Πολιτικη & Οικονομια

Η φετινή Εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου ήταν ξεχωριστή

Δεν ήταν μόνο «Εθνική»

Σοφία Καλαμαντή
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τον εορτασμό των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση ως μια ευρωπαϊκή και εν μέρει οικουμενική υπόθεση

Οι εορτασμοί για τα διακόσια χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, του σπουδαιότερου ορόσημου για τα θεμέλια και τη σύσταση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, κορυφώθηκαν με τις εκδηλώσεις της 25ης Μαρτίου μέσα σε κλίμα γενικευμένης ευφορίας και ενωτικής διάθεσης. Άξιο αναφοράς γεγονός το ότι απουσιάσαν, τουλάχιστον στον μεγαλύτερο βαθμό, παράταιρες κορώνες εθνικιστικού παραληρήματος και γκροτέσκων διατρανώσεων κάποιας αόριστης φυλετικής υπεροχής.

Αντιθέτως, κυριάρχησαν εικόνες, σύμβολα και αφηγήματα στα οποία ο καθένας θα μπορούσε να βρει αξία μέσα από προσωπικά βιώματα και παραστάσεις: από έναν στίχο του Κάλβου και μία λεπτομέρεια σε πίνακα του Ντελακρουά που γοήτευσαν και ξάφνιασαν ευχάριστα ορισμένους από τους νεαρούς δέκτες τους μέσα σε μία κατά τα άλλα μουντή, άχαρη σχολική αίθουσα, έως το έθιμο της παρέλασης. Φέτος πιο εντυπωσιακή από ποτέ και χωρίς τη συνοδεία ενοχλητικών ρεπορτάζ για το ποια μαθήτρια κατόρθωσε να φορέσει την πιο κοντή φούστα, η παρέλαση, συνοδεία της επιβλητικής μεγαλοπρέπειας που την χαρακτήρισε, αποτέλεσε μεταξύ άλλων και ένα νοσταλγικό σημείο αναφοράς για ενθύμηση οικογενειακών εξορμήσεων προηγούμενων εποχών.

Ιδιαίτερα σημαντική πτυχή που συνέβαλε στην ενωτική προσέγγιση των εορτασμών ήταν ο ευρωπαϊκός αλλά και οικουμενικός χαρακτήρας που τους διακατείχε σε όλο τους το φάσμα. Για αρχή, οι τρεις σημαίνοντες εκπρόσωποι των «Προστάτιδων Δυνάμεων», όπως έχουμε μάθει να τις αποκαλούμε μέσα από τα εγχειρίδια ιστορίας, Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα και κατέφτασαν εν μέσω πανδημίας να τιμήσουν με την παρουσία τους την μεγάλη επέτειο και τη συνδρομή των χωρών τους σε αυτήν. Έπειτα, η εξαιρετικά υψηλού επιπέδου συνέντευξη του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στην ΕΡΤ, που απέδειξε πως –ευτυχώς– δεν είναι όλοι οι σύγχρονοι πολιτικοί αποστραγγισμένες προσωπικότητες τυφλά παραδομένες στην τεχνοκρατία, όντας σε θέση να αναγνώσουν αποκλειστικά εκτενή αρχεία excel. Και τέλος, η φωταγώγηση μνημειακών κτιρίων σε όλον τον κόσμο και οι σχετικές δηλώσεις ηγετών. Ήταν όλα αυτά ήταν που μας έκαναν να αισθανθούμε πως δεν επρόκειτο για μια γιορτή που αφορά μόνο εμάς, αλλά αφορά στην πραγματικότητα και ένα σημαντικό μέρος της οικουμένης.

