Πολιτικη & Οικονομια

Η αδυναμία της Αριστεράς να κατανοήσει τον σύγχρονο κόσμο

Δεν μένει άλλο παρά να αποδεχθεί τους όρους του παιχνιδιού, να ασπαστεί τον πολιτικό πολιτισμό της δυτικής δημοκρατίας, κοινώς να σοβαρευτεί, να ενηλικιωθεί και να κοιτάξει να μάθει τον σύγχρονο κόσμο

Λεωνίδας Καστανάς
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η νίκη Μακρόν στις γαλλικές εκλογές, η παγκόσμια αριστερά και ο σύγχρονος κόσμος

Η εκλογή Μακρόν στη γαλλική προεδρία δεν άρεσε στην Αριστερά. Ούτε τη γαλλική, αλλά ούτε την ελληνική. Μια Λεπέν θα ήταν ό,τι έπρεπε. Για να αποδειχθεί ότι οι φιλελεύθερες πολιτικές οδηγούν τον λαό σε ακροδεξιές επιλογές. Για να τονωθεί η αμφισβήτηση προς την Ενωμένη Ευρώπη. Για να μετρηθούν καλύτερα οι ίσες αποστάσεις για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Για να τονωθούν οι σχετικισμοί και ο υπόρρητος φιλοπουτινισμός. Για να ζωντανέψει δήθεν το κίνημα κατά του φασισμού. Για να πληγεί ακόμα περισσότερο η όποια κανονικότητα στα ευρωπαϊκά πράγματα. Γιατί η μεγάλη αναταραχή είναι μια θαυμάσια κατάσταση για όσους επιβουλεύονται τη δυτική δημοκρατία. Αλλά δεν έκατσε.

Αν ο Μακρόν είναι το πιο μισητό πολιτικό πρόσωπο για τη γαλλική Αριστερά, στην Ελλάδα τον ρόλο αυτόν τον έχει ο Μητσοτάκης. Αυτό το μίσος, όπως και κάθε μίσος, οδηγεί σε υπερβολικές πολιτικές επιλογές, που φαντάζουν ανόητες, και σε σπασμωδικές κινήσεις, που επιτυγχάνουν αντίθετα από τα επιδιωκόμενα πολιτικά αποτελέσματα. Αν στη Γαλλία η Αριστερά περιμένει την απάντηση των κίτρινων γιλέκων, στην Ελλάδα ελπίζει σε οφέλη αναδεικνύοντας τον Μητσοτάκη σε αυλάρχη του τέως βασιλιά. Ή σε αναβίωση του κινήματος του «δεν πληρώνω». Ή σε διαμαρτυρίες κατσαρόλας λόγω του πληθωρισμού που προκαλεί ο πόλεμος στη καρδιά της Ευρώπης.

Κάποιοι λέγουν ότι, αν ο Κ. Μητσοτάκης κρατούσε κάποια αμφιλεγόμενη στάση απέναντι στον Πούτιν και τη Ρωσία του, η ελληνική αριστερά θα αναδεικνύονταν σε πρώτη αντιπουτινική δύναμη στην Ευρώπη. Και μάλλον δεν έχουν άδικο. Δεν είναι τυχαίο ότι στο πρόσφατο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ όσο ο Α. Τσίπρας κατηγορούσε τη Ρωσία για την εισβολή δεν ακουγόταν κιχ. Μόλις το γύρισε και ανέδειξε τις ευθύνες της Δύσης, των ΗΠΑ και της ΕΕ για τον πόλεμο το ακροατήριο ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Αν ο Κ. Μητσοτάκης δεν επέβαλε κανένα περιοριστικό μέτρο στους ανεμβολίαστους, η Αριστερά θα τον κατηγορούσε για εγκληματικές επιλογές που βάλλουν κατά της υγείας των πολιτών. Αντιθέτως, επειδή η κυβέρνηση επέλεξε κάποια στοιχειώδη μέτρα προστασίας κυρίως σε κρίσιμες ομάδες εργαζομένων (π.χ. υγειονομικούς), η Αριστερά διαδήλωνε μαζί τους. Υπέρ του δικαιώματος τους ανεμβολίαστου υγειονομικού να σκύβει πάνω από τον ασθενή του. Όμως έτσι δεν γίνεται δουλειά. Υπάρχουν πολίτες που τσιμπάνε στο αντιδεξιό και αντισυστημικό μένος αλλά, όταν προσπαθείς να επαναφέρεις τον αντιμοναρχικό αγώνα το 2022, είναι απλά φαιδρό. Μπορεί να το κάνεις γιατί το πιστεύεις. Μπορεί πάλι να το πλασάρεις ενσυνείδητα σε ανόητους. Αλλά και στις δύο περιπτώσεις εκτίθεσαι.

