Πολιτικη & Οικονομια

Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει…

Η αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας γύρω από ένα ακόμα σημαντικό εθνικό ζήτημα

Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Γλυπτά του Παρθενώνα: Οι εξελίξεις για την επανένωσή τους, η διαπραγμάτευση με τη βρετανική πλευρά και η αντιπαράθεση των κομμάτων στην Ελλάδα. 

Ας αρχίσουμε από τα –αδιαμφισβήτητα- θετικά. Για πρώτη φορά από την εποχή της Μελίνας, εδώ και σαράντα χρόνια, το θέμα «της επιστροφής των μαρμάρων» έχει μπει για τα καλά, με τη νέα σωστή διατύπωση της «επανένωσης των γλυπτών του Παρθενώνα», στη δημόσια συζήτηση. Για πρώτη φορά η βρετανική πλευρά αποδέχεται δημοσίως ότι συζητά το ζήτημα αυτό, για πρώτη φορά το κλίμα εντός και εκτός της Μ. Βρετανίας είναι τόσο θετικό για την ικανοποίηση του ελληνικού αιτήματος όπως φαίνεται από την μεταστροφή ισχυρών επικοινωνιακών μέσων αλλά και των μετρήσεων της βρετανικής κοινής γνώμης.

Αυτό που δεν γίνεται για πρώτη φορά είναι η αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας γύρω από ένα ακόμα σημαντικό εθνικό ζήτημα και η, προεκλογική δυστυχώς, εργαλειοποίησή του στο όνομα της «αποεργαλειοποίησης» στην οποία όλοι ομνύουν. Από τη στιγμή μάλιστα που όλοι συμφωνούν στην εθνική γραμμή της ανάγκης επίτευξης μιας συμφωνίας που θα εξασφαλίζει την επανένωση των γλυπτών του μνημείου χωρίς να αναγνωρίζει ταυτόχρονα νόμιμα ιδιοκτησιακά δικαιώματα στην Μ. Βρετανία. Λες και δεν γνωρίζουν ότι, από τη στιγμή που η ιστορία δεν γυρίζει πίσω, η διαπραγμάτευση αφορά κυρίως στον τρόπο της σύνταξης του τελικού κειμένου της συμφωνίας.

Ωστόσο, η διαπραγμάτευση αυτή είναι μια ακόμα καλή αφορμή για να αναλογιστούμε περιπτώσεις του πρόσφατου παρελθόντος όπου η θεωρητικά καταδικαστέα «εργαλειοποίηση» των αρχαιοτήτων της χώρας και η εθνική γραμμή της προστασίας, της συντήρησης και της αξιοποίησής τους οδήγησαν σε αντιπαραθέσεις και καθυστερήσεις που κόστισαν ακριβά από κάθε άποψη. Ας θυμηθούμε την περίπτωση των διαδοχικών ατελέσφορων συνεδριάσεων του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) και των αναβολών της έναρξης των εργασιών στο Ελληνικό ή τα αντίστοιχα προβλήματα στην κατασκευή του μετρό στη Θεσσαλονίκη έως ότου να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση.

Είναι ίσως καιρός να ανατρέξουμε και στη συνεχιζόμενη εργαλειοποίηση μεγάλων και κρίσιμων εθνικών ζητημάτων η επίλυση μερικών εκ των οποίων ακόμα εκκρεμεί. Ας μην ξεχνάμε την ανοιχτή πληγή του Κυπριακού, η βιώσιμη επίλυση του οποίου ματαιώθηκε δύο φορές. Την πρώτη φορά λόγω της καταψήφισης του σχεδίου Ανάν από τους Ελληνοκύπριους υπό την ηγεσία του Τάσσου Παπαδόπουλου με τη «συνδρομή» του Κώστα Καραμανλή και την δεύτερη λόγω της διακοπής των διαπραγματεύσεων στο Κραν Μοντανά με ευθύνη του Νίκου Αναστασιάδη και τη «συνδρομή» του Αλέξη Τσίπρα και του Νίκου Κοτζιά.

Ακόμα και η «συμφωνία των Πρεσπών» ήρθε ως αποτέλεσμα της μακροχρόνιας εργαλειοποίησης του Μακεδονικού προβλήματος από όλες τις πλευρές. Ο Αλέξης Τσίπρας χρησιμοποίησε τη συμφωνία για την υποτιθέμενη αποκήρυξη της συγκυβέρνησής του με τον Πάνο Καμμένο και τους ΑΝΕΛ - που ουσιαστικά εντάχθηκαν στη συνέχεια στον ΣΥΡΙΖΑ - προκειμένου να στήσει προεκλογικές «προοδευτικές γέφυρες», ο δε Κυριάκος Μητσοτάκης αντιτάχθηκε σε μια συμφωνία που απάλλασσε την επερχόμενη διακυβέρνησή του από ένα μεγάλο αγκάθι σε θέματα όπως η ευρωπαϊκή διεύρυνση προς τα δυτικά Βαλκάνια και οι διμερείς σχέσεις με τις γειτονικές χώρες που, όπως αποδείχτηκε, βρισκόταν μέσα στις προτεραιότητες της εξωτερικής του πολιτικής.

Οι θετικές, όπως φαίνεται, εξελίξεις στο θέμα της επανένωσης των γλυπτών του Παρθενώνα δεν πρέπει να αποτελέσουν αφορμή για νέες άγονες πολιτικές αντιπαραθέσεις. Ούτε και οι διακομματικές επιτροπές αποτελούν λύση σε μια χώρα όπου τα πορίσματα των εργασιών τους είναι συνήθως όσα και τα κόμματα που συμμετέχουν. Η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να φέρει εις πέρας με επιτυχία τη δύσκολη και λεπτή διαπραγμάτευση υλοποιώντας το μεγάλο όραμα της Μελίνας Μερκούρη μιας άξιας υπουργού πολιτισμού της χώρας. Με τη μοναδική υποχρέωση να μην δικαιωθεί εκ των υστέρων ο βανδαλισμός και η ληστεία του Παρθενώνα που έγιναν από τον Έλγιν πριν από δύο αιώνες περίπου.