Πολιτικη & Οικονομια

Το τέλος της τρίτης ηλικίας: Όταν οι άνθρωποι αρνούνται να γεράσουν

Οι baby boomers, που βρίσκονται αυτή τη στιγμή πλέον στα 60 και τα 70 έτη τους, δημιουργούν τη λεγόμενη silver economy

Γιώργος Μαυρογένης
ΤΕΥΧΟΣ 833
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο «ηλικιωμένος» χθες και σήμερα: Οι άνθρωποι άνω των 50, η ζωτικότητα και η οικονομική τους δύναμη.

Το oυκρανικό Υπουργείο Εσωτερικών απαγόρευσε στους άνδρες 18 έως 60 ετών την έξοδο από τη χώρα, προκειμένου να ενταχθούν στις ένοπλες δυνάμεις που αμύνονται απέναντι στην ρωσική εισβολή. Οι εικόνες άλλωστε που φθάνουν σε εμάς, συχνά αφορούν μεσήλικες Ουκρανούς πολεμιστές που με πλήρη εξάρτηση κινούνται με απόλυτη άνεση στο πεδίο της μάχης. Πρόκειται για μια κατάσταση ριζικά διαφορετική από εκείνες παλαιότερων συρράξεων που έχουμε παρακολουθήσει, όπου οι αντιμαχόμενοι πολεμιστές ήταν κυρίως νέοι, συχνά ακόμη και έφηβοι.

Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει –με τον χειρότερο τρόπο– το γεγονός ότι η έννοια και η σημασία της ηλικίας βρίσκονται πλέον υπό ριζική αναθεώρηση. Θα λέγαμε μάλιστα ότι η αξία της ηλικίας ως παράγοντας σχηματισμού της ταυτότητας του ατόμου υποχωρεί, ακολουθώντας με τη σειρά της και αυτή την κατάρρευση των παραδοσιακών στερεότυπων, όπως είναι το φύλο, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, η φυλετική καταγωγή, η εμφάνιση κ.ά.

Παράλληλα, αναθεωρείται ταχύτατα και το αντίστοιχο κανονιστικό πλαίσιο, με τρόπο που να συντείνει στην ισότητα όλων και στην ένταξη της διαφορετικότητας, (equality, inclusivity, diversity), όπως ορίζεται και στον καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ και εκφράζεται με τους 17 στόχους που έχουν τεθεί για τη βιώσιμη ανάπτυξη (SDG’s). Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, επιχειρείται να εξαλειφθούν η προκατάληψη και οι διακρίσεις εις βάρος ατόμων ή κοινωνικών ομάδων με βάση τη (μεγαλύτερη) ηλικία τους, στάση που έχει ονομαστεί και ως ageism.

Το βιολογικό υπόβαθρο της αλλαγής

Πίσω όμως από την κατάρριψη του στερεότυπου της ηλικίας βρίσκεται η μεγάλη και πραγματική αλλαγή που έχει πραγματοποιηθεί στη βιολογική εξέλιξη των ανθρώπων, με τη σταθερή αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει στην ανατροπή της δημογραφικής πυραμίδας των ανεπτυγμένων κοινωνιών, καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία οι άνω των 50 ετών αποτελούν αναλογικά μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού συνολικά, ενώ μέχρι το 2100 περίπου το 28,2% του παγκόσμιου πληθυσμού εκτιμάται ότι θα είναι άνω των 60 ετών, όταν το 2020 το ποσοστό αυτό βρισκόταν στο 13,5% (Statista 2021). Στην Ελλάδα, μάλιστα, οι άνω των 65 αποτελούν ήδη το 22,5% του πληθυσμού, έχοντας σήμερα τον τρίτο πιο ηλικιωμένο πληθυσμό της ΕΕ μετά την Ιταλία (23,5%) και τη Φινλανδία, (22,7%).

Η παράταση της διάρκειας της ζωής συνοδεύεται όμως και με την παρατεταμένη ακμαιότητα και καλή υγεία του ατόμου. Δημιουργείται έτσι μια νέα μεγάλη πληθυσμιακή δεξαμενή από ανθρώπους που ενώ παραδοσιακά οδηγούνταν στο περιθώριο, σήμερα διατηρούν ή ακόμη και ενισχύουν τον κοινωνικό τους ρόλο και εκτόπισμα. Η μεγάλη ηλικία δεν ορίζεται πλέον από ασθένειες και λειτουργικούς περιορισμούς, αλλά από εκτεταμένη ζωτικότητα.

Θέματα και αντιλήψεις που σχετίζονται με την εργασία και τη συνταξιοδότηση, μεταβάλλονται δραστικά, καθώς προστίθενται περισσότερα χρόνια στη μέση φάση της ζωής και τείνει να παρατείνεται ή ακόμη και να αναιρείται η έννοια της «τρίτης ηλικίας». Χαρακτηριστικό είναι ότι τα άτομα άνω των 60 ετών παραμένουν πλέον ιδιαίτερα παραγωγικά σε κοινωνικό και επαγγελματικό επίπεδο, ενώ παράλληλα διατηρούν ή και αυξάνουν την αγοραστική τους δύναμη, με αποτέλεσμα να αναπτύσσουν υψηλά επίπεδα εξωστρέφειας και κοινωνικότητας. (Βλέπουμε για παράδειγμα το 40% των 65 έως 80 ετών να δηλώνουν σεξουαλικά ενεργοί, ενώ ένα 26% δηλώνει ότι μεγαλώνοντας περιμένει να έχει περισσότερο χρόνο για ταξίδια και διακοπές. Ipsos, The Future of Ageing 2018).

