Πολιτικη & Οικονομια

Η ιατρικοποίηση της εγκληματικής συμπεριφοράς

Ο βιασμός και η προαγωγή ανηλίκων για οικονομικό κέρδος δεν είναι παρά ένα ειδεχθές έγκλημα

Εύα Στάμου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Εύα Στάμου σχολιάζει την παθολογικοποίηση συμπεριφορών που με ιατρικούς όρους επιχειρούν να αποενοχοποιήσουν εγκληματικές πράξεις.

Αρκετοί πολίτες αδυνατούν να πιστέψουν πως κάποιος που δεν νοσεί ψυχικά είναι ικανός να τελέσει την αποτρόπαια πράξη ενός βιασμού, μιας δολοφονίας, ή -για να αναφερθώ στην υπόθεση που απασχολεί τη δικαιοσύνη και την κοινή γνώμη τα τελευταία εικοσιτετράωρα-, να κακοποιήσει και να εκμεταλλευτεί σεξουαλικά ένα δωδεκάχρονο κορίτσι.

Συχνά, μάλιστα, η άποψη ότι ο δράστης κάποιας φρικτής ενέργειας είναι απλώς «τρελός» ενισχύεται τόσο από τον τρόπο που το έγκλημα παρουσιάζεται μέσα από τα ρεπορτάζ του Τύπου, όσο και από τη γραμμή της νομικής του υπεράσπισης.

Οι ακραίες προκαταλήψεις του δράστη, οι μισαλλόδοξες πεποιθήσεις του, το μίσος του θύτη για συγκεκριμένους ανθρώπους ή κοινωνικές ομάδες, και φυσικά η απουσία ηθικής συνείδησης περνούν σε δεύτερη μοίρα καθώς η άποψη που επικρατεί είναι ότι αποκλείεται να «έχει τα λογικά» του.

Το να παραδεχτούμε ως κοινωνία ότι ένας βιαστής ή δολοφόνος δεν είναι «τρελός» αλλά κάποιος που εν πλήρει συνειδήσει βιάζει, βασανίζει, σκοτώνει τα θύματά του, μας προκαλεί τρόμο.

Προτιμούμε επίσης να πιστεύουμε πως ο ευυπόληπτος οικογενειάρχης της διπλανής πόρτας δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ένας αδίστακτος βιαστής ανηλίκων και μαστροπός, αν δεν έπασχε ήδη από κάποια νοητική διαταραχή.

Το να ισχυριζόμαστε, όμως, ότι η ακραία παραβατική συμπεριφορά ή οι πράξεις μίσους εναντίον κάποιας ομάδας ανθρώπων εξηγούνται αυτόματα από το γεγονός ότι κάποιος «δεν έχει σώας τας φρένας» είναι η εύκολη λύση, που στοχοποιεί άδικα ως επικίνδυνους όσους πραγματικά πάσχουν από ψυχική ασθένεια.

Η ψυχική ασθένεια μπορεί πλέον να αντιμετωπιστεί από την σύγχρονη ψυχιατρική, την ψυχοθεραπεία και τη φαρμακολογία αλλά δεν μπορούμε να ισχυριστούμε το ίδιο ούτε για την υιοθέτηση της ιδεολογίας του μίσους που οδηγεί κάποιον να επιτίθεται σε συνανθρώπους του με βάση το χρώμα, το φύλο, την καταγωγή ή την σεξουαλική τους ταυτότητα, ούτε για την απουσία ηθικής που οδηγεί κάποιους άλλους στην στυγνή οικονομική εκμετάλλευση ανηλίκων, ή ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.

Ας θυμηθούμε την περίπτωση του νορβηγού εθνικοσοσιαλιστή τρομοκράτη Άντερς Μπρέιβικ που τον Ιούλιο του 2011 σκότωσε περισσότερα από 70 νεαρά άτομα που βρίσκονταν σε μια θερινή κατασκήνωση του εργατικού κόμματος. Η απόφαση του νορβηγικού δικαστηρίου ότι ο Μπρέιβικ δεν εκτέλεσε τους συμπολίτες του επειδή είναι παράφρων αλλά λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων και του συνακόλουθου μίσους που ένιωθε για αυτούς, πως δεν έχουμε δηλαδή να κάνουμε με ψυχική ασθένεια, αλλά με ιδεολογική «νόσο», ανέδειξε τις πραγματικές διαστάσεις της δολοφονικής ιδεολογίας του.

Η παθολογικοποίηση συμπεριφορών που με ιατρικούς όρους επιχειρεί -ακόμα και αν δεν είναι αυτή η πρόθεση- να αποενοχοποιήσει εγκληματικές πράξεις, παρουσιάζοντάς τις ως σύμπτωμα μιας ψυχιατρικής ασθένειας ή μιας ψυχολογικής κατάστασης, μόνο κακό μπορεί να κάνει αφού δυστυχώς συσκοτίζει τις πραγματικές αιτίες της παραβατικής συμπεριφοράς.

Ο θύτης ταυτίζεται με την διάγνωση και κατ’ επέκταση την συμπτωματολογία της και έτσι η προσωπικότητά του, οι κοινωνικές συνθήκες που συνέβαλαν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, το ηθικό σύστημα αξιών του και η ιδεολογία του, παραμένουν ανεξερεύνητα.

Και για να επιστρέψω στα δικά μας: η επιθυμία κάποιου να συνευρίσκεται με παιδιά συνιστά σαφώς μια διαταραχή για την οποία προτείνονται συνήθως συμπεριφορικές θεραπείες που στοχεύουν στην αλλαγή των μοτίβων σκέψης και της διαγωγής του πάσχοντα.

Αλλά ο βιασμός και η προαγωγή ανηλίκων για οικονομικό κέρδος δεν είναι παρά ένα ειδεχθές έγκλημα.