Πολιτικη & Οικονομια

Whataboutism: Η Δύση στον καθρέφτη της σχετικοποίησης

Ορισμένοι συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν την πολεμική σύρραξη ως ένα επιπλέον δεκανίκι στην προσπάθειά τους να αναγάγουν τη Δύση ως την ένοχη δύναμη πίσω από όλα τα δεινά του μοντέρνου κόσμου

Σοφία Καλαμαντή
ΤΕΥΧΟΣ 818
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η τακτική του whataboutism και αυτοί που επιχειρούν να σχετικοποιήσουν τον ρωσικό πόλεμο στην Ουκρανία.

Τον όρο «whataboutism» θα τον συναντήσουμε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του ’70 στον βρετανικό και τον ιρλανδικό Τύπο, με τη χρήση του να περιγράφει τις ρητορικές απόπειρες υπεράσπισης της ένοπλης οργάνωσης του IRA, κατά την περίοδο της κορύφωσης των ενόπλων συγκρούσεων και των βίαιων επεισοδίων στο Ηνωμένο Βασίλειο, για το ζήτημα του status quo της Βορείου Ιρλανδίας. Στον 21ο αιώνα, ο όρος επανήλθε στο προσκήνιο το 2007 από τον Βρετανό δημοσιογράφο Edward Lucas, ο οποίος, μέσα από δύο άρθρα του στον «Economist», εδραίωσε τη συσχέτιση του όρου με τις προπαγανδιστικές μεθόδους της Σοβιετικής Ένωσης.

Πρόκειται για μία λογική πλάνη («logical fallacy»), η οποία επιχειρεί να δυσφημήσει τη θέση του αντιπάλου, κατηγορώντας τον για υποκρισία, χωρίς όμως να αντικρούει ή να διαψεύδει ευθέως το επιχείρημά του. Αποπειράται να στρέψει την κριτική προς την αντίπαλη δύναμη, χρησιμοποιώντας στον διάλογο φαινομενικά μη σχετικά παραδείγματα, τα οποία αναδεικνύουν τα κακώς κείμενα της αντίπαλης πλευράς. Έτσι, δομείται μία σαθρή και ψευδής ηθική ισοδυναμία, μέσω της οποίας επιχειρείται τα πεπραγμένα του κατήγορου να εξισωθούν ή και να ξεπεράσουν σε ανηθικότητα εκείνα του κατηγορούμενου. Την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου η στρατηγική αυτή ήταν το επικοινωνιακό ευαγγέλιο των Σοβιετικών, η απάντησή τους προς κάθε κριτική προερχόμενη από τη Δύση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η επαναλαμβανόμενη αναφορά της Σοβιετικής Ένωσης στις ρατσιστικές πρακτικές των ΗΠΑ, κάθε φορά που τα αμερικάνικα μίντια φωτογράφιζαν τον καθολικό περιορισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εντός του σοβιετικού καθεστώτος. Η μέθοδος άντεξε στον χρόνο και φαίνεται να αφομοιώθηκε σταδιακά ως πάγια επικοινωνιακή τακτική της Ρωσίας, χρησιμοποιούμενη και από τον ίδιο τον Πούτιν. Κατά την εισβολή στην Κριμαία το 2014, ο Ρώσος πρόεδρος στην επίσημη δήλωσή του αναφέρθηκε σε μία σειρά περιπτώσεων δυτικών παρεμβάσεων σε ξένα εδάφη, εργαλειοποιώντας τες ως αντίβαρο ενοχής των επικριτών του.

