Πολιτικη & Οικονομια

Χριστίνα Ζαραφωνίτου: Θα πρέπει οι ποινές να είναι ανάλογες της βαρύτητας των εγκλημάτων

Η καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου μιλάει για τον εκσυγχρονισμό του σωφρονιστικού συστήματος

63834-643587.jpg
Βασίλης Βενιζέλος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Χριστίνα Ζαραφωνίτου: Θα πρέπει οι ποινές να είναι ανάλογες της βαρύτητας των εγκλημάτων

Χριστίνα Ζαραφωνίτου: Συνέντευξη με την καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, αντιπρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Εγκληματολογίας, για τον εκσυγχρονισμό του σωφρονιστικού συστήματος

Μία πολύ πλούσια συζήτηση σχετικά με το φαινόμενο του εγκλήματος, αλλά και τους εξελισσόμενους τρόπους, τους οποίους διαθέτουν οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες για την πρόληψη και την καταστολή του, και μάλιστα μέσα σε μία χρονική συγκυρία στην οποία αναπτύσσεται έντονος δημόσιος διάλογος για τον εκσυγχρονισμό του σωφρονιστικού συστήματος και τις δυνατότητες της ποινικής καταστολής να εξακολουθεί και στο μέλλον να λειτουργεί, μεταξύ άλλων, ως παράδειγμα για την πρόληψη της εγκληματικότητας, είχε η ATHENS VOICE με την καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, διευθύντρια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Εγκληματολογία» και του Εργαστηρίου Αστεακής Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και αντιπρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Εγκληματολογίας, Χριστίνα Ζαραφωνίτου.

Οι φυλακές, όπως τις γνωρίζουμε και όπως λειτουργούν στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, εξακολουθούν να υπηρετούν τον στόχο του σωφρονισμού των καταδικασθέντων ή αυτός ο λεγόμενος σωφρονισμός αποτελεί πλέον ένα στερεότυπο πέραν κάθε κριτικής;

Το «σωφρονιστικό ιδεώδες» αποτελεί μια κατάκτηση του δυτικού πολιτισμού, που ενσωματώθηκε στις εθνικές νομοθεσίες, με στόχο τον εξανθρωπισμό της μεταχείρισης  των καταδικασθέντων για ποινικά αδικήματα, οι οποίοι εκτίουν στερητικές της ελευθερίας ποινές. Με αφετηρία την αλλαγή φιλοσοφίας απέναντι στη σκοπιμότητα της ποινής, ο σωφρονισμός αντικατέστησε τη στείρα ανταπόδοση, προσδίδοντας μια «ωφελιμιστική» προοπτική στην εφαρμογή των ποινικών κυρώσεων που εστιάζει στην κοινωνική επανένταξη. Ωστόσο, το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα σύνθετο και εξαρτάται από μια σειρά παράγοντες, όπως, η εξατομίκευση των ποινών, η ορθή εφαρμογή τους, το κατάλληλο πλαίσιο υλοποίησής τους αλλά και η αποδοχή από πλευράς των ίδιων των υποκειμένων της ποινικής μεταχείρισης.

Είναι αυτονόητο ότι κάθε μέτρο δεν είναι κατάλληλο για όλες τις περιπτώσεις και απαιτείται επιμελημένη προσαρμογή και προετοιμασία για να υπάρχουν περιθώρια να επιτύχει το στόχο του. Επίσης, για να υπάρχει μια σαφής απάντηση στο ερώτημα σχετικά με την επιτυχία της εφαρμογής του «σωφρονιστικού ιδεώδους» συνολικά, θα έπρεπε να υπάρχουν αντίστοιχα κοινά εργαλεία αποτίμησής του, τόσο από άποψη θεσμικού πλαισίου όσο και από άποψη ερευνητικών μεθόδων. Το συνηθέστερο εργαλείο είναι το μέγεθος της υποτροπής των αποφυλακισμένων αλλά δεν θεωρείται ικανοποιητικά αντιπροσωπευτικό, λόγω έλλειψης συγκρισιμότητας των δεδομένων.

