Πολιτικη & Οικονομια

Ο Διονύσης, η Νίκη Κεραμέως και το «σωστό»

Ένα εκπαιδευτικό σύστημα με αυστηρά ελεγχόμενα ιδρύματα και φοιτητές που δεν αποφοιτούν ποτέ δεν μοιάζει να είναι καθόλου σωστό.

Περικλής Δημητρολόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Περικλής Δημητρολόπουλος γράφει για τον διάλογο που ξεκίνησε με την ανοικτή επιστολή που έστειλε στη Νίκη Κεραμέως ο μαθητής Διονύσης Κατάκαλος.

Πριν από μερικά χρόνια κυκλοφόρησε στα ελληνικά (εκδ. Πόλις) το βιβλίο του Μάικλ Σάντελ «Δικαιοσύνη: Τι είναι το σωστό». Τον Σάντελ θα μπορούσε να τον συστήσει κανείς ως καθηγητή του  Χάρβαρντ. Θα ήταν πιο ακριβής όμως εάν τον σύστηνε ως έναν σταρ, το βεληνεκές του οποίου ξεπέρασε τα κατάμεστα αμφιθέατρα του πανεπιστημίου του. Εκείνος μιλά στις δημόσιες διαλέξεις του και το κοινό κρέμεται από τα χείλη του. Η τεχνική του θεωρείται απαράμιλλη. Ο Μάικλ Σάντελ θέτει διλήμματα γύρω από την ηθική και τη δικαιοσύνη για να αναδείξει τις αντιφάσεις μας. Τι είναι το σωστό;

Δεν μπορεί να απαντήσει κανείς χωρίς να ανοίξει μια μεγάλη κουβέντα. Και να που η κουβέντα άνοιξε με την ανοικτή επιστολή που έστειλε στη Νίκη Κεραμέως ένας μαθητής που συμμετείχε στις πανελλήνιες εξετάσεις. Ο Διονύσης Κατάκαλος φοίτησε στο Πρώτο Πρότυπο Λύκειο Αθηνών, διάβασε πολύ, μόχθησε ακόμη περισσότερο, κατάφερε να συγκεντρώσει πάνω από 20.000 μόρια, αλλά το σκορ του δεν στάθηκε αρκετό για να περάσει στην Αρχιτεκτονική. «Κατάφερα με κόπο να συγκεντρώσω 20.988 μονάδες στο σύνολο (17.898 μονάδες στα μαθήματα και 3.090 στο σχέδιο)» γράφει στην επιστολή του. «Όμως σήμερα έμαθα ότι παρότι αρίστευσα δεν θα μπορέσω να εισαχθώ στο ΕΜΠ, ούτε στη δεύτερη επιλογή μου που ήταν το ΑΠΘ. Αυτό συμβαίνει γιατί στο ελεύθερο σχέδιο η βαθμολογία μου ήταν 13,6 μονάδες ενώ η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής του αντίστοιχου ειδικού μαθήματος ήταν 14,03. Έτσι για 0,43 μονάδες στο ελεύθερο σχέδιο μου στερείται η θέση για την οποία πάλεψα».

