Πολιτικη & Οικονομια

Πάει το ΚΙΝΑΛ εμπρός ή πίσω;

Θα μπορούσε να κάνει ένα εντυπωσιακό come back

Σταύρος Κωνσταντινίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κίνημα Αλλαγής: Μπορεί ο Βαγγέλης Βενιζέλος να λείψει την σημαντικότερη στιγμή;

Αναρωτιέται κανείς αν με όρους κοινής λογικής υπάρχει η πολυτέλεια, ένα μήνα πριν τις εθνικές εκλογές, ο πληρέστερος πολιτικός της μεταπολίτευσης, ένας διανοούμενος της πολιτικής και ταυτόχρονα ο σημαντικότερος τεχνοκράτης της κυβερνητικής που στάθηκε στα δύσκολα, και εντέλει ο άνθρωπος που αποδόμησε στην Βουλή, στην τηλεόραση και στις εφημερίδες την επικοινωνιακή απάτη του ΣΥΡΙΖΑ, να ωθείται προς την έξοδο;

Μπορεί ο Βαγγέλης Βενιζέλος, να λείψει την σημαντικότερη στιγμή, την ώρα της κατακρήμνισης της κυβέρνησης, που οφείλεται εν πολλοίς στον ίδιο περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο πολιτικό πρόσωπο;

Είναι προφανές πως η εισήγηση προς την Φώφη Γεννηματά έλεγε: «ο Βενιζέλος σηματοδοτεί την καθαρή και σύγχρονη σοσιαλδημοκρατική εκδοχή για τα ελληνικά πράγματα, και επομένως και την χωρίς ταμπού πιθανότητα συνεργασίας με τη ΝΔ αν το συμφέρον της χώρας το απαιτήσει. Ακόμη ο Βενιζέλος έχει στοχοποιηθεί προσωπικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, και επομένως χωρίς αυτόν μπορεί να επιταχυνθεί η εκροή ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προς το ΚΙΝΑΛ. Άρα χωρίς τον Βενιζέλο δείχνουμε κοντύτερα στην παλαβή αριστερολογία του ΣΥΡΙΖΑ, και απελευθερώνουμε συνθηματολογικά την αντιδεξιά ρητορική, που τόσο μας εκφράζει και αποτελεί και ιστορική παράδοση της ιδεολογικής μας ρίζας, του πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ»

Μόνο που η ανάλυση αυτή είναι απλοϊκή, στηρίζεται στον βολονταρισμό της καθαρότητας ενός απροσδιορίστου σοσιαλισμού του παρελθόντος, δεν λαμβάνει υπόψιν τις ώριμες τάσεις της κοινωνίας που επιζητούν εκσυγχρονισμό του κράτους και κανονικοποίηση της χώρας.

Το ΚΙΝΑΛ θα μπορούσε να κάνει ένα εντυπωσιακό come back, τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ αποσυντίθεται όχι μόνο λόγω των εκλογικών αποτελεσμάτων αλλά και εξαιτίας της απογοητευτικής και αυτιστικής διαχείρισης του μετεκλογικού σκηνικού. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ κάνουν καθημερινά όλο και χειρότερες δηλώσεις. Φτάνουν στο σημείο να ψέγουν τους ψηφοφόρους για το αποτέλεσμα, ισχυρίζονται ότι δεν κατάλαβαν αυτό που μόνο οι ίδιοι ξέρουν, επιδεικνύουν αβάσταχτη αλαζονεία ακόμη και κατόπιν εορτής. Μπορούσε να κάνει come back και απέναντι στη ΝΔ αναδεικνύοντας τις πραγματικές πολιτικές διάφορές, και όχι αναμασώντας την ακυρωμένη στη συνείδηση των νέων, και πάντως μόνο συνθηματολογική, αντιδεξιά ρητορεία. Η ΝΔ δεν είναι η δεξιά του 60, συνεχίζει όμως να είναι ένα συντηρητικό κόμμα.