Έτσι, και με δεδομένο ότι οι διαφορές των σωφρονιστικών καταστημάτων στις σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες δεν είναι μεγάλες,  η γενική εικόνα που απορρέει από την υπάρχουσα ερευνητική εμπειρία αντανακλά μεγάλη διαφοροποίηση στην αποτελεσματικότητα των ποινικών κυρώσεων ανάλογα με το είδος του εγκλήματος και τα χαρακτηριστικά των δραστών. 

Σε καμία περίπτωση, πάντως, ο σωφρονισμός δεν αποτελεί κάποιας μορφής «στερεότυπο» και κάθε γόνιμη κριτική αποτελεί θετική εισφορά στη βελτίωση ενός συστήματος που πρέπει να βασίζεται στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων ανεξαιρέτως των πολιτών. Εξάλλου, μέσα από επιστημονικές έρευνες εκτίμησης της αποτελεσματικότητας των ποινών αναδείχθηκαν οι σύγχρονες τάσεις περιορισμού, κατά το δυνατόν, του εγκλεισμού ανηλίκων και νέων παραβατών του ποινικού νόμου καθώς και η επέκταση των εναλλακτικών ποινικών κυρώσεων, όπως είναι η κοινωφελής εργασία, η αναστολή της ποινής σε καθεστώς δοκιμασίας, ο κατ’ οίκον περιορισμός, η ημιελευθερία κλπ.

Υπάρχει μία δημόσια συζήτηση μεταξύ νομικών και άλλων κοινωνικών επιστημόνων σχετικά με το ενδεχόμενο να καταργηθεί παντελώς ακόμη και η ίδια η πρακτική της επιβολής της ποινής των ισοβίων ανεξάρτητα εάν τέτοιες ποινές εφαρμόζονται πλέον πραγματικά και στο σύνολό τους ή όχι. Υπάρχει, πράγματι, αυτή η διεθνής επιστημονική συζήτηση;

Η ποινή της ισόβιας κάθειρξης μόνο κατ’ όνομα υφίσταται, εφόσον παντού εφαρμόζεται με συγκεκριμένο χρονικό περιορισμό. Συχνά επανέρχεται στο δημόσιο διάλογο, η απαίτηση της «κοινής γνώμης» για αυστηροποίηση των ποινικών κυρώσεων, ως συνέπεια μια γενικότερης ανασφάλειας που συναρτάται με τις διαστάσεις και τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης εγκληματικότητας και όχι το αντίθετο. Ωστόσο, από την εποχή του Μπεκαρία («Περί αδικημάτων και ποινών», 1764) είναι κοινά αποδεκτό ότι η αποτελεσματικότητα των ποινών δεν συναρτάται με τη βαρύτητά τους αλλά με τη βεβαιότητα της εφαρμογής τους και θα προσθέταμε σήμερα και με την καταλληλότητά τους. Άρα, μια σοβαρή επιστημονική συζήτηση εστιάζει ακριβώς στην ορθολογικοποίηση των ποινικών κυρώσεων, ως απάντηση σε στάσεις που τροφοδοτούν απρόσφορες συζητήσεις τόσο περί ατιμωρησίας όσο και περί υπερβολικής τιμωρητικότητας.

Θα λέγατε ότι χρειαζόμαστε περισσότερες φυλακές ή η ανάγκη είναι για «άλλου τύπου φυλακές»;

Η συζήτηση δεν πρέπει να επικεντρώνεται αποκλειστικά στις φυλακές, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά είδη ποινικών κυρώσεων που εφαρμόζονται κατά περίπτωση. Στις φυλακές καταλήγει ένα μικρό μόνο μέρος του συνόλου των καταδικασθέντων και η σύγχρονη τάση αντανακλά την προσπάθεια περαιτέρω μείωσής του, ώστε να αποτελούν την ύστατη λύση, όταν αυτό είναι αναγκαίο και δεν υπάρχει κάποιο άλλο καταλληλότερο μέτρο.

