Πολιτικη & Οικονομια

Πανδημία και δικαιώματα: Το Κράτος Δικαίου (πρέπει να) αναχωρεί;

Όσο πιο σημαντικό μάλιστα είναι το διακύβευμα, τόσο πιο πολύ πρέπει να απαιτούμε την τήρηση των προβλεπόμενων ουσιαστικών και διαδικαστικών εγγυήσεων

114787-680528.jpg
Παναγιώτης Δημητρόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Επεισόδια στην Πορεία του Πολυτεχνείου
© EUROKINISSI/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

Ο Παναγιώτης Δημητρόπουλος σχολιάζει την απόφαση για απαγόρευση συναθροίσεων και τους τρόπους λήψης μέτρων που είναι περιοριστικά των θεμελιωδών ελευθεριών.

Στην εποχή της πανδημίας η συζήτηση και ο προβληματισμός για τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν είναι πολυτέλεια. Αντίθετα επιβάλλεται. Και αυτό διότι στις εξαιρετικές περιστάσεις δοκιμάζεται η ισχύς τους και διακυβεύεται η συμβίωσή μας ως ελεύθερων και ίσων πολιτών.

Άλλωστε και τα ίδια τα περιοριστικά μέτρα δεν θεσπίζονται για την επίτευξη ενός άνωθεν δοσμένου αγαθού αλλά για την προστασία των δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα στη ζωή και το δικαίωμα στην υγεία.

Αρκεί όμως για την απάντηση στο ερώτημα «τι πρέπει και τι δεν πρέπει να επιτρέπεται σε μια δημοκρατική και φιλελεύθερη Πολιτεία που βρίσκεται σε κατάσταση εξαίρεσης λόγω της πανδημίας» η επίκληση γενικά και αφηρημένα της προτεραιότητας του δικαιώματος στη ζωή και την υγεία;

Μήπως με γενικεύσεις δεν οδηγούμαστε παρά σε επικίνδυνες απλουστεύσεις που με τη σειρά τερματίζουν πρόωρα τη συζήτηση, πριν καν αυτή ξεκινήσει;

Οι γενικεύσεις που βασίζονται σε αφηρημένες και εν τέλει αμέθοδες «σταθμίσεις», χωρίς να λαμβάνονται υπόψη συγκεκριμένα κρίσιμα κανονιστικά δεδομένα, απλά καλλιεργούν το έδαφος για την κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους των κρατούντων και την επίδειξη επιβολής ισχύος φέροντας μοιραία στην επιφάνεια, ως αντίδραση, έναν αφελή «δικαιωματισμό» που αντιμετωπίζει τα δικαιώματα ως εγωιστικές αξιώσεις, χωρίς καθήκοντα έναντι των άλλων και χωρίς ευθύνη.

Το παράδειγμα της πρόσφατης απαγόρευσης των συναθροίσεων για το τετραήμερο 15-18/11/2020 με την απόφαση 1029/8/18 του Αρχηγού της Αστυνομίας είναι χαρακτηριστικό.

Η ΚΥΑ 71342/2020 με την οποία επιβλήθηκαν τα πρόσφατα περιοριστικά μέτρα, ύστερα από εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας, το περιεχόμενο της οποίας, εξ όσων γνωρίζω,  δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα αν θα έπρεπε,  με ρητή αναφορά (άρθρο 1, πίνακας περίπτωση 1) ΔΕΝ αναστέλλει τη διεξαγωγή των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων οι οποίες υπάγονται στο πεδίο προστασίας του άρθρου 11 του Συντάγματος και ρυθμίζονται από τον εκτελεστικό νόμο 4703/2020.

Η ίδια ΚΥΑ επίσης ΔΕΝ επιβάλλει την πλήρη αλλά τη μερική απαγόρευση κυκλοφορίας καθώς προβλέπονται δεκατέσσερις περιπτώσεις επιτρεπτής μετακίνησης, με σκοπό την  εξυπηρέτηση ζωτικών, προσωπικών ή επαγγελματικών αναγκών των πολιτών (εργασία, παροχή βοήθειας, σωματική άσκηση κ.λπ). Συνεπώς ο ισχυρισμός περί καθολικής απαγόρευσης της κυκλοφορίας που καθιστά δεδομένη την απαγόρευση άσκησης του δικαιώματος της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης δεν ευσταθεί.

Το ενδιαφέρον είναι (δείγμα της προχειρότητας με την οποία νομοθέτησε η κυβέρνηση την τελευταία στιγμή, κάτι που απορρέει όμως και από την ευρύτερη νοοτροπία του «τσουβαλιάσματος») ότι ενώ δεν απαγορεύθηκαν καταρχήν οι δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις, δεν προβλέφθηκε στις εξαιρέσεις η δυνατότητα νόμιμης μετακίνησης  των πολιτών για τη συμμετοχή τους σε αυτές.

