Πολιτικη & Οικονομια

Η ανησυχητική επέλαση του cancel culture

Το πρόβλημα είναι πως κοιτίδα εκκόλαψης του φαινομένου αποτελούν πρωτίστως οι ακαδημαϊκές κοινότητες

kalamanti-sofia.jpg
Σοφία Καλαμαντή
ΤΕΥΧΟΣ 805
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Social Cancel Culture
© Monstera / Pexels

Cancel culture, ή κουλτούρα ακύρωσης: Η περίπτωση του Bright Sheng και οι ετυμηγορίες της αυθεντίας του Twitter και του Facebook που ακολουθεί η γενιά Ζ

Ο Bright Sheng είναι αναγνωρισμένος κινεζικής καταγωγής Αμερικανός συνθέτης, μαέστρος και πιανίστας. Μεταξύ των τιμών που έχει λάβει για τη σταδιοδρομία του συγκαταλέγονται οι δύο φορές που έχει υπάρξει φιναλίστ για το βραβείο Pulitzer, καθώς και η υποτροφία που έλαβε το 2001 από το πρόγραμμα «MacArthur», το οποίο δίδεται σε υποψηφίους που επέδειξαν «εξέχουσες προσπάθειες πρωτοτυπίας και αφοσίωσης στις δημιουργικές αναζητήσεις τους». Πρόσφατα, ο Sheng αποσύρθηκε από τη διδασκαλία ενός σεμιναρίου σύνθεσης που δίδασκε σε πρωτοετείς φοιτητές της μουσικής σχολής του Πανεπιστημίου του Michigan. Ο λόγος, σύμφωνα με τους New York Times, για τον οποίο ο Sheng στην πραγματικότητα εκδιώχθηκε από το σεμινάριο ήταν η απόφασή του να προβάλει στους φοιτητές του την κινηματογραφική μεταφορά «Οθέλλος» του Σαίξπηρ με τον Lawrence Olivier στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Σκοπός της προβολής ήταν να μελετήσουν οι φοιτητές πώς το κείμενο του Σαίξπηρ έγινε λιμπρέτο για την ομότιτλη όπερα του Βέρντι.

Σκηνές απείρου κάλλους ακολούθησαν την πρωτοβουλία του Sheng. Οι φοιτητές, εξαγριωμένοι στη θέα του Olivier, ο οποίος έφερε για τις ανάγκες του ρόλου το λεγόμενο «blackface» με τη χρήση έντονου σκούρου μακιγιάζ, μετά βίας περίμεναν να ολοκληρωθεί η προβολή προτού προχωρήσουν σε συλλογικές πρωτοβουλίες ψηφιακής ενορχήστρωσης, οι οποίες αποτελούν σήμερα την κυρίαρχη μορφή ακτιβισμού. Σε συνεννόηση, μέσω group chat, συνέταξαν email-καταγγελία εναντίον του Sheng προς τη γραμματεία του τμήματος, στο οποίο δήλωναν «βαθύτατα προσβεβλημένοι από τη συγκεκριμένη προβολή, αλλά και από το γεγονός πως δεν έλαβαν την παραμικρή εξήγηση ως προς το γιατί αυτή η ταινία επιλέχθηκε για την τάξη τους».

Μετά από δύο εκτενέστατες επιστολές απολογίας από πλευράς του Sheng, επικοινωνίες φοιτητών με τη διοίκηση του πανεπιστημίου και ακυρώσεις των επόμενων διαλέξεων του σεμιναρίου, έγινε τελικώς αυτό που έμοιαζε εξ αρχής προδιαγεγραμμένο: ο Bright Sheng, μέλος του διδακτικού προσωπικού του Πανεπιστημίου του Michigan από το 1995 και κάτοχος του τίτλου Leonard Bernstein Distinguished University Professor, της υψηλότερης τιμητικής διάκρισης της σχολής του, αποχώρησε οικειοθελώς από τη διδασκαλία του συγκεκριμένου σεμιναρίου, προκειμένου να συνεισφέρει σε ένα «θετικό περιβάλλον μάθησης».