Η τακτική του whataboutism είναι ένα μόνο από τα όπλα που περιλαμβάνει η φαρέτρα όσων επιχειρούν να σχετικοποιήσουν τα όσα συμβαίνουν όλες αυτές τις ημέρες στην Ουκρανία. Αυτήν την ένοπλη αιματηρή εισβολή σε ένα καθόλα κυρίαρχο κράτος δυτικού τύπου, που βρίσκεται σε ευρωπαϊκό έδαφος, και το οποίο τα τελευταία χρόνια είχε μπει αποφασιστικά σε τροχιά ένταξης στη σφαίρα επιρροής της Δύσης, τόσο με τη σύσφιξη σχέσεων με δυτικούς ηγέτες όσο και με τη διαρκή επαναφορά της ιδέας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Η εισβολή του Πούτιν, που έχει ήδη προκαλέσει το ξεκίνημα μιας τρομερής ανθρωπιστικής κρίσης, η οποία αναμένεται να ενταθεί τους επόμενους μήνες, στοχεύει να ισοπεδώσει μία ολόκληρη χώρα, θυσιάζοντας ανηλεώς τους αμάχους. Παρ' όλα αυτά, ορισμένοι συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν την πολεμική σύρραξη ως ένα επιπλέον δεκανίκι στην κοντόφθαλμη προσπάθειά τους να αναγάγουν τη Δύση ως την ένοχη δύναμη πίσω από όλα τα δεινά του μοντέρνου κόσμου, ορισμένες φορές ίσως και υπερβάλλοντας για την πραγματική επιρροή που αυτή ασκεί στον ρου των γεγονότων.

Αγνοώντας επιδεικτικά την πολύχρονη και πυρετώδη πολιτική, πολιτειακή και θεσμική προσπάθεια για ειρηνική συμβίωση των κρατών της Ευρώπης μετά το τέλος του Β΄ ΠΠ, οι θιασώτες του αντιδυτικισμού αρνούνται να συναινέσουν σε οτιδήποτε θα μπορούσε να τους φέρει στην ίδια πλευρά με τη δυτικότροπη, καπιταλιστική –και καθόλα ιμπεριαλιστική, κατά την οπτική τους– ρητορική. Αρκούνται σε αόριστες ευχές περί επικρατήσεως της ειρήνης και καταδικάζουν την κίνηση της Ελλάδας, η οποία, όπως η συντριπτική πλειονότητα των κρατών του ΝΑΤΟ, απέστειλε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία, ως μέρος των ζωτικών υποχρεώσεών της στη συμμαχία. Ταυτόχρονα, μέσα από ψευδο-σύνθετα διαλεκτικά σχήματα, τα ίδια άτομα επιχειρούν να επιρρίψουν καθολικά την ευθύνη του πολέμου στη Δύση, παραβλέποντας τον φανατικό ιστορικό και εθνικιστικό αναθεωρητισμό του Ρώσου ηγέτη, ο οποίος μοιάζει να θέλει να επαναφέρει ακόμη βαθύτερο το χαράκωμα του δυϊσμού των σφαιρών επιρροής στον κόσμο, όπως υφίστατο κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, με ζοφερή προσθήκη την εντεινόμενη επαναφορά της απειλής ενός πυρηνικού πολέμου.

Η Ευρώπη, από την πλευρά της, μοιάζει να συμπεριφέρεται όπως ένας οδηγός που έχει μόλις εμπλακεί σε ένα μετωπικό τροχαίο: μετά από μερικές στιγμές στις οποίες χρειάζεται να συνειδητοποιήσει τι έχει συμβεί, η έκρηξη αδρεναλίνης τον ωθεί να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να ανατρέψει την κατάσταση και να απεγκλωβιστεί. Έτσι, εντός λίγων ημερών, γίναμε μάρτυρες ριζικών αλλαγών ως προς τον τρόπο που η Γηραιά Ήπειρος θέλει πλέον να τοποθετεί τον εαυτό της στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη: η –για ευνόητους λόγους– ήπια αμυντική πολιτική της Γερμανίας μεταβλήθηκε, η Σουηδία και η Φινλανδία βγήκαν από το καθεστώς της αυστηρής ουδετερότητας, ενώ οι συζητήσεις εντός της ΕΕ για ένα ενιαία σχεδιασμένο αμυντικό σχήμα, ακόμη και με την οργάνωση ευρωπαϊκού στρατού, φαίνεται να μπαίνει για πρώτη φορά σοβαρά στο τραπέζι των διαβουλεύσεων.

