Πολιτικη & Οικονομια

Ασφάλεια και ελευθερία στο πανεπιστήμιο

Το πρόβλημα των πανεπιστημίων μας δεν είναι μόνο η ακραία βία, αλλά και η γενικευμένη ανομία και η συντεχνιακή αδιαφορία για ζητήματα δεοντολογίας

Παύλος Ελευθεριάδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αν δεν εξασφαλίσουμε ελευθερία και δικαιοσύνη μέσα στο πανεπιστήμιο, τότε δεν μπορούμε να ελπίζουμε για ελευθερία και δικαιοσύνη οπουδήποτε αλλού.

Τα πανεπιστήμια είναι ο κατ’ εξοχήν θεσμός της ελευθερίας. Η έρευνα στα πανεπιστήμια διδάσκει τον πλουραλισμό, εμπλουτίζει την ελευθερία του λόγου και ανανεώνει την αναζήτηση της αλήθειας και την καλλιέργεια της ορθής κρίσης. Η φοίτηση στο πανεπιστήμιο είναι το κύριο μέσο κινητικής κινητικότητας για τους μη προνομιούχους αλλά και βασικό κριτήριο αξιοκρατίας. 

Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε μια ανεξέλεγκτη δικτατορία (ίσως τη σημερινή Κίνα), όπου η εισαγωγή στα πανεπιστήμια θα γινόταν με γνωριμίες και κομματική εύνοια, η βαθμολογία θα ήταν ανοικτή στην κρατική εύνοια, ενώ η έρευνα και διδασκαλία θα ακολουθούσαν τις οδηγίες του κόμματος, ώστε οι δουλοπρεπείς θα γίνονταν αριστούχοι, ενώ οι διαφωνούντες θα έμεναν απ’ έξω. Μια τέτοια κοινωνία θα ήταν ριζικά άδικη και ανελεύθερη. Θα ήταν μια κοινωνία ψεύδους, απάτης και βίαιης ανισότητας, όπου κανείς δεν θα μπορούσε να εμπιστεύεται κανέναν. Γι' αυτούς και για άλλους λόγους, το ελεύθερο πανεπιστήμιο είναι θεσμός κλειδί για την κοινωνική δικαιοσύνη.

Ευτυχώς, παρά τα προβλήματά τους, τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι και θέλουν να είναι χώροι ελευθερίας. Η εισαγωγή σε αυτά γίνεται με αδιάβλητες πανελλήνιες εξετάσεις, η ακαδημαϊκή ελευθερία γίνεται σεβαστή, ενώ οι εσωτερικές τους διαδικασίες είναι αυτόνομες και κατ' αρχήν τουλάχιστον ανεξάρτητες από το κράτος (αν και ο προϋπολογισμός τους και μυριάδες εκτελεστικά ζητήματα αποφασίζονται ακόμα από το Υπουργείο Παιδείας).

Όταν λοιπόν μια συμμορία βανδάλων «αναρχικών» βιαιοπράγησε στον πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου πριν λίγους μήνες, αυτό που επλήγη δεν ήταν μόνο η σωματική ακεραιότητα ενός ανθρώπου, αλλά και η αξιοπιστία του πανεπιστημίου ως χώρου ελευθερίας. Αυτό το νόημα είχε άλλωστε και η ταπεινωτική πινακίδα που πρόβαλαν οι βάνδαλοι πάνω στον κ. Μπουραντώνη. Σκοπός τους ήταν να πλήξουν τον συμβολικό ρόλο του πανεπιστημίου σε μια δημοκρατική κοινωνία, την οποία οι αντιδημοκρατικές αυτές ομάδες απεχθάνονται.

Τα περιστατικά ατιμώρητης βίας δεν είναι όμως απομονωμένα φαινόμενα. Το ελληνικό πανεπιστήμιο σήμερα κυριαρχείται από μια ιδιόμορφη κουλτούρα απειλής και ανασφάλειας, η οποία είναι διάχυτη στους δημόσιους χώρους του μέσα από ποικίλα σύμβολα συστηματικής αταξίας: γκράφιτι, μουτζούρες, καταστροφές, αφίσες, πανό με «αντικαπιταλιστικά» συνθήματα, μικροπωλητές και σκουπίδια. Όλα αυτά, που σοκάρουν τον ανυποψίαστο επισκέπτη, κάνουν τους δημόσιους χώρους των πανεπιστημίων μας όχι μόνο αφιλόξενους χώρους για σοβαρή σκέψη και συζήτηση αλλά και πεδία βαθύτατης ανασφάλειας. Ένα αχούρι δεν σου δίνει την εντύπωση ότι προωθεί τη μεθοδική αναζήτηση της αλήθειας ή ότι είναι φιλόξενο προς τους φοιτητές του. 

Με έκπληξη λοιπόν διαβάζω την κριτική που γίνεται από συναδέλφους πανεπιστημιακούς προς τις αποφάσεις της κυβέρνησης για την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας, με οργανική ένταξη στην ΕΛ.ΑΣ. Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Ξενοφών Κοντιάδης γράφει στο Βήμα ότι κατά τη γνώμη του η διαρκής παρουσία αστυνομικής δύναμης στο εσωτερικό των πανεπιστημίων, δεν είναι «συμβατή» με την ακαδημαϊκή ελευθερία και κατά τη γνώμη του ίσως κριθεί αντισυνταγματική από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Αντίστοιχα ο Δημήτρης Χριστόπουλος γράφει στην Lifo ότι η «αυτοδιοίκηση» των πανεπιστημίων απαιτεί να μην «μπαινοβγαίνει» η αστυνομία στα ΑΕΙ και ότι κατά τη γνώμη του στα πανεπιστήμια «σμιλεύεται η γνώση», όπως λέει «ελεύθερα κι ενίοτε απείθαρχα». Με όλο τον σεβασμό προς τους αγαπητούς μου φίλους, βρίσκω τις απόψεις αυτές εκτός πραγματικότητας. Δυστυχώς, δεν ανταποκρίνονται στη σοβαρότητα του προβλήματος που αντιμετωπίζουμε.