Το ΚΙΝΑΛ παρότι συγκράτησε τις δυνάμεις του στις Ευρωεκλογές καλείται τώρα στη εθνική μάχη να ξεκαθαρίσει απόλυτα την γραμμή του, για να εκπέμψει με μεγαλύτερη διαύγεια και σαφήνεια, το στίγμα του στο ακροατήριο του προοδευτικού, μεταρρυθμιστικού, κεντροαριστερού χώρου. Είναι εμφανές πως ο ανταγωνισμός δυο βασικών εσωτερικών τάσεων, και ειδικότερα της στείρας αντιδεξιάς ρητορικής μιας παλαιοκομματικής αντίληψης, και της εμπροσθοβαρούς μεταρρυθμιστικής ρητορείας του προοδευτικού, κεντρώου, φιλελεύθερου χώρου, θα έπρεπε να λήξει με επικράτηση της δεύτερης και σύγχρονης σοσιαλδημοκρατικής αντίληψης για την οργάνωση της ελληνικής κοινωνίας. Μεταρρυθμίσεις όπως ο νόμος Διαμαντοπούλου, ο άμεσος εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, και η άρση του ταμπού των ιδιωτικοποιήσεων εκεί που χρειάζονται οφείλουν να αντιμετωπιστούν πιο φιλελεύθερα με βάση τα προτάγματα και τις εμπειρίες του σύγχρονου δημοκρατικού κόσμου. Η κανονικοποίηση της χώρας, η γλώσσα της κοινής λογικής, η άρση ιδεολογικών απλουστεύσεων όπως η καραμέλα του νεοφιλελευθερισμού ήταν αναγκαία αυτή τη στιγμή. Απαιτούνταν ακόμη μια μεγαλύτερη συμπερίληψη της οικολογικής ατζέντας στον προγραμματικό λόγο, όχι στη βάση του απαρχαιωμένου οικολογικού λαϊκισμού αλλά της πράσινης και φιλελεύθερης ανάπτυξης, τάση που κερδίζει έδαφος στην Ευρώπη. Τότε ο λόγος του ΚΙΝΑΛ θα γίνονταν ουσιαστικά ανταγωνιστικός προς τη ΝΔ, και τότε θα επανακάμπτουν ψηφοφόροι που βρίσκονται εγκλωβισμένοι στον ΣΥΡΙΖΑ, ή είναι παγιδευμένοι σε μία αφοριστική αντισυριζαϊκή λογική μέσω της ρεβανσιστικής ψήφου στη ΝΔ. Μεταξύ των δυο αντιπάλων του το ΚΙΝΑΛ έπρεπε να βγει από τη λογική των ίσων αποστάσεων. Ίσες αποστάσεις δεν υπάρχουν στην πολιτική γιατί αν τις επιδιώκεις γίνεσαι έρμαιο της μετακίνησης των αντιπάλων σου. Κάθε δική τους μετακίνηση, σε ωθεί σε μια δική σου μετατόπιση. Αυτό είναι ετεροκαθορισμός, δεν δηλώνει αυτονομία και αυτοπεποίθηση. Και μόνο το γεγονός ότι η βασική αντιπολίτευση γίνεται πάντα στην κυβέρνηση, νομιμοποιεί την υποχρεωτική και απερίφραστη σφοδρότητα του ΚΙΝΑΛ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Οι διαφορές και η αντίθεση με τη ΝΔ επικεντρώνονται στην δίκαιη οικονομική πολιτική των κοινωνικών εγγυήσεων, στον φιλελευθερισμό των ατομικών δικαιωμάτων, στην πίστη της πράσινης ανάπτυξης και όχι της ασύδοτης, στην αισθητική κοσμοθεωρητική προσέγγιση, στην κατανόηση μεγάλων προταγμάτων όπως η κλιματική αλλαγή, και στην απερίφραστη καταδίκη των ακροδεξιών, ρατσιστικών, εθνικιστικών κραυγών. Η συζήτηση έπρεπε να μετατοπιστεί στην αντιπαράθεση μεταξύ προόδου και συντήρησης, και όχι στο πεπαλαιωμένο δίλλημα αριστερά ή δεξιά.

Το ΚΙΝΑΛ επέλεξε κάτι διαφορετικό, επέλεξε να κινηθεί αντίστροφα στο μονόδρομο.