Ο «Ηλικιωμένος»: Χθες και Σήμερα

Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής αυτής της ηλικιακής ομάδας σε σχέση με το παρελθόν είναι μεγάλες. Οι συνθήκες δε της πανδημίας επιτάχυναν τη σύνδεση του κοινού αυτού με τις νέες τεχνολογίες. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, το κοινό μεταξύ 55 και 64 ετών τείνει να δραστηριοποιείται όλο και περισσότερο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ενδεικτικό είναι ότι πλέον το 62% είναι ενεργό στα social media, με τους 9 στους 10 χρήστες αυτής της ηλικίας να ασχολούνται με αυτά σε καθημερινή βάση για 85 λεπτά κατά μέσο όρο (ήταν 58 λεπτά πριν την περίοδο της πανδημίας). Πέραν της έντονης παρουσίας τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρατηρείται κατά την ίδια περίοδο και μια σημαντική αύξηση στις online συναλλαγές τους, όπως για παράδειγμα η χρήση του PayPal (+331%) και του e-wallet (+1.539%). (Focus Bari, Ιούνιος 2021).

Η νέα «Silver» οικονομία

Η δυναμικότητα και οι απαιτήσεις του κοινού αυτού μπορούν να δημιουργήσουν σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης, όχι μόνο στους βασικούς κλάδους της αγοράς, αλλά και ακόμη περισσότερο σε τομείς όπως τα ταξίδια, η ψυχαγωγία, η προσωπική φροντίδα κτλ. Οι μεγαλύτερες ηλικίες δεν κινούνται πλέον στην περιφέρεια της οικονομικής ζωής. Οι baby boomers, που βρίσκονται αυτή τη στιγμή πλέον στα 60 και τα 70 έτη τους, δημιουργούν τη λεγόμενη silver economy καθώς, για πράδειγμα, στις ΗΠΑ τα άτομα άνω των 55 ετών ξοδεύουν τα διπλάσια ποσά για καταναλωτικά αγαθά από ό,τι οι Millennials (κάτω των 35). (US Bureau of Labor Statistics, 2017)

Διεθνώς οι καταναλωτές του silver economy εκτιμάται ότι δαπανούν περί τα 14 τρις € ετησίως. Έχουν φτάσει στο αποκορύφωμά τους σε ό,τι αφορά το εισόδημα και την κατανάλωσή τους και παράλληλα επιθυμούν να είναι δυναμικά ενεργοί σε όλους τους τομείς κοινωνικής δράσης, σήμερα και στο μέλλον. Χαρακτηριστικό είναι ότι το κοινό αυτό αναμένεται να αντιπροσωπεύει σχεδόν το 60% της αύξησης της παγκόσμιας κατανάλωσης έως το 2030. (Statista, 2021)

Η σταδιακή υπέρβαση των παραδοσιακών στερεότυπων

Οι άνθρωποι που είναι 50 ή 60 χρονών δεν θεωρούν φυσικά τους εαυτούς τους ηλικιωμένους. Μάλιστα συχνά το ίδιο συμβαίνει στις μέρες μας και με εκείνους που είναι 70 ή ακόμη και 80 χρονών. Από την άλλη, βρίσκονται ακόμη καθημερινά αντιμέτωποι με τα στερεότυπα της μεγάλης ηλικίας και τους περιορισμούς που τα συνοδεύουν. Συχνά δεν λείπουν και οι ουσιαστικές διακρίσεις εις βάρος τους, με πιο αντιπροσωπευτικές εκείνες που παρατηρούνται στον εργασιακό χώρο. Χαρακτηριστικό είναι ότι διεθνώς οι άνω των 50 ετών είναι πιθανότερο να χάσουν τη δουλειά τους και είναι και πιο δύσκολο να επανέλθουν μετά από αυτό ξανά στην εργασία. (Ipsos, Perennials, 2019).

Σε ό,τι αφορά δε τις μεγαλύτερες ηλικίες, οι άνω των 70 αντιμετωπίζονται συχνά ως ένα δημογραφικό και κοινωνικό βάρος, κάτι που έγινε προφανές και κατά την πανδημία της Covid-19, όπου είδαμε να αναπτύσσεται σε πολλές περιπτώσεις μια ρητορική που στηρίχτηκε στην αντίληψη ότι «μόνο οι ηλικιωμένοι πεθαίνουν» και άρα δεν μπορούμε να καταστρέψουμε την οικονομία για χάρη τους.