Η αριστερά παγκοσμίως έχει πρόβλημα πολιτικής στόχευσης. Η πτώση του τείχους, δηλαδή του υπαρκτού σοσιαλισμού της Ευρώπης, της στέρησε το υπόδειγμα του κράτους. Η μετάλλαξη της Κίνας σε μια αφόρητα εξουσιαστική δυστοπία κρατικού καπιταλισμού της ακύρωσε τον ονειρικό άλλο κόσμο που είναι εφικτός. Η παγκοσμιοποίηση και η συνεχής βελτίωση της ζωής σε κοινωνίες ανοικτών θεσμών την άφησε χωρίς το μεγάλο αρνητικό παράδειγμα. Η έκρηξη της ψηφιακής εποχής και η ταχύτατη διάδοση της πληροφορίας σε κάθε γωνιά τη Γης, της στέρησε τη δυνατότητα να παραποιεί την πραγματικότητα. Χωρίς σοσιαλιστικά υποδείγματα, χωρίς βάσιμες αιτίες εξέγερσης, και χωρίς μισές αλήθειες ή ψέματα, η «αστική» δημοκρατία δεν κινδυνεύει. Ειδικά στον δυτικό κόσμο η τεχνολογική έκρηξη και η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, μείωσε την πολιτική της δύναμη διότι την άφησε χωρίς τα μεγάλα επιχειρήματα.

Μοιραία η ευρωπαϊκή Αριστερά αναγκάστηκε να καταφύγει στον λαϊκισμό και εκεί συνάντησε την ακροδεξιά και ερωτεύτηκαν. Η πρόσφατη οικονομική κρίση τής έδωσε τη δυνατότητα να γίνει και πάλι επίκαιρη, όχι όμως ως δύναμη σύνθεσης και ανάπτυξης αλλά ως δύναμη στείρας καταγγελίας και άκρατου βερμπαλισμού. Η Ελλάδα μάλιστα είναι η μοναδική χώρα της ΕΕ στην οποία η ριζοσπαστική Αριστερά συγκυβέρνησε με την Ακροδεξιά οδηγώντας σε γάμο τον έρωτα των δύο άκρων. Αλλά αν ο καταγγελτικός λόγος αρκεί για να ανέβεις στην εξουσία σε εποχή κρίσης και σε κοινωνία ημιμαθών, δεν αρκεί για να κυβερνήσεις με επιτυχία και να βελτιώσεις τη ζωή των πολιτών. Και μοιραία αυτοί θα σου γυρίσουν γρήγορα την πλάτη όπως και έγινε. Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο δεν είναι απότοκο συντηρητισμού αλλά προοδευτικότητας ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας που διεκδικεί μια υψηλή θέση στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο γίγνεσθαι. 

