Πολιτικη & Οικονομια

Μια υποσημείωση στα βιβλία της ιστορίας

Πόσο εβραϊκή ομάδα έχει υπάρξει ο Άγιαξ;

Μάνος Ματσαγγάνης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι επαναληπτικοί αγώνες των προημιτελικών του Champions League επεφύλαξαν σπάνιες συγκινήσεις στον ανταποκριτή σας (και σε μερικά εκατομμύρια άλλους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο): ο Άγιαξ απέκλεισε τη Γιουβέντους νικώντας την 2-1 μέσα στο Τορίνο (ο αθλητικός συντάκτης της Corriere della sera, πιθανότατα με μια δόση χαιρεκακίας, έγραψε ότι οι γηπεδούχοι δεν ήξεραν πώς να αντιμετωπίσουν το καθαρό και γρήγορο ποδόσφαιρο των αντιπάλων τους), ενώ η Τόττεναμ πέρασε στα ημιτελικά με το εκτός έδρας γκολ χάνοντας 4-3 από την Μάντσεστερ Σίτυ (κατά Gary Lineker «ένα από τα μεγαλύτερα, συναρπαστικότερα, δραματικότερα και συγκινητικότερα παιγνίδια» της ζωής του).

Δεν είναι μόνο ότι η (ποδοσφαιρική) ζωή κάποιων από εμάς έχει λίγες χαρές και πολλές λύπες, οπότε αναγκαστικά πανηγυρίζουμε τις επιτυχίες άλλων ομάδων. Ούτε μόνο ότι τα συγκεκριμένα παιγνίδια ήταν αυτό που λένε «διαφήμιση του ποδοσφαίρου», και υπενθύμιση του τι χάνουν όσοι δεν καταλαβαίνουν, ή κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν, αυτό το υπέροχο άθλημα-βασιλιά των σπορ. (Διαβάστε το σπαρακτικό και ξεκαρδιστικό άρθρο του Simon Hattenstone στο Guardian.) Είναι επίσης ότι ο Άγιαξ και η Τόττεναμ διαφέρουν από τις άλλες ομάδες επειδή συμβολίζουν (σε ένα κοκτέηλ με ίσες δόσεις αλήθειας και υπερβολής) την τραγική ιστορία των Εβραίων της Ευρώπης.

Η υπερβολή είναι οφθαλμοφανής. Οι οπαδοί του Άγιαξ ξεδιπλώνουν γιγαντοπανώ με τη σημαία του Ισραήλ που καλύπτουν όλη την κερκίδα και φωνάζουν όλοι μαζί «Ajax joden, super joden», ενώ εκείνοι της Τόττεναμ αυτοαποκαλούνται «Yid Army» και φωνάζουν «Come on the Yids». Και όμως, οι περισσότεροι δεν είναι Εβραίοι – αν και φυσικά οι περισσότεροι Εβραίοι του Άμστερνταμ και του Λονδίνου αυτές τις ομάδες υποστηρίζουν.

Γιατί το κάνουν; Αφενός για να διεκδικήσουν με υπερηφάνεια μια ταυτότητα για την οποία κατά τη γνώμη των αντιπάλων τους θα έπρεπε να ντρέπονται, όπως μερικοί μαύροι της Αμερικής όταν αυτοαποκαλούνται «νέγροι». Μου το είχε εξηγήσει πριν τρεις δεκαετίες η C., συνάδελφός μου στο λονδρέζικο πανεπιστήμιο που μόλις με είχε προσλάβει, αγγλοεβραία και αριστερή (όπως και ο σύζυγός της Ν., που έτρωγε μπέϊκον και χαιρετούσε τους φίλους του με αγκαλιές και φιλιά – λιγότερο αγγλική συμπεριφορά δύσκολα μπορεί να σκεφτεί κανείς). Κανονικά «yid» είναι βρισιά: έτσι έλεγαν τους Εβραίους οι μαυροπουκαμισάδες του Όσβαλντ Μόσλεϋ, της Βρετανικής Φασιστικής Ένωσης, στις οδομαχίες του East End τη δεκαετία του ’30. Το 1990, για τους νεαρούς του Βόρειου Λονδίνου, το να ονομάζεις τον εαυτό σου «yid» ήταν τίτλος τιμής. Το ίδιο και σήμερα φαντάζομαι.

