Πολιτικη & Οικονομια

Η χαμένη ευκαιρία της τραπεζικής ένωσης

57123-124662.jpg
Κώστας Καρκαγιάννης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τον Ιούνιο του 2012, στο αποκορύφωμα της κρίσης δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης, οι ηγέτες της αποφάσισαν να δημιουργήσουν μια τραπεζική ένωση. Φιλοδοξία των ηγετών ήταν, όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της συνόδου κορυφής, να σπάσουν τον φαύλο κύκλο μεταξύ αδύναμων, οικονομικά, κρατών μελών και των τραπεζών τους. Δηλαδή, να βρουν έναν τρόπο ώστε τράπεζες που χρεοκοπούν ή χρειάζονται επανακεφαλαιοποίηση να μην παρασύρουν στην πτώση τους και κράτη, όπως συνέβη στην περίπτωση των Ιρλανδίας, Ισπανίας και Κύπρου ή το αντίστροφο, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ελλάδας.

Ο μόνος τρόπος για να σπάσει ο φαύλος κύκλος είναι να μην αναγκάζονται τα κράτη να διασώζουν με δικά τους χρήματα τις προβληματικές τους τράπεζες, αλλά το βάρος να μοιράζεται σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης. Ενάμιση χρόνο μετά, η κατ’ αρχήν συμφωνία που επιτεύχθηκε την Τετάρτη στις Βρυξέλλες για το νέο μηχανισμό εκκαθάρισης προβληματικών τραπεζών, απλώς επιβεβαιώνει τον χειρότερο φόβο: Η έλλειψη διορατικότητας της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας και η δειλία των υπολοίπων καταδικάζει, εξ αρχής, την τραπεζική ένωση σε αποτυχία και την Ευρωζώνη σε μια χαμένη δεκαετία στην καλύτερη περίπτωση ή σε μια νέα κρίση που θα την διαλύσει πολιτικά και οικονομικά, στην χειρότερη περίπτωση.

Η τραπεζική ένωση της Ευρωζώνης υποτίθεται ότι θα βασιστεί σε τρεις πυλώνες: Μια κοινή εποπτική αρχή, έναν κοινό μηχανισμό εκκαθάρισης προβληματικών τραπεζών και στην από κοινού εγγύηση των τραπεζικών καταθέσεων κάτω των 100 χιλιάδων ευρώ. Ωστόσο, η γερμανίδα καγκελάριος κ. Άνγκελα Μέρκελ αμφισβήτησε από την πρώτη στιγμή την αρχιτεκτονική της τραπεζικής ένωσης και υπονόμευσε βασικά στοιχεία της.

Όσον αφορά την εποπτεία των τραπεζών, την οποία θ’ αναλάβει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από το Νοέμβριο του 2014, το Βερολίνο πέτυχε να περιλαμβάνει μόνο τις 130 μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης. Οι υπόλοιπες έξι χιλιάδες, μεταξύ των οποίων και οι δύο χιλιάδες αποταμιευτικές και περιφερειακές γερμανικές τράπεζες, αρχικά εξαιρούνται από την εποπτεία της ΕΚΤ και θα εξακολουθήσουν να υπάγονται στην εποπτεία των εθνικών αρχών. Ωστόσο, μέχρι σήμερα τα μεγαλύτερα προβλήματα τα προκάλεσαν μικρομεσαίες τράπεζες σε Ιρλανδία, Ισπανία, Ελλάδα και Κύπρο. Γιατί δεν θέλησε το Βερολίνο να ελέγχει η ΕΚΤ τις μικρές γερμανικές τράπεζες; Διότι αποτελούν τους βασικούς χρηματοδότες των Γερμανών πολιτικών σε τοπικό επίπεδο και, ως γνωστόν, «ολόκληρη η πολιτική είναι τοπική υπόθεση».

Παρ’ όλα αυτά, η ΕΚΤ, διακινδυνεύοντας την ίδια την αξιοπιστία της, θα προχωρήσει στην αξιολόγηση των περιουσιακών στοιχείων (AQR) των μεγάλων τραπεζών και θα υποβάλει όλες τις τράπεζες (μικρές και μεγάλες) σε δοκιμασίες αντοχής (stress test), γεγονός που μας επιτρέπει να ελπίζουμε ότι τ’ αποτελέσματα θα είναι αξιόπιστα. Η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος της Ευρωζώνης, μέσω της αναγνώρισης ζημιών και της επανακεφαλαιοποίησης όπου χρειάζεται, είναι βασική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της οικονομίας μέσω νέων επενδύσεων (οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, σε αντίθεση με τις αμερικανικές που αντλούν χρήματα κυρίως από την αγορά ομολόγων, βασίζονται κυρίως στις τράπεζες για την χρηματοδότηση τους). Χωρίς εξυγίανση των τραπεζών δεν θα υπάρξει νέος δανεισμός ούτε νέες επενδύσεις και συνεπώς η ανεργία θα εξακολουθήσει για πολλά χρόνια να ρημάζει κυρίως τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου.

