Πολιτικη & Οικονομια

Ο Βαγγέλης Βενιζέλος και η γερμανική Σοσιαλδημοκρατία

Η επανάκαμψη της Σοσιαλδημοκρατίας δεν μπορεί να γίνει με την περιθωριοποίησή της, ούτε με την πολιτική χορηγία της επιλεκτικής μνήμης

giannis-meimaroglou.jpg
Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Όλαφ Σολτς (Olaf Scholz), Αντικαγκελάριος της Γερμανίας
Όλαφ Σολτς © EPA/Michael Kappeler / POOL

Σχόλιο για την ελληνική και τη γερμανική σοσιαλδημοκρατία, τον Βαγγέλη Βενιζέλο και τον υποψήφιο καγκελάριο Όλαφ Σολτς.

Στη χώρα μας, οι ιδεολογίες είναι ιδιαίτερα «ευέλικτες» ώστε να προσαρμόζονται με ευκολία στις εκάστοτε πολιτικές ανάγκες των κομμάτων. Όροι όπως «φιλελευθερισμός», «σοσιαλδημοκρατία», «λαϊκισμός», ακόμα και πολιτικοί προσδιορισμοί όπως «κεντροαριστερά», «κεντροδεξιά» κ.λπ. ερμηνεύονται ή αποδίδονται περισσότερο για την εξυπηρέτηση επικοινωνιακών τακτικών. Άλλωστε, η φτωχή ιδεολογική κουλτούρα του εκλογικού σώματος προσφέρεται γι’ αυτό τον σκοπό. Η Ελλάδα γνώρισε τον διαφωτισμό μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ενώ οι τραγικές συνέπειες του εμφύλιου κάνουν ακόμα απαγορευτική οποιαδήποτε άλλη διάκριση πέραν του διπόλου «Αριστερά-Δεξιά», μέσα στο οποίο παραμένουν εγκλωβισμένες οι πολιτικές δυνάμεις.

Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να ενοχοποιηθεί ο φιλελευθερισμός που χαρίστηκε ουσιαστικά στη συντηρητική παράταξη, ενώ το ΠΑΣΟΚ εξέφρασε περισσότερο τον αντιδεξιό πόλο, παρά την σοσιαλδημοκρατική ιδεολογία. Η αντιπαράθεση αντιδεξιάς-αντιαριστεράς αξιοποιήθηκε περισσότερο για την περιχαράκωση του εκλογικού σώματος σε ένα δικομματικό σύστημα που στηρίχτηκε σε ένα συν-τροφοδοτούμενο πελατειακό κράτος ευάλωτο, όπως αποδείχτηκε, στον δεξιό και αριστερό λαϊκισμό που επικράτησε σε κρίσιμα χρονικά διαστήματα. Τα ακροδεξιά μορφώματα, με αποκορύφωμα τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, όπως και τα διάφορα αντιμνημονιακά, αντιεμβολιαστικά κλπ κινήματα των κάθε λογής «αγανακτισμένων» είναι προϊόντα των εκρήξεων του λαϊκισμού που η χώρα εξακολουθεί να πληρώνει πολύ ακριβά.

Η ιδεολογική ιδιαιτερότητα της ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας έρχεται να επιτείνει την γενικότερη, τα τελευταία χρόνια, αμηχανία της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας που αδυνατεί να διαμορφώσει έναν πειστικό εναλλακτικό πολιτικό λόγο για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων στις συνθήκες της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και της απειλής της κλιματικής αλλαγής. Η πανδημία έφερε στην επιφάνεια νέα διλήμματα που αφορούν θεμελιακά ανθρώπινα και κοινωνικά δικαιώματα και αναζητούν απαντήσεις. Η αδυναμία ταυτοποίησης της ελληνικής σοσιαλδημοκρατικής εκδοχής φαίνεται και από το γεγονός ότι η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και ο αρχηγός της κατάφεραν, σε μια επίδειξη άκρατου καιροσκοπισμού, να μεταμφιεστούν σε σοσιαλδημοκράτες, προκειμένου να αντικαταστήσουν το ΠΑΣΟΚ στη δικομματική εναλλαγή. Η μεταμφίεση αυτή επικυρώθηκε, άλλωστε, από δεκάδες (πρώην) στελέχη του ΠΑΣΟΚ που αναζήτησαν «ανιδιοτελώς» στον ΣΥΡΙΖΑ τη νέα «σοσιαλδημοκρατική» τους στέγη

