- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μνημείο Αγνώστου Στρατιώτη: Ο λαός έχει πάντα δίκιο;
Αν αύριο μια κοινωνική ομάδα που θεωρεί τον εαυτό της αδικημένο θελήσει να το καταστρέψει, πρέπει να αφεθεί να το κάνει;
Το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, τα δημοκρατικά δικαιώματα, η αντιδικία κυβέρνησης - αντιπολίτευσης και η ανάγκη συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων
Όλα είναι του λαού. Και τα μνημεία και τα δημόσια σχολεία και τα πανεπιστήμια. Και η Ακρόπολη και η Βουλή των Ελλήνων και τα δημαρχεία και τα υπουργεία. Και οι δρόμοι και οι πλατείες και τα διόδια. Και τα λιμάνια και τα καράβια και τα τρένα. Και ο καθένας που νιώθει αδικημένος, θιγμένος ή απειλούμενος από το σύστημα μπορεί να τα καταλαμβάνει και να αναστέλλει ή να παραποιεί τη χρήση τους για όσο γουστάρει. Αλλά όχι μόνο. Αν είναι σε κατάλληλο mood και το κρίνει απαραίτητο, μπορεί και να τα σπάει, να τα μουτζουρώνει, να τα βανδαλίζει, γιατί λαός είναι και ό,τι θέλει κάνει. Αφού είναι δικά του! «Προσκυνώ τη χάρη σου, λαέ μου», που έλεγε και ένα παλιό τραγούδι του Γ. Μαρκόπουλου. Την εποχή (1983) που το ΠΑΣΟΚ ήταν στην κυβέρνηση και ο λαός στην εξουσία.
Όπως παλιότερα, που πολλοί γονείς έδερναν τα παιδιά τους κι όταν τους έλεγες καμιά κουβέντα, σου την έπεφταν φωνάζοντας. «Δικό μου είναι, ρε, ό,τι θέλω το κάνω. Το σφάζω και το τρώω». Και αυτοί λαός ήταν, και μάλιστα αγανακτισμένος. Τους ξύπνησε το πιτσιρίκι παίζοντας μπάλα και είπαν να του δώσουν να καταλάβει. Διότι στο πλαίσιο της λαϊκής αγανάκτησης επιτρέπεται και η αυτοδικία, αφού το παιδί του δεν σεβάστηκε το γεγονός ότι ο πατέρας του μόλις γύρισε από τη δουλειά και ήταν πτώμα από την κούραση. Κι όταν έχεις δίκιο, μπορείς και να ρίχνεις ξύλο. Αν σε παίρνει. Κάτι ανάλογο συμβαίνει σήμερα στους δρόμους μεταξύ οδηγών, αφού τους πνίγει το δίκιο όταν ο «αντίπαλος» αμφισβητεί τη δική τους προτεραιότητα. Η κουλτούρα της καθημερινής βίας.
Διότι ο λαός, όταν είναι οργισμένος και αγανακτισμένος, έχει πάντα δίκιο. «Δικαίως αγανακτισμέ κι από τα πάντα αηδιασμέ», που λέει και το άσμα του συγχωρεμένου του Άκη Πάνου. Και συνεπώς, όταν υπάρχει ένα πολύνεκρο δυστύχημα στα τρένα και, μετά από δυόμισι χρόνια και πριν ξεκινήσει η δίκη και βρεθούν οι ένοχοι, μπορούν οι συγγενείς, οι δικηγόροι και οι συν αυτοίς να καταλαμβάνουν το μνημείο του αγνώστου στρατιώτη και τα πέριξ για να κάνουν γνωστά τα όποια δίκαια ή μη αιτήματά τους. Όχι απλώς να διαδηλώνουν, αλλά να ιδιοποιούνται τον δημόσιο χώρο και να του αλλάζουν χρήση. Πολιτικολογώντας. Διότι έχουν δίκιο. Όχι στον πόνο, αλλά στις πολιτικές τους απόψεις. Και αυτό θεωρείται για κάποιους δημοκρατικό δικαίωμα. Τους υπόλοιπους δεν έχει κανένα νόημα να τους ρωτήσουμε.
Και επειδή ο λαός είναι «πολτός» με αδιευκρίνιστες ιδιότητες, υπάρχουν οι εκπρόσωποί του. Όχι φυσικά η νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας, αλλά τα κόμματα που θεωρούν τον εαυτό τους εκπρόσωπο του λαού. Το ΚΚΕ, για παράδειγμα, που είναι ένας κορυφαίος αυτόκλητος εκπρόσωπος, μπορεί να κρεμάει πανό με τα συνθήματά του από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης. Χωρίς να ανοίγει μύτη. Διότι το δικαίωμα του κόμματος του λαού έχει υπέρτερη ιερότητα ακόμα και από το σημαντικότερο αρχαίο μνημείο του δυτικού πολιτισμού. Γιατί; Διότι έτσι θεωρεί το κόμμα! Και απέναντι σ’ αυτήν την απαίτηση η κάθε κυβέρνηση πρέπει να υποτάσσεται. Και εκείνη το κάνει χωρίς να πει κουβέντα.
