Πολιτικη & Οικονομια

Χωροχρόνοι δημοκρατίας

Δύσκολα τα διλήμματα. Αλλά ας είμαστε αισιόδοξοι…

Βασίλης Πεσμαζόγλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα διλήμματα της πανδημίας, το εμβολιαστικό πρόγραμμα των ευρωπαϊκών χωρών, η παγκόσμια κατανομή του εμβολιασμού και η δυσφορία των νέων

Εδώ και μερικές βδομάδες, στη μακρινή Βιρμανία, πρώην βρετανική αποικία που μετονομάστηκε Μιανμάρ, ο στρατός κατέλαβε και πάλι την εξουσία. Το πραξικόπημα έβαλε τέρμα σε μια δημοκρατική παρένθεση μερικών ετών. Χιλιάδες κόσμος βγαίνουν καθημερινά στους δρόμους να διαδηλώσουν. Πρωτοστατούν οι νέοι: έχοντας πάρει μια γεύση ελευθερίας, εναντιώνονται στην επάνοδο σε ένα σκοτεινό παρελθόν. Δεκάδες οι νεκροί. Η οικονομία έχει παραλύσει, οι επενδύσεις πάγωσαν, η διεθνής κατακραυγή είναι γενικευμένη – με εξαίρεση τη γειτονική Κίνα. Η εικόνα θυμίζει άλλες εποχές, δεκαετίες 1960 και ’70,  Λατινική Αμερική. Και βέβαια, τη δική μας χούντα, που με την πάροδο του χρόνου ξεθωριάζει στη μνήμη:  η αναλογία όσων την έζησαν βαίνει φθίνουσα στον συνολικό πληθυσμό.

Τότε τα πράματα ήταν απλά, «αθώα»: σύγκρουση δικτατορίας - δημοκρατίας. Σήμερα, το σκηνικό είναι πιο σύνθετο. Παντού. Αντιπαρέρχομαι πρόσφατες καταγγελίες και παραλληλισμούς, που βλέπουν τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση ως συνεχιστή της «επάρατης δεξιάς»: καλλιέργεια διχασμού, ανιστόρητης εμπάθειας. Γενικότερο είναι το θέμα μου: οι χωροχρόνοι της δημοκρατίας.

Ας αρχίσουμε με τον χώρο. Η παγκοσμιοποίηση και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση των τελευταίων δεκαετιών οριοθετούν την κυριαρχία του εθνικού κράτους – και κατ’ επέκταση της δημοκρατίας σε εθνικό επίπεδο. Όλο και περισσότερες αποφάσεις που μας επηρεάζουν λαμβάνονται πλέον κάπου στο εξωτερικό: από γιγάντιες εταιρείες (Google, Facebook) ή, διαφορετικά και πιο θεσμικά, από όργανα όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η πρόσφατη οικονομική κρίση, την οποία η Ελλάδα βίωσε ιδιαίτερα τραυματικά, εμπεριείχε στοιχεία σύγκρουσης της τοπικής δικής μας δημοκρατίας με τη δημοκρατία των «άλλων»: ευρωπαϊκών χωρών με τις οποίες ήμαστε πλέον αλληλένδετοι. Σήμερα, η πανδημία αναδεικνύει ένα ζήτημα κάπως παρεμφερές: οι εκλεγμένες κυβερνήσεις λογοδοτούν στο δικό τους εκλογικό σώμα που, ευλόγως, επιθυμεί διακαώς να εμβολιαστεί το συντομότερο. Ως αποτέλεσμα, ιδίως εάν επίκεινται εκλογές (βλ. Ισραήλ), η κάθε κυβέρνηση προσπαθεί να κάνει το καλύτερο δυνατό για τον δικό της πληθυσμό. Ως αποτέλεσμα αυτού, όσο και της οικονομικής ανισότητας, έχουμε παγκοσμίως  μια ανισομερή κατανομή του εμβολιασμού: οι πλούσιες χώρες προηγούνται με μεγάλη διαφορά. Ωστόσο έχει υπολογιστεί ότι μια πιο ισόρροπη παγκόσμια κατανομή εμβολίων θα έσωζε συνολικά πολύ περισσότερες ανθρώπινες ζωές. Όμως το χρήμα είναι χρόνος, εν προκειμένω έτη ζωής. Σημειωτέον ότι, στο εσωτερικό των εύπορων κρατών, ο εμβολιασμός είναι εξισωτικός: γίνεται βάσει ηλικίας ή υγειονομικής ανάγκης, όχι βάσει εισοδήματος ή πλούτου. Το έγκαιρο εμβόλιο, λοιπόν, δίνει πολιτικούς πόντους, ενώ η ανεπαρκής διαχείριση στερεί ψήφους. Δημοκρατικότατα. Διότι η δημοκρατία τροφοδοτεί το φαινόμενο του υγειονομικού εθνικισμού: μιας πολιτικής/ψυχολογικής αναδίπλωσης που ξεδιπλώθηκε τον τελευταίο χρόνο σε όλο της το μεγαλείο. Διάχυτος ο ατομικός και συλλογικός εγωισμός. Υπό το πρίσμα αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση πολύ σοφά προσπάθησε να αντιμετωπίσει τυχόν ενδοευρωπαϊκούς ανταγωνισμούς στην προμήθεια εμβολίων – παρά τις διαχειριστικές αστοχίες που παρατηρήθηκαν. Εν ολίγοις, εάν υποθετικά υπήρχε μια παγκόσμια κυβέρνηση, η κατανομή των εμβολίων θα ήταν πολύ διαφορετική: δικαιότερη και ορθολογικότερη. Θα ήταν όμως πολιτική αυτοκτονία εάν σήμερα ένας ηγέτης τολμούσε να θυσιάσει (στατιστικά) ζωές των ψηφοφόρων του για το γενικό καλό της ανθρωπότητας.

