Πολιτικη & Οικονομια

Κρήτη-Αττική: Η νέα διασύνδεση σβήνει τα φουγάρα των θερμικών μονάδων

Νέα εποχή ενεργειακής αυτονομίας και περιβαλλοντικής αναβάθμισης

Newsroom
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κρήτη-Αττική: Η διασύνδεση καλύπτει πλέον όλο το νησί χωρίς θερμικές μονάδες - Μείωση κόστους και εντυπωσιακά περιβαλλοντικά οφέλη

Ένα νέο ενεργειακό τοπίο διαμορφώνεται στην Κρήτη, καθώς ο ΑΔΜΗΕ ανακοίνωσε ότι για πρώτη φορά το νησί καλύπτει το σύνολο των ηλεκτρικών του αναγκών χωρίς τη λειτουργία των τοπικών θερμικών μονάδων που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα.

Ο ΑΔΜΗΕ επιτυγχάνει πλέον την πλήρη κάλυψη της ηλεκτρικής ζήτησης του νησιού μέσω των δύο διασυνδέσεων με το ηπειρωτικό σύστημα - προς την Αττική και την Πελοπόννησο - σε συνδυασμό με τις τοπικές μονάδες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Τις τελευταίες ημέρες, οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις ανταποκρίνονται πλήρως στις απαιτήσεις κατανάλωσης. Ο διαχειριστής του συστήματος εφαρμόζει εξελιγμένα συστήματα αυτόματου ελέγχου φορτίου, με τη νέα γραμμή Κρήτης-Αττικής να αναλαμβάνει κυρίως τη ρύθμιση των διακυμάνσεων στη ζήτηση, ενώ η διασύνδεση με την Πελοπόννησο διατηρεί σταθερή παροχή, λειτουργώντας ως άμεση εφεδρική πηγή.

Η τερματισμός της λειτουργίας των θερμικών σταθμών αναμένεται να φέρει σημαντική οικονομική ανακούφιση στους καταναλωτές. Οι εκτιμήσεις δείχνουν καθαρό όφελος από 400 έως 600 εκατομμύρια ευρώ ετησίως σε βάθος δεκαετίας, κυρίως λόγω της μείωσης των επιβαρύνσεων Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ). Αυτό ισχύει ακόμα και με την προσμέτρηση των δαπανών διατήρησης των μονάδων σε κατάσταση ψυχρής εφεδρείας και των Χρεώσεων Χρήσης Συστήματος.

Το εγχείρημα αποτελεί το μεγαλύτερο έργο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που έχει πραγματοποιηθεί στη χώρα από τον ΑΔΜΗΕ και τη θυγατρική εταιρεία Ariadne Interconnection. Ενισχύει ριζικά την ενεργειακή αυτονομία και ασφάλεια της Κρήτης, συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων και αναβαθμίζει το τουριστικό προϊόν του νησιού.

Παράλληλα, τα περιβαλλοντικά οφέλη είναι εντυπωσιακά, με τη μείωση των εκπομπών CO₂ να ανέρχεται σε περίπου 500.000 τόνους κάθε χρόνο, καθώς η παραγωγή από ορυκτά καύσιμα αντικαθίσταται από καθαρότερες πηγές ενέργειας.