Πολιτικη & Οικονομια

Γαλλικές εκλογές 2022: Μια νίκη, πολλές διαιρέσεις και ένα σταυρόλεξο

Είναι σαν να έχει σημάνει η ώρα της ιστορικής επιστροφής στη μήτρα από την οποία όλα ξεκίνησαν και στην οποία όλα ξαναγυρίζουν

Γιώργος Σεφερτζής
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Προεδρικές εκλογές στη Γαλλία: Η νίκη του Εμανουέλ Μακρόν, το υψηλό ποσοστό της Μαρίν Λε Πεν, η αποχή και οι επερχόμενες βουλευτικές εκλογές.

Αν στο άκουσμα του αποτελέσματος του δεύτερου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών η δημοκρατική Ευρώπη έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό ανακούφισης βλέποντας τον Εμμανουέλ Μακρόν να ανεβαίνει για δεύτερη συνεχόμενη φορά στο βάθρο του νικητή, ήταν γιατί λίγες ώρες νωρίτερα όλοι έτρεμαν στην ιδέα ότι αυτό που έμοιαζε να είναι απίθανο θα μπορούσε να γίνει αίφνης πραγματικό.

Άλλωστε και οι δημοσκοπήσεις της προπαραμονής των εκλογών δεν απέκλειαν καθόλου το ενδεχόμενο οι Γάλλοι να κάνουν αυτό που πριν από πέντε μόλις χρόνια θα τους ήταν αδιανόητο: να εκλέξουν, δηλαδή, Πρόεδρο της Δημοκρατίας τους την αποδαιμονοποιημένη ακροδεξιά ευρωσκεπτικίστρια Μαρίν Λε Πεν.

Η ψαλίδα της διαφοράς της από τον απερχόμενο Πρόεδρο έδειχνε να κλείνει και ένα οριακό τελικό αποτέλεσμα μπορεί να μην ήταν το χειρότερο υπό τις κρατούσες συνθήκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά σίγουρα θα συνιστούσε μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση και θα αποκάλυπτε πόσο έχουν αλλάξει οι καιροί.

 

Γιατί Λε Πεν;

Ο λόγος ήταν απλός. Η χώρα ήταν διχασμένη. Οι μισοί πολίτες της ήταν θυμωμένοι. Οι άλλοι μισοί ήταν ανήσυχοι και φοβισμένοι. Είχαν κουραστεί από τις αλλεπάλληλες κρίσεις που είχαν βιώσει. Είχαν παραλύσει από τη μόνιμη αβεβαιότητα που έριχνε τη σκιά της πάνω στο μέλλον τους και πολύ περισσότερο στο μέλλον των παιδιών τους. Είχαν αποσταθεροποιηθεί βλέποντας τα κεκτημένα τους να απειλούνται. Τρόμαζαν στην ιδέα ότι δεν έβρισκαν κανέναν να είναι σε θέση να τους εγγυηθεί ότι θα διατηρούσαν εσαεί την κοινωνική τους θέση. Φοβόντουσαν τα χειρότερα βλέποντας την ζωή να ακριβαίνει, τα λεφτά να μην φτάνουν να περάσουν τον μήνα, το σύστημα δημόσιας υγείας να νοσεί, τα όρια ανοχής απέναντι στα διογκούμενα μεταναστευτικά κύματα να εξαντλούνται, την εθνική τους ταυτότητα να χάνεται, την πολιτισμική τους συνοχή να μειώνεται, την ανασφάλεια να επικρατεί όλο και περισσότερο στις γειτονιές και στο περιβάλλον τους, τους μουσουλμάνους να πολλαπλασιάζονται, τους ισλαμιστές να τους βγάζουν την γλώσσα, το ιστορικό παρελθόν τους να αμφισβητείται, το αποικιοκρατικό να επιστρέφει παρέα με άλλες Ερινύες.