Η αναζήτηση σοσιαλδημοκρατικών προτύπων στο εξωτερικό, ακόμα και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, εξακολουθεί να αποτελεί στοιχείο της επικοινωνιακής πολιτικής της εγχώριας Σοσιαλδημοκρατίας. Ωστόσο, η αναφορά σε συγκεκριμένα παραδείγματα παραμένει επιλεκτική με βασικό κριτήριο την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων. Οι τραγικές συνέπειες της συμμετοχής των Podemos στη σοσιαλιστική κυβέρνηση της Ισπανίας αποσιωπούνται, από παλιούς και «νέους» σοσιαλδημοκράτες, ολοένα και περισσότερο. Όπως έχει αποσιωπηθεί και η ουσιαστική συμβολή του Εργατικού κόμματος της Μ.Βρετανίας, υπό τον Κόρμπιν, στο Brexit ή η περιθωριοποίηση παραδοσιακών ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κινημάτων σε χώρες-προπύργια όπως η Γαλλία και η Ιταλία.

Η γερμανική Σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται, τις μέρες αυτές, στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Μια παραδοσιακή πολιτική δύναμη με καθοριστική συμβολή στην υπόθεση της Ενωμένης Ευρώπης που ευτύχησε να δει στην ηγεσία της εμπνευσμένες προσωπικότητες, διεκδικεί ξανά την καγκελαρία και την πρωτοκαθεδρία στην πολιτική ζωή της Γερμανίας. Είναι φυσικό, το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών στις 26/9 να αποτελέσει σημείο καμπής για όλη την Ευρώπη, αφού θα σηματοδοτήσει την μετα-Μέρκελ εποχή. Και, στην περίπτωση της επιβεβαίωσης των δημοσκοπήσεων, θα αποτελέσει σημείο καμπής και για την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία. Εκείνο που έχει σημασία, ωστόσο, είναι να μην σταθούμε μόνο στους αριθμούς αλλά να κοιτάξουμε την πολιτική που οδήγησε το SPD στο σημερινό αισιόδοξο σημείο. Ας μην ξεχνάμε ότι στην προηγούμενη εκλογική μάχη, το SPD, με υποψήφιο καγκελάριο τον Μάρτιν Σουλτς που είχε αποκλείσει εκ των προτέρων κάθε συνεργασία με τη συντηρητικά και φιλελεύθερα κόμματα γνώρισε την μεγαλύτερη ήττα και τα χαμηλότερα ποσοστά της μακράς ιστορίας του.

Ο σημερινός υποψήφιος καγκελάριος Όλαφ Σολτς φαίνεται να ξεπερνάει κατά πολύ τα εκλογικά όρια του SPD. Η ευρύτερη αποδοχή που συναντάει η υποψηφιότητά του οφείλεται ασφαλώς στην επιτυχία με την οποία ανταποκρίθηκε στα καθήκοντά του ως αντικαγκελάριος και Υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του «μεγάλου συνασπισμού». Τηρουμένων των αναλογιών των διαφορετικών συνθηκών, αντίστοιχο ρόλο διαδραμάτισε στην (αναγκαστική) συγκυβέρνηση του δικού μας «μεγάλου συνασπισμού» στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ως αντιπρόεδρος και Υπουργός Εξωτερικών, ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Μόνο που ο Βενιζέλος δεν κρίθηκε άξιος, από την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, να είναι επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του κόμματος

Η επανάκαμψη της Σοσιαλδημοκρατίας δεν μπορεί να γίνει με την περιθωριοποίησή της ούτε με την πολιτική χορηγία της επιλεκτικής μνήμης. Θα χρειαστεί να παντρέψει με τόλμη τα ιδεολογικά προτάγματα και τις αξίες που εκπροσωπεί με τις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου, διεκδικώντας από τους πολίτες την εντολή να αναλάβει ηγετικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις της νέας εποχής.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