Ήρθε έτσι στην επιφάνεια μία νηφάλια, με ουσία και στιβαρή υπόσταση μορφή εθνικής υπερηφάνειας, την οποία οι περισσότεροι ενδεχομένως να μην είναι συνηθισμένοι να βρίσκουν στο πεδίο του δημοσίου διαλόγου και να ξαφνιάστηκαν ευχάριστα. Πολλοί είναι εκείνοι που σήμερα βιάζονται να ξεγράψουν την έννοια του πατριωτικού εθνικισμού ως ένα πεπερασμένο μοντέλο πολιτικής αντίληψης, συνταυτίζοντάς το ταυτοχρόνως αποκλειστικά με ακραίες, φανατικές, κακόγουστες εκδηλώσεις λατρευτικής εμμονής. Ήδη από τον 20ο αιώνα, τολμηρά μοντέλα μετανεωτερικής προσέγγισης που προσπαθούν να φαντασθούν την πολιτική τάξη μέσα σε ένα πλήρως παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον όπως εκείνο του Hedley Bull, μιλούν για την μελλοντική επικράτηση ενός νεομεσαιωνικού μοντέλου διακυβέρνησης: αλληλεπικαλυπτόμενες εξουσίες σε διεθνές και τοπικό επίπεδο θα αποτελούν ένα σύνθετο πλέγμα εξουσιών σε παγκόσμια κλίμακα εντός του οποίου οι άνθρωποι θα αλληλεπιδρούν, ενώ τα εθνικά κράτη θα αποτελούν απλώς ένα ακόμη επίπεδο εξουσίας, χωρίς κάποια παραπάνω αξία.

Το να κηρύξει όμως κανείς το τέλος του εθνικισμού εγκαινιάζοντας την είσοδο του κόσμου σε μία νέα πλήρως παγκοσμιοποιημένη εποχή εθνομηδενισμού, έχοντας –πράγματι– ενδείξεις υποχώρησης εθνικών προσεγγίσεων και πολιτικών στο παγκόσμιο πεδίο, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί από την διασυνδεσιμότητα των νέων τεχνολογιών και το κυρίαρχο καπιταλιστικό μοντέλο, αποτελεί ιδέα αφελή και βιαστική. Ο εθνικισμός μπορεί να μην βρίσκεται σε πρώτο πλάνο στη σημερινή διεθνή πολιτική σκηνή, ας μην ξεχνάμε όμως πως δεν εκφράζεται μονάχα μέσα από την έμπρακτη εφαρμογή πολιτικών, αλλά είναι ίσως περισσότερο από όλα ιδέα και αίσθημα. Η γνώση γύρω από την ιστορία, η επίγνωση των ιδιαίτερων πολιτισμικών χαρακτηριστικών που μας καθορίζουν έως και σήμερα, προσφέρουν μία αίσθηση «ανήκειν», μας διαμορφώνουν ως πολιτικές κα πολιτισμικές οντότητες μέσα από τα ιστορικά στιγμιότυπα, σύμβολα ή και τις ιστορικές προσωπικότητες που συναποτελούν τη συλλογική μας μνήμη.

Έχοντας γνώση της θέσης μας στον ιστορικό-πολιτισμικό χάρτη, του τι έχουμε χάσει αλλά και τι έχουμε πετύχει, τότε μόνο μπορούμε πραγματικά να «γιορτάσουμε» με άλλους λαούς. Αναγνωρίζοντας όχι αυτά που μας χωρίζουν στο πεδίο της διεθνούς σκηνής, αλλά τα γνωρίσματα και τις στοχεύσεις που μας ενώνουν και που πρέπει πάση θυσία να κρατήσουμε ζωντανά στο πέρασμα του χρόνου, δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για έναν αληθινά ανοικτό κόσμο πλουραλισμού, στον οποίο οι κοινές φιλελεύθερες αξίες είναι αρωγός για την συμπόρευση των λαών, όσες κι αν παραμένουν οι ιδιοσυγκρασιακές διαφορές τους.

Οι εορτασμοί 200 ετών της 25ης Μαρτίου εν μέσω πανδημίας, κατέληξαν να είναι τελικά μία όχι αμιγώς ελληνική υπόθεση, αλλά ταυτοχρόνως ευρωπαϊκή και εν μέρει οικουμενική, αναδεικνύοντας με τον καλύτερο τρόπο την επιθυμητή, υγιή έκφανση του πατριωτικού εθνικισμού, χάρη στον οποίο πάντα θα βρίσκει κανείς τη σωστή «παρέα» να μοιραστεί τη γιορτή του.