Κάτι σαν εμφύλιος πόλεμος φαινόταν να πλησιάζει. Κάτι άλλο, σαν προϊούσα παρακμή, ήταν η γενική αίσθηση ότι κυριαρχούσε στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, είδαν και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να τους ξαναφέρνει τον πόλεμο στην πόρτα τους, να τους γυρίζει πίσω στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο να τους ξυπνάει με τον εφιάλτη ενός Τρίτου Παγκόσμιου πολέμου απλώνοντας πάνω από το κεφάλι τους το φάσμα ενός νέου, πυρηνικού αυτήν την φορά, ολοκαυτώματος.

Μπορεί να είχαν αναγνωρίσει ότι ο απερχόμενος Πρόεδρός τους είχε αναδειχθεί στη διάρκεια του άλλου πρόσφατου πολέμου με τον αόρατο εχθρό του κορωνοϊού ως ο μεγάλος προστάτης και ο φύλακας-άγγελος, που έκανε τα πάντα για να τους γλιτώσει από τα δεινά της πανδημίας, αλλά δεν ήταν ακριβώς αυτός που θεωρούσαν και άνθρωπό τους.

Ήταν ένας νεαρός, καλλιεργημένος και καλοσπουδασμένος αστός που, όμως, τους έμοιαζε απόμακρος. Πολλοί δε μάλιστα τον λέγανε και αλαζόνα. Δεν έδειχνε πάντως να τους καταλαβαίνει ούτε και να πολυασχολείται μαζί τους ή με τα προβλήματά τους. Έδιναν μάλλον δίκιο σε αυτούς που τον κατηγορούσαν ότι, ενώ ήταν ο επιτυχημένος «Πρόεδρος των κρίσεων», ήταν ταυτόχρονα και ο «Πρόεδρος των πλουσίων». Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, στην κατάσταση που βρίσκονταν, να τον ξαναεμπιστευτούν. Έλεγαν, εξάλλου, ότι αυτός προτιμούσε να κουβεντιάζει με τα λόμπυς και τις ελίτ, παρά να νοιάζεται για τον λαουτζίκο.

Τους το έλεγε πρώτη από όλους αυτή η Λε Πεν. Άσε που είχε γίνει αγνώριστη και είχαν και έναν λόγο παραπάνω να την ακούνε. Κάποτε τους τρόμαζε με τις ακρότητες των εθνικιστικών θέσεών της. Τώρα όμως συμπεριφερόταν σαν να ήταν η μάνα τους. Γιατί, λοιπόν να μην προβληματιστούν με το δίλημμα που τους είχε βάλει ενόψει του δεύτερου γύρου ζητώντας τους να διαλέξουν «την Γαλλία τους ή τον Μακρόν των πλουσίων». Πολλώ δε μάλλον που είχε γίνει καλοσυνάτη, ευπροσήγορη, πρόσχαρη και οικεία. Έσκυβε πάνω από τις έγνοιες τους. Πάλευε δίπλα τους. Μπορεί να έφερε το όνομα ενός πατέρα που είχε γράψει μαύρες σελίδες στην ιστορία τους. Αλλά αυτή δεν είχε διστάσει να τσακωθεί μαζί του. Σχεδόν τον είχε αποκηρύξει. Είχε τραβήξει τον δικό της δρόμο. Έφτιαξε το δικό της κόμμα. Αναθεώρησε τις απόψεις της. Αναγνώρισε τα λάθη της. Ταυτίστηκε με τα λαϊκά στρώματα. Κέρδισε την συμπάθεια των νέων. Ίσως να μην έδειχνε ιδιαίτερη ευαισθησία για θέματα που τους έκαιγαν, όπως, για παράδειγμα, τα περιβαλλοντικά. Αλλά σιγά το πρόβλημα! Δεν ήταν ούτε και η δίκη τους απόλυτη σκοτούρα μέσα στις τόσες άλλες που είχαν.