Το πόσο «θετικό» είναι ένα περιβάλλον μάθησης στο οποίο ένας καθηγητής μπορεί πρακτικά να εκδιωχθεί εν μια νυκτί κατόπιν πιέσεων μιας μικρής ομάδας φανατικών είναι, βεβαίως, προς συζήτηση. Βασικό αίτιο της κατακραυγής που υπέστη ο Sheng ήταν, σύμφωνα με τα λεγόμενα των φοιτητών, το ότι δεν προνόησε να τους προειδοποιήσει για το θέαμα που επρόκειτο να αντικρίσουν, το οποίο όχι απλώς τους πλήγωσε και τους πρόσβαλε αλλά τους έκανε να αισθανθούν πως το πανεπιστήμιο δεν είναι πλέον ένας ασφαλής χώρος συμβίωσης. Δεν σκέφτηκε, με απλά λόγια, ο άτυχος καθηγητής πως στην εποχή μας δεν αρκεί να αναλαμβάνεις την ευθύνη όσων λες και πράττεις, μα οφείλεις να σηκώσεις το βάρος των συμβολισμών που φέρουν τα πολιτισμικά προϊόντα προηγούμενων εποχών, εάν και εφόσον τολμήσεις να τα προσεγγίσεις με οποιονδήποτε τρόπο και για τον οποιονδήποτε λόγο. Στην προκειμένη περίπτωση, η διοίκηση του πανεπιστημίου πείστηκε ότι και μόνον η προβολή του συγκεκριμένου έργου αποτελεί από μόνη της πράξη ρατσιστική, ανεξαρτήτως των προθέσεων του καθηγητή. Η απόφαση εμπεριέχει πλήθος λογικών σφαλμάτων, μα η δύναμη που έχουν σήμερα λέξεις όπως «προσβολή» συνθλίβει τα πάντα στο πέρασμά της.

Το cancel culture, ή κουλτούρα ακύρωσης, έχει πλέον γίνει εξαιρετικά δημοφιλές κυρίως διότι πολλοί νέοι αδυνατούν να προσεγγίσουν καλλιτεχνικά και πολιτιστικά δημιουργήματα υψηλής αισθητικής και φιλοσοφικής αξίας ως προϊόντα μιας συγκεκριμένης εποχής. Η συλλογιστική που ακολουθούν, στην πραγματικότητα, λειτουργεί αντίστροφα: δεν διερωτώνται για τους λόγους που ένα έργο αναπαράγεται ανελλιπώς για δεκαετίες, περνώντας από γενιά σε γενιά, ώστε να εντοπίσουν τα συστατικά που το καθιστούν διαχρονικό στις πνευματικές αναζητήσεις γύρω από την ανθρώπινη φύση, την εξουσία, τις σχέσεις, τον έρωτα. Αντιθέτως, εστιάζουν σε όλα τα αφηγηματικά σημεία που, αναπόφευκτα, είτε θα είναι εκτός τόπου και χρόνου, είτε θα αποτελούν ενθύμια ενός κόσμου ομολογουμένως πολύ λιγότερο συμπεριληπτικού από τον σημερινό. 