Επειδή ακριβώς δεν είχε προβλεφθεί τέτοια απαγόρευση, αναζητήθηκε άλλο έρεισμα για την έκδοση της απόφασης του αρχηγού της Αστυνομίας. Ο ειδικός νόμος για τις υπαίθριες δημόσιες συναθροίσεις 4703/2020 που ψηφίστηκε το καλοκαίρι, προφανώς δεν «βόλευε». Δεν έδιδε τη δυνατότητα γενικής απαγόρευσης σε ολόκληρη τη χώρα ενώ ενέπλεκε παράλληλα στη διαδικασία τη δικαστική λειτουργία (σύμφωνη γνώμη του οικείου προέδρου πρωτοδικών). Καταλήξαμε έτσι Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) που είχε τεθεί σε ισχύ τον Μάρτιο του 2020 (κατά το πρώτο κύμα του κορωνοϊού) και κυρώθηκε με το νόμο 4683/2020. Η εν λόγω ΠΝΠ με το άρθρο 68 παρ. 2 δίδει πράγματι τη δυνατότητα στον αρχηγό της Αστυνομίας να επιβάλλει πλήρη απαγόρευση των συναθροίσεων, μετά από γνώμη όμως της Εθνικής Επιτροπής προστασίας της Δημόσιας Υγείας, που εκδίδεται για το σκοπό αυτό.

Δεν θα ασχοληθώ εδώ με το κατά πόσο η διάταξη της ΠΝΠ είναι συμβατή με το Σύνταγμα και αν υπερισχύει ή όχι της μεταγενέστερης και ειδικής νομοθεσίας για τις συναθροίσεις (ν. 4703/2020).

Θα επιμείνω σε δύο παρατηρήσεις:

α) Κάθε μέτρο που περιορίζει δικαιώματα ελέγχεται σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 25 του Συντάγματος,

β) Για την επιλογή των μέτρων απαιτείται να προβάλλονται δημόσια, αιτιολογημένα και τεκμηριωμένα οι λόγοι που στη συγκεκριμένη περίπτωση (και όχι γενικώς) καθιστούν αναγκαίους και πρόσφορους τους συγκεκριμένους περιορισμούς, ώστε να οδηγηθούμε στους λιγότερο για τα δικαιώματα επαχθείς.

Έγιναν τα ανωτέρω; Μάλλον όχι:

Εν πρώτοις, δεν εκδόθηκε ειδικά για την εν λόγω απόφαση εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας, όπως ρητά απαιτεί το άρθρο 68 παρ. 2 της ΠΝΠ. Έγινε, μάλιστα, επίκληση άλλης εισήγησης, της εισήγησης της Επιτροπής Δημόσιας Υγείας για την έκδοση της ΚΥΑ 71342/2020, η οποία, όπως προαναφέρθηκε δεν ανέστελλε ρητώς τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις!

Ουδεμία εξήγηση δόθηκε για την επιλογή του αριθμού 3 ως αναγκαίου μέγιστου αριθμού συμμετεχόντων και καμία σκέψη δεν αποτυπώθηκε αναφορικά με το εάν και πώς θα μπορούσαν ή όχι να πραγματοποιηθούν συναθροίσεις με ελαχιστοποίηση ή και μηδενισμό του κινδύνου προσβολής από τον κορωνοϊό.

Μήπως, όμως, όλα αυτά είναι απλώς διαδικαστικές αρρυθμίες, μη κρίσιμες για το πραγματικό διακύβευμα, που είναι η προστασία της δημόσιας υγείας; Μήπως μπροστά στη δημόσια υγεία πρέπει να προσπερνάμε διαδικασίες και «νομικισμούς», αναζητώντας λύσεις που τάχα είναι ανέφικτες πρακτικά;

Η απάντηση είναι ξεκάθαρα όχι: η δύσκολη αναζήτηση του περιοριστικού μέτρου που θα είναι και αναγκαίο και πρόσφορο (τόσο-όσο) επιβάλλεται όχι μόνο  κατά τη λήψη των υγειονομικών μέτρων (δεν βάζεις π.χ. στην εντατική κάποιον που δεν τη χρειάζεται για να τον προστατεύσεις υποτίθεται παραπάνω), αλλά -και ιδίως- κατά τη λήψη των μέτρων που είναι περιοριστικά των θεμελιωδών ελευθεριών.

Όσο πιο σημαντικό μάλιστα είναι το διακύβευμα, τόσο πιο πολύ πρέπει να απαιτούμε την τήρηση των προβλεπόμενων ουσιαστικών και διαδικαστικών εγγυήσεων.

Διαφορετικά δεν θα έχουμε παρά μια άτακτη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου τη στιγμή ακριβώς που το έχουμε περισσότερο ανάγκη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