Ερχόμαστε στο δεύτερο πυλώνα, τον ενιαίο μηχανισμό εκκαθάρισης τραπεζών που συμφωνήθηκε την Τετάρτη το βράδυ και μέσω του οποίου υποτίθεται θα εξυγιανθούν ή θα εκκαθαριστούν οι προβληματικές τράπεζες που θα εντοπιστούν από τους ελέγχους της ΕΚΤ. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, κ. Μάριο Ντράγκι, προειδοποίησε, ωμά, την περασμένη Δευτέρα ότι «δεν πρέπει να δημιουργήσουμε έναν Ενιαίο Μηχανισμό Εκκαθάρισης μόνο κατ’ όνομα» και εξέφρασε την ανησυχία ότι «η λήψη αποφάσεων ίσως γίνει υπερβολικά περίπλοκη και οι χρηματοδοτικοί πόροι ίσως να μην είναι επαρκείς».

Παρά την προειδοποίηση, οι υπουργοί Οικονομικών, υπό την ασφυκτική πίεση του Βερολίνου, έκαναν ακριβώς αυτό! Ο μηχανισμός εκκαθάρισης τραπεζών που ενέκριναν θα χρηματοδοτείται από εθνικά ταμεία εκκαθάρισης, τα οποία σταδιακά μέχρι το 2026 (δεν πρόκειται περί τυπογραφικού λάθους) θα συνενωθούν σε ένα κοινό ταμείο. Οι πόροι του κοινού ταμείου (θα προέλθουν από εισφορές των τραπεζών) προβλέπεται ότι σε 12 χρόνια θ’ ανέλθουν στο ποσό των 55 δισ. ευρώ, ποσό καταφανέστατα ανεπαρκές αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι σήμερα η διάσωση μόνο των ελληνικών τραπεζών κόστισε 40 δισ.ευρώ. Μέχρι τότε, θα επιτρέπεται ένα εθνικό ταμείο εκκαθάρισης να ζητήσει τη βοήθεια άλλων εθνικών ταμείων (η βοήθεια θ’ αυξάνεται σταδιακά με την πάροδο των χρόνων) μέσω ενός εξαιρετικά πολύπλοκου μηχανισμού.

Ακόμη χειρότερα, το Βερολίνο κατάφερε να αποκρούσει το αίτημα των χωρών του Νότου στο μεσοδιάστημα να επιτρέπεται στον ευρωπαϊκό μηχανισμό διάσωσης (ESM) να χρηματοδοτήσει στην έσχατη ανάγκη το ταμείο διάσωσης τραπεζών. Αυτή είναι και η ληξιαρχική πράξη θανάτου για την απευθείας επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, πολύ περισσότερο δε για την αναδρομική επανακεφαλαιοποίηση που ήλπιζαν ότι θα κέρδιζαν Ελλάδα και Ιρλανδία. Κοντολογίς, κάθε χώρα θα πρέπει να διασώζει μόνη της τις προβληματικές τράπεζες της. Στην χειρότερη περίπτωση, μια χώρα θα μπορεί να προσφεύγει στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθεροποίησης (ESM), να υπογράφει Μνημόνιο και να δανείζεται χρήματα για να διασώσει τις τράπεζες της, όπως έκανε η Ισπανία το 2012. Βεβαίως, το χρέος θα βαρύνει το κράτος, επιδεινώνοντας τα δημόσια οικονομικά του. Με αυτό τον τρόπο, όμως, δεν σπάει ο φαύλος κύκλος μεταξύ αδύναμων κρατών και αδύναμων τραπεζών. Συνεπώς, οι ευρωπαίοι ηγέτες απέτυχαν στον πρωταρχικό τους στόχο.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, την απόφαση για την εκκαθάριση μιας προβληματικής τράπεζας δεν θα την παίρνει ούτε η ΕΚΤ, ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά ένα συμβούλιο όπου θα συμμετέχουν εθνικές αρχές, ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες, η Κομισιόν και οι υπουργοί Οικονομικών, συνολικά στην λήψη της απόφασης θα συμμετέχουν μέχρι και 126 (!) αξιωματούχοι. Πώς θα διαφυλαχθεί η μυστικότητα των διαπραγματεύσεων και θ’ αποφευχθούν επιδρομές σε τράπεζες αν διαρρεύσει κάποια πληροφορία παραμένει άγνωστο.

Ανάχωμα στην αβεβαιότητα που προκαλεί η ανεπαρκής τραπεζική ένωση και το προηγούμενο της Κύπρου, όπου αρχικά το Eurogroup αποφάσισε το «κούρεμα» και των ασφαλισμένων καταθέσεων, θα μπορούσε να αποτελέσει η από κοινού εγγύηση των τραπεζικών καταθέσεων μέχρι του ποσού των 100 χιλιάδων ευρώ. Πλην όμως, η κ. Μέρκελ έχει ήδη κατεδαφίσει τον τρίτο πυλώνα της τραπεζικής ένωσης, αποκλείοντας κάθε ενδεχόμενο η ΕΚΤ (η μόνη που θα μπορούσε να το κάνει) να εγγυηθεί για τις ασφαλισμένες καταθέσεις. Τις καταθέσεις θα εξακολουθήσουν να εγγυώνται (;) τα κράτη μέλη ξεχωριστά. Ενδεχομένως αυτό να είναι εφικτό για τα ισχυρά κράτη. Τα υπόλοιπα είτε είναι ανήμπορα να το κάνουν, είτε θα τινάξουν τα δημόσια οικονομικά τους στον αέρα στην προσπάθεια να το πετύχουν. Πολύ φοβάμαι ότι τα επόμενα χρόνια θα σκεφτόμαστε με μεγάλη πίκρα την ευκαιρία που χάσαμε να δημιουργήσουμε μια πραγματική τραπεζική ένωση.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