Τους αρκούσε ότι ήταν κοντά τους. Τους μιλούσε. Τους καταλάβαινε. Δεν τους προκαλούσε. Μίλαγε για λογαριασμό τους. Και τους έλεγε πράγματα που τους άρεσε να ακούν. Απλοποιούσε τα ζητήματα. Πρότεινε λύσεις που καταλάβαιναν. Τα έψελνε στο «σύστημα» και σε όλους αυτούς τους «επάνω» που είχαν ξεχάσει τους «κάτω». Γι' αυτό και όλοι οι συνήθεις ύποπτοι την πολεμούσαν. Παρίσταναν τους δήθεν κοπτόμενους για την Ευρώπη και την Δημοκρατία. Στην πραγματικότητα, όμως, νοιαζόντουσαν μόνον για τον εαυτό τους, τα κέρδη τους και την κυριαρχία τους. Δεν ήξεραν τι σημαίνει να ανήκεις στους χαμένους της παγκοσμιοποίησης. Ούτε τι σημαίνει να βλέπεις την πατρίδα σου να χάνει τα κυριαρχικά της δικαιώματα, την ανεξαρτησία της, την περηφάνειά της, το δικαίωμα να παίρνει τις δικές της αποφάσεις με γνώμονα τα δικά της συμφέροντα. Να εφαρμόζει την αρχή της γνήσιας δημοκρατίας σύμφωνα με την οποία η εξουσία ασκείται μόνον από τον λαό και για τον λαό.

Αυτός ο Μακρόν τον περιφρονούσε. Απόδειξη ότι δεν είχε καν καταδεχτεί να ανακοινώσει έγκαιρα την υποψηφιότητα του, να συμμετάσχει στις προεκλογικές αντιπαραθέσεις, να δείξει σεβασμό στις δημοκρατικές διαδικασίες, να ιδρώσει την φανέλα του υποψηφίου, να μπει και πάλι σε διάλογο μαζί τους, ίσος μεταξύ ίσων. Τους έδινε την εντύπωση ότι επειδή είχε ταυτόχρονα την ιδιότητα του Προέδρου τους, του αρχηγού του στρατού τους και του Προεδρεύοντος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αυτοί θα τον επανεξέλεγαν χωρίς άλλη σκέψη. Νόμιζε ότι τους έφτανε το γεγονός ότι μίλαγε με τους ηγέτες όλου του πλανήτη, ότι κρατούσε ανοιχτό το κανάλι με τον Πούτιν, ότι αναλάμβανε διεθνείς πρωτοβουλίες, ότι αγωνιζόταν να ακούγεται δυνατά η φωνή της Γαλλίας στον κόσμο.

Όταν ο Μακρόν κατάλαβε το λάθος του και άρχισε τις τελευταίες δεκαπέντε ημέρες να περνάει τις ώρες του στους δρόμους και σε περιοδείες συνομιλώντας με τους συμπολίτες του και εξηγώντας, ακόμα και στους εχθρικούς που συναντούσε και τον προκαλούσαν, το σχέδιό του για την Γαλλία του αύριο και για την Ευρώπη της στρατηγικής αυτονομίας, της κοινής αμυντικής ισχύος, της κοινωνικής προστασίας, της οικολογικής μετάβασης και της οικονομικής αυτοδυναμίας, ήταν αργά.

Οι τοξικές ουσίες είχαν μεταβολισθεί σε ιδεολογικές προκαταλήψεις και αγεφύρωτες διαφορές. Ο εθνικός διχασμός που επεδίωκε η Λε Πεν είχε συντελεστεί. Και όπως η ίδια διαβεβαίωνε, η Γαλλία είχε χωριστεί σε δυο μπλοκ. Του «λαϊκού πατριωτισμού» από την μια και των «κοσμοπολίτικων ελίτ» από την άλλη.

Ο διχασμός αυτός έμελλε να μετατραπεί σε έναν χειρότερο τριχασμό με ένα νέο μπλοκ που εμφανίστηκε στις εκλογές. Το μπλοκ των «απορριπτικών» που εναντιώνονται και στον ένα και στην άλλη υποψήφια για την Προεδρία.

Ξαναφάνηκε χθες, όταν άνοιξαν οι κάλπες. Είχε τη μορφή της αποχής και συμπεριελάμβανε το σχεδόν 30% των πολιτών που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στον δεύτερο γύρο. Πράγμα που είχε να συμβεί από τον δεύτερο γύρο των Γαλλικών προεδρικών εκλογών του 1969.