Η βία και η ανασφάλεια των πανεπιστημίων δεν είναι «απείθαρχη» αλλά ένα συστηματικό φαινόμενο πλήρως ενταγμένο στην καθημερινότητα των ΑΕΙ. Συνυπάρχει με το εξίσου σκανδαλώδες γεγονός ότι οι πειθαρχικοί κανόνες χρηστής συμπεριφοράς των φοιτητών είναι στα πανεπιστήμιά μας κενό γράμμα. Κανείς φοιτητής δεν τιμωρείται (όπως και κανείς καθηγητής) όσο σοβαρό και αν είναι το παράπτωμά του. Συνεπώς, η βία δεν είναι κάτι αποκομμένο από τη γενικευμένη ανομία του πανεπιστημίου, από την οποία επωφελούνται τόσο κάποιοι φοιτητές, ιδίως οι καπάτσοι, οι βάνδαλοι και οι διαταραγμένοι, αλλά και κάποιοι καθηγητές που, αποφεύγοντας συστηματική λογοδοσία, μπορούν να κτίζουν, εάν θέλουν, μικρά πελατειακά σιλό, όπου κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς λογοδοσία. Η γενικευμένη αταξία είναι πρόσφορο έδαφος για αδιαφανείς πρακτικές και γι' αυτό μακροημερεύει. 

Έτσι λοιπόν, ακόμα και όταν καταργήθηκε η ελληνική πρωτοτυπία του «πανεπιστημιακού ασύλου», δηλαδή η ατιμωρησία για εγκλήματα που διαπράττονται μέσα στο πανεπιστήμιο, οι πρυτάνεις δίστασαν να εφαρμόσουν οποιουσδήποτε πειθαρχικούς κανόνες στους φοιτητές τους, ακόμα και τους πιο βίαιους. Η εντύπωσή μου είναι ότι φοβήθηκαν να διαταράξουν την εσωτερική ισορροπία των ιδρυμάτων τους. Αν άρχιζαν πειθαρχικούς ελέγχους έναντι κάποιων φοιτητών τους, θα έπρεπε να ξεκινήσουν αντίστοιχους ελέγχους για αντιδεοντολογική συμπεριφορά και έναντι κάποιων από τους καθηγητές τους. Ας μην ξεχνάμε ότι σήμερα οι πρυτάνεις είναι εκλεγμένοι από συναδέλφους τους αλλά και από τις φοιτητικές παρατάξεις. Συνεπώς το πρόβλημα των πανεπιστημίων μας δεν είναι μόνο η ακραία βία, αλλά και η γενικευμένη ανομία και η συντεχνιακή αδιαφορία για ζητήματα δεοντολογίας. Αυτή ξεκινά από τους δημόσιους χώρους και επεκτείνεται στην απόδοση των καθηγητών και την συμπεριφορά των φοιτητών.

Γι' αυτό τα πανεπιστήμιά μας, παρά το γεγονός ότι έχουν νησίδες αριστείας, βυθίζονται στην μετριότητα. Η επιτροπή Πισσαρίδη παρατηρεί ότι κανένα ελληνικό πανεπιστήμιο δεν περιλαμβάνεται στα 100 καλύτερα της Ευρώπης, ενώ τα πανεπιστήμιά μας «υστερούν και σε σύγκριση με ιδρύματα μικρότερων ή λιγότερο οικονομικά αναπτυγμένων χωρών».

Η δε λύση της μόνιμης αστυνομίας μέσα στο πανεπιστήμιο δεν είναι νέα και πολύ κακώς γίνονται παραλληλισμοί με αυταρχικά κράτη, όπως της Τουρκίας. Το 1825 ο Βρετανικός Νόμος για τα Πανεπιστήμια (Universities Act 1825) δημιούργησε ειδικά αστυνομικά τμήματα στα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Κέμπριτζ. Εφόσον ο ρόλος τους ήταν αυστηρά οριοθετημένος και αφορούσε αποκλειστικά το ποινικό δίκαιο, η δημιουργία τους δεν συγκρούστηκε με την ακαδημαϊκή ελευθερία. Η λειτουργία τους για σχεδόν διακόσια χρόνια (της Οξφόρδης καταργήθηκε το 2003) δεν εμπόδισε τα πανεπιστήμια αυτά να παραμείνουν εντελώς ελεύθερα και ανεξάρτητα, να γεννήσουν εντελώς ριζοσπαστικές −αλλά και συντηρητικές− ιδέες και να γίνουν τα καλύτερα της Ευρώπης και από τα καλύτερα του κόσμου.  

Το κυβερνητικό σχέδιο είναι λοιπόν κατ’ αρχήν σωστό, είναι προφανώς σύμφωνο με το Σύνταγμα και ανταποκρίνεται στη σοβαρότητα του προβλήματος. Αν δεν εξασφαλίσουμε ελευθερία και δικαιοσύνη μέσα στο πανεπιστήμιο, τότε δεν μπορούμε να ελπίζουμε για ελευθερία και δικαιοσύνη οπουδήποτε αλλού.