- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η ευθύνη των καταναλωτών στις συναλλαγές ως ατομικό μέτρο για την ενίσχυση της προστασίας τους
Μην ψωνίζεις με κλειστά μάτια
Πώς θα προστατευτείς ως καταναλωτής, ειδικά στην περίοδο των εκπτώσεων
Η περίοδος των εκπτώσεων που διανύουμε δίνει συμβολική αφορμή για να προσεγγίσουμε το γενικότερο ζήτημα της προστασίας των καταναλωτών από την πλευρά όχι μόνο του ενεργητικού ρόλου που, δυνητικά, μπορούν να διαδραματίζουν οι ίδιοι σε αυτόν τον κρίσιμο τομέα, αλλά πολύ περισσότερο από την οπτική γωνία της ευθύνης τους να το πράττουν για δικό τους όφελος με συνέπεια στον βαθμό που τους αναλογεί.
Το βασικό νομοθέτημα για την προστασία των καταναλωτών στη χώρα μας, ο ν. 2251/1994, θέτει εκ προοιμίου ως βασική επιδίωξη την προάσπιση των δικαιωμάτων και των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών, ανάγοντας εμβληματικά αυτή την προστασία σε βασική ευθύνη του κράτους, υπό την έννοια ότι οι καταναλωτές, ως κατά κοινή παραδοχή ασθενέστερα μέρη κατά τις συναλλαγές, υπολείπονται σημαντικά σε ειδικές γνώσεις, πόρους, οργάνωση και διαπραγματευτική δύναμη σε σχέση με τους προμηθευτές.
Πρόκειται, αντικειμενικά, για ένα επαρκές νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο διαρκώς τροποποιείται και εκσυγχρονίζεται για να συμβαδίζει με αντίστοιχες αλλαγές και συναφείς κανόνες του Ενωσιακού Δικαίου, αλλά και για να προσαρμόζεται διαρκώς στην ανάγκη αντιμετώπισης κινδύνων για τους καταναλωτές από τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, τις προκλήσεις της ψηφιακής εποχής, τις ευκαιρίες του εξ αποστάσεως και διασυνοριακού εμπορίου στην Ενιαία Αγορά, τη διάθεση νέων καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών και την αυξανόμενη περιπλοκότητα των συμβάσεων.
Εκτός των ανηλίκων, που αυτονοήτως συνιστούν ευαίσθητη ομάδα καταναλωτών με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ειδικές απαιτήσεις προφύλαξης, αυτός που γενικά επιδιώκεται να προστατευτεί είναι ο λεγόμενος «μέσος καταναλωτής», ο οποίος, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και νομολογία (βλ. ενδεικτικά αιτιολογική σκέψη 18 της Οδηγίας 2005/29 και ΔΕΕ απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2024, C‑646/22, ECLI:EU:C:2024:957, αιτιολογική σκέψη 33), θεωρείται εκείνος που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος. Συνυπολογιζόμενης, δε, της πείρας που συστηματικά αποκτά κατά τις καθημερινές συναλλαγές, ο μέσος καταναλωτής είναι εκείνος που μπορεί, επιπλέον, να αναπτύσσει ικανοποιητική αντίληψη και δυνατότητα κατανόησης των βασικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που γεννά η ανάληψη μιας συμβατικής δέσμευσης, καθώς, ομοίως, και των πιθανών κινδύνων που ενδέχεται να εγκυμονεί μια επιχειρούμενη συναλλαγή.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο νόμος θέτει τους καταναλωτές προ και της δικής τους ευθύνης να προλαμβάνουν και να αυτοπροστατεύονται, κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό για την αποφυγή προβληματικών καταστάσεων που μπορούν να δημιουργηθούν εις βάρος τους, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα της εκ των υστέρων αντιμετώπισής τους με κατασταλτικά ή άλλα μέσα είναι αβέβαιο, τόσο ως προς τον χρόνο επέλευσης όσο και ως προς την έκταση, το περιεχόμενο, αλλά και την τελική έκβαση. Είναι μία μορφή αναγνώρισης ότι το κράτος, υπό την ιδιότητα του εφαρμοστή της νομοθεσίας, εύλογα αδυνατεί να είναι παρών σε κάθε μία από τα εκατομμύρια καταναλωτικών πράξεων που λαμβάνουν χώρα κάθε μέρα για να τη θωρακίζει, ενώ και σε προληπτικό ακόμα επίπεδο οι δειγματοληπτικοί έλεγχοι που διενεργεί μπορούν να συλλάβουν ένα μικρό μόνο ποσοστό των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών που εφαρμόζονται από, ευτυχώς, τη μειοψηφία των προμηθευτών.
Το να αγοράζουμε, φερ’ ειπείν, ρούχα και υποδήματα από άγνωστα προφίλ σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης που υποδύονται πειστικά τους νόμιμους εμπόρους, χωρίς παραδόξως να μας προβληματίζει το γεγονός ότι τα στοιχεία επικοινωνίας τους είναι μόνο ένας αριθμός κινητού τηλεφώνου και τα πωλούμενα προϊόντα έχουν ασυνήθιστα έως ύποπτα χαμηλές τιμές, με αποτέλεσμα τελικά να παραλαμβάνουμε απομιμητικά προϊόντα ευτελούς αξίας, έχοντας χάσει στο μεταξύ τα χρήματά μας στις τσέπες άφαντων επιτήδειων, είναι ένας ορατός κίνδυνος εξαπάτησης που θα μπορούσε κάλλιστα με λίγη σύνεση εκ μέρους μας -και όχι κατ’ ανάγκη με κρατική παρέμβαση- να είχε αποφευχθεί.
