Πολιτικη & Οικονομια

Δεν έμαθαν τίποτα, δεν ξέχασαν τίποτα

Έχει λόγο ύπαρξης το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο;

Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πόσο άλλαξε ο ΣΥΡΙΖΑ και γιατί η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από τη Νέα Δημοκρατία στις δημοσκοπήσεις δεν είναι τυχαία.

Λοιπόν είναι πλέον σαφές ότι έχουμε μια κυβέρνηση εγκληματιών, ληστών και σφαγέων. «Σφαγέας» εφήβων, κατά Φίλη και «εγκλήματος εκ προμελέτης», κατά Τσίπρα, η κ. Κεραμέως. Ένοχος «ληστείας» ή αν προτιμάτε «ριφιφί» σε βάρος των συντάξεων, ο κ. Χατζιδάκης, τουλάχιστον κατά την «Αυγή». Και ένοχος «συνειδητού» εγκλήματος κατά της κοινωνίας ο κ. Κικίλιας και συνολικά η κυβέρνηση, για καθυστέρηση στην ενίσχυση του ΕΣΥ, πάντα σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Για τον Χρυσοχοΐδη καλύτερα να μη μιλήσουμε, αυτός δεν καλύπτεται από τα  εγχειρίδια της εγκληματολογίας. Γνωστά πράγματα θα πει κανείς, τα διαβάζουμε και τα παρακολουθούμε καθημερινά. Είναι ο τρόπος αντιπολίτευσης της αριστεράς που αποδεικνύει ότι όλα αυτά τα χρόνια, δεν έμαθε τίποτα και δεν ξέχασε τίποτα, για να θυμηθούμε τον Ταλεϋράνδο και τους Βουρβώνους.

Αφορμή για την υπενθύμιση είναι μια απάντηση του Νίκου Μπίστη στην κριτική του γράφοντος για την «προοδευτική κυβέρνηση». Σε όλη την επιχειρηματολογία του Μπίστη, η γραμμή που την διαπερνά είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αλλάξει, έχει ωριμάσει και έχει πλησιάσει την σοσιαλδημοκρατία. Το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο κατά συνέπεια δεν έχει πια λόγο ύπαρξης. Ο τρόπος με τον οποίο εξακολουθεί να κάνει αντιπολίτευση όμως αποδεικνύει το αντίθετο. Και το κάνει με πολλούς τόπους. Κατ αρχήν με το ύφος της κριτικής: οι προσωπικές επιθέσεις οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί και οι πολεμικές ανακοινώσεις είναι διαρκώς στην ημερήσια διάταξη. Δεν δίστασε ακόμα και στην κορύφωση της πανδημίας να στηρίξει καθημερινές πορείες διαμαρτυρίας αδιαφορώντας για ενδεχόμενες επιπτώσεις. Κάποιοι ενδεχομένως θα έλεγαν ότι τις επιδίωκε μάλιστα, κατά το «η κανονικότητα δεν είναι ποτέ ευκαιρία για την αριστερά» της Αχτσιόγλου. Το κλίμα θα μπορούσε να θυμίζει πολύ την περίοδο της οικονομικής κρίσης το 2011, με την επιχείρηση απονομιμοποίησης της κυβέρνησης, αν τα προσκλητήρια για την «μητέρα των μαχών» δεν είχαν πια τόσο μικρή απήχηση στους πολίτες.

Αυτού του είδους η μαξιμαλιστική αντιπολίτευση ωστόσο έχει και μια άλλη ακόμα πιο σοβαρή διάσταση. Δείχνει ότι στον ΣΥΡΙΖΑ επικρατεί ακόμα η αντίληψη ότι η λύση σε κάθε πρόβλημα είναι να ξοδεύει περισσότερα χρήματα το κράτος και να κάνει προσλήψεις. Ότι προοδευτικό είναι να υιοθετείται κάθε συντεχνιακό αίτημα των συνδικαλιστών. Η υιοθέτηση δηλαδή ακριβώς των πολιτικών που μας οδήγησαν στην χρεοκοπία. 

Υποτίθεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ωρίμασε στα σχεδόν 5 χρόνια που ήταν στην κυβέρνηση. Για τα περισσότερα στελέχη του όμως αυτό είναι ψέμα. Οι αυταπάτες που διαλύθηκαν, όπως είχε ισχυριστεί ο Τσίπρας, δεν αφορούσαν την οικονομία αλλά τον συσχετισμό δύναμης με τους Ευρωπαίους. Για τα στελέχη και τα μέλη του εξηγεί γιατί ηττήθηκαν και δεν μπόρεσαν να εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους, όχι ότι το πρόγραμμα καθαυτό ήταν το πρόβλημα.

Η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από τη Νέα Δημοκρατία στις δημοσκοπήσεις δεν είναι τυχαία. Και ο πιο φανατικός αντίπαλος του Μητσοτάκη καταλαβαίνει ότι αυτή την στιγμή έχει κάτι να προτείνει. Ένα συνολικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για αυτό που ονομάζουμε παραγωγική αναβάθμιση της χώρας. Καλό, κακό, ενδεχομένως κοινωνικά προβληματικό σε κάποιες πλευρές του, αλλά πάντως υπάρχει. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως; Η θέση του είναι μια διαρκής άρνηση σε κάθε αλλαγή ως εάν μοναδικός στόχος είναι να επιστρέψουμε από εκεί που ξεκινήσαμε. Να αποκτήσουμε χώρο για να κάνουμε τα ίδια λάθη. Η αντίθεση σε κάθε μορφή αξιολόγησης συμπυκνώνει με τον πιο παραστατικό τρόπο την φιλοσοφία του: σημασία δεν έχει η σωστή αξιοποίηση των χρημάτων αλλά η ικανοποίηση των αιτημάτων της εκλογικής πελατείας.  Ακόμα και στην εξωτερική πολιτική που είχε μια θετική συμβολή, είδαμε μια παλινδρόμιση σε μαξιμαλισμούς με τις κατηγορίες για «ενδοτισμό»! 

Η διαφωνία κατά συνέπεια με την προοδευτική κυβέρνηση και την απλή αναλογική δεν έχει μόνο τεχνικό χαρακτήρα, ότι δηλαδή θα δημιουργήσει συνθήκες αστάθειας από τις δυσκολίες συνεννόησης. Αν κι αυτό στην Ελλάδα δεν πρέπει ποτέ να το υποτιμούμε: στην περίοδο της συγκυβέρνησης το 1989 θυμόμαστε ότι χρειάζονταν μαραθώνιες διαπραγματεύσεις και μόνο για την τιμή του ψωμιού, την ώρα που η χώρα βρισκόταν στο χείλος του γκρεμού. Η διαφωνία με την προοδευτική διακυβέρνηση είναι κυρίως πολιτική. Μια καινούργια κυβέρνηση Τσίπρα θα έχει στο εσωτερικό της το σπέρμα της αστάθειας. Θα είναι μια συνεχής αναμέτρηση του νεοαποκτηθέντος ρεαλισμού με τον αναχρονισμό της πολιτικής του. Δεν θα ξέρουμε ποτέ που θα κάτσει η μπίλια και σίγουρα δεν θα δούμε τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα.

Είναι αυτή ακριβώς αυτή η πολιτική διάσταση που κάνει και το άνοιγμα του Τσίπρα στην κεντροαριστερά ύποπτη αν όχι υποκριτική. Θέλει τις ψήφους αλλά όχι την μεταρρυθμιστική της παράδοση. Της δίνει μάλιστα το “βραβείο εξυπηρέτησης των ελίτ” για να θυμηθούμε και την άποψη Τσακαλώτου για τον Κώστα Σημίτη. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ αρχίσει να βλέπει αυτοκριτικά τέτοιες απόψεις, και σ αυτό πιστεύω ότι και ο Μπίστης θα συμφωνεί,  τότε ίσως θα μπορούσε να ξεκινήσει ένας διάλογος. Α και αφού προηγουμένως μπουν στο περιθώριο όλοι αυτοί οι απαράτσικ οι οποίοι στο μόνο στο οποίο έχουν διακριθεί είναι οι κομματικές ίντριγκες. Όχι άλλο ηθικό πλεονέκτημα.