Πολιτικη & Οικονομια

Νέο Moratorium με λίγα μποφόρ στο Αιγαίο

Η αλλαγή πλεύσης του Ερντογάν και τα «φιλικά» F16 της Άγκυρας

Νίκος Γεωργιάδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ελληνοτουρκικές σχέσεις: Οι πραγματικοί λόγοι πίσω από την «κωλοτούμπα» της τουρκικής διπλωματίας

Γύρω στις έξι το απόγευμα της Τετάρτης άρχισε η συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο Ταγίπ Ερντογάν στους δημοσιογράφους από την Τουρκία που τον ακολούθησαν στο Βίλνιους. Στην εισαγωγική του ομιλία δεν αναφέρθηκε ούτε μία στιγμή στην Ελλάδα ή τη συνάντηση του με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και σε εκείνην με τον Τζο Μπάιντεν. Ο κ. Ερντογάν προτίμησε να αναφερθεί επί μακρόν «στα επιτεύγματα της Τουρκίας στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ» όπως επισήμανε χαρακτηριστικά. Ήταν προφανές πως απευθυνόταν για άλλη μία φορά και με τον συνήθη τρόπο στο εσωτερικό του ακροατήριο.

Το ζήτημα με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις προέκυψε παραδόξως από τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων. Ένας εξ αυτών ρώτησε για την προμήθεια των F16 αναφερόμενος εμμέσως σε κάποιους… «γείτονες» έτσι γενικά και αόριστα.

Τότε ο πρόεδρος της Τουρκίας προχώρησε στις γνωστές αναφορές του στην Ελλάδα και τα αμερικανικά μαχητικά. Ποτέ του δεν ανέφερε τη λέξη Ελλάδα ως προς τη χρήση των αμερικανικών μαχητικών τα οποία η Τουρκία επιθυμεί να προμηθευτεί. Ακόμη και σε αυτό το ζήτημα η αναφορά ήταν αόριστη. «Εμείς δεν επιδιώκουμε να κάνουμε εχθρούς, αλλά αντιθέτως επιδιώκουμε να κάνουμε φίλους. Προσπαθούμε να ενισχύσουμε τις διμερείς μας σχέσεις και πιστεύω ότι θέσαμε τα θεμέλια για μια νέα εποχή. Δεν πρόκειται να απειλήσουμε κανέναν με τα F- 16».

Αυτά είπε επί λέξει σε άπταιστη τουρκική ο πρόεδρος της γειτονικής χώρας. Όλες οι άλλες εκδοχές αποτελούν ερμηνείες είτε των τουρκικών ΜΜΕ (ιδιαίτερα μία ανάρτηση του Πρακτορείου Ειδήσεων «Anadolu» στο Twitter), είτε ελληνικών διπλωματικών και δημοσιογραφικών κύκλων.

Δεν πρόκειται για λεπτομέρεια αλλά για ζήτημα ουσίας. Η Τουρκία τις τελευταίες δεκαετίες διαθέτει μόνο F16 παρωχημένων τύπων και κάποιες δεκάδες Phantom που χρησιμοποιούνται κυρίως για φωτογράφηση. Όλες δηλαδή οι παραβιάσεις και οι παραβάσεις στο Αιγαίο, οι υπερπτήσεις στο Ανατολικό Αιγαίο με τις καθημερινές χαμηλές βόλτες στον ουρανό των νησιών, η περίφημη εμφάνιση των τουρκικών μαχητικών πάνω από την Αλεξανδρούπολη η οποία σημειώθηκε για πρώτη φορά, όλα τα καταγεγραμμένα από τα ηλεκτρονικά μέσα παρακολούθησης (και του ΝΑΤΟ) συμβάντα έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία δύσκολα χρόνια (2018 και 2022) από τα αμερικανικής κατασκευής F16. Κατά τον κ. Ερντογάν αυτά τα μαχητικά ποτέ δεν εστράφησαν κατά… κάποιου. Στο πλαίσιο μίας ευρύτερης διπλωματικής ερμηνείας στην οποία προβαίνουν τα ελληνικά ΜΜΕ, αυτά τα αεροσκάφη ποτέ δεν απείλησαν την Ελλάδα.

Η αναντιστοιχία μεταξύ λόγων και πραγματικότητας έχει τη σημασία της.

