Πολιτικη & Οικονομια

Κάντε κάτι, Δόκτωρ Μάρτιν

Σκέφτομαι πολύ συχνά τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Κάθε καλοκαίρι περνάω από το σημείο όπου δολοφονήθηκε στο Μέμφις και του μιλάω νοερά.

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 745
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Σώτη Τριανταφύλλου σχολιάζει την πολιτική κατάσταση στις ΗΠΑ, τον ρατσισμό, την πολιτική ορθότητα.

Πολλά μπορούν να συμβούν μέχρι τις αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου, αλλά, επί του παρόντος, φαίνεται ότι οι liberals εργάζονται για την επανεκλογή του Nτόναλντ Τραμπ. Η αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος πιέζει, αφόρητα, για λογοκρισία, για απαγορεύσεις, για αναμόρφωση της γλώσσας, του κώδικα συμπεριφοράς και της ιστορίας. Όλα έχουν αλλάξει από την προηγούμενη γενιά των Δημοκρατικών, των baby boomers, που με την ψήφιση νόμων και με την εφαρμογή τους στην καθημερινότητα, διεύρυναν το πεδίο της χειραφέτησης και μείωσαν τις απαγορεύσεις. Σήμερα, όπως oι radicals στα τέλη της δεκαετίας του 1960 –μερικοί εκ των οποίων έκαναν δοκιμές στην τρομοκρατία– προώθησαν την εκλογή του Νίξον, η «αντιφά» αριστερά προωθεί την εκλογή του Τραμπ. Όχι ότι υπάρχει σύγκριση μεταξύ Νίξον και Τραμπ: με τον Τραμπ, οι Ηνωμένες Πολιτείες, έπεσαν ακόμα πιο χαμηλά· έπεσαν πολύ χαμηλά.

Αυτή η «αντιφά» αριστερά έχει επηρεάσει ολόκληρο τον κόσμο: αν υπάρχει εξαμερικανισμός είναι ακριβώς η εν λόγω ιδεολογία της πολιτικής ορθότητας, του «αντιρατσισμού» και του ανταγωνισμού των θυμάτων, κατά τον οποίον όποια ομάδα ή άτομο έχει υποστεί τα χειρότερα από το λευκό αρσενικό της αστικής τάξης κερδίζει το χρυσούν ωρολόγιον. Στην προεκλογική περίοδο, κι ενώ ο Τραμπ θα μπορούσε να χάσει μέρος του κοινού του, η αντίδραση των «αντιρατσιστών» στον φόνο του Τζορτζ Φλόυντ δίνει πόντους στην πτέρυγα των Ρεπουμπλικανών που μας κουνάει το δάχτυλο λέγοντας: «Σας τα ’λεγα εγώ!» Τι έλεγε: κυρίως, ότι η πολιτική ορθότητα, την οποία επινόησαν οι Δημοκρατικοί και την επέβαλαν στις πανεπιστημιουπόλεις, σιγά-σιγά στην αρχή και ύστερα απότομα, καταλήγει σε ακραία μορφή πουριτανισμού, σε καθαγιασμό του ρατσιστικού μίσους (από την πλευρά των «καλών») και σε μια σειρά από λογικές πλάνες· σε μια σειρά από παραλογισμούς.

Ο σημαντικότερος από αυτούς είναι η αναδρομική θεώρηση και εκτίμηση της ιστορίας – κάτι που κάνουν μερικές φορές οι μαθητές του σχολείου, άλλοτε με δική τους εφηβική πρωτοβουλία, άλλοτε δασκαλεμένοι από την «αριστερή» οικογένεια: η αθηναϊκή δημοκρατία ήταν δουλοκτητική κοινωνία· ο Πλάτων με την Πολιτεία του ήταν φασίστας· ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν ιμπεριαλιστής και σφαγέας· ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν αντικομμουνιστής, όπως άλλωστε και ο Γεώργιος Παπανδρέου ο πρεσβύτερος (άρα, φασίστες κι αυτοί). Με αυτή την οπτική, η Σκάρλετ Ο’Χάρα είναι ένα παλιοκόριτσο που δίνει διαταγές σε νεγράκια (με κοτσιδάκια) κι όσο για τη γιαγιά μου που έλεγε «τον Αράπη κι αν τον πλένεις…» ήταν αδυσώπητη ρατσίστρια, αν λάβουμε επιπλέον υπόψη πως όταν θύμωνε παρομοίαζε τον εαυτό της με Τούρκο.

