Πολιτικη & Οικονομια

Κουμπάροι και Πατριώτες

Αν υπάρχει μία πιθανότητα για έναν έντιμο συμβιβασμό που δεν θα απεμπολεί φυσικά εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, είναι τώρα

Κυριάκος Μπερμπερίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τι σημαίνει αυτή για τις σχέσεις ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία

Είναι εύκολο να λες «δεν συζητώ με πειρατές» και «αχρείαστη η επίσκεψη Ερντογάν», η ρητορική άλλωστε αυτού του τύπου με υψηλές δόσεις δήθεν πατριωτισμού είναι ανέξοδη συνήθως επιλογή που σε καθιστά συμπαθή στην κοινή γνώμη.

Το θέμα είναι τί κάνει κανείς στο πεδίο, ιδιαίτερα μάλιστα όταν κυβερνά και όταν έχει να επιλύσει μια δύσκολη γεωπολιτική εξίσωση που παραμένει άλυτη τα τελευταία 50 χρόνια με την ανακάλυψη του κοιτάσματος στον Πρίνο.

Ελλάδα και Τουρκία είναι καταδικασμένες γεωγραφικά να ζουν δίπλα-δίπλα τη στιγμή που η Ιστορία ρίχνει κι αυτή βαριά σκιά στις σχέσεις των δύο χωρών, έχοντας μεγάλο μερίδιο στις αγκυλώσεις και τα στερεότυπα που μοιάζουν σχεδόν παγιωμένα.

Υπάρχουν στην πραγματικότητα δύο επιλογές. Ένας έντιμος συμβιβασμός ή μια διαρκής κρίση με πιθανή κατάληξη τον πόλεμο. Και το «δεν συζητώ», καθόλου δεν απαντά στο παραπάνω δίλημμα παρά διαιωνίζει μια κατάσταση καθόλου επωφελή για την Ελλάδα.

Τα δημογραφικά δεδομένα είναι δυστυχώς αμείλικτα.

Το 2050 ο πληθυσμός της γείτονος θα έχει υπερβεί τα 100 εκατομμύρια τη στιγμή που ο δικός μας θα έχει συρρικνωθεί στα 7,5.

Και μέχρι τότε και τα ορυκτά καύσιμα θα έχουν απαξιωθεί πλήρως καθώς θα έχει ολοκληρωθεί η πράσινη μετάβαση και τα πιθανολογούμενα κοιτάσματα θα έχουν ιστορικό πλέον χαρακτήρα, παραμένοντας εσαεί αναξιοποίητα στα κατάβαθα του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου.

Αν λοιπόν υπάρχει μία πιθανότητα για έναν έντιμο συμβιβασμό που δεν θα απεμπολεί φυσικά εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, είναι τώρα.

Μητσοτάκης και Ερντογάν έχουν νωπή λαϊκή εντολή και ακέραιο το πολιτικό τους κεφάλαιο.

Η υπαρκτή διαφορά κατά την Ελλάδα είναι μόνο μία. Η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Και ναι μεν η υφαλοκρηπίδα δεν χρειάζεται ανακήρυξη καθώς είναι δικαίωμα που ασκείται ipso facto abinitio, αυτομάτως δηλαδή και εξ υπαρχής, σε περιοχές όμως θαλάσσιας στενότητας όπως το Αιγαίο, πρέπει να οριοθετηθεί.

Η ΑΟΖ εκτός από οριοθέτηση, απαιτεί επιπλέον και ανακήρυξη.

ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα δεν είναι άλλωστε περιοχές πλήρους κυριαρχίας, αλλά κυριαρχικών μόνο δικαιωμάτων που για να ασκηθούν πρέπει να υπάρξει συμφωνία. Αλλιώς παραμένουν εν δυνάμει μόνο δικαιώματα.

Και αυτό σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο που συχνά επικαλούμαστε, προϋποθέτει διαπραγματεύσεις με τα αντικείμενα ή παρακείμενα κράτη, εν προκειμένω με την Τουρκία.

Τίποτα δηλαδή παραπάνω και τίποτα λιγότερο απ’ ότι κάναμε το 2020 με την Ιταλία και την Αίγυπτο και απ’ ότι κάνουμε τώρα με την Αλβανία.

Και αυτό ακριβώς πρέπει να επιδιώξει τώρα η Ελλάδα με τελική κατάληξη τη σύνταξη ενός συνυποσχετικού για την από κοινού προσφυγή στη Χάγη.

Με βάση τη νομολογία του δικαστηρίου, δεν πρέπει κανείς να αναμένει ότι θα δικαιωθούμε 100%, θα λυθεί όμως μια διαφορά που θα επιτρέψει την σε βάθος χρόνου ομαλοποίηση των σχέσεων και την αμοιβαία εκλογίκευση των στρατιωτικών δαπανών.

Οι Τούρκοι βάζουν βεβαίως και άλλα θέματα στην ατζέντα που η Ελλάδα θεωρεί εκτός συζήτησης.

Αν όμως λυθεί το θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών, τα υπόλοιπα διευθετούνται μάλλον εύκολα. Η αμοιβαία πχ επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια ή και στα 10 ακόμη σε περιοχές θαλάσσιας στενότητας, λύνει αυτομάτως και το πρόβλημα της διαφοράς του ελληνικού εναέριου χώρου των 10 μιλίων με τα 6 μίλια των χωρικών υδάτων. Μιας διαφοράς που είναι αμαρτία του Μεσοπολέμου και για την οποία η Ελλάδα είναι εν αδίκω, άσχετα αν δεν το λέμε επισήμως. Και καλώς δεν το λέμε.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποδείξει ότι υπερασπίζεται τα εθνικά δίκαια κατά τον καλύτερο τρόπο.

Η ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων, οι αμυντικές συμφωνίες με ΗΠΑ, Γαλλία και ΗΑΕ, η επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, οι συμφωνίες ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, η εξωστρεφής εξωτερική πολιτική και η γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας την τελευταία τετραετία, το αποδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία.

Ας ηρεμήσουν λοιπόν οι κάθε λογής υπερπατριώτες και ανησυχούντες και ας ξαναβάλουν τα ξίφη στα θηκάρια.

Και στο κάτω κάτω, κουμπαριές με τον Ερντογάν άλλοι έκαναν κάποτε, όχι ο Κυριάκος.