Το φαινόμενο συμπληρώνει το πρωτοφανώς υψηλό ποσοστό λευκών και άκυρων ψηφοδελτίων, το άθροισμα των οποίων συνιστά ένα άλλο ρεκόρ. Ξεπέρασε το 10% του εκλογικού σώματος και συνεπώς, ως εκ τούτου, δεν αποτελεί απλά ένα ακόμα μπλοκ. Αποτελεί πολύ περισσότερο ένα ζωτικής σημασίας ζήτημα συνοχής, αντιπροσωπευτικότητας και νομιμοποίησης του προεδρικού συστήματος.

Μετεκλογική Γαλλία, μια χώρα ακραίων διαιρέσεων 

Η μετεκλογική Γαλλία είναι πια μια χώρα πολλαπλών και ακραίων διαιρέσεων. Κοινωνικών, γεωγραφικών, δημογραφικών και πρωτίστως ηλικιακών. Προστίθενται στις παραδοσιακές ιδεολογικές που πάντα χώριζαν την δεξιά από το κέντρο και την αριστερά συνιστώντας την οικουμενική κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης.

Είναι σαν να έχει σημάνει η ώρα της ιστορικής επιστροφής στην μήτρα από την οποία όλα ξεκίνησαν και στην οποία όλα ξαναγυρίζουν. Ποιοι είναι αυτοί που σήμερα συνεχίζουν την παράδοση των γιακωβίνων και ποιοι είναι οι νέοι γιρονδίνοι είναι μια συζήτηση που είναι χρήσιμο να γίνει. Το σίγουρο πάντως είναι ότι κάπως έτσι επωάστηκε και «η εποχή των άκρων».

Ορισμένοι πίστεψαν ότι είχε τελειώσει μαζί με τον «σύντομο εικοστό αιώνα» του Έρικ Χομπσμπάουμ και την Ιστορία του Φουκουγιάμα. Φαίνεται, όμως, να ξαναγίνεται επίκαιρη μέσα από την μεταβλητή πολιτική γεωμετρία της σημερινής Γαλλίας. Γιατί στα άκρα ανήκει ασφαλώς η Ακροδεξιά της Λεπέν. Αλλά στα άκρα ανήκει και η ριζοσπαστική αριστερά του Μελανσόν και ο ενδιάμεσος χώρος που εκπροσωπεί ο Μακρόν. Ο ίδιος, άλλωστε, τον έχει αποκαλέσει «ακραίο κέντρο». Στα άκρα οπωσδήποτε συγκαταλέγεται με μια έννοια και αυτό το κόμμα της αποχής, των λευκών και των άκυρων ψηφοδελτίων που αρνήθηκε να μπει στα διλήμματα που του έθεσαν τα άλλα άκρα.

Οι μεταξύ τους σχέσεις, συνάφειες και αντιθέσεις σχηματίζουν ένα σταυρόλεξο για πολύ δυνατούς λύτες. Διότι στις προαναφερθείσες διαιρέσεις θα πρέπει να συνυπολογιστούν και αυτές που προκύπτουν από τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους συμπεριφέρονται οι πολίτες ανάλογα με το φύλο τους, την εθνότητα τους, την θρησκεία τους, τον τόπο διαμονής τους, τον δείκτη ικανοποίησης από την ζωή και βέβαια την θέση τους στην απασχόληση, την κοινωνική ιεραρχία, την κλίμακα της ιδεολογικής αυτοτοποθέτησής τους.

Αλλιώς συμπεριφέρονται στις αστικές μητροπόλεις της νοτιοδυτικής Γαλλίας ψηφίζοντας Μακρόν, αλλιώς στις περιφέρειες της υπαίθρου και της βορειοανατολικής Γαλλίας ψηφίζοντας Λε Πεν, αλλιώς στα λαϊκά προάστια και τα υποβαθμισμένα αστικά κέντρα ψηφίζοντας Μελανσόν

Το προβληματικότερο με αυτό το σταυρόλεξο είναι ότι συμπληρώνεται με ένα ηλικιακό ρήγμα που έχει ανοίξει στα θεμέλια της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Ακροδεξιά και Ακροαριστερά ψηφίζουν οι κάτω των 25. Μακρόν ψηφίζουν οι άνω των 55. 