Ο νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ. Κάθε κοινωνία θεσπίζει κανόνες σύμφωνα με την κατάσταση και την ωριμότητά της. Κι όσο λιγότερους κανόνες θεσπίζει, τόσο περισσότερες μορφές συμπεριφοράς πρέπει να θεωρούνται αυτονόητες – αυτό είναι το στοίχημα της δημοκρατικής κοινωνίας. Εφόσον ο νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ, δεν μπορεί να κρίνεται η ανθρώπινη συμπεριφορά με βάση το σημερινό δίκαιο (συμπεριλαμβανομένου του εθιμικού). Αν το 2020 γυριζόταν μια ταινία σαν το «Όσα παίρνει ο άνεμος» θα μπορούσαμε να αντιδράσουμε· εξάλλου, από το 1939 έχουν γυριστεί εκατοντάδες ή χιλιάδες ταινίες όπου οι Αφροαμερικανοί παίζουν ρόλο κηπουρού, οδηγού, μπάτλερ, διασκεδαστή και μπαρμπα-Θωμά. Κι όπου οι γυναίκες παρουσιάζονται είτε ως αφίλητες παρθένες, είτε ως εξώλης και προώλης, είτε σατανικές και δολοφονικές· όσο για τους γκέι, είναι είτε ανύπαρκτοι, είτε αυτοκτονικοί, είτε στο κλουβί με τις τρελές. Είναι όλες αυτές οι ταινίες «ρατσιστικές»; Ανάλογα πώς το βλέπει κανείς: αν βλέπει την ανθρώπινη ιστορία με αγάπη και γενναιοψυχία, ή με τη μιζέρια του μισάνθρωπου.

Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τα αγάλματα και τα άλλα μνημεία της αμερικανικής ιστορίας που βρίσκονται σήμερα στο στόχαστρο. Εξάλλου, ο εξαμερικανισμός μπορεί να εκδηλώνεται ως αντιαμερικανισμός· να βαλθούμε δηλαδή, όπως έχουμε κάνει στο παρελθόν, να καταστρέφουμε αγάλματα Αμερικανών – συνέβη με το άγαλμα του Τρούμαν, ο οποίος, αν έχει κάποια σημασία, ήταν ένας καλοήθης πρόεδρος ο οποίος απλούστατα δεν άρεσε στην αριστερά λόγω του Ψυχρού Πολέμου. Αν, λοιπόν, οι liberals σαρώσουν μία-μία τις πενήντα πολιτείες αποκαθηλώντας και βανδαλίζοντας μνημεία που δεν ταιριάζουν με την τρέχουσα αφήγησή τους για την αμερικανική ιστορία, τι περιμένουμε να γίνει; Οι άλλοι, «οι κακοί», θα αντιδράσουν βιαίως και θα στήσουν στην αυλή τους σημαίες του Νότου· τα λάβαρα της Απόσχισης. Έτσι κάπως αρχίζουν οι εμφύλιοι πόλεμοι.

Οι Δημοκρατικοί θέτουν δίκαια ερωτήματα στα οποία απαντούν εντελώς αλλοπρόσαλλα. Προβάλλουν τα φυλετικά ζητήματα ως καθοριστικά της αμερικανικής ζωής, δηλαδή διαιωνίζουν με τρομερή έμφαση ένα πρόβλημα που υποτίθεται ότι θέλουν να λύσουν. Γύρω από τη φυλή και το χρώμα του δέρματος (έχει επανέλθει η τρελή λέξη «έγχρωμος» την οποία όταν ακούω φαντάζομαι πράσινα ανθρωπάκια) στρέφονται μόνο οι ρατσιστές: μόνο οι ρατσιστές χειρίζονται και εργαλειοποιούν τον μύθο των διαφορετικών ανθρώπινων φυλών που, επιπλέον, έχουν χρώμα. Έτσι φτάνουμε στην παραφροσύνη της ταυτότητας και των ριζών, στις δήθεν καταπιεσμένες εναλλακτικές κουλτούρες, στην ιδεολογία της περιθωριοποίησης και του αποκλεισμού: λέξεις-καραμέλες που οξύνουν τα μίση που υποτίθεται ότι θέλουμε να εξαλείψουμε, χωρίς να αποκαλύπτουν τις πολλαπλές κοινωνικές πραγματικότητες.