Ο Διονύσης λέει πως δεν είναι μόνος: «Γνωρίζοντας ότι δεκάδες συμμαθητές μου βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, μου δημιουργούνται οι εξής απορίες: Δεν είναι άδικο το ίδιο νομοσχέδιο που “διακρίνει” τους άριστους να τους αποκλείει συγχρόνως και από τα πανεπιστήμια; Μήπως θα ήταν δίκαιο να επαναφέρετε φέτος τη βάση του 10 ως κριτήριο εισαγωγής στην Αρχιτεκτονική; Ή οι συντελεστές των Ελάχιστων Βάσεων Εισαγωγής σε όλα τα πανεπιστήμια να γίνουν ίσοι με 0,8;» γράφει. Με την επιστολή του, ο υποψήφιος φοιτητής δεν προτείνει μόνο μια λύση. Απευθύνει και μια έκκληση: «Σας παρακαλώ να αναστοχαστείτε την μη εσκεμμένη αστοχία της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής στα ειδικά μαθήματα του σχεδίου και να μην στερήσετε τη θέση από μένα και δεκάδες άλλους συμμαθητές μου και τα όνειρα μας» λέει ακόμη και ζητάει την παρέμβαση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ο Μάικλ Σάντελ δεν θα μπορούσε να βρει καλύτερο θέμα εάν ήθελε να ανανεώσει το ρεπερτόριό του. Είναι δίκαιο να στερηθεί ο Διονύσης την εισαγωγή του στο πανεπιστήμιο εξαιτίας αυτής της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής που εισήχθη φέτος στο σύστημα των εξετάσεων; Είναι σωστό να παρέμβει ο πρωθυπουργός και να αλλάξει εκ των υστέρων τους κανόνες του παιχνιδιού; Ασφαλώς δεν θα απαντούσε πριν παρακολουθήσει το ντιμπέιτ της υπουργού με τον μαθητή. Και η Νίκη Κεραμέως απάντησε από τη Βουλή πως «είναι τα πανεπιστήμια που επέλεξαν τον αριθμό των εισακτέων και όχι το υπουργείο Παιδείας». Ο καθορισμός της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής είναι δουλειά των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και το ρεπορτάζ του υπουργείου λέει πως πολλά ιδρύματα χρησιμοποίησαν τη νέα ρύθμιση για να μειώσουν τεχνητά τους εισακτέους τους. 

Ο Διονύσης, θα μπορούσε να πει κανείς, έπεσε «θύμα» της απόπειρας να διορθωθεί μια χρόνια παθογένεια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το σύστημα, ως τώρα, ήθελε το κράτος να καθορίζει τον αριθμό των εισακτέων στα πανεπιστήμια. Στην πορεία αποδείχθηκε τόσο γενναιόδωρο ώστε όχι μόνο φόρτωνε τα ιδρύματα με περισσότερους φοιτητές απ’ όσους μπορούσαν να αντέξουν οι υποδομές τους, αλλά τους φόρτωνε και χωρίς πολλές απαιτήσεις για τις επιδόσεις τους στις εξετάσεις. Φοιτητής μπορούσες να γίνεις ακόμη και με λευκή κόλλα, χωρίς όμως να είναι βέβαιο πως θα αποφοιτήσεις: το 40% των εισαχθέντων, είπε ακόμη η Κεραμέως στη Βουλή, δεν παίρνουν ποτέ το πτυχίο τους. Και ένα εκπαιδευτικό σύστημα με αυστηρά ελεγχόμενα ιδρύματα και φοιτητές που δεν αποφοιτούν ποτέ δεν μοιάζει να είναι καθόλου σωστό.

Δεν είναι η περίπτωση του Διονύση Κατάκαλου. Ο ίδιος δηλώνει στην επιστολή του «αποτυχημένος άριστος» και είναι βέβαιο πως με το ίδιο πνεύμα αριστείας, αλλά χωρίς αυτή τη βασανιστική αίσθηση αποτυχίας που τον κατατρύχει τώρα, θα φοιτούσε και στη σχολή των ονείρων του. Κάθε αποτυχία όμως προσφέρεται για αναστοχασμό. Και από αυτήν την άποψη, θα άξιζε να σκεφτεί κανείς όλους εκείνους τους υποψήφιους που κάθε χρόνο μένουν όχι για μερικές δεκάδες μόρια αλλά μόλις για ένα ή δύο έξω από τις σχολές των ονείρων τους. Θα άξιζε να στοχαστεί δηλαδή, με τη βοήθεια του Μάικλ Σάντελ ενδεχομένως, για τη σχέση της δικαιοσύνης με την τύχη - δεν είναι εξοργιστικά άδικη η ατυχία; 

Ίσως θα έπρεπε να σκεφτεί όμως και για την τάση μας, νέων και μεγαλύτερων, να ζητάμε από το κράτος να αλλάζει τους κανόνες που ισχύουν για όλους - τι ζητάμε, από ένα μικρό ρουσφέτι έως τη διόρθωση μιας ατομικής αδικίας που μας φαίνεται τεράστια. Είναι μια τάση της ελληνικής κοινωνίας που δείχνει να αναπαράγεται αταβιστικά από γενιά σε γενιά. Είναι σωστή; Το ερώτημα δεν είναι μόνο για τις διαλέξεις του Μάικλ Σάντελ. Είναι για μια κουβέντα που πρέπει να κάνουμε όλοι μας.