Το μεγάλο στοίχημα που πρέπει να λύσει ο Μακρόν μέσα σε επτά εβδομάδες

Με την νεωτερικότητα που εισήγαγε πρωτοεμφανιζόμενος επί της γαλλικής πολιτικής σκηνής ο Μακρόν κατάφερε να κερδίσει το στοίχημα που είχε βάλει τότε. Έκανε την επανάστασή του σαρώνοντας την παλιά πολιτική τάξη. Στο φετινό πρώτο και δεύτερο γύρο εξαέρωσε ό,τι υπόλοιπο της είχε απομείνει.

Το ζητούμενο, όμως τώρα είναι να κερδίσει και το στοίχημα μιας ευρηματικής λύσης του σταυρόλεξου που από χθες βρίσκεται μπροστά του. Δεν έχει πολύ χρόνο. Θα πρέπει να το έχει κάνει το αργότερο μέχρι τον ερχόμενο Ιούνιο. 

Αν δεν τα καταφέρει, η μεγάλη υπόσχεση που έδωσε και κέρδισε αυτές τις εκλογές, θα μείνει ανεκπλήρωτη. Δεν θα έχει επανασυμφιλιώσει τους Γάλλους. Δεν θα έχει επανενώσει την Γαλλία σε ένα, ομογενοποιημένο και αδιαίρετο μπλοκ, δεν θα πείσει ότι δεν θα αφήσει κανέναν στην άκρη του δρόμου, δεν θα αποδείξει ότι η κυβέρνησή του «απελευθερώνει δυνάμεις και σχεδιάζει την πορεία τους», «ξανασμίγει την ύπαιθρο με τις πόλεις», «ξανασυνδέει την συλλογική προσπάθεια με την φιλοδοξία και τον ιδεαλισμό με τον ρεαλισμό», «ταυτίζει την οικουμενικότητα των αξιών της πατρίδας του με τις προοπτικές της Ενωμένης Ευρώπης».

Αυτά είχε εξαγγείλει στην τελευταία του προεκλογική συγκέντρωση. Με αυτά έπιασε χθες το 58% και έγινε ο πρώτος Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας που επανεκλέχτηκε χωρίς προηγουμένως να έχει υποχρεωθεί να μοιραστεί τις υπερεξουσίες του με μια αντίθετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Αν δεν τα κάνει πράξη, θα κινδυνεύσει να γίνει ο πρώτος Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας που δεν θα έχει καταφέρει την επαύριο της νίκης του να εκλέξει μια ταυτόσημη με την προεδρική κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Μέχρι τώρα εξέπληξε ως ο μοναδικός ηγέτης-φαινόμενο που πορεύτηκε και κυβέρνησε πέραν της δεξιάς και της αριστεράς εξαφανίζοντας τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις. Το μυστικό του βρίσκεται στο λεξιλόγιό του. Οι δυο λέξεις που χρησιμοποιεί συχνότερα είναι ένα επίρρημα και ένα ρήμα. Το επίρρημα αποτέλεσε το σήμα κατατεθέν του. Είναι το «ταυτόχρονα» που δηλώνει τους στόχους που θέτει και υπηρετεί παράλληλα χωρίς ο ένας να αποκλείει τον άλλον. Το ρήμα είναι το «δοκιμάζω», στο πρώτο και το δεύτερο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού. Περιγράφει την μέθοδο στην οποία μέχρι τώρα πίστευε και την οποία επέβαλε στην διακυβέρνησή του καινοτομώντας.

Μένει να αποδείξει ότι με την ίδια μέθοδο θα μπορέσει να λύσει και το σταυρόλεξό του. Ειδάλλως θα πρέπει να σηκώσει μόνο τον σταυρό και μάλιστα χωρίς λέξεις. Άρα και χωρίς ιδέες.