Ακόμη και όταν δεν είσαι Εβραίος. Ιδίως όταν οι αντίπαλοί σου έτσι σε φωνάζουν. Όπως οι φανατικοί οπαδοί της Τσέλσυ, που στα πέτρινα χρόνια της προ-Μουρίνιο (και προ Αμπράμοβιτς) εποχής ήταν κατά κανόνα ακροδεξιοί. Ή εκείνοι της Φέγιενορντ, που στα ντέρμπυ με τον Άγιαξ φώναζαν «Hamas, hamas, joden aan het gas», με τον τίτλο της παλαιστινιακής οργάνωσης να κάνει ομοιοκαταληξία με τους θαλάμους αερίων, μιμούμενοι τον ήχο τους (φςςς). Τι θα κάνατε εσείς, εάν ήσαστε οπαδοί του Άγιαξ; Θα φωνάζατε «Σούπερ Εβραίοι», και θα πανηγυρίζατε ανεμίζοντας σημαίες του Ισραήλ.

Αλλά πόσο εβραϊκή ομάδα έχει υπάρξει ο Άγιαξ; Όπως εξηγεί στο εξαιρετικό βιβλίο του ο Simon Kuper, σχολιαστής των Financial Times, ολλανδοεβραίος ο ίδιος, η αλήθεια είναι κάπως περίπλοκη. Από τη μια, το Άμστερνταμ μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο υπήρξε «Ιερουσαλήμ της Δύσης», τόπος κατοικίας 80.000 Εβραίων. Περίπου 3 στους 4 κατέληξαν στα στρατόπεδα, ανάμεσά τους και ο θρυλικός Eddy Hamel, δεξί εξτρέμ της πρώτης ομάδας του Άγιαξ από το 1922 έως το 1930. Μετά τον πόλεμο, Εβραίοι ήταν τρεις πρόεδροι της ομάδας, αρκετοί παίκτες, και ο Salo Muller, ο αγαπημένος φυσιοθεραπευτής των παικτών και της κερκίδας. Όμως όλες οι ολλανδικές ομάδες εφάρμοσαν με επιμέλεια τους αντισημιτικούς νόμους της ναζιστικής κατοχής, πασχίζοντας να μην προσβάλλουν τους Εβραίους-μέλη τους την ώρα που τους διέγραφαν, π.χ. επιστρέφοντας τους το ποσό που αντιστοιχούσε στο εισιτήριο διαρκείας. Μια τυπική περίπτωση «γκρίζας ζώνης», για την οποία ο Πρίμο Λέβι έγραψε σελίδες διαύγειας και οδύνης, όπως μας θύμισαν ο Σταύρος Ζουμπουλάκης και ο Θανάσης Γιαλκέτσης στην ωραία εκδήλωση του Πύργου Βιβλίων του ΙΣΝ στην εκδήλωση της περασμένης Παρασκευής.

Εν τω μεταξύ, εμείς εδώ στο Μιλάνο ετοιμαζόμαστε να γιορτάσουμε την Ημέρα της Απελευθέρωσης: στις 25 Απριλίου 1945 οι «γκαριμπαλντίνοι», παρτιζάνοι που πρόσκεινταν στο ΙΚΚ, κρέμασαν ανάποδα τον Μπενίτο Μουσσολίνι (αλλά και, πολύ λιγότερο ηρωικά, την ερωμένη του, Κλάρα Πετάτσι) στην Πλατεία Λορέτο – μια στάση του μετρό από το πανεπιστήμιο όπου εργάζεται ο ανταποκριτής σας. Στην καθιερωμένη ετήσια συγκέντρωση στην Πλατεία του Ντουόμο, παρελαύνουν περήφανοι με τα σύμβολά τους, εν μέσω πολλών χειροκροτημάτων και λίγων αποδοκιμασιών, οι βετεράνοι της «Εβραϊκής Μεραρχίας», Εβραίοι παρτιζάνοι που αντί να δεχθούν στωικά τη μοίρα τους οδηγούμενοι στα στρατόπεδα αποφάσισαν να ανταποδώσουν τα χτυπήματα, 1 εναντίον 10, όπως ο Δαβίδ εναντίον του Γολιάθ, «πολεμώντας για μια υποσημείωση στα βιβλία της ιστορίας», όπως εξηγεί ο Γκέντελε στον Μέντελ στο σχετικό μυθιστόρημα του Πρίμο Λέβι. Φέτος θα παρελάσει μόνος του ο Piero Cividalli, 93 ετών, τελευταίος επιζών του ιταλικού λόχου της «Εβραϊκής Μεραρχίας», τον οποίο τίμησε σε ειδική συνεδρίαση το δημοτικό συμβούλιο της πόλης μας, προπύργιο της κεντροαριστεράς σε μια Ιταλία που κυριαρχείται από την λεπενική Λέγκα στο Βορρά και από το ασυνάρτητο Κίνημα Πέντε Αστέρων στο Νότο.

Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.