Η συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν στο Βίλνιους προφανώς και πραγματοποιήθηκε υπό τη σκιά της αμοιβαία καχυποψίας και υπό την ασφυκτική πίεση των Αμερικανών, των Γάλλων και των Γερμανών συνεπικουρούμενων από το σύνολο των υπολοίπων Συμμάχων, Ιταλίας, Ισπανίας, Βρετανίας και Ολλανδίας. Πρόκειται για τις χώρες με τις σημαντικότερες επενδύσεις στην τουρκική οικονομία.

Συνάντηση Κυριάκου Μητσοτάκη – Ταγίπ Ερντογάν στο Βίλνιους: Τα πρώτα συμπεράσματα

Αν κρίνουμε από την ερμηνευτική ανάλυση της πολιτικής ορολογίας που χρησιμοποίησε ο Ταγίπ Ερντογάν, η Άγκυρα κατέδειξε πως κυρίαρχη προτεραιότητά της είναι η αποκατάσταση της Οικονομίας. Πρόκειται για ένα ενεργοβόρο πολιτικά και χρονοβόρο πρόγραμμα συνολικής αναδιάταξης της τουρκικής οικονομίας. Χωρίς ανόρθωση των οικονομικών δεδομένων σε πραγματικά αποδεκτά επίπεδα. Η Τουρκία δεν θα δυνηθεί να πραγματοποιήσει ούτε στο ελάχιστο την οραματική διάσταση την οποία σχεδιάζει ο πρόεδρος της χώρας. Ο ίδιος ο κ. Ερντογάν γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα πως κινδυνεύει άμεσα το «κληροδότημα» το οποίο ονειρεύεται να αφήσει πίσω του όταν αποχωρήσει.

Με αυτά τα δεδομένα το άμεσο περιβάλλον της τουρκικής προεδρίας το οποίο ασκεί εξουσία, αντιλαμβάνεται πως η Τουρκία χρειάζεται «ήρεμα νερά» σε όλον τον χώρο στον οποίο κινείται και επιθυμεί να επηρεάζει. Σε αντίθετη περίπτωση και εάν δεν επέλθει ηρεμία με την εκτόνωση των εντάσεων, η οικονομική αναγέννηση την οποία χρειάζεται ο Ταγίπ Ερντογάν δεν πρόκειται να είναι στο ραντεβού της με τον ιστορία.

Αυτή η λογική πρυτάνευσε και κατά το σχεδιασμό της συνάντηση του Ταγίπ Ερντογάν με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι δύο άμεσοι συνεργάτες του προέδρου της Τουρκίας, ο Χακάν Φιντάν και ο Ιμπραχίμ Καλίν, αμφότεροι αξιόπιστοι εκφραστές του προεδρικού οράματος για τον «Αιώνα της Τουρκίας», την τουρκική εκδοχή της Μεγάλης Ιδέας δηλαδή, υλοποίησαν το σκεπτικό. Έτσι φθάσαμε στη θεαματική «κωλοτούμπα» όπου μέσα σε μία εβδομάδα ο κ. Ερντογάν «πούλησε» δύο φορές και πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις τη Μόσχα, είτε απελευθερώνοντας του Ουκρανούς διοικητές του Τάγματος ΑΖΟΦ είτε αποδεχόμενος έστω σε ένα επόμενο χρόνο, την προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Σε δεύτερη φάση αποδέχτηκε την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ με αντάλλαγμα τα αμερικανικά F16. Στην τρίτη φάση συνομίλησε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη αποδεχόμενος έναν οδικό χάρτη χαμηλών είναι η αλήθεια προσδοκιών, αλλά που προδικάζει ένα χρονικό διάστημα ηρεμίας στις διμερείς σχέσεις. Εάν εν τω μεταξύ προκύψει και κάποια βελτίωση επί της ουσίας σε ζητήματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές εκκρεμότητες, ακόμη καλύτερα.

Όσον αφορά την ένταξη της Σουηδίας, το ζήτημα δεν έχει λήξει. Όπως και ο ίδιος ο κ. Ερντογάν ξεκαθάρισε, «μπορεί οι ΗΠΑ να έχουν Κογκρέσο, αλλά και εμείς έχουμε τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση». Με λίγα λόγια αν δεν δοθούν τα F 16 τότε ούτε η τουρκική Βουλή θα επικυρώσει την είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Τα δύο ζητήματα είναι αλληλοεξαρτώμενα. Αυτό σημαίνει πως η πίεση μεταφέρεται τώρα και στην Αθήνα.