Η λογική του «άσ’ το, θα σβήσει μόνο του» δεν είναι πολιτική. Αντιθέτως είναι αντιπολιτική
Στην πρόσφατη περίπτωση, σύμφωνα με την αντιπολίτευση, το μνημείο του αγνώστου στρατιώτη δεν ανήκει σε κάποιο υπουργείο. «Δεν ανήκει στην κυβέρνηση και στην κάθε κυβέρνηση. Ανήκει στον λαό και στο ιστορικό κοινωνικό αποτύπωμα». Βεβαίως και δεν ανήκει στην κυβέρνηση, αλλά η κυβέρνηση και οι δημοκρατικά εκλεγμένες αρχές είναι υπεύθυνες για την προστασία του. Οι έννοιες λαός και κοινωνικό αποτύπωμα είναι τελείως αφηρημένες. Αν αύριο μια κοινωνική ομάδα που θεωρεί τον εαυτό της αδικημένο θελήσει να το καταστρέψει, πρέπει να αφεθεί να το κάνει; Ποιος της δίνει το δικαίωμα; Ή το παίρνει αυθαίρετα ως μια λαϊκή συνιστώσα; Η οποία είναι υπεράνω των νόμων που διέπουν τη λειτουργία της κοινωνίας; Αν αυτό δεν είναι αναρχία, τότε τι είναι;
Αλλά όλα αυτά είναι απότοκα της ανοχής απέναντι στις δυναμικές μειοψηφίες που εγκαταστάθηκε στην ελληνική επικράτεια μετά τη μεταπολίτευση. Και επικαιροποιήθηκε την εποχή των αγανακτισμένων, στη μεγάλη πρόσφατη κρίση. Και η οποία ξεκινάει από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια δηλαδή τους κατεξοχήν χώρους διαπαιδαγώγησης των πολιτών. Το γεγονός ότι μια ομάδα μαθητών μπορούν, όποτε θέλουν και με οποιαδήποτε αφορμή, να καταλαμβάνουν το σχολείο τους και να εμποδίζουν τη λειτουργία του, έχει διαμορφώσει μια ιδεολογία αυθαιρεσίας και αυτοδικίας, η οποία στρέφεται κατά του ίδιου του λαού. Και οι αρχές της χώρας υποτάσσονται για να αποφύγουν τη σύγκρουση, η δε κυβέρνηση για να αποφύγει την κλιμάκωση, η οποία συνεπάγεται πολιτικό κόστος.
Μια τέτοιου είδους όμως παράδοση έχει εξελιχθεί σε «δημοκρατικό δικαίωμα» και απορώ πως δεν έχει γίνει άρθρο του συντάγματος. Η λογική του «άσ’ το, θα σβήσει μόνο του» δεν είναι πολιτική. Αντιθέτως είναι αντιπολιτική. Το γεγονός ότι φτάσαμε στο 2025 για να μπορεί η αστυνομία να διακόπτει μια κατάληψη σε πανεπιστήμιο υποδηλώνει αδυναμία διαχείρισης και δομική αδυναμία διακυβέρνησης της χώρας.
Υπό αυτή την έννοια, βεβαίως και υπάρχει πρόβλημα κυβερνησιμότητας. Και γι’ αυτό υπάρχει ανάγκη υπογραφής ενός νέου συμβολαίου μεταξύ των κοινοβουλευτικών κομμάτων της χώρας για τα όρια των κινητοποιήσεων. Δεν είναι μόνο θέμα νόμων, είναι θέμα εξόχως πολιτικό και πρέπει να λυθεί δημοκρατικά με συνεννόηση μεταξύ των κομμάτων. Και την πρωτοβουλία πρέπει να την πάρει φυσικά η κυβέρνηση υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στην Ελλάδα, η πολιτική συνεννόηση φυσικά και θεωρείται προδοσία, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να ανατρέψουμε τις αρνητικές παραδόσεις.
Καλόν είναι η κυβέρνηση να κοιτάξει τα προβλήματα της χώρας και να πάψει να αντιδικεί με την αντιπολίτευση περί διαφόρων ανύπαρκτων ή έστω δευτερευόντων θεμάτων. Ούτως ή άλλως, να βγάλει άκρη δεν μπορεί. Τα Τέμπη είναι ό,τι τους απέμεινε και θα το πάνε έτσι όχι απλώς μέχρι τη δίκη, αλλά και μέχρι τις εκλογές και ακόμα παραπάνω. Με την προσδοκία ότι κάθε κρίση φέρνει πιο κοντά την άτακτη πτώση της κυβέρνησης ή την αλλαγή πρωθυπουργού εν κινήσει, που είναι και το ρεαλιστικότερο. Ώστε να αποφευχθούν οι πρόωρες εκλογές, που δεν συμφέρουν κανέναν. Κατά τα άλλα περιμένουμε 2-3 καινούργια κόμματα όπως οι άλλοι το Πάσχα.