθος. Το ζήτημα δεν είναι πού υπάγεται ένας οργανισμός, αλλά αν το κράτος μπορεί να εγγυηθεί διαφάνεια, έλεγχο και έγκαιρες πληρωμές. Αν η ένταξη σε έναν μηχανισμό με ισχυρή ψηφιακή υποδομή και θεσμική πειθαρχία μπορεί να περιορίσει τις καθυστερήσεις, την αβεβαιότητα και τα περιθώρια αυθαιρεσίας, τότε δεν πρόκειται για απειλή αλλά για αναγκαία εξυγίανση. Η υπεράσπιση ενός προβληματικού status quo δεν είναι προοδευτική στάση· είναι άρνηση της πραγματικότητας.
Το πιο βαθύ πρόβλημα, όμως, είναι η απόλυτη εξάρτηση από τις επιδοτήσεις, μια εξάρτηση που με τον χρόνο διαμόρφωσε στρεβλά το ίδιο το παραγωγικό πρότυπο της ελληνικής γεωργίας. Για χρόνια, τα ευρωπαϊκά κονδύλια δεν λειτούργησαν ως εργαλείο μετάβασης και εκσυγχρονισμού, αλλά ως μηχανισμός αναπλήρωσης εισοδήματος και διαχείρισης δυσαρέσκειας. Αντί να κατευθυνθούν συστηματικά σε συνεργατικά σχήματα, σε επενδύσεις στην ποιότητα και στην πιστοποίηση, στη μείωση του ενεργειακού κόστους και στο άνοιγμα προς τις αγορές, συντήρησαν μια αγροτική οικονομία χαμηλής παραγωγικότητας, μικρής κλίμακας και μόνιμης εξάρτησης από τη δημόσια ενίσχυση. Έτσι, ο παραγωγός έμεινε χωρίς πραγματικά εργαλεία άμυνας απέναντι στις διεθνείς ανατιμήσεις, στην ενεργειακή αστάθεια και στην κλιματική πίεση. Κάθε μεταβολή στο κόστος ενέργειας ή στα εφόδια μετατρέπεται, αναπόφευκτα, σε υπαρξιακή απειλή — και κάθε κρίση επιστρέφει με την ίδια ένταση, γιατί το υπόβαθρο παραμένει αμετάβλητο.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα μπλόκα δεν είναι λύση. Είναι το σύμπτωμα μιας πολιτικής αδράνειας και μιας λανθασμένης στρατηγικής σύγκρουσης που ανακυκλώνει το πρόβλημα αντί να το αντιμετωπίζει. Το αγροτικό ζήτημα δεν λύνεται με αποκλεισμούς δρόμων ούτε με αντικοινωνικές πιέσεις που αποξενώνουν την κοινωνία. Λύνεται με σχέδιο, σταθερούς κανόνες και πολιτική ειλικρίνεια, με τον αγροτικό κόσμο που διεκδικεί δυναμικά, αλλά μαζί με την κοινωνία, όχι απέναντί της. Όσο η ένταση υποκαθιστά τη στρατηγική και η επιδότηση υποκαθιστά την παραγωγική ανασυγκρότηση, θα επιστρέφουμε κάθε χειμώνα στο ίδιο σημείο: περισσότερη ένταση, λιγότερη προοπτική.