Για πολλά χρόνια οι ηλικιωμένοι βρισκόντουσαν στο περιθώριο της λαμπερής κοινωνικής ζωής και του lifestyle, καθώς και των μέσων ενημέρωσης και της επικοινωνίας γενικότερα. Οι άνθρωποι άνω των 55 ετών θεωρούνταν για τη βιομηχανία της εικόνας ένα παθητικό και αδύναμο οικονομικά κοινό, στο οποίο δεν είχε λόγο να απευθυνθεί κανείς, αντίθετα μάλιστα υπήρχε η πεποίθηση ότι η παρουσία τους δημιουργούσε μια ανησυχία στους τηλεθεατές και γι’ αυτό τους οδηγούσε ουσιαστικά στην αφάνεια. Χαρακτηριστικό είναι ότι η τηλεοπτική εκπροσώπηση των ηλικιών άνω των 65 ετών βρισκόταν μόλις στο 4%, ενώ συχνά οι αναπαραστάσεις τους άγγιζαν τα όρια της γραφικότητας. (Ipsos, Perennials, 2019)Όπως έχει ειπωθεί, άλλωστε, αν ένας επισκέπτης από άλλον πλανήτη προσπαθούσε να σχηματίσει άποψη για τους κατοίκους της γης μέσα από τις διαφημίσεις μας, θα πίστευε ότι οι άνω των 60 ετών είναι ένα μικρό κομμάτι της ανθρωπότητας, «καλοκάγαθοι» και με φθίνουσα κινητικότητα και ευφυΐα, παθητικοί, εξαρτημένοι από τους νεότερους και μακριά από τις εξελίξεις.

Σήμερα, η ζωτικότητα και η οικονομική τους δύναμη συμβάλλουν να περάσουν πλέον οι μεγαλύτεροι ηλικιακά στο προσκήνιο της αγοράς και στο στόχαστρο της επικοινωνίας. Η ηλικία αποενοχοποιείται και η διαφήμιση ανακαλύπτει ένα νέο δυναμικό κοινό, που δεν υπολείπεται σε τίποτα σε σχέση με τις νεότερες γενιές, σε επίπεδο lifestyle όσο και σε οικονομική δύναμη. Ένα κοινό στο οποίο, όπως σχολιάστηκε, «δεν μπορούμε να τους απευθυνόμαστε σαν να είναι ηλίθιοι, ενώ είναι αυτοί που ανακάλυψαν την τεχνολογία των υπολογιστών, του internet και της κινητής τηλεφωνίας».

Οι προτεραιότητες εκείνων που μεγαλώνουν

Το κοινό αυτό περιλαμβάνει ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων, με πλούσια σε εμπειρίες και πολύ διαφορετική πορεία ζωής και συνεπώς με ετερόκλητες στάσεις και συμπεριφορές, κάτι που δημιουργεί και αυξημένη πολυπλοκότητα στην ενιαία προσέγγισή τους ως πολίτες ή ως καταναλωτές. Στον πυρήνα όμως αυτού του κοινού, υπάρχει μια προτεραιότητα που είναι σε μεγάλο βαθμό κοινή για όλους μας. Είναι η ανάγκη να διατηρήσουμε μεγαλώνοντας μια οικονομική δύναμη που θα μας επιτρέψει να παραμείνουμε στο επίκεντρο των εξελίξεων, να έχουμε τον έλεγχο πάνω στη ζωή μας και να στηρίζουμε την υγεία μας και τα όποια προβλήματα μπορεί να παρουσιαστούν. (IPSOS Global Advisor, 2018)

Σε κάθε περίπτωση και πέρα από τις όποιες προτεραιότητες και τις ανησυχίες που έχει ο καθένας για τη μεγάλη ηλικία, το σημαντικότερο εύρημα των ερευνών είναι ότι εκείνοι που την αντιμετωπίζουν πιο αισιόδοξα φαίνεται να ζουν κατά μέσο όρο 7,5 χρόνια περισσότερο από εκείνους που στέκονται με φόβο και απαξίωση μπροστά στα γηρατειά. (Ipsos, The Perennials, 2019)

Εξέλιξη ή τροχοπέδη;

Μένει να αποδειχθεί αν το «τέλος της τρίτης ηλικίας» και η διατήρηση της οικονομικής και κοινωνικής ισχύος που διεκδικείται από αυτό το κοινό θα αποτελέσει δημογραφική βόμβα ή αν θα καταστεί μια ευκαιρία περαιτέρω ανάπτυξης για την ανθρωπότητα.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο θα πρέπει να βρεθούν τρόποι για να χρηματοδοτείται μια υψηλή ποιότητα ζωής για την παρατεταμένη «μέση ηλικία». Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να συνεχίσει να πραγματοποιείται και η απαραίτητη μεταβίβαση πλούτου μεταξύ των γενεών, με σκοπό να βρεθούν κεφάλαια στα χέρια των νεότερων ώστε να συνεχίσει να εξελίσσεται ο κόσμος αυτός, σε μια κατεύθυνση βιώσιμης ανάπτυξης και με στόχο τελικά τη συμμετοχή όλων στην ευημερία.