Είναι προφανές ότι οι φυλακές εκσυγχρονίζονται και προσαρμόζονται στις ανάγκες της εκάστοτε κοινωνικής πραγματικότητας, ώστε να προσφέρουν τις κατάλληλες συνθήκες έκτισης της ποινής με σεβασμό στην προσωπικότητα του ατόμου, την ασφάλειά του και το σεβασμό των δικαιωμάτων του βάσει του συντάγματος και του ισχύοντος διεθνούς κανονιστικού πλαισίου. Ιδιαίτερη μέριμνα (πρέπει να) λαμβάνεται από τον νομοθέτη και τον εφαρμοστή του νόμου, ειδικότερα για τα νεαρής ηλικίας και τα πιο ευάλωτα άτομα (μητέρες, ηλικιωμένοι κλπ). Στις περιπτώσεις αυτές, προβλέπεται διαχωρισμός από τους λοιπούς κρατούμενους και ειδικότερη και εξατομικευμένη μεταχείριση.

Γενικά μιλώντας, η έκτιση μιας στερητικής της ελευθερίας ποινής δεν εξαντλείται στον περιορισμό της ελευθερίας του καταδικασθέντος αλλά οφείλει να περιλαμβάνει τη διαμόρφωση όλων εκείνων των συνθηκών που θα συμβάλουν στο σωφρονιστικό της στόχο. Για το λόγο αυτό, πρέπει να ενισχύεται η εκπαίδευση εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, η ψυχοκοινωνική υποστήριξη, η υποστήριξη της οικογένειας και, βέβαια, η προετοιμασία για την κοινωνική επανένταξη. Όλα τα παραπάνω απαιτούν και κατάλληλο σωφρονιστικό προσωπικό, κάλυψη όλων των σχετικών ειδικοτήτων -με έμφαση στον ρόλο των εγκληματολόγων που αν και προβλέπονται δεν διορίζονται- κατάλληλη επιμόρφωση, υποστήριξη και ουσιαστική αξιολόγηση.

Μακάρι να ήταν τέτοιες οι συνθήκες που να μη χρειαζόταν να μιλάμε καθόλου για φυλακές. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι δεν πρέπει να εστιάζουμε μόνο στις φυλακές και γενικά μόνο στις ποινικές κυρώσεις, χωρίς να ενισχύουμε τα μέτρα πρόληψης και να βελτιώνουμε τις διαδικασίες απονομής της δικαιοσύνης.

Για να ολοκληρώσουμε τη συζήτησή μας σχεδόν με τον τρόπο με τον οποίον την ξεκινήσαμε, θεωρείτε ότι υπάρχει χώρος για τη σωφρονιστική διάσταση του συστήματος των φυλακών στις δυτικές κοινωνίες ή ο σχετικός επιστημονικός διάλογος θα οδηγήσει σύντομα στην εισήγηση για άλλες, εναλλακτικές και όχι απαραίτητα πιο ήπιες μορφές έκτισης των καταδικαστικών ποινών για τη διάπραξη εγκλημάτων;

Η εξέλιξη του δυτικού πολιτισμού αντανακλάται σε μεγάλο βαθμό μέσα από την ενίσχυση των δικαιωμάτων του πολίτη έναντι του κράτους, ώστε η σχέση αυτή να προσεγγίζει, στο μέτρο του εφικτού, επίπεδα ισοδυναμίας. Αυτή η τάση διαπνέει, άλλωστε, το πέρασμα από την ιδιωτική στη δημόσια δικαιοσύνη και από την αυθαιρεσία στις συνταγματικές εγγυήσεις. Στη σύγχρονη εποχή, βασικός στόχος της ποινής δεν είναι η στείρα ανταπόδοση αλλά η δυνατότητα κοινωνικής επανένταξης του εγκληματία και γι’ αυτό είναι σημαντικό να προσφέρεται αυτή η δυνατότητα σε εκείνους που επιθυμούν να την αξιοποιήσουν.

Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, θα πρέπει οι ποινές να είναι ανάλογες της βαρύτητας των εγκλημάτων, κατάλληλες για κάθε περίπτωση και να μην αντανακλούν ούτε υπέρμετρη τιμωρητικότητα ούτε ατιμωρησία. Όπως εισηγήθηκα και στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, εκπροσωπώντας την Ελληνική Εταιρεία Εγκληματολογίας στην τελευταία τροποποίηση των ποινικών κωδίκων, είναι σαφές ότι θα πρέπει να βελτιωθούν περαιτέρω τα προγράμματα σωφρονισμού, να υπάρχει ουσιαστική αξιολόγηση και να επωφελούνται των ευεργετημάτων που προβλέπει ο νόμος εκείνοι που πράγματι αξιοποιούν τις παρεχόμενες δυνατότητες. Με άλλα λόγια, να επιτευχθεί η ουσιαστική εφαρμογή των ευεργετικών διατάξεων αντί μιας αυτοματοποιημένης εφαρμογής τους βάσει τυπικών κριτηρίων.

Ενδεικτικά μέτρα που εντάσσονται στην προοπτική αυτής της βελτίωσης αφορούν, για παράδειγμα, τη δημιουργία των προβλεπόμενων από το Σωφρονιστικό Κώδικα κτιριακών εγκαταστάσεων ημιελεύθερης διαβίωσης για τους κρατούμενους που εμπίπτουν στην εφαρμογή του μέτρου αυτού, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει έναν επιπλέον δείκτη αξιολόγησης και για την πρόωρη απόλυση, εφόσον εφαρμοσθεί ορθά.

Επίσης, το θέμα της εκπαίδευσης είναι σημαντικό όχι μόνο για τους κρατούμενους αλλά και για τους εφαρμοστές του ποινικού νόμου. Είναι ενδεικτικό ότι δεν υπάρχει ούτε ένα μάθημα Εγκληματολογίας στο τακτικό πρόγραμμα της Εθνικής Σχολής Δικαστών, ενώ τα εγκληματολογικά μαθήματα των νομικών σχολών είναι επιλογής και όχι υποχρεωτικά. Βεβαίως, και ευτυχώς, αρκετοί δικαστικοί λειτουργοί -με δική τους πρωτοβουλία- ακολουθούν εγκληματολογικές σπουδές σε μεταπτυχιακό επίπεδο και λαμβάνουν την απαραίτητη γνώση της θεωρίας και έρευνας που τους είναι απαραίτητη κατά το έργο τους στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης. Αντίστοιχα, είναι απαραίτητη η διαρκής εκπαίδευση και επιμόρφωση του συνόλου του σωφρονιστικού προσωπικού και η σύνδεσή της με τις υπηρεσιακές εξελίξεις και αξιολογήσεις.

Στην προοπτική μιας σφαιρικής προσέγγισης της σωφρονιστικής πολιτικής θα πρέπει, επίσης, να ενισχυθεί ο τομέας της επιστημονικής έρευνας και η δυνατότητα αξιοποίησης της υπάρχουσας ήδη επιστημονικής γνώσης και εμπειρίας.

Εν κατακλείδι, επειδή το εγκληματικό φαινόμενο εξελίσσεται θα πρέπει και η κοινωνία μας να εξελίσσει, αντίστοιχα, τους μηχανισμούς κατάλληλης αντιμετώπισης των προβλημάτων της με άξονα τόσο την αποτελεσματικότητα όσο και το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου. Μια ορθολογική αντεγκληματική πολιτική, επιστημονικά τεκμηριωμένη, πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις όταν δομείται στη βάση του τρίπτυχου της πρόληψης, ποινικής δικαιοσύνης και κοινωνικής επανένταξης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