Εξελίσσεται λοιπόν μια βεβιασμένη, ίσως και βάναυση, προσπάθεια επαναθεμελίωσης του πολιτισμού: δεν μας αρκεί να μελετάμε με κριτικό βλέμμα την ιστορία· πρέπει να την κατεδαφίσουμε σαν να θέλουμε να αλλάξουμε το παρελθόν και τον ίδιο μας τον εαυτό. Μέσα στη φούρια, στη Μαρτινίκα, ο όχλος έκανε κομματάκια το άγαλμα του κάποτε κυβερνήτη ο οποίος το 1848 υπέγραψε το διάταγμα για την κατάργηση της δουλείας – επειδή ήταν λευκός. (Μα, τι χρώμα θα μπορούσε να έχει ο υπογράφων τέτοιο διάταγμα σε γαλλική αποικία το 1848;). Παρόμοιες πράξεις στις πολιτείες του αμερικανικού Νότου ωθούν τους τοπικούς Δημοκρατικούς, που αποτελούν μια πολύ συντηρητική παραλλαγή του Κόμματος, στους Ρεπουμπλικανούς και στον Ντόναλντ Τραμπ: ταυτοχρόνως, παραβιάζουν το Σύνταγμα στο οποίο οι Αμερικανοί παραμένουν, δικαίως, προσηλωμένοι.

Τα προβλήματα είναι περίπλοκα αλλά ξεκάθαρα. Όλες οι φυλετικές ομάδες –αν αφεθούμε να πέσουμε για λίγο στην παγίδα της φυλετικής ταυτότητας– είναι πλέον μειονότητες: η δημογραφική διάρθρωση έχει αλλάξει και δεν μπορούμε να μιλάμε για «λευκή πλειονότητα» παρά μόνο σε ορισμένες πολιτείες. Στα περισσότερα κρατικά όργανα και μηχανισμούς, η δημογραφική σύνθεση αντικατοπτρίζεται με σχετική ακρίβεια, αν και πράγματι όχι σε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας: ωστόσο, κανείς δεν είναι a priopri αποκλεισμένος. Εντούτοις, το κίνημα, για να δικαιολογήσει την ύπαρξή του, επινοεί διακρίσεις ακόμα και όπου δεν υπάρχουν: έτσι, καλλιεργείται το μίσος έναντι παραδοσιακών στόχων όπως είναι ο προαναφερθείς λευκός άνδρας ή ο λευκός αστυνομικός. Όχι ότι δεν έχουν λερωμένη τη φωλιά τους· την έχουν. Απλώς, ο ενδογενής ρατσισμός, αυτός που εμφιλοχωρεί στο μυαλό των ανθρώπων –είτε είναι λευκοί, είτε έχουν «χρώμα»– δεν εκριζώνεται με λογοκρισία, απαγορεύσεις και αυταρχικά πρότυπα «ορθής» διαγωγής. Εκριζώνεται, δεν θα πάψω να το επαναλαμβάνω, με παιδεία και νομιμότητα· με δημοκρατία και ίσες ευκαιρίες για όλους.

Σκέφτομαι πολύ συχνά τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Κάθε καλοκαίρι περνάω από το σημείο όπου δολοφονήθηκε στο Μέμφις και του μιλάω νοερά: δόκτωρ Μάρτιν, μπορείτε να κάνετε κάτι από εκεί ψηλά; Νομίζω ότι έχουμε τρελαθεί.