Πολιτικη & Οικονομια

Δένδιας στην Τουρκία: Επιτέλους «τους τα είπε χύμα»...

Στην πολιτική μια κίνηση δεν δικαιώνεται τόσο από το αν είναι δημοφιλής όσο από τα αποτελέσματα που θα επιφέρει

Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ίσως ο Δένδιας υιοθέτησε πιο μαχητική στάση γιατί υπάρχει περίπτωση κάποιοι να θεωρούν ότι ένας ελληνοτουρκικός διάλογος τώρα δεν θα φέρει αποτελέσματα.

Επιτέλους, ο Δένδιας «τους τα είπε» χύμα και στη μούρη. Κι αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις στην Ελλάδα, από τα μέσα ενημέρωσης και τα κοινωνικά δίκτυα, ήταν μια εξαιρετικά δημοφιλής κίνηση. Μέχρι και πρώτο στη σειρά για την (επόμενη) πρωθυπουργία τον κατέταξαν. Γιατί τόσο θετικές αντιδράσεις την ώρα που αντίστοιχες δηλώσεις του Προκόπη Παυλόπουλου αντιμετωπιζόντουσαν με θυμηδία, παραμένει ένα μικρό ερώτημα. Αλλά βέβαια άλλη η εποχή και άλλη η σημασία των δηλώσεων του υπουργού των εξωτερικών και μάλιστα στην Άγκυρα από τις δηλώσεις ενός προέδρου χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες.

Στην πολιτική ωστόσο μια κίνηση δεν δικαιώνεται τόσο από το αν είναι δημοφιλής όσο από τα αποτελέσματα που θα επιφέρει. Με άλλα λόγια αν αποτελεί μέρος μιας στρατηγικής ή αν είναι μια ντουφεκιά στον αέρα. Γι αυτά θα πρέπει να περιμένουμε. Ως τότε μπορούμε να κάνουμε κάποιες υποθέσεις. Πριν από αυτές έχει ενδιαφέρον να επισημανθεί ότι ο Δένδιας διάβαζε που σημαίνει ότι η αντίδραση του ήταν προσχεδιασμένη κι αυτό επιβεβαιώνεται και από τα ρεπορτάζ όπως και τις διαρροές του Μαξίμου. Ήταν δηλαδή σε προσυνεννόηση και με τον Μητσοτάκη.

Η απλούστερη εκδοχή και ίσως η πιο πιθανή, είναι ότι η ελληνική πλευρά φοβόταν ένα κάζο ανάλογο με την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα επί ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι είχε πάρει τα μέτρα της για το ενδεχόμενο ο Τσαβούσογλου να ακολουθούσε την ίδια τακτική, να έκανε δηλαδή επιθετικές δηλώσεις. Τελικά ο Τούρκος υπουργός δεν ήταν τόσο προκλητικός, ο Δένδιας ωστόσο θεώρησε ότι έπρεπε να αντιδράσει είτε από ιδιαίτερη ευαισθησία είτε επειδή ο ίδιος, όπως θέλουν ορισμένες πληροφορίες, ήταν  εξ αρχής επιφυλακτικός για την σκοπιμότητα της επίσκεψης. Το αποτέλεσμα ήταν η αντιπαράθεση που παρακολουθήσαμε.

Σε αυτή την περίπτωση το μόνο θετικό που μπορεί να προκύψει είναι το πολιτικό κεφάλαιο που αποκόμισε η κυβέρνηση στο εσωτερικό. Μπορεί να της επιτρέψει σε επόμενη φάση να διαπραγματευτεί με μικρότερη πίεση και λιγότερες κραυγές για «μειοδοσία». Αυτό ωστόσο προϋποθέτει ότι ο διάλογος θα συνεχιστεί, δεν θα υπάρξει αντίδραση από την Τουρκία και δεν θα βγει, για παράδειγμα, ξανά το Ορούτς Ρέις στο Αιγαίο. Γιατί βέβαια τότε τα όποια πολιτικά οφέλη θα εξανεμιστούν και η επίσκεψη θα είναι απλώς μια χαμένη ευκαιρία.

