Πολιτικη & Οικονομια

Η ακεραιότητα και το πέπλο της άγνοιας

Υπάρχει μεταρρυθμιστική διάθεση στην ελληνική κοινωνία;

Παναγιώτης Καρκατσούλης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η αδυναμία του εκσυγχρονισμού και των μεταρρυθμίσεων να διαπεράσουν το «πέπλο της άγνοιας»

Μια από τις ειδήσεις που συγκέντρωσαν την προσοχή του κοινού, τις τελευταίες μέρες, είναι η υπόθεση μιας 62χρονης που φέρεται να απέκρυψε το θάνατο της μάνας της, την οποία έθαψε στο κήπο του σπιτιού της προκειμένου να συνεχίσει να συνεχίσει να εισπράττει τη σύνταξή της.

Η εν λόγω είναι προϊσταμένη ενός ΚΕΠ, το οποίο διαχειριζόταν ως προσωπική της επιχείρηση, τόσον όσον αφορά τους κανόνες λειτουργίας του όσο και την ποιότητα των σχέσεων της με τους υπόλοιπους υπαλλήλους. Για όλα τα προηγούμενα έχουν ξεκινήσει οι σχετικές ποινικές, οικονομικές και πειθαρχικές διαδικασίες.

Εκείνο το οποίο, όμως, με εξέπληξε ήταν οι δηλώσεις των υπαλλήλων ότι απέναντι στη συνεχιζόμενη κακοποιητική συμπεριφορά της προϊσταμένης τους «έκαναν υπομονή». Αυτή η τοποθέτηση φοβούμαι ότι απηχεί τη στάση και την αντίληψη και άλλων δημοσίων υπαλλήλων και αποτελεί το μέτρο της υστέρησής μας, όσον αφορά την προστασία της επαγγελματικής και ηθικής ακεραιότητας των ανθρώπων που εργάζονται στο Δημόσιο.

Ωστόσο, ο νόμος 4795/2021 στο τμήμα που αναφέρεται στην δημιουργία των «συμβούλων ακεραιότητας», στη Διοίκηση και την Αυτοδιοίκηση, αναφέρει ως σκοπό του τη «διασφάλιση ηθικών πρακτικών και την προστασία των υπαλλήλων που διαπιστώνουν ή αναφέρουν παραβιάσεις της ακεραιότητας παρέχοντας συμβουλές και υποστήριξη σε θέματα δεοντολογίας και διαφάνειας». Η πρόθεση του νομοθέτη ήταν σωστή και αγαστή: Να δημιουργήσει ένα μηχανισμό εσωτερικού ελέγχου που να λειτουργεί προληπτικά, εξαλείφοντας κινδύνους και απειλές μέσω επιθεωρήσεων κι ελέγχων.

Η ευαισθητοποίηση και η αποφασιστικότητα των πολιτικών και διοικητικών ηγεσιών, καθώς και των υπαλλήλων, ήταν και είναι οι αναγκαίοι όροι για την αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου.

Αυτοί, ακριβώς, δεν υπήρξαν.

Οι λόγοι γι' αυτό μπορούν να αναζητηθούν τόσο στη γραφειοκρατική διαδικασία που έθετε ό ίδιος ο νόμος όσον αφορά την επιλογή, κατάρτιση, τοποθέτηση και τις αρμοδιότητες των συμβούλων, όσο όμως και κυρίως στην αδυναμία της μεταρρύθμισης να διαπεράσει το «πέπλο της άγνοιας» (Rawls). Oι μεταρρυθμίσεις επιτυγχάνουν όταν κάθε πολίτης βλέπει τον εαυτό του όχι μόνον ως άμεσα ωφελούμενο απ’ αυτήν, αλλά και ως δημιουργό μιας συνθήκης που είναι σωστή/δίκαιη και βοηθάει την κοινωνία. Οι αλλαγές επέρχονται όταν ο καθένας κουβαλάει όλους τους άλλους, όταν μπαίνει στη θέση τους και δρα για λογαριασμό τους.

Και η εμπειρία έχει δείξει το αντίθετο από εκείνο που υποστηρίζουν οι πολέμιοι των μεταρρυθμίσεων. Όχι, δεν δημιουργείται χάος από αντικρουόμενες επιθυμίες και αποφάσεις. Οι πολίτες όταν περιβάλλουν με εμπιστοσύνη τις μεταρρυθμίσεις μαθαίνουν, επιχειρούν, στηρίζουν, κρίνουν, κατακρίνουν, γίνονται οι ίδιοι αγωγοί του μηνύματος και δράστες του μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος.

Ναι, είναι αλήθεια ότι οι μηχανισμοί εφαρμογής των δημόσιων πολιτικών που διαθέτουμε είναι εξαιρετικά αργοί και αδύναμοι. Ναι, γνωρίζουμε ότι αυτό εν πολλοίς οφείλεται στις εδραιωμένες αντιλήψεις του πελατειασμού που δεν αναγνωρίζει θεσμούς και πολίτες, αλλά συναλλασσόμενους πελατοκράτες και πελάτες.

Πλην όμως, η υστέρηση που παρατηρείται στην εφαρμογή όσων έχουν θεσπιστεί δείχνει το έλλειμμα στρατηγικής και πολιτικής που επικρατεί. Ακόμη και τώρα, όμως, τέσσερα χρόνια μετά τη θέσπιση του νόμου, θα άξιζε να αναληφθεί μια σταυροφορία με σκοπό την εγκατάλειψη του «αραμπά» και την εδραίωση ενός κλίματος εμπιστοσύνης και ενεργού στήριξης των μεταρρυθμίσεων.

Αυτό θα αποτελέσει, εν τέλει, και το κριτήριο για να μπορέσουμε να διακρίνουμε εάν όντως υπάρχει μεταρρυθμιστική φλόγα στους κυβερνώντες, ή οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν ένα άλλοθι για μια συντηρητική διακυβέρνηση.