Η παραμονή της Αριστεράς στην εξουσία μιας δημοκρατικής δυτικής χώρας χρειάζεται μια ιδιαίτερη γνώση την οποία ο αρχαϊκός μαρξισμός προφανώς και δεν μπορεί να σου προσφέρει. Θα πρέπει να συνδυάσεις και να συντήξεις τον καπιταλισμό με την ανάπτυξη της μεσαίας τάξης, να βοηθήσεις τους απόκληρους κάνοντάς τους όμως παραγωγικούς, να συσχετίσεις την παιδεία με την τεχνολογία και την αγορά εργασίας και να κάνεις βιώσιμο το κοινωνικό κράτος χωρίς να εκθέσεις τη χώρα σε άκρατο δανεισμό. Ειδικά σε μια υπερδανεισμένη χώρα σαν την Ελλάδα. Θα πρέπει να εκμεταλλευτείς τη συμμετοχή σου στην ΕΕ, όχι για να μοιράσεις επιδόματα αλλά για να ανοίξεις δουλειές και να δώσεις καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας με πλήρη δικαιώματα. Και όλα αυτά σε περιβάλλον φιλικό προς το Περιβάλλον. Θέλει μεγάλη γνώση και τέχνη αυτή η δουλειά και κανείς στη σημερινή εγχώρια Αριστερά δεν μπορεί να καυχηθεί ότι την κατέχει. Κυρίως θέλει δυσανεξία σε ιδεοληψίες του παρελθόντος για τις οποίες η ελληνική αριστερά μπορεί να καυχιέται ότι αποτελούν όχι τη δεύτερη φύση της αλλά την πρώτη.

Ωστόσο η ριζοσπαστική Αριστερά είναι σήμερα η αξιωματική αντιπολίτευση. Η εν δυνάμει άλλη επιλογή απέναντι στην κεντροδεξιά. Αλλά δεν τιμά τη θέση αυτή. Αρνείται να δώσει απαντήσεις στα μεγάλα προβλήματα της χώρας και στις προκλήσεις των καιρών. Αρνείται έστω να προσπαθήσει. Αρνείται να συγκατανεύσει στα στοιχειώδη και απαραίτητα. Η κυβερνητική θητεία της ήταν καταστροφική για κάθε τομέα της δημόσιας ζωής αλλά δεν έκανε ποτέ αυτοκριτική. Διότι η «αστική δημοκρατία» είναι γι’ αυτήν ένα πολίτευμα που κάποια στιγμή πρέπει να ανατραπεί για να πάρει τη θέση του ένα νεφελώδες σοσιαλιστικό σύστημα το οποίο σπανίζει πλέον σε όλη την υφήλιο. Ένα σύστημα που όχι απλά δοκιμάστηκε και απέτυχε, αλλά που γέννησε τέρατα. Σαν και αυτά που σήμερα επιχειρούν στην Ουκρανία. Που καταδικάστηκε από την Ιστορία. Που έμεινε χωρίς ιδεολογικά καύσιμα. Που ξέμεινε από λύσεις και κυρίως από όνειρο. Εκτός και αν το όραμα είναι ο Πούτιν και η Ρωσία του. Η Κούβα και η Βενεζουέλα. Η Βόρειος Κορέα και η Κίνα.

Κανείς ριζοσπάστης Αριστερός δεν θα ήθελε να ζήσει σε χώρες σαν την Κίνα και τη Ρωσία. Ακόμα και όταν έφτασε στην πόρτα εξόδου από την ΕΕ, λίγο πριν την Κούβα της Μεσογείου και μάλιστα με λαϊκή εντολή, πισωπάτησε. Κανείς δεν θα ήθελε να περιμένει στην ουρά με το δελτίο. Συνεπώς δεν μένει άλλο παρά να αποδεχθεί τους όρους του παιχνιδιού, να ασπαστεί τον πολιτικό πολιτισμό της δυτικής δημοκρατίας, κοινώς να σοβαρευτεί, να ενηλικιωθεί και να κοιτάξει να μάθει τον σύγχρονο κόσμο. Για να μπορέσει να τον βελτιώσει. Αλλά δεν θέλει. Γιατί δεν μπορεί να τον κατανοήσει. Η σημερινή Αριστερά είναι πολύ γραία για να αποτελεί ελπίδα.