Πολιτικη & Οικονομια

Αυτή είναι η Ελλάδα...

Τα πράγματα θυμίζουν λίγο το 2012

Παντελής Καψής
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης του δυστυχήματος των Τεμπών από τον ΣΥΡΙΖΑ  

Όποιος έχει την παραμικρή αμφιβολία για τις πραγματικές προθέσεις του Σύριζα σε σχέση με τα Τέμπη, αρκεί να κάνει μια βόλτα κάτω από τα γραφεία του. Κυριαρχεί ένα τεράστιο πανό που γράφει «Τέμπη 57 νεκροί» μαζί με τη φράση «πάρε με όταν φτάσεις». Πιο ξεδιάντροπη εκμετάλλευση μιας τραγωδίας δεν θα μπορούσα να φανταστώ. Μια οιονεί πολιτική πλαστοπροσωπία.

Στο ίδιο συμπέρασμα βέβαια θα είχε καταλήξει παρακολουθώντας την πρόσφατη συνέντευξη Κασσελάκη στη Σία Κοσιώνη. Ρωτούσε η δημοσιογράφος για την απόφαση της Μαρέβας Γκραμπόφσκι Μητσοτάκη να πάει στη δικαιοσύνη, ναι αλλά οι συγγενείς των νεκρών δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο, απαντούσε αυτός. Έφτασε μάλιστα σε τέτοιο σημείο διαστροφής της πραγματικότητας υποστηρίζοντας ότι η κίνηση της συζύγου του πρωθυπουργού είναι μέρος της απόπειρας συγκάλυψης των ευθυνών για την τραγωδία. Αυτό την ώρα που δικά του στελέχη, όπως ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Σωκράτης Φάμελλος, είχαν βγει και κατηγορούσαν την κ. Ακρίτα ότι έστρεφε αλλού το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης με την ανοίκεια επίθεση της στην Μαρέβα.

Και βέβαια υπάρχει και το «κατηγορητήριο» του Σύριζα για τον Κώστα Καραμανλή. Ένα κείμενο όπου το μόνο για το οποίο δεν τον κατηγορεί είναι ότι δεν ήταν ο ίδιος αυτοπροσώπως στο σταθμαρχείο να κατευθύνει τα τρένα. Φταίει για παράδειγμα επειδή δεν μείωσε το όριο ταχύτητας των συρμών ή επειδή δεν έκλεισε σταθμούς ώστε να καλύψει τις ελλείψεις σταθμαρχών! Αρμοδιότητες οι οποίες κατά τον Σύριζα περιλαμβάνονται προφανώς στο χαρτοφυλάκιο του υπουργού. Παρεμπιπτόντως, οι περισσότερες κατηγορίες θα μπορούσαν να απευθυνθούν ακριβώς ίδιες και εναντίον του κ. Σπίρτζη, το όνομα του ωστόσο δεν χωρούσε στο πανό.

Είναι φανερό ότι στον Σύριζα θεωρούν πως τα Τέμπη αποτελούν φλέβα χρυσού και είναι αποφασισμένοι να την εκμεταλλευτούν ως το τέλος. Πατάνε φυσικά στα απανωτά λάθη της κυβέρνησης, στο δικαιολογημένο κλίμα καχυποψίας που έχει δημιουργηθεί, μετά τις αποκαλύψεις για το μοντάζ στους διαλόγους των σταθμαρχών αλλά και στις πολιτικές για την ώρα ευθύνες, μέχρι αποδείξεως του εναντίου, του υπουργού. Κυρίως όμως προσπαθούν να οικειοποιηθούν μια γενικευμένη αίσθηση αμφισβήτησης η οποία τείνει να επικρατήσει στην κοινωνία. Τα Τέμπη αποτέλεσαν ίσως την θρυαλλίδα, όπως δείχνουν όμως και οι δημοσκοπήσεις, μιλάμε πια για μια γενικότερη κρίση εμπιστοσύνης η οποία εκτός από την κυβέρνηση αφορά πλέον συνολικά το πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς.

Αυτό το αρνητικό κλίμα μπορεί κανείς να το διαπιστώσει παντού όχι μόνο στα κοινωνικά δίκτυα αλλά και σε όλα πια τα δελτία ειδήσεων ή στις εκπομπές επικαιρότητας. Όλες σχεδόν οι ειδήσεις παρουσιάζονται πλέον με μια αρνητική χροιά. Και πάντα για όλα η πρώτη, αν όχι η αποκλειστική ευθύνη, καταλογίζεται στην κυβέρνηση.

Τα πράγματα θυμίζουν λίγο το 2012. Τότε που η δυσαρέσκεια στην κοινή γνώμη και η τοξική αντιπολίτευση του Σύριζα δημιουργούσαν οιονεί συνθήκες ακυβερνησίας. Εξ ίσου τοξική είναι η αντιπολίτευση σήμερα. Μοναδικό παράδοξο η σύμπλευση πρόσφατα του ΠΑΣΟΚ με τον Σύριζα. Παράδοξο όχι μόνο επειδή και το ΠΑΣΟΚ είχε υποστεί την τοξικότητα αλλά και επειδή ο κόσμος που το στηρίζει, δεν είναι βέβαιο ότι ενθουσιάζεται με τέτοιες επιλογές. Δεν είναι τυχαίο ότι πέρασε ξανά στην τρίτη θέση δημοσκοπικά. Σε αντίθεση με τότε πάντως, η κυβέρνηση διατηρεί μεγάλο απόθεμα πολιτικού κεφαλαίου, το οποίο το αντλεί εν μέρει και από εκείνη την εμπειρία της κρίσης. Για πολλούς εξ ημών πρώτη προτεραιότητα παραμένει η πολιτική σταθερότητα. Δεν υπάρχει ωστόσο αμφιβολία ότι δοκιμάζεται τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά.