Επηρεασμένη και καταφανώς εξαρτημένη από τις πολιτικά ορθές ετυμηγορίες της αυθεντίας του Twitter και του Facebook, η γενιά Ζ των σημερινών εικοσάρηδων ταράζεται και βλέπει την πίστη της στην πρόοδο –όπως αυτή ορίζεται από τα νεοαριστερά κινήματα– να κλονίζεται βάναυσα ακόμη και μέσω της επιδερμικής επαφής με έργα που δεν συμβαδίζουν πλήρως με το αξιακό της σύστημα. Αγγίζοντας μάλιστα δυσθεώρητα ύψη αυταρέσκειας και εγωκεντρισμού, μέλη της συγκεκριμένης γενιάς εκλαμβάνουν και μόνο την ύπαρξη τέτοιων προϊόντων ως προσωπική επίθεση και απαιτούν τον αφανισμό τους, εξαπολύοντας ταυτοχρόνως απειλές ισοπέδωσης της φήμης και της καριέρας οποιουδήποτε σχετίζεται με την προώθησή τέτοιων έργων, όπως στην περίπτωση του καθηγητή Sheng. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, τα εν λόγω άτομα μάλλον δεν νιώθουν και τόσο αβοήθητα όσο θέλουν να πιστεύουμε. Όπως και να έχει, όμως, αποτέλεσμα της συλλογιστικής αυτής είναι η κριτική σκέψη να εκμηδενίζεται και τη θέση της να παίρνει ένας συνοπτικός και κυρίως ανακουφιστικά ξεκάθαρος οδηγός αποδεκτών ερεθισμάτων, εξαίσιο δείγμα των μεταμοντέρνων ζυμώσεων που συντελούνται στο ψηφιακό πεδίο συζήτησης.

Από την πλευρά τους, μεγάλες εταιρείες, όπως π.χ. κινηματογραφικών και τηλεοπτικών προϊόντων, με τον φόβο ότι θα χάσουν το ισχυρότερο αυτή τη στιγμή κομμάτι αγοραστικού κοινού τους, πράττουν αναλόγως, ώστε να επιδείξουν έγκαιρα τις καλές τους προθέσεις, επιβεβαιώνοντας τις στρεβλές θεωρήσεις της πραγματικότητας όπως σχηματοποιούνται από το cancel culture: το HBO ανακοίνωσε θριαμβευτικά προ ολίγων μηνών πως στην πλατφόρμα streaming του η ταινία «Gone with the Wind» θα ξεκινάει με προειδοποίηση για τα ρατσιστικά μηνύματα και τις φυλετικές προκαταλήψεις που περιέχει. Μία ταινία, δημιούργημα του 1939 για μια ιστορία στον Αμερικανικό Εμφύλιο το 1861, χρειάζεται ειδική εισαγωγική προειδοποίηση, ώστε να καταστεί σαφές πως ό,τι δούμε δεν αντιπροσωπεύει νόρμες και συμπεριφορές αποδεκτές στο σήμερα και ότι φυσικά η εταιρεία διαχωρίζει τη θέση της. Σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες προχώρησε και η Disney στη συνδρομητική της υπηρεσία, αυτή τη φορά για ταινίες κινουμένων σχεδίων, που θεωρήθηκε πως αναπαράγουν ρατσιστικά στερεότυπα μέσω των τετράποδων ηρώων τους, όπως ο «Ντάμπο» ή «Η Λαίδη και ο Αλήτης».

Ο τρόπος σκέψης που έρχεται εκβιαστικά να επιβάλει η κουλτούρα της ακύρωσης είναι από μόνος του ανησυχητικός, εκείνο όμως που επίσης πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά είναι πως κοιτίδα εκκόλαψης του φαινομένου αποτελούν πρωτίστως οι ακαδημαϊκές κοινότητες, ιδιαίτερα στα Ivy League πανεπιστήμια των ΗΠΑ. Σε ένα πεδίο όπου η ελευθερία του λόγου, ο πλουραλισμός απόψεων και η ανοχή σε καθετί διαφορετικό ή ακόμη και «αιρετικό» θα έπρεπε όχι απλώς να ενθαρρύνονται, αλλά να αποτελούν το κατεξοχήν συστατικό στοιχείο της ακαδημαϊκής διαδικασίας, ένας καθηγητής διαπομπεύθηκε και εν τέλει εξοβελίστηκε επειδή έδειξε μία ταινία που έκανε μία μικρή ομάδα φοιτητών να νιώσει άβολα.

Σχετικά με το τι θα είναι αυτό που θα κάνει τους ίδιους φοιτητές να αισθανθούν άβολα σε δεύτερο χρόνο και θα τους δώσει την ορμή να βρουν το επόμενο θύμα τους, το πιθανότερο είναι πως το Twitter θα σπεύσει να τους ενημερώσει εγκαίρως μέσω του κατάλληλου hashtag.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