Ο οδικός χάρτης στις ελληνοτουρκικές προβλέπει πως την επιστασία των συνεννοήσεων στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου θα την έχουν οι κκ. Γιώργος Γεραπετρίτης και Χακάν Φιντάν. Οι δύο υπουργοί εξωτερικών είναι επί της ουσίας οι πολιτικοί υπεύθυνοι ενός διαλόγου ο οποίος συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες σε επίπεδο Γενικών Γραμματέων. Προφανώς και εκ των ανακοινώσεων προκύπτει πως υπάρχει μία «αναβάθμιση» του επιπέδου επί το πολιτικότερον.

Η απουσία αναφοράς στο Κυπριακό και την Ανατολική Μεσόγειο στη συνάντηση Κυριάκου Μητσοτάκη - Ταγίπ Ερντογάν

Μία πρώτη αντίδραση δυτικών διπλωματικών παρατηρητών στην Αθήνα είναι πως τουλάχιστον σε επικοινωνιακό επίπεδο το Κυπριακό, η Κύπρος και η Ανατολική Μεσόγειος δεν αναφέρθηκαν ούτε καν συμβολικά σε αυτήν τη διμερή συνάντηση στο Βίλνιους. Αυτό σημαίνει πως είτε δεν πρέπει να αναμένεται ούτε τυπικά, μία κάποια εξέλιξη στο ζήτημα είτε πώς αυτή η άκρα του τάφου σιωπή προδικάζει μία εκκολαπτόμενη διπλωματική κινητικότητα. Αλλιώς δεν δικαιολογείται αυτή η χαρακτηριστική εμμονή της νέας κυπριακής ηγεσίας σε «δυνατότητες επανεκκίνησης των διαδικασιών για το Κυπριακό» τις οποίες επικαλείται η κυπριακή προεδρία. Η οποία όπως επισημαίνεται από την εκλογή του νέου προέδρου και μετά είναι εξαιρετικά δραστήρια στο διπλωματικό παρασκήνιο.

Άλλωστε και στην Άγκυρα έχει καταστεί σαφές πως κάθε προοπτική αναβάθμισης της Τελωνειακής Ένωσης Τουρκίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης την οποία επιδιώκει η τουρκική πλευρά λόγω του σημαντικότατου οικονομικού οφέλους που αναμένεται να καρπωθεί (άνω των 80 δισ. ευρώ), περνά αναγκαστικά και από τη Λευκωσία. 

Συμπέρασμα. Η συνάντηση κορυφής στο Βίλνιους πραγματοποιήθηκε υπό συνθήκες ειδικού θερμοκηπίου και υπό τη σφικτή αγκαλιά του ΝΑΤΟ που βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς αναδιάταξης λόγω του Ουκρανικού. Η συγκυρία ήταν θετική διότι η Τουρκία δεν μπορεί να αναδιαταχθεί οικονομικά παρά μόνον με τη βοήθεια της Δύσης υπό τον όρο να εξομαλύνει κατά το δυνατόν τις σχέσεις τουλάχιστον με τους νατοϊκούς ή φιλοδυτικούς γείτονες της.

Η προοπτική ευόδωσης του οδικού χάρτη δεν εξαρτάται μόνον από την Τουρκία. Εξαρτάται και από την Ελλάδα. Σύμφωνα με άριστα πληροφορημένη διπλωματική πηγή, είναι πιο εύκολο για την Τουρκία να προβεί σε μία κίνηση καλής θέληση απ’ ότι είναι για την Ελλάδα. Η εξήγηση είναι αφοπλιστική. Ότι και να πει ή να κάνει ο Ερντογάν, ακόμη και εάν πρόκειται για κάτι ακραίο που έρχεται σε άμεση σύγκρουση με προηγούμενες θέσεις του, μπορεί να το κάνει. Χωρίς να υπάρξουν αντιδράσεις. Ο πρόεδρος της Τουρκίας είναι παντοδύναμος. Στην Αθήνα τα πράγματα είναι πολυπλοκότερα.

Όσον αφορά το περιεχόμενο μίας τέτοιας «κίνησης καλής θελήσεως» τα στόματα παραμένουν επιφυλακτικά κλειστά και θυμίζουν απλά πως η κίνηση της Αθήνας να κλείσει το στρατόπεδο των Κούρδων στο Λαύριο εκτιμήθηκε ιδιαίτερα στην Άγκυρα. Όσο και εάν στην Ελλάδα γνωρίζουμε πως η δομή φιλοξενίας στο Λαύριο δεν ήταν ούτε σφηκοφωλιά ούτε και στρατόπεδο εκπαίδευσης του ΠΚΚ. Αυτά για τους συμβολισμούς που όπως πάντα είναι απαραίτητοι στη διπλωματία.