Θα μπορούσε κάποιος να μιλήσει για το σύνδρομο της δεύτερης τετραετίας. Αν ο φόνος της νεαρής κοπέλας μπροστά στο αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων είχε συμβεί πριν από δύο χρόνια, ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης θα ήταν πρώτη μούρη στις τηλεοράσεις εξηγώντας τι θα αλλάξει στην αστυνομία. Σήμερα τέτοιες διαβεβαιώσεις ακούγονται κούφιες. «Τι κάνατε όλο αυτό τον καιρό», ο λαός «σας έδωσε 41% για τις αλλαγές», «τι σας εμποδίζει να τις πραγματοποιήσετε», είναι ο συνήθης αντίλογος, το ψωμοτύρι των καναλιών.

Εντάξει τα κόμματα σίγουρα προκαλούν την τύχη τους. Όταν υπόσχεσαι τα πάντα, όταν όλα τα κάνεις πολιτικά, τότε το βρίσκεις μπροστά σου. Το πρόβλημα όμως είναι βαθύτερο. Η αντίληψη ότι όλα είναι ζήτημα πολιτικών επιλογών, η ψευδαίσθηση ότι οι αποφάσεις μιας κυβέρνησης μπορούν να καθορίσουν το σύνολο των δημόσιων πραγμάτων, είναι βαθιά εμπεδωμένη στην ελληνική κοινωνία. Το παρακολουθούμε καθημερινά δίπλα μας. Πάντα υπάρχει μια μοναδική λύση, το μαγικό χάπι που θα αλλάξει τα πράγματα: η αξιολόγηση, η πανεπιστημιακή αστυνομία, η κατάργηση της μονιμότητας, οι κάμερες, η μείωση του φόρου, η πάταξη της αισχροκέρδειας, η φορολόγηση των υπερκερδών, οι έλεγχοι στην αγορά, οι αυστηρότερες ποινές η απαγόρευση του airbnb. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως, ακόμα και οι πιο θετικές από αυτές, απλώς ξύνουν την επιφάνεια του προβλήματος.Και για να μείνουμε στην επικαιρότητα, προκειμένου να αλλάξεις το ήθος ενός δημόσιου οργανισμού ή μιας υπηρεσίας, για παράδειγμα του ΟΣΕ ή της ΕΛΑΣ, προϋπόθεση είναι πολιτικές με βάθος χρόνου. Μέτρα και αποφάσεις που παίρνεις σήμερα, θα αποδώσουν μετά από μεγάλο διάστημα, κι αυτό μόνο αν εφαρμοστούν με συνέπεια αλλά και συνέχεια. Αν στηρίζονται δηλαδή σε μια ευρύτερη πολιτική και κοινωνική συναίνεση. Αν μάλιστα μιλήσεις κανείς για ακόμα πιο σύνθετα προβλήματα, για την παιδεία ή για την υγεία, τότε οι δυσκολίες είναι πολύ μεγαλύτερες.

Στην Ελλάδα τέτοιες προϋποθέσεις δεν υπάρχουν. Κάθε απόπειρα ανατροπής δεδομένων καταστάσεων, προκαλεί οργισμένες αντιδράσεις. Έτσι η αλλαγή κυβέρνησης ή ακόμα και η απλή αλλαγή υπουργού, συνεπάγεται ένα διαρκές ράβε ξήλωνε. Ακόμα χειρότερα, ως κοινωνία είμαστε εθισμένοι σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. «Η ελληνική κερκίδα καταδεικνύει σε πολύ μεγάλο βαθμό γιατί ένα μέρος της κοινωνίας νοσεί. Απαιτήσεις χωρίς υπόβαθρο, καμία υπομονή, μηδέν ενσυναίσθηση και κουλτούρα, τσουβάλιασμα, φανατισμός και άποψη». Δανείστηκα το απόσπασμα από ένα σχόλιο για τα αθλητικά μας πράγματα, νομίζω όμως ότι ισχύει γενικότερα. Αρκεί να προσθέσουμε και την παντελή έλλειψη κατανόησης για το πώς λειτουργεί μια δημοκρατική κοινωνία με ελεύθερη, καπιταλιστική αν προτιμάτε, αγορά. Άγνοια που πριμοδοτεί τις θεωρίες συνωμοσίας, τον δημαγωγικό λαϊκισμό και την βαθύτατη πόλωση.

Το 2000, μετά το δυστύχημα του Εξπρές Σάμινα, ο Κώστας Σημίτης είχε απαντήσει στις υπερβολικές ως συνήθως επικρίσεις της αντιπολίτευσης με τη φράση «αυτή είναι η Ελλάδα». Μια τέτοια ομολογία δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι άλλοθι στασιμότητας, αδιαφορίας ή πολύ περισσότερο κάλυψης παρανομιών. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, χωρίς μια στοιχειώδη αυτογνωσία θα είμαστε καταδικασμένοι να επαναλαμβάνουμε τα λάθη μας στο διηνεκές.