Ο Κώδικας Καταναλωτικής Δεοντολογίας (πδ 10/2017) κάνει ακόμα σαφέστερη αυτή την ευθύνη, περιλαμβάνοντας διακριτό άρθρο με τις γενικές αρχές που πρέπει να διέπουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών σε σχέση, ιδίως, με τη σπουδαιότητα της προσυμβατικής τους ενημέρωσης, ώστε να συνειδητοποιούν τη σοβαρότητα, αλλά και τη χρονική διάρκεια κάθε μελλοντικής τους δέσμευσης, τη συνέπεια τήρησης οικονομικών υποχρεώσεων, ώστε να μη συσσωρεύονται οφειλές που μακροπρόθεσμα δημιουργούν ασφυξία και τους καθιστούν αφερέγγυους, την πιστή εφαρμογή των οδηγιών χρήσης, προφύλαξης και συντήρησης των προϊόντων που προμηθεύονται, ώστε να μη απομειώνεται η λειτουργικότητα και η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής τους ούτε να διακυβεύεται η ισχύς των εγγυήσεων, καθώς επίσης σε σχέση με την έγκαιρη γνώση και ορθή άσκηση των δικαιωμάτων τους, ώστε να μπορούν να τα διεκδικούν αποτελεσματικά, όταν πλήττονται. Από κει και πέρα, το περιεχόμενο της ευθύνης και των μέτρων αυτοπροστασίας που μπορούν να λαμβάνουν οι καταναλωτές εξειδικεύονται αναλόγως των ειδικών συνθηκών που επικρατούν σε κάθε εμπορικό κλάδο της αγοράς και του νομοθετικού πλαισίου που ρυθμίζει τη λειτουργία του.
Ειδικά στο πεδίο της ενεργούς διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους, ήτοι κατά τη διαδικασία υποβολής καταγγελιών προς αρμόδια όργανα, η ευθύνη των καταναλωτών περιλαμβάνει την υποχρέωσή τους να μεριμνούν, ώστε αυτές να είναι επαρκώς τεκμηριωμένες με στοιχεία και να μη συνιστούν πράξεις εμπορικής δυσφήμισης ή πλήξης, αδίκως, της επαγγελματικής υπόληψης και φήμης των προμηθευτών. Η εκπλήρωση αυτής της ευθύνης, που ξεκάθαρα είναι προς όφελος και των καταναλωτών, αφού ευνοεί τον καλόπιστο διάλογο με τους προμηθευτές και αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχούς έκβασης των καταγγελιών τους μέσα σε πνεύμα θετικής προαίρεσης και αμοιβαίας καλής θέλησης, αντικατοπτρίζεται με σαφήνεια τόσο στον Κώδικα Καταναλωτικής Δεοντολογίας όσο και στον ν. 3297/2004 (ιδρυτικός του Συνηγόρου του Καταναλωτή), που ειδικώς ορίζει την αρχειοθέτηση καταγγελιών που αξιολογούνται ως αβάσιμες ή που κρίνεται ότι ασκούνται καταχρηστικώς ή κατά παράβαση της αρχής της καλής πίστης.
Η πολυεπίπεδη σημασία της καταναλωτικής ευθύνης δεν προτάσσεται μόνο από τον νόμο, αλλά αναγνωρίζεται εδώ και χρόνια από το ίδιο το καταναλωτικό κίνημα, όχι μόνο ως το ιδιαίτερο ενδιαφέρον-συμφέρον που πρέπει να επιδεικνύουν οι καταναλωτές υπέρ της προσωπικής τους προστασίας μέσα από δράσεις αυτο-οργάνωσης, αλλά και ως ένα ευρύτερο κοινωνικό καθήκον ευαισθητοποίησης και περιορισμού της απερίσκεπτης κατανάλωσης αγαθών, το οποίο αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του υψηλότερου και πιο ευγενούς σκοπού της προστασίας του περιβάλλοντος. Σε κάθε περίπτωση, γεγονός είναι ότι, εννοιολογικά, η προσωπική ευθύνη δεν είναι άγνωστου περιεχομένου φράση για τους καταναλωτές και το μέγα ζητούμενο είναι το πέρασμα από τη θεωρία στην πράξη σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κλίμακα και συχνότητα.
Όσο κι αν ορισμένοι εξακολουθούν να επαφίενται και να αρκούνται σε παθητικές μορφές προστασίας μόνο με πρωτοβουλία του κράτους, αγνοώντας ή μη θέλοντας να συνειδητοποιήσουν ότι στη σύγχρονη εποχή ολόκληρο το μοντέλο συγκεντρωτικής άσκησης εξουσίας και ελέγχων έχει φτάσει στα όριά του και απαιτείται η ενεργητική συμμετοχή των πολιτών για να παραμένει βιώσιμο και να καθίσταται αποτελεσματικό, η πραγματικότητα είναι ότι χάνουν παράλληλα και μία μοναδική ευκαιρία να συμβάλουν με τις δυνάμεις τους στη διαμόρφωση καλύτερων, σύννομων και πιο διαφανών συνθηκών στην αγορά.
Bonus tip για τις εκπτώσεις: Ο σύγχρονος, συνειδητοποιημένος και καλά ψαγμένος καταναλωτής δεν νιώθει καταναγκασμό για την πραγματοποίηση αγορών ούτε ξοδεύει το εισόδημά του χωρίς πραγματικά να χρειάζεται, μόνο και μόνο επειδή έτσι επιτάσσει το καταιγιστικό μάρκετινγκ των εκπτώσεων. Με σωστή ιεράρχηση αναγκών και μεθοδική αναζήτηση, εξίσου καλές (ή και καλύτερες) εκπτωτικές προσφορές προς αξιοποίηση υπάρχουν και μπορούν να εντοπιστούν όλο τον χρόνο.