Προοπτικά, για να είμαστε όλοι ασφαλείς (μεταλλάξεις γαρ), πρέπει τελικά όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη να εμβολιαστούν. Αλλά εν καιρώ: οι φτωχοί αργότερα...

Η χρονική διάσταση, πάλι με αφορμή την πανδημία, αφορά στο ότι, προοπτικά, για να είμαστε όλοι ασφαλείς (μεταλλάξεις γαρ), πρέπει τελικά όλοι οι κάτοικοι του πλανήτη να εμβολιαστούν. Αλλά εν καιρώ: οι φτωχοί αργότερα... Σχετίζεται όμως και με ένα χάσμα γενεών που παρατηρείται παντού στην Ευρώπη – και στην Ελλάδα προκύπτει μάλιστα από πρόσφατη δημοσκόπηση. Η ηλικιακή ομάδα που πλήττεται περισσότερο από τους πρωτόγνωρους περιορισμούς είναι οι νεότεροι: βρίσκονται άνεργοι, η μαθησιακή τους διαδικασία αποσυντονίζεται, στερούνται πολύτιμης κοινωνικοποίησης και συναναστροφών (μπαρ, καφέ, κέντρα διασκέδασης). Εν ολίγοις, ενώ  από υγειονομικής πλευράς είναι οι λιγότερο ευάλωτοι, από οικονομικο-κοινωνική σκοπιά είναι οι πλέον θιγόμενοι. Η λήψη αποφάσεων βασίζεται, ευλόγως, στους ειδικούς (γιατρούς, επιδημιολόγους κλπ) και έχει ως γνώμονα την ελαχιστοποίηση των θανάτων. Όπως όμως ο πρόωρος θάνατος στερεί ζωή, κατ’ αναλογίαν οι νέοι «χάνουν» μήνες κανονικής διαβίωσης – ας μην ξεχνάμε ότι, υποκειμενικά, όσο πιο μικρός είσαι τόσο πιο μακρύ φαντάζει/βιώνεται ένα δωδεκάμηνο. Είναι συνεπώς κατανοητή η όλο και πιο έκδηλη δυσφορία των νεότερων ηλικιών, η  ψυχολογική τους αποξένωση που αποτυπώνεται σε έρευνες. Υπάρχει εδώ μια αναλογία και με τη σχέση δημοκρατίας - περιβάλλοντος: η λειτουργία της οικονομίας καθώς και ο χρονικός ορίζοντας των εκλεγμένων αρχόντων πριμοδοτούν το παρόν, τα γρήγορα οφέλη σε σύγκριση με τα μελλοντικά. Ο εκλογικός κύκλος είναι βραχύς (λ.χ. τετραετία) δυσχεραίνοντας μακρόπνοους σχεδιασμούς – περιβαλλοντικούς και άλλους. Η δημοκρατία ρέπει προς «το εδώ και τώρα». Επιπρόσθετα, στην εκλογική διαδικασία δεν εμπλέκονται τα παιδιά, τα βρέφη, τα αγέννητα. Αλλά αυτοί είναι που μελλοντικά θα υποστούν τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται, δομικά, για σύγκρουση γενεών. Με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο, η πανδημία αναδεικνύει μια ανάλογη ένταση – πιο οξεία, πιο συγκυριακή, συμπυκνωμένη στο παρόν.

Δύσκολα τα διλήμματα. Αλλά ας είμαστε αισιόδοξοι: με την πρόοδο των εμβολιασμών εδώ στη γειτονιά μας, όλα αυτά θα γίνουν ανάμνηση να τη διηγούνται οι νέοι στα παιδιά τους – όπως άλλοι μιλάνε για την Κατοχή ή τη χούντα. Ναι, υπάρχει πάντα και ο πανδαμάτωρ χρόνος.