Η περίφημη ολοκλήρωση, που ως τώρα έμοιαζε μόνο οικονομική, επιταχύνεται απότομα και αποκτά στιβαρά πολιτικά και θεσμικά ερείσματα, φέρνοντας την ΕΕ αντιμέτωπη με όσα δεν θέλησε ή δεν τόλμησε να παραδεχθεί έως τώρα. Αρχικά, πως το μετριοπαθές δόγμα του μερκελισμού έχει πλέον φτάσει στο τέλμα του και η Ένωση χρειάζεται να αναθεωρήσει τη θέση της στην παγκόσμια σκακιέρα. Στη συνέχεια, πως η μανιώδης και εσωστρεφής κριτική ενδοσκόπηση στην οποία έχει επιδοθεί φανατικά ολόκληρη η Δύση τα τελευταία χρόνια για το αποικιοκρατικό της παρελθόν πιθανώς δεν της έχει αφήσει τον απαραίτητο χώρο για να συνειδητοποιήσει τις απειλητικές ζυμώσεις, που συντελούνται παράλληλα στο διεθνές πεδίο. Τέλος, το γεγονός πως η παγκοσμιοποίηση, με τη μορφή που κατέληξε να πάρει, εκείνη της μαζικοποιημένης πολιτισμικής όσμωσης με στόχο αποκλειστικά το οικονομικό όφελος σε έναν κόσμο που θα καταλήξει να είναι πλήρως ομοιόμορφος σε ανάγκες και προσδοκίες, επίσης μοιάζει να καταρρέει. Τη θέση της παίρνει μία νέα πραγματικότητα, στην οποία τα γεωγραφικά όρια μοιάζουν να επαναπροσδιορίζονται και να συρρικνώνονται βραδυφλεγώς, με την αρχή να έχει γίνει από την πανδημία, η οποία επέφερε περιορισμούς και συνολική αυστηροποίηση των μετακινήσεων.

Στη νέα αυτή σελίδα για ολόκληρο τον πλανήτη, τακτικισμοί όπως το whataboutism δεν έχουν θέση, και οφείλει κανείς να αποφασίσει με ποια πλευρά θα συνταχθεί, αποδεχόμενος φυσικά και τις αδυναμίες και τα ελαττώματά της. O ίδιος ο Edward Lucas στην ερώτηση του πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο έδωσε δύο εναλλακτικές: πρώτον, να παρατίθενται στην κριτική πάντοτε αυτούσια τα επιχειρήματα όπως διατυπώθηκαν από τους ίδιους τους Ρώσους ηγέτες, χωρίς περιθώριο για τυχόν συγκρίσεις και συμψηφισμούς. Δεύτερον, τα δυτικά έθνη να προσφύγουν από μόνα τους σε μία αυστηρότερη αυτοκριτική των ελαττωμάτων στα δικά τους συστήματα. Η Δύση βρίσκεται ήδη σε τροχιά έντονης αυτοκριτικής και είναι καιρός να αφουγκραστεί συγκεντρωμένα τις προθέσεις των εξ Ανατολών παικτών, αφού ο πρόεδρος Πούτιν έκανε την αρχή για να ανατρέψει ριζικά τη διεθνή ισορροπία, παραβλέποντας ακόμη και το κολοσσιαίο κόστος που αυτό θα έχει για τη χώρα του. Εάν επιτευχθεί το τέλος του σχετικισμού και των συμψηφισμών, που μοναδικό στόχο έχουν να αποπροσανατολίσουν, τότε θα μπορέσει να αποκρυσταλλωθεί και το μέγεθος του αντίκτυπου που θα έχει για τον δυτικό κόσμο η ουκρανική τραγωδία.