Πολιτικη & Οικονομια

Κατερίνα Σακελλαροπούλου: Το Ιντεάλ, το Άστορ, η Ίριδα κινδυνεύουν

Η ανάρτηση της Προέδρου της Δημοκρατίας για τις κινηματογραφικές αίθουσες της Αθήνας

2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κατερίνα Σακελλαροπούλου: Το Ιντεάλ, το Άστορ και η Ίριδα κινδυνεύουν - Η ανάρτηση της Προέδρου της Δημοκρατίας για τους αθηναϊκούς κινηματογράφους

Την ανησυχία της για τα όσα διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα γύρω από τις κινηματογραφικές αίθουσες της Αθήνας Ιντεάλ, Άστορ και Ίριδα εκφράζει η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου

Οι δύο αίθουσες της Πανεπιστημίου και της Στοάς Κοραή κινδυνεύουν να διακόψουν τη λειτουργία τους, ενώ ορατός είναι ο κίνδυνος να διακοπεί και η λειτουργία της Ίριδας, όπου πραγματοποιεί τις προβολές του ο Κινηματογραφικός Τομέας του Πολιτιστικού Ομίλου Φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Με ανάρτησή της στα κοινωνικά δίκτυα, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας επισημαίνει ότι «χάνουμε χώρους που δεν ήταν απλώς αίθουσες προβολής, αλλά κιβωτοί πολιτισμού».

Παράλληλα η Κατερίνα Σακελλαροπούλου υπογραμμίζει τη σημασία των τοποσήμων της πόλης, και τονίζει την ανάγκη για μια αστική εμπειρία που πλουτίζει από την παρουσία των ιχνών του παρελθόντος.

Κατερίνα Σακελλαροπούλου: Χάνουμε κινηματογράφους που μας μύησαν στα «μυστικά του σινεμά σαν της ποιήσεως τη μαγεία»

Περπατώντας συχνά στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας και ζώντας στην καρδιά του, βρίσκομαι συχνά μπροστά σ’ ένα παράδοξο: μια πόλη με πυκνή, πλούσια ιστορία και λαμπρά αρχαία μνημεία, να είναι ταυτόχρονα μια πόλη που κινδυνεύει να χάσει τη μνήμη της, ή ακριβέστερα, μια πόλη που επείγεται να εξαλείψει τα νεότερα μνημονικά της ίχνη, μαζί με τις αξίες που φέρουν, αξίες αισθητικές, πολιτισμικές, κοινωνικές.

Η ερημοποίηση της Σταδίου μας πληγώνει. Το καμένο κτίριο που στέγαζε τον «Απόλλωνα» και το «Αττικόν» παραμένει τραύμα ανεπούλωτο στον αστικό ιστό. Το «Iντεάλ», το «Άστορ», η «Ίριδα» κινδυνεύουν. Χάνουμε κινηματογράφους που μας μύησαν στα «μυστικά του σινεμά σαν της ποιήσεως τη μαγεία», όπως έγραψε ο Ανδρέας Εμπειρίκος, γνωρίζοντάς μας μεγάλους δημιουργούς, που απόσταξαν στις εικόνες τους τη λυρική ουσία της ζωής. Χάνουμε τη μυσταγωγία της αίθουσας, τη γοητεία της συλλογικής εμπειρίας. Χάνουμε χώρους που δεν ήταν απλώς αίθουσες προβολής, αλλά κιβωτοί πολιτισμού. Καθώς αποκόπτονται, ένας ένας, από το σώμα της πόλης, όπως εξάλλου και άλλοι, ιστορικοί τόποι συνάθροισης, παλιά καφενεία ή εστιατόρια που κάποτε αποτέλεσαν πυκνωτές της αθηναϊκής πνευματικής ζωής, χάνεται, σταδιακά, και η μνήμη της πόλης.

Όταν αναφέρομαι σε απώλεια μνήμης δεν μιλώ για μνήμη ιστορική, αλλά για ζώσα μνήμη, μνήμη βιωμένη, παρούσα στον τρόπο που ζούμε το παρόν και σχεδιάζουμε το μέλλον. Μνήμη που δεν έχει σχέση με την στειρότητα ή την καθήλωση της νοσταλγίας, αλλά με την ικανότητα αναδημιουργίας του παρελθόντος με βάση τις δυνατότητες του σήμερα και τις υποσχέσεις του αύριο. Γιατί η υποδοχή του μέλλοντος δεν σημαίνει ρήξη με ό,τι προϋπήρξε, αλλά εγγραφή στη συνέχεια. Δεν σημαίνει απάλειψη των ιχνών του παρελθόντος, αλλά ένταξή τους σε μια αστική εμπειρία που πλουτίζει από την παρουσία τους.

Η πόλη, κάθε πόλη, είναι ένας ζωντανός οργανισμός σε συνεχή μεταμόρφωση, όπως και οι άνθρωποι που την κατοικούν. Αναζητεί όμως πάντοτε τις σταθερές της. Τα τοπόσημά της. Κι αυτά δεν είναι μόνο τα μνημεία της. Είναι τα σπίτια, τα καφενεία, οι κινηματογράφοι και τα θέατρα, οι κήποι, οι πλατείες της, ό,τι, δηλαδή, προσδίδει σε μια πόλη ταυτότητα, ό,τι περιέχει την ιστορία των ανθρώπων, των αναζητήσεων, των παθών και των προσδοκιών τους, ό, τι συνέχει τους κατοίκους της. Αν κοπεί αυτό το ενοποιητικό νήμα, η πόλη χάνει τον άξονά της και ο καθένας από μας τη σύνδεση με τα ίδια του τα βιώματα.