Στόχος της Ελλάδας ήταν και όσο ξέρουμε εξακολουθεί να είναι, παρά τα προβλήματα,  να μην υπάρχουν εντάσεις στο Αιγαίο. Μέσα σε μια τέτοια λογική λοιπόν είναι δύσκολο να γίνει κατανοητή η σκοπιμότητα ενός δημόσιου καυγά. Θα ήταν προτιμότερο να μην γίνει η επίσκεψη ή σε κάθε περίπτωση, εφόσον αποφασίστηκε, να ήταν καλύτερα προετοιμασμένη ώστε να αποφευχθούν τέτοιες εκπλήξεις. Πόσο μάλλον αν η άλλη πλευρά αξιοποιήσει την ελληνική αντίδραση για να πείσει τους συμμάχους μας ότι η Ελλάδα είναι αυτή που δεν θέλει τον διάλογο.

Υπάρχει όμως και η άλλη εκδοχή την οποία υποστηρίζουν ορισμένοι στην κυβέρνηση. Η Ελλάδα σε αυτή την περίοδο θεωρεί ότι ένας ελληνοτουρκικός διάλογος δεν υπάρχει περίπτωση να φέρει αποτελέσματα. Επιπλέον δεν έχει κανέναν λόγο να δείξει ευελιξία καθώς η Τουρκία είναι εξαιρετικά πιεσμένη οικονομικά, σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ ενώ και με την Ευρώπη μια σειρά από περιστατικά, όπως η αποχώρηση από την συμφωνία της Κωνσταντινούπολης για την προστασία των γυναικών και το σόφαγκειτ έχουν βαρύνει το κλίμα. Με άλλα λόγια δεν μπορεί να αντιδράσει, δεν έχει τα περιθώρια να προχωρήσει και πάλι σε σοβαρές προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας. Μέσα από μια τέτοια οπτική η επίσκεψη δεν είχε κανένα νόημα και ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένη. Έγινε μόνο επειδή αν αρνιόμασταν την πρόσκληση θα μέναμε εκτεθειμένοι στην κατηγορία της αδιαλλαξίας από τους εταίρους. Την αξιοποιήσαμε λοιπόν για να καταστήσουμε σαφείς τις θέσεις μας στο ανώτερο δυνατό επίπεδο. Διαμηνύουμε, προς κάθε κατεύθυνση ενόψει και του Συμβουλίου Κορυφής τον Ιούνιο, ότι η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει όσο και αν πιέζουν ορισμένες χώρες.

Το πρόβλημα με αυτή την προσέγγιση είναι ότι δεν έχει καμιά προοπτική. Ακόμα και αν στηρίζεται σε σωστές εκτιμήσεις, απλώς μεταθέτει τα ζητήματα για αργότερα, ότι και αν αυτό συνεπάγεται. Αντιθέτως αν θεωρήσουμε ότι πράγματι η Τουρκία είναι πιεσμένη, τότε θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αφήνουμε ανεκμετάλλευτη μια ευκαιρία να διαπραγματευτούμε με καλύτερους όρους. Αν θέλει εξομάλυνση των σχέσεων με Ευρώπη και ΗΠΑ τότε ενδεχομένως δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για σοβαρό διάλογο. Πράγμα φυσικά που προϋποθέτει μια πολύ πιο σύνθετη πολιτική στο πλαίσιο της Ευρώπης.

Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δείξει στο παρελθόν ότι είναι υπέρ μιας τέτοιας προσέγγισης. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι ισχύει το ίδιο για τη Νέα Δημοκρατία. Ούτε ότι εντάσσεται  στο σχεδιασμό του πρωθυπουργού  για την πρώτη τετραετία. Ίσως να είναι αναμενόμενο λοιπόν να είναι διστακτικός. Γνωρίζει πολύ καλά ωστόσο ότι μια τέτοια προσέγγιση έχει ρίσκο όπως βέβαια και ότι οι επικοινωνιακές νίκες στο εσωτερικό έχουν μηδαμινό αντίκρισμα στο εξωτερικό. Χρησιμεύουν στο εσωτερικό μόνο όμως αν τις αξιοποιήσεις σωστά. Σε αντίθετη περίπτωση μπορεί και να γίνουν μπούμερανγκ.