Πολιτικη & Οικονομια

Υπάρχει άλλη πολιτική για τον έλεγχο των πυρκαγιών;

Τι είναι αυτό που κάνει δύσκολη την πρόληψη του φαινομένου στη χώρα μας;

Παναγιώτης Καρκατσούλης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πυρκαγιές: Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο με τη συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα;

Μοιάζει, πλέον, με κατάρα. Η Ελλάδα θα καίγεται, απ’ άκρου εις άκρον, κάθε χρόνο, και τίποτα δεν θα μπορεί να ξορκίσει το κακό μέχρι τον τελικό αφανισμό της. Αλλά στα θέματα της δημόσιας πολιτικής, εκεί που ο ρόλος του κράτους είναι κεντρικός, δεν έχουν θέση οι κατάρες. Ούτε οι ευχές.

Υπάρχουν σωστές και λάθος επιλογές. Σωστές και λάθος αποφάσεις, διαδικασίες που διευκολύνουν την επέλευση του αποτελέσματος κι άλλες που το παρεμποδίζουν, δομές που μπορούν να υλοποιήσουν ό,τι αποφασίζεται σε πολιτικό και διοικητικό επίπεδο και δομές επικαλυπτόμενες, άχρηστες που εμποδίζουν την εφαρμογή όσων αποφασίζονται. Και πάνω απ’ όλα υπάρχουν δείκτες, τεκμήρια τα οποία μας επιτρέπουν να γνωρίζουμε με σαφήνεια εάν με τις επιλογές που έγιναν λύθηκε ή δεν λύθηκε το πρόβλημα. Κι ακόμη περισσότερο, εάν παροξύνθηκε, εάν τα πράγματα έγιναν χειρότερα.

Στην περίπτωση των δασικών πυρκαγιών δεν πρέπει να υπάρχει έμφρων Έλληνας πολίτης που θα ισχυριστεί ότι το πρόβλημα λύθηκε. Ούτε καν οι κυβερνήσεις - κεντρική η τοπικές - και οι εξουσιοδοτημένοι μηχανισμοί για την αντιμετώπισή τους θα ισχυρίζονταν κάτι τέτοιο.

Αυτό συμβαίνει παρά το ότι τα μέσα που διαθέτουμε σήμερα για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών, για την καταστολή τους, είναι πολλαπλάσια άλλων χωρών. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι οι περιβαλλοντικές συνθήκες έχουν επιδεινωθεί δραματικά (κλιματική αλλαγή και τα συναφή), πλην όμως γνωρίζουμε εδώ κι σχεδόν εκατό χρόνια από εμπειρικές έρευνες ότι τα ίδια έντασης καιρικά φαινόμενα προκαλούν άνισα αποτελέσματα.

Αυτό δεν οφείλεται σε κανέναν άλλον λόγο παρά στην διαφορά της ποιότητας των μηχανισμών πρόληψης σε κάθε χώρα.

Το πρόβλημα που συνομολογείται από όλους τους ασχολούμενους με τα θέματα της διαχείρισης καταστροφών είναι η αδυναμία των μηχανισμών πρόληψης στην Ελλάδα. Οι φωτιές αντιμετωπίζονται, κατά κοινή πείρα, στην αρχή τους, εάν τις προλάβουμε πριν εξαπλωθούν. Αλλά για να τις προλάβουμε πρέπει να εφαρμόζουμε μια πολιτική πρόληψης η οποία σήμερα δεν υπάρχει.

Τι κάνει όμως τόσο δύσκολη την πρόληψη στη χώρα μας;

Α) Η υποτυπώδης ικανότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης να αντιμετωπίσει τα θέματα της διαχείρισης των καταστροφών και της πολιτικής προστασίας. Το ότι οι μηχανισμοί πρόληψης πρέπει να βρίσκονται στο πεδίο κι όχι στην πρωτεύουσα είναι κοινός τόπος. Αλλά για να υπάρχει μια ρωμαλέα πολιτική πρόληψης σε τοπικό επίπεδο πρέπει να υπάρξει γενναία αποκέντρωση, μεταφορά αρμοδιοτήτων, χρηματοδότηση και στελέχωση των αντίστοιχων μηχανισμών. Μόνο που η συζήτηση αυτή παραμένει ακαδημαϊκή όσο δεν υπάρχει καν το ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο θα επέτρεπε την δημιουργία συγκεκριμένων επιχειρησιακών σχεδίων για την υλοποίησή της. Έχουμε δείξει με άλλη ευκαιρία την άρνηση της κυβέρνησης να προωθήσει την πολυ-επίπεδη διακυβέρνηση, που είναι εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση για την ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης ώστε να μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά κρίσεις και καταστροφές.

Β) Η εμβρυώδης έως ανύπαρκτη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα όσον αφορά την επεξεργασία, εφαρμογή και παρακολούθηση των λύσεων που προσιδιάζουν σε κάθε περιοχή, αναλόγως του βαθμού τρωτότητάς τους. Είναι χαρακτηριστικές οι πρόσφατες παλινωδίες της κυβέρνησης στην προσπάθεια καθαρισμού των οικοπέδων, η οποία θα μπορούσε - εάν είχε μελετηθεί και διαβουλευτεί όχι με όρους εκμετάλλευσης και προσπορισμού οικονομικού οφέλους στους ιδιώτες μηχανικούς - να είχε αποφέρει πολύ θετικά αποτελέσματα. Η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα εξαντλείται στην καταγραφή υδροφόρων και σκαπτικών μηχανημάτων, τα οποία επιστρατεύονται όταν η πυρκαγιά έχει ήδη εκδηλωθεί.

Γ) Καμία πολιτική διαχείρισης καταστροφών δεν μπορεί να είναι, σήμερα, αποτελεσματική εάν δεν στηρίζεται σ’ ένα ισχυρό δίκτυο εθελοντών. Παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται στα τελευταία χρόνια, υπάρχουν ακόμη σοβαρότατες ελλείψεις οργάνωσης και σύνδεσης των εθελοντών με τις δυνάμεις καταστολής των πυρκαγιών. Η Ακαδημία πολιτικής προστασίας βρίσκεται ακόμη σε πολύ αρχικό στάδιο και οι καλές πρακτικές αριθμούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού.

Όλα τα προηγούμενα απαιτούν την ύπαρξη γνώσεων και βούλησης οι οποίες προϋποθέτουν, με τη σειρά τους, την κατανόηση του προβλήματος της διαχείρισης των κρίσεων και των καταστροφών, της πολιτικής προστασίας, δηλαδή, ως κεντρικής, ύψιστης προτεραιότητας πολιτική. Αυτή, όμως, ακριβώς η προϋπόθεση, η πολιτική συνειδητοποίηση του μεγέθους και της κρισιμότητας του προβλήματος ελλείπει. Η κατασπατάληση πολύτιμων πόρων σε μέσα που αποδεδειγμένα δεν μπορούν να ανασχέσουν τα καταστροφικά αποτελέσματα των πυρκαγιών συγκροτεί μια λάθος πολιτική. Αυτή πρέπει να αλλάξει. Όσο γρηγορότερα τόσο καλύτερα.